Previous Sofia Next

Multa paucis


 μύθοι, παραβολές και αλληγορίες | φιλοσοφικά ανέκδοτα και ιστορίες | σκέψεις και γνώμες | προπόσεις |
μονόστιχα, δίστιχα και τετράστιχα
| λατινισμοί | ευχές και κατάρες, προσευχές και διαλογισμοί | επιγραφές, επιτάφια, τελευταία φράση και παράξενες διαθήκες | χρησιμούλεςαστεία, χωρατά, πλάκες, φάρσες και στοιχήματα  | φράσεις, περίεργα της ετυμολογίας | ενδιαφέροντα στοιχεία | κομπλιμέντα | επιστολές και ομιλίες

 

Ανέκδοτο - σύντομη αφήγηση ιστορική ή βιογραφικού χαρακτήρα, που λειτουργεί συμπληρωματικά προς την επίσημη ιστορία.
Ιστορία - γραπτή αφήγηση πραγματικών η φανταστικών γεγονότων.

 

Τα φιλοσοφικά ανέκδοτα και η ιστορίες από την Ιστορία και τη Ζωή θα σου προσφέρουν το πιο έξυπνο χαμόγελο και το πιο χαζό γέλιο.

 Φιλοσοφικά ανέκδοτα και ιστορίες

Ο Στάλιν και οι άνθρωποι των γραμμάτων

Τα στερεότυπα του "pick-ap"

Πώς να ανακαλύψεις τον ένοχο


Φιλοσοφικά ανέκδοτα και ιστορίες

Ένα παιδί ρώτησε τον πατέρα του:
–Τι είναι το ασήμι;
–Θα σου δείξω, του είπε ο πατέρας του.
Πήρε ένα κομμάτι συνηθισμένο γυαλί και το έβαλε μπροστά του. Το παιδί μπορούσε να δει μέσα απ’ το γυαλί το δρόμο, τους ανθρώπους, τα δέντρα, τον ουρανό…
Μετά ο πατέρας είπε:
–Κοίτα καλά: περνώ από πίσω με ασήμι την επιφάνεια του γυαλιού και τώρα δεν μπορείς να δεις τίποτα. Το μόνο που βλέπεις είναι ο εαυτός σου.


Ένας ποιητής, όταν τελείωσε να απαγγείλει τους στίχους του είπε:
– Δεν είναι τίποτα πιο δύσκολο από το ν’ απαγγείλεις τους δικούς σου στίχους.
– Το πιο δύσκολο είναι να τους ακούς, είπε κάποιος από τους παρευρισκόμενους.


Ένας σπουδαστής πήγε σ’ έναν ηλικιωμένο ραβίνο και του είπε:
–Σκέφτηκα πολύ και πήρα μια απόφαση. Αποφάσισα να πεθάνω.
–Αυτό δεν είναι λύση, του είπε ο ραβίνος.
Ο νεαρός άντρας αποσύρθηκε και επανήλθε μετά από μια βδομάδα λέγοντας:
–Είχες δίκιο. Το σκέφτηκα καλά και αποφάσισα να ζήσω.
–Αυτό δεν είναι λύση, του ξαναείπε ο ραβίνος.
–Εσύ όμως μου είπες ότι ο θάνατος δεν είναι λύση. Τώρα μου λες ότι ούτε η ζωή είναι λύση. Τότε ποια είναι η λύση;
–Γιατί νομίζεις ότι υπάρχει λύση; του είπε ο ραβίνος.


 Ένας άντρας έφερε στο σπίτι ένα γάιδαρο για να τους βοηθήσει στις δύσκολες δουλειές. Μόλις τον είδε η γυναίκα του τα έβαλε μαζί του:
       Ε, δεν μπορούμε να έχουμε και γάιδαρο στο σπίτι! Μόνο αυτός μας έλειπε! Πού θα κοιμάται;
       Στο δωμάτιο μας.
       Με μας! Και τι θα γίνει με τη μπόχα;
       Θα τη συνηθίσει.


Ένας άντρας τριγύριζε εδώ κι εκεί δηλώνοντας ότι ήταν προφήτης και ότι μπορούσε να κάνει θαύματα. Ένας έμπορος οργίστηκε ακούγοντάς τον, τον φώναξε και του είπε:
– Για κάνε ένα θαύμα και άνοιξε χωρίς κλειδί αυτή την πόρτα με την περίπλοκη κλειδαριά.
– Είπα εγώ πως είμαι κλειδαράς; απάντησε ο άλλος.


Ένας νεαρός βασιλιάς ασκούσε την εξουσία του με τη μεγαλύτερη δυνατή αυστηρότητα. Κρατούσε τη δικαιοσύνη στα χέρια του, διάτασσε τις συλλήψεις και επαγρυπνούσε για την ταχεία και ανελέητη εκτέλεση των ποινών.
Ωστόσο η κατάσταση δε βελτιώνονταν. Ο βασιλιάς αισθανόταν πως η εξουσία του δυσκολευόταν να εδραιωθεί.
Μια μέρα κάλεσε τον πρωθυπουργό του και του είπε:
– Εκτέλεσα πολλούς ανθρώπους. κι όμως κανείς δε με φοβάται. Πώς το εξηγείς;
– Είναι θέμα επιστήμης της πολιτικής, απάντησε ο πρωθυπουργός. Πρέπει να μάθεις το μυστικό της εξουσίας. Όλοι αυτοί που εκτέλεσες ήταν εγκληματίες, ένοχοι. Κατά συνέπεια οι άλλοι δεν έχουν κανένα λόγο να σε φοβούνται. Αν θέλεις να σε φοβούνται αληθινά, πρέπει να εκτελέσεις και αθώους.
Ο βασιλιάς κούνησε το κεφάλι του. Είχε καταλάβει.
Δύο μέρες αργότερα διέταξε την εκτέλεση του πρωθυπουργού του.


Κάποιος είπε στον Αίσωπο "Για σένα λένε τρομερά πράματα" και του τα είπε όλα όσα είχε ακούσει. Ο Αίσωπος απάντησε: "Δολοφόνοι δεν είναι εκείνοι που φτιάχνουν τα μαχαίρια, αλλά εκείνοι που τα χρησιμοποιούν. Έτσι και τώρα: δε με κακολογούν οι συκοφάντες, αλλά εσύ που χρησιμοποιείς τις συκοφαντίες τους.*


Ο Αϊνστάιν έστειλε μια επιστολή στον Τσάρλι Τσάπλιν που έγραφε: "Η ταινία σας  "Χρυσός πυρετός" είναι κατανοητή απ' όλο τον κόσμο και πιστεύω πως σύντομα θα είστε διάσημος άνθρωπος". Ο Τσάπλιν απάντησε: "Σας θαυμάζω πιο πολύ: την δική σας θεωρία σχετικότητας κανένας δεν καταλαβαίνει, όμως εσείς ήδη είστε Μέγας Άνθρωπος.*


Ο Μέγας Αλέξανδρος ακούγοντας σε μια δίκη την κατηγορία ενάντια σε κάποιον, βούλωσε τ' ένα αφτί του. Και όταν τον ρωτήσανε γιατί το κάνει απάντησε:
- Με τ' άλλο τ' αφτί μου θ' ακούσω τον κατηγορούμενο.*


Η πρώτη συναυλία του Χαίντελ στο Λονδίνο δεν είχε επιτυχία. Οι φίλοι του ήταν πολύ ενοχλημένη με αυτό το γεγονός, αλλά ο ίδιος έμεινε ατάραχος.
- Μη στενοχωριέστε, τους είπε, στην κενή αίθουσα η μουσική έχει καλύτερη απήχηση.*


Ο Μέγας Αλέξανδρος ρώτησε τους Κέλτες τον Πυρηναίων, οι οποίοι ήρθαν να δουν τον θρυλικό στρατηλάτη, τι είναι εκείνο που φοβούνται περισσότερο απ' όλα, περιμένοντας πως θα επιδεικνύουν τον ίδιο, όμως οι Κέλτες απάντησαν πως φοβούνται μόνο ένα πράμα: μήπως και πέφτει πάνω τους ο ουρανός.*


Μια πόρνη ήθελε να ξελογιάσει έναν μοναχό. Εκείνος δέχτηκε και την οδήγησε στην πλατεία της αγοράς 
- Έλα να το κάνουμε εδώ, είπε ο μοναχός 
- Εδώ δεν μπορώ, ντρέπομαι τον κόσμο, είπε η γυναίκα.
- Και τον Θεό δεν ντρέπεσαι;* 


Ο Αύγουστος πολύ καιρό δεν δεχόταν τα ποιήματα-δώρα ενός Έλληνα ποιητή και δεν του βράβευε με χρήματα. Αυτό είχε συμβεί πολλές φορές. Την τελευταία φορά ο Αύγουστος άκουσε το ποιητικό δώρο του Έλληνα, μετά γρήγορα έγραψε κάποιους στίχους και τους έδωσε στον ποιητή. Εκείνος αμέσως απήγγειλε το έργω του αυτοκράτορα και άρχισε φωναχτά να τον επαινεί, μετά πλησίασε τον Αύγουστο και δίνοντάς του κάτι ψηλά κέρματα είπε:
- Με συγχωρείς Αύγουστε, θα σου έδινα περισσότερα, αλλά δεν έχω.
Η εκκεντρική πράξη του ποιητή έκανε όλους να γελάσουν. Το αστείο άρεσε και στον αυτοκράτορα ο οποίος έδωσε στον ποιητή ένα μεγάλο χρηματικό ποσό.*


Όταν οι αθηναίοι πρώτα προσέβαλλαν τον Θεμιστοκλή και μετά ήθελαν να του εμπιστευθούν την εξουσία εκείνος είπε: 
- Δεν εγκρίνω τους ανθρώπους που χρησιμοποιούν το ίδιο σκεύος σαν καθίκι και σαν κρασοπότηρο.*


Πέθανε ο γέρος-βασιλιάς και ο νεαρός πρίγκιπας κλαίει. Ένας φίλος του του λέει:
- Μην κλαις. Όλοι οι γέροι πεθαίνουν, αλλά εσύ τώρα θα έχεις την εξουσία, τα πλούτη, τη δόξα, θα έχεις τα πάντα.
- Ναι, απάντησε ο πρίγκιπας, όμως δε θα έχω το πιο βασικό: τη δυνατότητα να τα αποκτήσω εγώ ο ίδιος.*


Δυο φίλοι ήταν προσκεκλημένη σε μια δεξίωση. Άργησαν και αποφάσισαν να το διασκεδάσουν με αστείο. Όταν τους άνοιξε την πόρτα η οικοδέσποινα την είπανε:
- Συγνώμη που αργήσαμε, αλλά στο δρόμο ληστέψαμε μια γριούλα και για αυτό καθυστερήσαμε.
- Δεν πειράζει, δεν πειράζει…, κούνησε τα χέρια της η νοικοκυρά, εμείς ακόμα ούτε καθίσαμε στο τραπέζι.
Άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε, ότι πραγματικά οι ικανότητα της γυναίκας να μιλάει είναι πολύ πιο υψηλή, παρά ν' ακούει.*


Οι στρατιώτες σκληρού ηγέτη των Βεδουίνων πιάσανε στην έρημο έναν ασκητή-σουφί και τον έφεραν μπροστά στον αρχηγό τους.
- Είσαι κατάσκοπος! Γι' αυτό θα σε θανατώσουμε, είπε ο αρχηγός.
- Είμαι αθώος, απάντησε ο δερβίσης κι εκείνη τη στιγμή άρπαξε από τον φρουρό το σπαθί, πετάχτηκέ στο πλάι και ακούμπησε τον τοίχο. Έχω σπαθί, είπε ο ασκητής, και πριν πλησιάσετε θα σκοτώσω έναν από σας. Έτσι θα σώσω την τιμή σας, γιατί αλλιώς θα την λεκιάσετε με αίμα αθώου δερβίση, αλλά όταν σκοτώσω κάποιον, τότε θα έχετε τουλάχιστον αφορμή.
Ο αρχηγός των Βεδουίνων κατάλαβε πως είναι αθώος ο δερβίσης και τον άφησε ελεύθερο.*


Ένας καματάρης αγρότης είχε τρία άπληστα και τεμπέλικα παιδιά. Όταν ήρθε ο καιρός να πεθάνει τα κάλεσε και είπε ότι αν  σκάψουν το χωράφι που βρίσκεται πίσω απ' το σπίτι τους, θα βρουν θησαυρό. 
Μόλις θάψανε τον πατέρα τους τ' αδέλφια έτρεξαν στο χωράφι και άρχισαν με ζήλο να σκάβουν προς όλες τις κατευθύνσεις, όμως δε βρήκανε το θησαυρό και απογοητευμένοι εγκατέλειψαν της προσπάθειες.
Μετά σκέφτηκαν:αφού το χωράφι είναι σκαμμένο μπορούν να σπείρουν κάτι. Τ' αδέλφια έσπειραν σιτάρι και μετά από μερικούς μήνες μάζεψαν καλή σοδειά. Πουλώντας το σιτάρι κέρδισαν αρκετά λεφτά για να ζήσουν ολόκληρο χρόνο χωρίς μεγάλα προβλήματα. Όταν τελείωσαν τα λεφτά ξανά ήρθε η σκέψη για το θησαυρό, που ίσως δεν το έψαξαν καλά και τ' αδέλφια ξαναέσκαψαν το χωράφι, όμως το αποτέλεσμά ήταν ίδιο.
Μετά από μερικά χρόνια τ' αδέλφια έμαθαν να εργάζονται και έγιναν εργατικοί και εύποροι αγρότες, και τελικά κατάλαβαν ότι ο πατέρας τους, χρησιμοποίησε αυτόν τον τρόπο διαπαιδαγώγησης και έπαψαν να σκέφτονται το θησαυρό.*


Μια πεθερά και η νύφη ζούσαν μαζί σ' ένα σπίτι σαν η γάτα με το σκύλο. Κάθε μέρα άρχιζε με λογομαχίες και καυγάδες και τελείωνε με καυγάδες και λογομαχίες. Ήταν ανυπόφορη η ζωή τους και όταν αρρώστησε η πεθερά η νύφη σκέφτηκε να την θανατώσει. Πήγε σ' έναν γιατρό και του εκμυστηρεύθηκε όλη την ανυπόφορη κατάσταση και του ζήτησε να της δώσει δηλητήριο για την πεθερά της. Ο γιατρός της έδωσε το δηλητήριο και σύστησε να την προσέχει και να την φροντίζει για να μην υποψιαστεί η πεθερά τίποτα. Η νύφη το προσέφερε στην βαριά άρρωστη πεθερά της σαν φάρμακο. Ολόκληρη βδομάδα η νύφη ήταν πολύ ευγενική και περιποιητική. Σύντομα η πεθερά έγινε καλά και με δάκρυα συγκίνησης και ευγνωμοσύνης ζήτησε συγνώμη από την νύφη για τα προηγούμενα. Η νύφη ένιωσε τύψεις και μετανιωμένη έτρεξε στον γιατρό να του ζητήσει αντίδοτο. Και τότε ο γιατρός της είπε ότι της έδωσε φάρμακο για να θεραπεύσει τη σκληρή καρδιά της ίδιας και όχι δηλητήριο για την πεθερά της.
Μια ιστορία που συχνά διηγείται η μητέρα μου.*


Συνέβη στη Ρωσία, στη Μόσχα, ίσως το 1900…
Στην δίκη ενός παπά δικηγόρος ήταν ο διάσημος Φιόντορ Πλεβάκο που μάζευε με τις λαμπρές του αγορεύσεις την αφρόκρεμα της κοινωνίας. Ήταν γνωστό πως ο Πλεβάκο δεν είχε χαμένες υποθέσεις και το περίεργο αυτής της δίκης ήταν η αναμενόμενη πρώτη ήττα του περίφημου δικηγόρου, γιατί ο πελάτης του, ο παπάς ομολόγησε τις αμέτρητες εγκληματικές πράξεις στη διάρκεια των δέκα τελευταίων ετών. Όλη η Μόσχα ολόκληρο μήνα μιλούσε για τα μεγάλα ποσά που έκλεψε από το ταμείο της εκκλησίας ο παπάς.
Η μεγάλη αίθουσα του δικαστηρίου ήταν ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο και η δίκη άρχισε 
με αγόρευση του εισαγγελέα. Περάσανε δυο ώρες, όμως ο κατήγορος δεν είχε σκοπό να τελειώσει: με ύφος και οργή, κουνώντας τα χέρια του ο εισαγγελέας απευθυνόταν μια στον κατηγορούμενο, μια στο δικαστή, μια στους ενόρκους ή στο κουρασμένο ακροατήριο που ήδη γνώριζε όλες τις λεπτομέρειες αυτής της υπόθεσης από τις εφημερίδες.
Την δίκη παρακολουθούσαν ο διάσημος σκηνοθέτης Κωνσταντίν Στανισλάφσκι και ο φίλος του Βλαντίμηρ Νεμιρόβιτς-Ντάντσενκο. Κάποια στιγμή ο Νεμιρόβιτς-Ντάντσενκο λέει στον φίλο του:
- Ο εισαγγελέας σίγουρα δε γνωρίζει την αραβική παροιμία "Μου το είπες και σε πίστεψα, όταν το επανέλαβες άρχισα να αμφιβάλλω, όταν όμως το είπες τρίτη φορά, κατάλαβα ότι λες ψέματα".
Τελικά ο εισαγγελέας ολοκλήρωσε την αγόρευσή του και το λόγο πήρε ο συνήγορος.
Ο Πλεβάκο είπε μόνο και μόνο μια φράση:
- Αξιοσέβαστοι κύριοι ένορκοι ο πελάτης μου επί τριάντα χρόνια έκανε άφεση των αμαρτιών σας, συγχωρέστε του και εσείς μια φορά την αμαρτία του.]
Οι ένορκοι αθώωσαν τον παπά.*


Τρεις εργάτες έχτιζαν κάποιο κτίριο, έκαναν την ίδια δουλειά. Όταν όμως τους ρώτησαν, τι κάνουν, οι απαντήσεις ήταν διαφορετικές. Ο ένας είπε: "Εγώ κάνω την λιθοδομή", ο άλλος είπε: "Εγώ βγάζω λεφτά για να ζήσω", ο τρίτος απάντησε: "Εγώ χτίζω Ναό".*


Ύστερα από την ανακάλυψη της συνωμοσίας κατά του αυτοκράτορα Κλαύδιου (42 έτος μ.Χ.) ο επικεφαλής της συνωμοσίας θανατώθηκε και αυτή η μοίρα περίμενε και έναν άλλο συνωμότη τον Πετ. Η γυναίκα του Πετ η Άρια τον ενθάρρυνε και του έλεγε ότι η καλύτερη λύση είναι η αυτοκτονία, εκείνος δίσταζε και τότε η Άρια προσπαθώντας να τον πείσει άρπαξε το στιλέτο του και του είπε:
- Κάνε έτσι, Πετ.
Και εκείνη τη στιγμή χτύπησε τον εαυτό της στην καρδιά, μετά άπλωσε το μαχαίρι και αφήνοντας την τελευταία της πνοή είπε τα εξής ευγενικά και αθάνατα λόγια:
- Πετ, δεν πόνεσα καθόλου.


Ο νόμος της ανθρώπινης βλακείας

Η αγγλικές εφημερίδες έγραψαν για μια Συναυλία της Σιγής που έδωσε ένας άγνωστος πιανίστας. Η θορυβώδη διαφήμιση και ο παράξενος τίτλος έκαναν τη δουλειά τους και η αίθουσα ήταν γεμάτη.
Ο βιρτουόζος της σιγής κάθισε στο πιάνο και άρχισε να παίζει… αλλά αφού όλες η χορδές είχαν αφαιρεθεί δεν έβγαινε ούτε άχνα. Οι ακροατές λοξοκοιτούσαν ο ένας τον άλλον και ο καθένας περίμενε τι θα κάνει ο άλλος, σαν αποτέλεσμα το ακροατήριο κάθετε κρατώντας την αναπνοή του. Ύστερα από μια ώρα απόλυτης σιγής η συναυλία τελείωσε. Ο πιανίστας σηκώθηκε και υποκλίθηκε μπροστά στους ακροατές του. Τον συνόδεψαν τα θυελλώδη χειροκροτήματα. 
Την άλλη μέρα ο πιανίστας διηγήθηκε όλη την ιστορία σ' ένα κανάλι της τηλεόρασης και στο τέλος είπε: 
- Ήθελα να δω πόσο μεγάλη είναι η ανοησία των ανθρώπων, διαπίστωσα ότι δεν έχει όρια.*


Η κυρία ντε Σόμερι, όταν ο σύζυγός της την έπιασε στα πράσα με τον ερρωμένο της, με θράσος αρνιόταν τη μοιχεία και όταν εκείνος έδηξε την αγανάκτησή του, εκείνη δήλωσε:
- Αχ! τώρα βλέπω πως πάψατε να μ' αγαπάτε, πιστεύετε περισσότερο σ' αυτά που βλέπετε, παρά σ' αυτά που λέγω εγώ.*


Ο Κάρολος Ε/ (1500-1558), ο αυτοκράτορας της Ρώμης έλεγε ότι η ισπανική γλώσσα είναι η καλύτερη για να μιλάς με τον Θεό, η γαλλική: με τον φίλο, η γερμανική: με τον εχθρό, η ιταλική: με τη γυναίκα. Αν γνώριζε τη ρωσική γλώσσα, είμαι σίγουρος ότι είχε προσθέσει, ότι η ρωσική είναι ευπρεπή με όλους να μιλήσεις, γιατί θα εύρισκε στη ρωσική γλώσσα την μεγαλοπρέπεια της ισπανικής, την ζωντάνια της γαλλικής, τη δύναμη της γερμανικής, την τρυφερότητα της ιταλικής και επίσης το πλούτο, την εκφραστικότητα, τη δύναμη στην απεικόνιση, την συντομία της ελληνικής και λατινικής γλώσσας.
Μ. Λομονόσοφ*


Μια μέρα που ο Μαζνούν θρηνούσε τον έρωτά του, κάποιος έρχεται και του λέει:
- Μαζνούν, σταμάτα τους θρήνους διότι η Λέϊλα είναι εδώ. Βρίσκεται μπροστά στην πόρτα σου!
Ο Μαζνούν σηκώνει αμέσως το κεφάλι:
- Πες της να συνεχίσει το δρόμο της, γιατί η Λέϊλα θα με εμποδίσει για μια στιγμή να σκέφτομαι τον έρωτα της Λέϊλα.
Αλ-Αγκανί


Ένας αυλικός συναντά ένα φιλόσοφο ο οποίος μάζευε χόρτα για να τα φάει, και του λέει:
- Αν έμπαινες στην υπηρεσία των βασιλιάδων, δε θα ήταν ανάγκη να τρως χόρτα!
Ο φιλόσοφος απαντά:
- Κι εσύ, αν έτρωγες χόρτα, δε θα είχες ανάγκη να υπηρετείς τους βασιλιάδες!


Ένας έμπορος συμβαίνει να χάσει χίλια δηνάρια. Λέει στο γιο του:
- Δεν πρέπει να μαθευτεί αυτή η ζημιά από κανέναν.
- Πατέρα μου, απαντά ο γιος, εσύ διατάζεις, δε θα το πω πουθενά αλλού, αλλά εξήγησέ μου, γιατί να το κρατήσουμε κρυφό.
- Για να μη συμβούν δύο κακά μαζί, απαντά ο πατέρας. Έχουμε τη ζημιά της περιουσίας μας, να μην έχουμε και τη χαιρεκακία του γείτονά μας.
Σααντί


Ο Βούδας ταξίδευε και συνάντησε μέσα στο δάσος έναν σκελετωμένο γιόγκα ολομόναχο σε μια καλύβα. Ο Δάσκαλος σταμάτησε και τον ρώτησε πόσο καιρό ζούσε εκεί ασκούμενος στην εγκράτεια.
- Ως 25 χρόνια, απάντησε ο γιόγκα.
- Και ποια δύναμη απέκτησες με αυτή τη μακροχρόνια και σκληρή άσκηση;
- Είμαι ικανός να διασχίσω το ποτάμι βαδίζοντας πάνω στο νερό, αποκρίθηκε περήφανα ο αναχωρητής.
- Δύστυχε, φίλε μου! είπε με οίκτο ο Βούδας. Έχασες τόσο πολύτιμο χρόνο για ένα τόσο ασήμαντο αποτέλεσμα…Ποιος ο λόγος; Ο βαρκάρης σε περνάει στην αντίπερα όχθη με πολύ μικρή αμοιβή!


Στον Διογένη που χειροκροτούσε έναν αδέξιο πλανόδιο μουσικό είπε κάποιος:
- Πραγματικά σου άρεσε αυτή η απαίσια εκτέλεση;
- Όχι βέβαια, απάντησε ο Διογένης, αλλά εγώ τον επαινώ γιατί παρ' όλο που είναι κακός μουσικός δεν πάει να κλέψει.*


Ένας επιστήμονας εξέταζε έναν ψύλλο που βρισκόταν εμπρός του. Τον διέταξε:
- Πήδα! και ο ψύλλος πήδηξε.
Ο επιστήμονας σημείωσε σ' ένα χαρτί: "Όταν λέει κανείς σ' έναν ψύλλο να πηδήξει, εκείνος πηδάει"
Τότε πήρε τον ψύλλο και του έκοψε απαλά τα πόδια. Τον έβαλε ξανά δίπλα και τον διέταξε:
- Πήδα!
Ο ψύλλος δεν κουνήθηκε. Ο "επιστήμονας" σημείωσε τότε στο χαρτί: "Όταν κόψει κανείς τα πόδια ενός ψύλλου, τότε ο ψύλλος κουφαίνεται"


Ο Γκοβίντα, ο μεγάλος ιεροκήρυκας των Σιχ διάβαζε τις γραφές καθισμένος σ' ένα βράχο κοντά σε ένα χείμαρρο, όταν ο πλούσιος μαθητής του Ραγκουνάθ υποκλίθηκε εμπρός του και άφησε, ως δώρα, δυο υπέροχα χρυσά βραχιόλια στολισμένα με πολύτιμες πέτρες.
Ο Γκοβίντα πήρε το ένα βραχιόλι και το στριφογύρισε στα δάχτυλά του. Το βραχιόλι γλίστρησε απότομα από το χέρι του, κύλησε πάνω στο βράχο και εξαφανίστηκε στη δίνη του ορμητικού νερού.
Ο Ραγκουνάθ άφησε μια κραυγή και πήδηξε μέσα στο χείμαρρο. Έψαξε αρκετή ώρα για το βραχιόλι, ενώ ο Γκοβίντα ήταν απορροφημένος στην ανάγνωση του.
Η μέρα έσβηνε ήδη όταν ο μαθητής βγήκε στην όχθη, εξαντλημένος και μουσκεμένος ως το κόκαλο.
- Αν μπορούσες να μου δείξεις τουλάχιστον πού έπεσε, είπε στο δάσκαλο του, θα μπορούσα σίγουρα να το βρω.
Ο Γκοβίντα πήρε τότε το δεύτερο βραχιόλι και το πέταξε μέσα στη δίνη του ορμητικού χειμάρρου λέγοντας:
- Εκεί έπεσε!


Ένας άντρας με μεγάλη φήμη είχε έναν υπηρέτη με αποτρόπαιο πρόσωπο και απαίσιο χαρακτήρα. Θύμωνε μόλις του έδιναν μια διαταγή, φερόταν αγενέστατα με τους καλεσμένους του κύριού του. Οι επιπλήξεις τον άφηναν αδιάφορο και το μόνο τους αποτέλεσμα ήταν να μεγαλώνει η αταξία και η αδιαφορία για τις υπηρεσίες του. Δεν ήταν δυνατό να βασιστείς σ' αυτόν για τίποτα.
Οι φίλοι του κυρίου του τον συμβούλευσαν να απαλλαχτεί απ' αυτόν τον απείθαρχο υπηρέτη και να πάρει έναν άλλο.
- Γιατί; απάντησε ο κύριος χαμογελώντας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον υπηρέτη μου, γιατί με έκανε καλύτερο. Ναι, μου δίδαξε την υπομονή και συνεχίζει να μου τη διδάσκει κάθε μέρα. Κι αυτό το ευεργέτημα μου επιτρέπει να υπομένω όλες τις υπόλοιπες στενοχώριες στη ζωή μου.


Έναν σοφό Κινέζο ρωτήσανε, τι είναι πιο ανθεκτικό: το σκληρό ή το μαλακό;
- Το μαλακό, απάντησε ο σοφός και ως απόδειξη έδειξε το στόμα του, κοίτα, δόντια δεν έχω, αλλά η γλώσσα ακόμη κάνει τη δουλειά της.*


Το παιχνίδι της "αποτυχίας"*

Ο Γάλλος ντε Σαπελέ που ζούσε στον ΧVIII αιώνα ήταν πρωταθλητής στο σκάκι. Όμως σιγά σιγά ο κύκλος των αντιπάλων του μεγάλωνε και η μάχη γινόταν πιο σκληρή.
Ο φόβος να χάσει το παιχνίδι, τον τίτλο και το κύρος του, έκανε τον Γάλλο να επινοήσει νέες κανόνες του παιχνιδιού: σ' όλους του αντίπαλούς του ο ντε Σαπελέ έδινε το πλεονέκτημα της πρώτης κίνησης και πάντα έπαιζε χωρίς ένα πιόνι και με αυτόν τον τρόπο είχε αυξήσει τις πιθανότητες να χάσει.
Εάν πραγματικά έχανε η απογοήτευση ήταν μειωμένη, αφού ο αντίπαλος είχε πλεονέκτημα, αν όμως κέρδιζε, άλλη μια φορά έδειχνε τη δύναμη και το ταλέντο του ντε Σαπελέ. 


Ένας μαθητής ρώτησε τον δάσκαλο Νιαν-σεν:
- Που θα βρίσκεσαι σε εκατό χρόνια;
- Θα είμαι ένα βόδι κοντά σε ένα ποτάμι, απάντησε ο δάσκαλος.
Τότε ο μαθητής τον ρώτησε:
- Θα μπορέσω να σε ακολουθήσω;
- Αν με ακολουθείς, απάντησε ο δάσκαλος, μην ξεχάσεις να φέρεις ένα μεγάλο δεμάτι χόρτα.


 Ο προσωπικός αστρολόγος του Λουδοβίκου ΙΑ΄ για κακή του τύχη σωστά προμάντεψε το θάνατο μιας κυρίας της αυλής. Ο θάνατός της προκάλεσε μεγάλη στενοχώρια στον βασιλιά και εκείνος έβγαλε το συμπέρασμα ότι αυτό το θλιβερό γεγονός φταίει ο αστρολόγος. 
Αγανακτισμένος ο Λουδοβίκος ΙΑ΄ φώναξε τον αστρολόγο και προηγουμένως διέταξε τους φρουρούς να πνίξουν τον μάντη ύστερα από μυστικό νεύμα. Όταν ο αστρολόγος ήρθε ο βασιλιάς τον ρώτησε: 
- Ώστε ξέρεις τη μοίρα των ανθρώπων, για πες μου πότε θα πεθάνεις εσύ ο ίδιος.
- Μεγαλειότατε, απάντησε ο αστρολόγος, τα άστρα, μου εκμυστηρεύτηκαν πως εγώ θα πεθάνω τρεις μέρες πριν από το δικό σας θάνατο.
Ο βασιλιάς τα 'χασε. Με εφευρετική απάντηση ο αυλικός αστρολόγος όχι μόνο έμεινε ζωντανός, αλλά και ανάγκασε τον βασιλιά να φροντίζει για την καλή υγεία του αστρολόγου για όλη του τη ζωή.*


 Ο Αλέν Σαρτιέ, ο "πατέρας της γαλλικής ευφράδειας" μια φορά τυχαία αποκοιμήθηκε καθισμένος σ' έναν πάγκο του παλατιού του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΑ΄. Εκείνη τη στιγμή από την αίθουσα περνούσε με συνοδεία η Μαργαρίτα της Σκοτίας η σύζυγος του βασιλιά. Όταν είδε τον Σαρτιέ τον πλησίασε και τον φίλησε στο στόμα
χωρίς να τον ξυπνήσει. Κάποιος από τους συνοδούς της έδειξε την απορία του, πώς η βασίλισσα φίλησε έναν τόσο άσχημο άντρα.
- Εγώ δε φίλησα έναν άνδρα, αλλά φίλησα ένα στόμα από πού βγήκαν τόσα ωραία λόγια και σοφές σκέψεις.*


Ο γνωστός θηριοδαμαστής Φαν-Άμπουργκ ενώ έκλεινε τη συμφωνία με τη διοίκηση του θεάτρου Πορτ-Σεν-Μαρτέν καυχιόταν πως τα θηρία του είναι τέλεια εκπαιδευμένα και ότι οι θεατές μπορούνε να είναι ήσυχοι, γιατί δεν πρόκειται να συμβεί κάποιο δυστύχημα εφ όσον τα ζώα του είναι ακίνδυνα. 
- Ε, όχι και έτσι, του είπε ο διευθυντής Αρέλ, και σας παρακαλώ μην διαφημίζετε και πολύ ότι τα θηρία σας είναι τόσο ακίνδυνα. Αφήστε στους θεατές μια μικρή ελπίδα πως οι τρόφιμοι μαθητές σας μπορούν κάποια στιγμή να σας κατασπαράξουν, αλλιώς το κοινό θα χάσει πλήρες το ενδιαφέρον του για το θέαμα, και τότε και εσείς και εγώ θα χρεοκοπήσουμε.*


Ο ονομαστός Γάλλος μαθηματικός και στοχαστής Ντε Αλαμπέρ ήταν πλήρης αδιάφορος για τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ των σημαντικών και ασήμαντων ανθρώπων. Με όλους που τον επισκέπτονταν η συμπεριφορά του ήταν ίδια: απλή και ανιδιοτελής. Αυτό έφερνε σε απόγνωση τη μητέρα του που ήξερε ότι ο γιος της κάνει κακό στον εαυτό του αγνοώντας μερικούς ανθρώπους που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν στην απόκτηση υλικών αγαθών και υψηλού πόστου.
- Τελικά τίποτα καλό δεν πρόκειται να γίνει με 'σένα, είπε στον γιο της, θα μείνεις φιλόσοφος όλη σου τη ζωή. 
- Και τι είναι φιλόσοφος κατά τη γνώμη σου, με περιέργεια ρώτησε ο Ντε Αλαμπέρ.
- Φιλόσοφος είναι ένας βλάκας ο οποίος προσπαθεί όλη τη ζωή του για να μιλάνε για αυτόν μετά το θάνατό του.*


Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ συχνά έλεγε, ότι κάθε φορά, όταν δίνει σε κάποιον μια καλή θέση δημιουργεί ενενήντα εννιά δυσαρεστημένους και έναν αχάριστο.*


Ο πατέρας του Ρώσου ποιητή Αλεξάντρ Σουμαρόκοφ (1717-1777) ήταν πλούσιος. Μια φορά με ειρωνεία ρώτησε τον αχαΐρευτο γιο του:
- Τι έχει περισσότερο βάρος: η εξυπνάδα ή η βλακεία.
- Η βλακεία, απάντησε ο ποιητής.
- Γιατί;
- Διότι εγώ μετακινούμαι με ένα άλογο, αλλά εσένα κουβαλάει άμαξα με έξι άλογα.*


Μια φορά στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης ο όχλος με άγριες διαθέσεις περικύκλωσε τον αββά Μορί με συνηθισμένες εκείνο τον καιρό φωνές: A la lanterne! (στο φανάρι, δηλαδή να κρεμαστεί στο φανάρι). Ο Μορί σταμάτησε και με ήρεμη αλλά δυνατή φωνή είπε στο πλήθος:
- Εντάξει, θα κρεμάσετε το σώμα μου αντί για φανάρι και νομίζετε πως αυτό θα σας φωτίζε;.
Το πλήθος γέλασε και τον άφησε.*


Στον Γάλλο Μπιεύρ αποδίδουν το καλαμπούρι που μετά ειπώθηκε πάρα πολλές φορές. Όταν ένας τρακαδόρος απολαμβάνοντας το τσιγάρο που πήρε απ' τον Μπιεύρ, τον ρώτησε:
- Από πού παίρνεις αυτά τα καταπληκτικά τσιγάρα;
- Εσύ παίρνεις, εγώ δεν παίρνω, εγώ αγοράζω.*


Πάνω από μια βαθιά χαράδρα έβαλαν το κορμό ενός μεγάλου δέντρου και οι κάτοικοι των διπλανών χωριών το χρησιμοποιούσαν σαν γεφύρι χωρίς κανένα πρόβλημα. Όμως στους τουρίστες και τους ξένους αυτή η γέφυρα προκαλούσε φόβο. Γι' αυτό δίπλα σ' αυτό το πέρασμα πάντα εφημερεύει ο χαμάλης που μεταφέρει ένα-ένα τους τουρίστες για ένα χιλιάρικο.
Μια φορά σκέφτηκε πως θα μπορούσε να κερδίσει από δυο χιλιάρικά αν φορτωθεί από δυο τουρίστες. Και το έκανε: αγκάλιασε δυο ανθρώπους και προχώρησε μπροστά, αλλά το βάρος ήταν πολύ μεγάλο και στη μέση της γέφυρας σταμάτησε και σκέφτηκε: "Τι στο διάβολο ήθελα αυτό το παραπανίσιο χιλιάρικο…", και έριξε τον έναν από τους δυο τουρίστες στη χαράδρα. 
Αγαπητοί μου φίλοι, ελάτε πότε πότε να σκεφτόμαστε: πραγματικά χρειαζόμαστε αυτό το βαρύ και κουραστικό παραπανίσιο χιλιάρικο;*


Κάποιος απ' τους φιλοσόφους είδε έναν Αθηναίο να χτυπάει τον σκλάβο του και είπε:
- Να ο σκλάβος της οργής που χτυπάει τον σκλάβο του.*


Μια φορά στο σκλαβοπάζαρο πουλούσανε αιχμάλωτους Σπαρτιάτες. Ένας αγοραστής ρώτησε τον αιχμάλωτο τον οποίον ήθελε ν' αγοράσει:
- Εάν θα σ' αγοράσω θα είσαι έντιμος άνθρωπος;
- Εγώ είμαι και θα είμαι έντιμος ασχέτως αν θα μ' αγοράσεις ή όχι.*


Στα χρόνια πριν την Γαλλική Επανάσταση ο αντιβασιλιάς επέβαλε αβάσταχτους φόρους σε μια επαρχία της Γαλλίας. Ο βουλευτής αυτής της επαρχίας ήταν τολμηρός και ακλόνητος (ένας απ' αυτούς που στα χρόνια της επανάστασης έγιναν ηγέτες του λαού) και με εξαιρετική επιμονή υπερασπίζοντας μπροστά στον αντιβασιλιά τα δικαιώματα των κατοίκων της περιοχής, σχεδόν απειλούσε τον αντιβασιλιά. Αμήχανος και εκνευρισμένος από τέτοια κουβέντα, ο αντιβασιλιάς είπε: 
- Τι θράσος! με απειλείς; Τι δυνάμεις και τι μέσα έχεις εσύ για να αντισταθείς στη θέληση μου; Τι μπορείς να κάνεις;
- Να υποτάσσομαι και να μισήσω! είπε ο γενναίος βουλευτής.*


Μια φορά όταν ο Βολτέρος έπαιζε χαρτιά με μια θρησκόληπτη κυρία, άρχισε μια πολύ δυνατή καταιγίδα με βροντές και κεραυνούς. Η θεοσεβής κυρία τρόμαξε από τον φόβο και παρακάλεσε να κλείσουν τις πόρτες, τα παράθυρα και τις κουρτίνες. Όμως το βασικό που την φόβιζε ήταν το ότι σε μια τέτοια στιγμή βρέθηκε μαζί με έναν άθεο. Ίσως ο Παντοδύναμος επέλεξε αυτή τη στιγμή για να κάψει με τις αστραπές του τον εχθρό της θρησκείας. Και όλα αυτά, αφού βρισκόταν σε κατάσταση τρόμου, φώναζε χωρίς να δίνει σημασία στο ότι ο ίδιος ο άθεος βρισκόταν δίπλα της.
- Κυρία μου, είπε ο Βολτέρος, εγώ μέσα σε μια αράδα του στίχου μου, έδειξα προς τον Θεό τόση ευγνωμοσύνη, όση εσείς δεν πρόκειται να δείξετε όλη τη ζωή σας.
Προφανώς ο φιλόσοφος εννοούσε την πιο γνωστή του φράση "Εάν δεν υπήρχε ο Θεός θα έπρεπε να τον επινοήσουμε".*


Μια φορά στο κυνήγι ο βασιλιάς Ερρίκος Δ΄ απομακρύνθηκε από την συνοδεία του και πλησίασε έναν χωριάτη που καθόταν δίπλα σ' έναν δέντρο και τον ρώτησε, τι κάνει εδώ. Εκείνος απάντησε πως είχε ακούσει ότι στο δάσος τους θα κάνει κυνήγι ο βασιλιάς και αυτός ποτέ δεν έτυχε να τον δει και για αυτό το σκοπό ήρθε στο δάσος.
- Έλα ανέβα στο άλογό μου, τον κάλεσε ο Ερρίκος Δ΄, εγώ θα σε πάω εκεί που θα μαζευτούν όλοι οι κυνηγοί και θα δεις και τον βασιλιά. 
Στον δρόμο ο χωριάτης ρώτησε πως θα γνωρίσει τον βασιλιά.
- Πολύ απλά, του εξήγησε ο Ερρίκος Δ΄, κοίτα τα κεφάλια τους, όλοι θα βγάλουν τα καπέλα τους, μόνο ο βασιλιάς θα μείνει με καπέλο. 
Όταν πλησίασαν τους κυνηγούς, όλοι έβγαλαν τα καπέλα τους.
- Τώρα βλέπεις ποιος είναι ο βασιλιάς, ρώτησε ο Ερρίκος Δ΄ τον χωριάτη.
- Μα το Θεό, δεν μπορώ να καταλάβω τίποτα, είπε ο χωριάτης που τα 'χασε, ή εγώ είμαι ο βασιλιάς ή εσείς, γιατί μόνο εμείς οι δυο φοράμε τα καπέλα μας.*


Ο ανιψιός ενός δούκα διέπραξε δολοφονία και ήταν υπό κράτηση στη φυλακή. Ο άρχοντας πήγε στον βασιλιά Ερρίκο Δ΄ και τον παρακάλεσε να του απονείμει χάριν. Ο Ερρίκος Δ΄ απάντησε:
- Τίποτα δεν μπορώ να κάνω για σας. Είστε θείος και ως θείος κάνετε το σωστό, αλλά εγώ είμαι βασιλιάς και πρέπει το ίδιο να κάνω σωστά το καθήκον μου. Δεν θυμώνω για την παράκλησή σας, αλλά και εσείς μην κρατάτε κακία για την άρνησή μου.*


Ο διάσημος γλύπτης Πολύκλειτος έκανε δυο όμοια αγάλματα. Το ένα άγαλμα το έδειχνε σε όλους, το άλλο το έκρυψε να μη το δει κανείς. Ο κόσμος κοιτούσε το πρώτο άγαλμα και πολλοί έκαναν παρατηρήσεις. Ο γλύπτης προσεκτικά άκουε τις παρατηρήσεις και σύμφωνα μ' αυτές έκανε διορθώσεις στο άγαλμα. Μετά έβαλε δίπλα και τα δυο αγάλματα για ν' ακούσει τη συγκριτική εκτίμηση των αγαλμάτων. Όλοι αναγνώρισαν ότι εκείνο το άγαλμα που έμεινε χωρίς διορθώσεις είναι πολύ πιο ωραίο από το άγαλμα που διορθώθηκε. 
Τότε ο Πολύκλειτος είπε στους κριτικούς του: 
- Τώρα βλέπετε ότι το άγαλμα που δε σας άρεσε και με αναγκάσατε να το διορθώσω, δηλαδή το δικό σας έργο τελικά είναι άσχημο, αλλά εκείνο που σας αρέσει είναι δικό μου έργο.*


Ο Αναξαγόρας έλεγε πως τα χρόνια και ο ύπνος από λίγο λίγο και σιγά σιγά μας δείχνουν το δρόμο προς το θάνατο. Όταν οι φίλοι του του έλεγαν πως πρέπει να ασχοληθεί και με προσωπικές του υποθέσεις, εκείνος απαντούσε:
- Εσείς ζητάτε κάτι που δεν μπορεί να γίνει. Πως μπορώ ν' αφαιρέσω χρόνο από τη φιλοσοφία αφού ξέρετε πως την στάλα σοφίας τη θεωρώ πιο πολύτιμη από ολόκληρο πιθάρι γεμάτο με χρυσό.*


Η πρώτη παράσταση του "Ταρτούφου" του Μολιέρου είχε μεγάλη επιτυχία και στη δεύτερη παράσταση η αίθουσα του θεάτρου ήταν γεμάτη. Όμως πριν αρχίσει η παράσταση εμφανίστηκε ο εκπρόσωπος του πρόεδρου της Γαλλικής βουλής με την επιστολή ότι το έργο απαγορεύθηκε. Τότε ο Μολιέρος βγήκε στη σκηνή και ανακοίνωσε:
- Αγαπητοί κυρίες και κύριοι, εμείς θέλαμε σήμερα να παρουσιάσουμε τον Ταρτούφο, αλλά ο πρόεδρος της βουλής δε θέλει να τον παρουσιάσουμε.
Αυτά τα λόγια έμειναν στην ιστορία ως ένα από τα πιο λαμπερά παραδείγματα διφορούμενης φράσης.*


Ο ιερέας απαιτούσε από τον διάσημο στρατηλάτη των Σπαρτιατών τον Λύσανδρο να εξομολογηθεί την πιο μεγάλη αμαρτία του. Ο Λύσανδρος ρώτησε ποιος ζητάει την εξομολόγησή του, δηλαδή οι θεοί ή ο ίδιος ο ιερέας. Ο ιερέας απάντησε πως την εξομολόγηση ζητάνε οι θεοί.
- Τότε εσύ απομακρύνσου, είπε ο Λύσανδρος, και όταν οι θεοί θα με ρωτήσουν θα τους απαντήσω.*


  Στη Ρωσία στα χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης μια ομάδα επαναστατών εισέβαλε μέσα σε μια εκκλησία. Με σπρωξίματα και κλωτσιές έβγαλαν έξω τον ιερέα, μετά έβγαλαν έξω και τις εικόνες και άρχισαν να τις τουφεκίζουν. Ένας απ' αυτούς με χαιρεκακία φώναξε:
- Που είναι ο Θεός σου; Γιατί τίποτα δεν μπορεί να κάνει μαζί μου;
Ο παπάς απάντησε: 
- Και τι άλλο θα μπορούσε να κάνει μαζί σου;*


Ένας Ευρωπαίος βρέθηκε στην Αφρική και είδε έναν γυμνό ιθαγενή.
- Γιατί εσείς δε φοράτε κάποιο ρούχο, με απορία ρώτησε ο Ευρωπαίος.
- Και τι ρούχο φοράτε εσείς στον πρόσωπό σας, με τη σειρά του ρώτησε ο ιθαγενής.
- Στον πρόσωπο δε φοράνε ρούχα, βαρυσήμαντα είπε ο Ευρωπαίος.
- Όλο το σώμα μου είναι πρόσωπο, βαρυσήμαντα απάντησε ο ιθαγενής.*


Σε μια πρωινή δεξίωση που έδωσε ο αδελφός του Λουδοβίκου ΙΓ΄ o Γκαστόν της Ορλεάνης χάθηκε το αγαπημένο του ρολόι με καμπάνα. Κάποιος απ' τους παρευρισκόμενους πρότεινε:
- Πρέπει να κλείσουμε όλες τις πόρτες και να ψάξουμε τον καθένα.
Ο κόμης με ανησυχία είπε:
- Όχι, όχι! όλοι είναι ελεύθεροι να φύγουν, αλλιώς σε λίγο θ' αρχίσει να χτυπάει το ρολόι και θα προδώσει εκείνον που το πήρε, θα βρεθεί σε πολύ δυσάρεστη θέση.*


Ο κάιζερ της Γερμανίας ο Γουλιέλμος Β΄ (1859-1941) σχημάτισε για τον εαυτό του μεγάλη ιδέα πως είναι ναυπηγός και ιδιόχειρα έκανε το σχέδιο πρωτότυπου πολεμικού πλοίου και το έστειλε στον Ιταλό ναύαρχο Μπριν για να του γράψει την κρίση του. Εκείνος εκτίμησε πολύ το έργο του Γουλιέλμου Β΄: το πλοίο θα αναπτύξει ταχύτητα ρεκόρ, τα κανόνια του θα πλήξουν τα εχθρικά πλοία με μεγάλη αποτελεσματικότητα, αλλά η θωράκιση του ίδιου θα είναι άτρωτη, το πλήρωμα του πλοίου-θαύμα θα ζει μέσα σε συνθήκες μεγάλης άνεσης, και άλλα, και άλλα…
Στο τέλος του πορίσματος ο ναύαρχος υπογράμμισε και μια "μικρή" ατέλεια της μελέτης: αμέσως μετά από την καθέλκυση το πλοίο θα πάει στο βυθό.*


Ο διάσημος Γάλλος βιολόγος Λουί Παστέρ (1822-1895) μελετούσε στο εργαστήριο του τα βακτήρια της αιμορραγικής ευλογιάς. Ξαφνικά εμφανίστηκε ένας κύριος που παρουσιάστηκε ως μάρτυρας κάποιου αξιωματούχου ο οποίος θεώρησε ότι ο επιστήμονας τον προσέβαλε. Ο αξιωματούχος καλούσε τον Παστέρ σε μονομαχία. Ο επιστήμονας άκουσε με προσοχή τον εκπρόσωπο του αξιωματούχου και είπε:
- Αφού εμένα καλούνε σε μονομαχία, εγώ έχω το προνόμιο να επιλέξω το όπλο. Βλέπετε αυτές τις  κλασματήρες: η μία έχει βακτήρια της ευλογιάς η άλλη: καθαρό νερό. Εάν ο κύριος που σας έστειλε θα πιει το περιεχόμενο της μίας κλασματήρας, εγώ θα πιω της άλλης. 
Η μονομαχία τελικά δεν έγινε.*


Εργάτης ενός εργοστασίου αποφάσισε να κλέβει μια κουβά με άσπρη μπογιά την οποία ήθελε για της ανάγκες του σπιτιού. Πήρε τον κουβά με μπογιά, ένα μεγάλο πινέλο και ακολούθησε τις σιδηροδρομικές γραμμές που οδηγούσαν έξω από τον χώρο του εργοστασίου. Προσεκτικά κοιτούσε το κάθε αρμό των ράγιων και σημάδευε μερικά με το πινέλο. Όταν πλησίασε την πύλη ο φύλακας που είδε ότι ο άνθρωπος είναι απασχολημένος πρόθημα άνοιξε την πύλη. Ο εργάτης σημάδεψε κι μερικούς άλλους αρμούς κι μετά πήγε στο σπίτι του.*


Ένα επεισόδιο από τη ζωή του Αριστοτέλη και του έφηβου μαθητή του, του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τον τελευταίο χρόνο ο νέος βασιλιάς με μεγάλη ενεργητικότητα απολαμβάνει τον αισθησιακό κόσμο ευρισκόμενος υπό την επιρροή της εταίρας Φελλίδας. Προβλέποντας τις ολέθριες συνέπειες αυτής της σχέσης για το κράτος ο Αριστοτέλης παρακαλάει την Φελλίδα ν' αφήσει τον Αλέξανδρο. Η νεαρή εταίρα δέχεται να εγκαταλείψει τον βασιλιά υπό τον όρο ότι ο Αριστοτέλης πρέπει να την πάει περίπατο πάνω στη ράχη του, δηλαδή να γίνει "αλογάκι". Δε βλέποντας άλλο τρόπο για λύση του προβλήματος ο φιλόσοφος υποχωρεί και δέχεται την θρασύτατη πρόταση…
Όταν η "κούρσα" ήταν στο αποκορύφωμά της, στο δωμάτιο μπαίνει ο Αλέξανδρος και βλέπει την Φελλίδα καβάλα στον δάσκαλό του. Ο συγχυσμένος Αριστοτέλης λέει στον Αλέξανδρο:
- Βλέπεις, αν αυτή κατάφερε μαζί μου, με έναν πεπειραμένο άνδρα, να κάνει τέτοια πράγματα να φανταστείς τι μπορεί να κάνει μαζί σου.
Αυτό το μάθημα ήταν αρκετό.*


Ακουγόταν το θρόισμα του μεταξιού, άστραφταν τα διαμάντια και η μυρωδιά των λεπτών αρωμάτων έπλεε μες στο πυκνό καπνό ακριβών πούρων…
- Πεντακόσιες χιλιάδες! ποιος περισσότερο; Εξακόσιες χιλιάδες! Εξακόσιες χιλιάδες…ένα! Εξακόσιες χιλιάδες… δυο! Εξακόσιες χιλιάδες… τρία! Το έργο "Μπαλαρίνες στη μπάρα", πουλήθηκε! Η δημοπρασία ολοκληρώθηκε, όλοι είναι ελεύθεροι.
Στην αντίθετη γωνιά της μεγάλης αίθουσας κάθεται καμπουριασμένος ένας γέρος που φοράει ένα τριμμένο παλιό παλτό. Ακίνητος σαν ο τυφλός Όμηρος κοιτάει μπροστά του με θολά μάτια…
Το ψιθύρισμα σαν άνεμος περνάει από μια άκρη της αίθουσας σε άλλη: "Ο ίδιος ο Εντγκάρ Ντεγκά είναι 'δω…, ο ίδιος ο Ντεγκά…
Και πολλοί πλησιάζουν, χαμογελάνε και τον συγχαίρουν. Τέτοια επιτυχία, τέτοια λεφτά…
Εκείνος με πικρία χαμογελάει και τους χαιρετίζει με κίνηση του ασπρoμάλλικου κεφαλιού:
- Έχει πλάκα αυτό, πίνακες που πουλούσα για τριάντα φράγκα…Αχ, κύριοι, αφήστε αυτά, εγώ είμαι μόνο και μόνο άλογο της κούρσας, κερδίζω το Grand Prix αλλά αρκούμαι σε μια χούφτα βρώμης…*


Μια φορά ο περίφημος τυχοδιώκτης ο Αλεσσάνδρο Καλιόστρο (1743-1795) σ' ένα πανηγύρι έχτισε ένα μικρό περίπτερο πάνω στο οποίο με μεγάλα γράμματα έγραφε "Εδώ μαντεύουν". Η είσοδος κόστιζε 100 δραχμές. Το περίπτερο είχε ένα κελάρι με διάβαση όπου το κοινό έμπαινε ένας-ένας. Το εσωτερικό του κελαριού είχε μια μυστηριώδη όψη: τρία κεριά δημιουργούσαν μισοσκόταδο, οι τοίχοι και το ταβάνι ήταν καλυμμένοι με μαύρο ύφασμα, πάνω σ' ένα μικρό τραπεζάκι βρισκόταν ένα μικρό βάζο καλυμμένο με μαύρο μαντίλι. Δίπλα στο τραπέζι στεκόταν ο ίδιος ο Καλιόστρο. Στον καθένα που έμπαινε έλεγε με ευγένεια:
- Σας παρακαλώ βάλτε το δάκτυλό σας στο βάζο!
Και όταν ο επισκέπτης το έκανε ο Καλιόστρο του πρότεινε να φέρει το δάκτυλο κοντά στη μύτη:
- Σας παρακαλώ μυρίστε το!
Ο επισκέπτης μυριζόταν, έκανε αηδιαστική γκριμάτσα και συνήθως αναφωνούσε:
- Πουφ! κάτι αποπλύματα…
- Μαντέψατε! με ύφος ανακοίνωνε ο Καλιόστρο και καλούσε τον επόμενο επισκέπτη. Με τον ίδιο τρόπο "μάντευε" και ο επόμενος περίεργος.
Αυτή, η όχι και πολύπλοκη φάρσα μαρτυρούσε ότι ο Καλιόστρο ήταν γνώστης της ανθρώπινης ψυχολογίας. Ο καθένας που περνούσε από το παράπηγμα του ήταν πολύ δυσαρεστημένος που έπεσε στην παγίδα αυτού του μικρού κόλπου και όταν συναντούσε γνωστούς, επίμονα τους συμβούλευε να επισκεφθούν τον Καλιόστρο, διαβεβαιώνοντας πως θα εντυπωσιασθούν.
Το κόλπο "δούλευε" άψογα, κανένας δεν ήθελε να είναι από τη μειονότητα των ξεγελασμένων και έτσι δημιουργούσε καινούργιους πελάτες για τον Καλιόστρο.*


Μια φορά ο Ναπολέοντας έκανε έλεγχο των φρουρίων και ανακάλυψε έναν φρουρό που αποκοιμήθηκε.
Σύμφωνα με τους κανονισμούς και νόμους της πολεμικής κατάστασης ο φύλακας έπρεπε να παρουσιαστεί στο στρατιωτικό δικαστήριο και μετά αναπόφευκτα να τουφεκιστεί, γιατί δεν δίνεται χάρη στον στρατιώτη που κοιμήθηκε φρουρώντας και έβαλε σε κίνδυνο τις ζωές των φίλων του.
Ακούστε τι έκανε ο Ναπολέοντας.
Η απόφασή του ήταν απροσδόκητη: σήκωσε το τουφέκι του φρουρού στον ώμό του και πήρε τη θέση του. Ύστερα από μισή ώρα ήρθε ο λοχίας με αλλαγή φρουράς και είδε πως ο Ναπολέοντας φυλάγει την φρουρά και ο φρουρός κοιμάται. 
Ο Ναπολέοντας πολύ καλά ήξερε ότι η ιστορία για τον αυτοκράτορα που φύλαγε το φρούριο, αντί να φωνάξει τους εκτελεστές, την άλλη μέρα σαν αστραπή θα περάσει μέσα απ' όλο το στρατό. 
Επίσης ήξερε ότι ο στρατιώτης δε θα δίσταζε να δώσει την ίδια τη ζωή του για τέτοιον ηγέτη.*


Ο κυβερνήτης της περιοχής Ιαροσλάβλ στη Ρωσία, ο ναύαρχος Ουνκόφσκι έκανε περιοδεία με σκοπό να ελέγξει την κατάσταση στην πόλη Ρομάνοβο. Εκεί έδειξε ενδιαφέρον για τις δικαστικές υποθέσεις. Ήθελε να μάθει πώς οι πολίτες λύνουν της διαφορές τους. Στο αρχείο του δικαστηρίου ανακάλυψε την πλήρη έλλειψη δικαστικών εγγράφων, αλλά μόνο άδεια μπουκάλια.
- Δεν κατάλαβα, οι πολίτες σας δεν έχουν διαφορές; με απορία ρώτησε ο Ουνκόφσκι τον δικαστικό υπάλληλο.
- Δυστυχώς υπάρχουν, είπε εκείνος.
- Τότε που είναι τα χαρτιά που το επιβεβαιώνουν;
- Δεν έχουμε ανάγκη από χαρτιά. Μόλις έχουμε αγωγή από κάποιον, τον καλούμε μαζί με τον εναγόμενο. Καθόμαστε γύρω απ' το τραπέζι και πίνουμε από ένα ποτηράκι, συζητάμε το θέμα και μετά πίνουμε το δεύτερο, ψάχνουμε την αποδεκτή, κι απ' τους δυο, λύση και πίνουμε το τρίτο. Μάρτυρας ο Θεός, πάντα βρίσκουμε την δίκαιη λύση. Γιατί να μουντζουρώσουμε το χαρτί, δεν υπάρχει ανάγκη. 
Στον κυβερνήτη τόσο άρεσε αυτός ο τρόπος της δικονομίας ώστε φρόντισε να βραβευτεί ο υπάλληλος με χρυσό μετάλλιο.*


Ένας ζωγράφος πολλές φορές παρουσίασε τα έργα του μπροστά σε μια αρμόδια επιτροπή που διάλεγε πίνακες για μεγάλες εκθέσεις και πάντα τα έργα του τα είχαν απορρίψει. 
Ο ζωγράφος βρισκόταν σε απόγνωση, όταν την υπόθεση είχε αναλάβει ένας επιτυχημένος συνάδελφος. Εκείνος κοίταξε προσεκτικά τον πίνακα και συμβούλεψε να ζωγραφίσει στην κάτω αριστερή γωνιά του πίνακα ένα μικρό κίτρινο σκυλάκι.
- Τι λες τώρα, διαμαρτυρήθηκε ο ζωγράφος, το σκυλάκι καθόλου δεν ταιριάζει στο θέμα του πίνακα!
Όμως ο φίλος του ήταν επίμονος:
- Κάνε αυτό που σου λέω και θα δεις, όλα θα πάνε καλά.
Τα μέλη της επιτροπής είδανε το έργο, πολύ καιρό το συζητούσανε και τελικά δήλωσαν:
- Το έργο θα δεχθεί για την έκθεση, αλλά πρέπει οπωσδήποτε να εξαλειφθεί το σκυλάκι.
Ο ζωγράφος "υποτάχθηκε". Έτσι το μικρό κίτρινο σκυλάκι "έσωσε" τον ζωγράφο αφού έστρεψε την προσοχή των μελών της επιτροπής πάνω του.*


Από την μοίρα του στόλου της οποίας επικεφαλής ήταν ο αντιναύαρχος Οράτιος Νέλσον (1758-1805) έπρεπε να φύγει για την Αγγλία μια φρεγάτα με επιστολές των ναυτών. Την επόμενη μέρα αναμενόταν μια μεγάλη ναυμαχία και όλοι έγραφαν γράμματα. Τα σακιά με τα γράμματα σφραγίστηκαν και παραδόθηκαν στη φρεγάτα που ολοταχώς ξεκίνησε προς την Αγγλία. Ξαφνικά ανακαλύφθηκε πως ο νεαρός ναύτης που μάζευε τις επιστολές μες στη βιασύνη ξέχασε να βάλει στο ταχυδρομικό σακί το δικό του γράμμα. Αμήχανος και συγχυσμένος στεκόταν μπροστά στον αξιωματικό της υπηρεσίας. Ο αξιωματικός τον μάλωνε, όταν ο Νέλσον τυχαία βρέθηκε εκεί κοντά και αντιλήφθηκε το επεισόδιο. 
- Τι έγινε, ρώτησε τον αξιωματικό ο αντιναύαρχος.
- Τίποτε σπουδαίο, δεν αξίζει ούτε την προσοχή σας, απάντησε ο αξιωματικός, 
αλλά ο Νέλσον επέμενε και όταν κατάλαβε τι έγινε αμέσως έδωσε την εντολή να επιστραφεί η φρεγάτα. Το γράμμα του νεαρού ναύτη έφυγε μαζί με τα άλλα γράμματα.
Απίστευτη ιστορία! 
Όλα αυτά έγιναν μπροστά στα μάτια πολλών ναυτών και σε λίγο όλοι η μοίρα του στόλου συζητούσε το περιστατικό. Η ικανότητα του αντιναύαρχου να κάνει τέτοιες μεγαλόκαρδες πράξεις του εξασφάλιζε την ειλικρινή αγάπη και την αφοσίωση των ναυτών.*


Ο αυτοκράτορας Αύγουστος έδωσε διαταγή να διωχθεί απ' το στρατό του ένας νεαρός Έλληνας στρατιώτης που είχε κάνει απρεπείς πράξεις.
- Τώρα τι  θα πω στο σπίτι, καίσαρα; με αμηχανία είπε ο στρατιώτης.
- Πες τους, πως δεν σου άρεσα, απάντησε ο Αύγουστος.*


Πριν την Μάχη των Θερμοπυλών ο θρυλικός βασιλιάς της Σπάρτης Λεωνίδας απευθύνθηκε στους στρατιώτες του με τέτοια λόγια:
- Ελάτε να προγευματίζουμε καλά γιατί το γεύμα θα το πάρουμε στο βασίλειο του Άδη.*


Ένας φαλακρός άνθρωπος με μεγάλο ζήλο ύβριζε τον Διογένη. Τελικά ο Διογένης δεν άντεξε και είπε:
- Δε θα σε υβρίζω, αντίθετα θα επαινέσω τα μαλλιά σου που έφυγαν απ' αυτό το κουτό κεφάλι σου.*


Ο διάσημος Γερμανός παθολόγος Ροντόλφ Βίρχοφ (1821-1902) σε μια διάλεξή του αφαίρεσε από τον βάτραχο το μεγαλύτερο μέρος του μυαλού του. Ο βάτραχος έκανε μερικές σπασμωδικές κινήσεις και μες στην αίθουσα ακούστηκε γέλιο. Ο Βίρχοφ συνέχισε:
- Τώρα βλέπετε κι εσείς, πόσο λίγο μυαλό χρειάζεται για να διασκεδάζεις ολόκληρη αίθουσα.*


Στον Άγγλο ποιητή Τζον Ντον κάποιοι καλοθελητές είπανε:
- Εντάξει, στηλιτεύστε τα ελαττώματα, αλλά λυπηθείτε τους φορείς τους.
Ο ποιητής χαμογέλασε:
- Πώς; Να κατακρίνω τα χαρτιά και να δικαιολογήσω τον χαρτοκλέφτη;*


Μια φορά ο βασιλιάς της Μακεδονίας ο Αντιγόνος Γονατάς αντιλήφθηκε ότι ο γιος του είναι απολυταρχικός και θρασύς με τους υπηκόους, τον κάλεσε κοντά του και του είπε:
- Βλέπω γιε μου πως ακόμη δεν κατάλαβες, ότι η εξουσία μας είναι στην πραγματικότητα τιμητική σκλαβιά.
Έτσι συλλογιζόταν ένας αληθινός βασιλιάς και όχι τύραννος.*


Ο Ρωμαίος πολιτικός Κάτων ο Πρεσβύτερος (234 π. χ.-149 π. χ.) συχνά στις αγορεύσεις του στηλίτευε τους κάτοικους της Ρώμης για υπερβολική αγάπη για τη χλιδή και τη σπατάλη. Όμως αποτέλεσμα αυτές οι ομιλίες δεν είχαν. 
Ως προς αυτό ο Κάτων μια φορά είπε:
- Δύσκολο να μιλάς με το στομάχι που δεν έχει αυτιά.*


Μια φορά στην ολομέλεια της Γαλλικής Ακαδημίας η συζήτηση για κάποιο πρόβλημα μετατράπηκε σε μια έντονη λογομαχία: φώναζαν όλοι μαζί και κανένας δεν άκουε τον άλλον. Τότε σηκώθηκε ο Ακαδημαϊκός Ντε Μεράν, φυσικός και μαθηματικός και είπε:
- Κύριοι, έτσι δεν πάει άλλο, προτείνω να μιλάμε όχι περισσότερο από τέσσερα άτομα ταυτόχρονα.*


Ο προφήτης Μωάμεθ (570 μ. χ.-632 μ. χ.) ήταν επιληπτικός και δεν μπορούσε να πίνει κρασί γιατί είχε προβλήματα με την υγεία του. Και τότε ο ιδρυτής του Ισλάμ ανακοίνωσε ότι η πρώτη σταγόνα κρασιού σκοτώνει τον άνθρωπο. Όμως οι Άραβες αγαπούσαν το κρασί και αυτή η απαγόρευση εμπόδιζε πολύ στην επέκταση του Ισλάμ. Τελικά οι Άραβες έγιναν μωαμεθανοί και πολύ σύντομα βρήκαν και τον τρόπο να παρακάμπτουν την απαγόρευση: καθόταν γύρω από ένα μεγάλο σκεύος με κρασί, ο καθένας έβαλε το δάκτυλό του, τον δείκτη μες στο κρασί και αφού η πρώτη σταγόνα του κρασιού σκοτώνει τον άνθρωπο, την αποτίναζαν. Για τις άλλες σταγόνες ο προφήτης δεν είπε τίποτα κακό.*


Όταν ο Μέγας Πέτρος (1672-1725) ο τσάρος της Ρωσίας στο λιμάνι του Πόρτσμουθ εξέφρασε την επιθυμία να δει τι είναι αυτή η περίφημη "τιμωρία της καρίνας", στην οποία επιβάλλουν τους ναύτες του αγγλικού στόλου που έπραξαν κακουργήματα. Όμως στα πλοία που βρισκόταν αυτή τη στιγμή στο λιμάνι δε βρέθηκε κανένας που ήταν άξιος αυτής της τιμωρίας. Τότε ο τσάρος πρότεινε να πάρουν κάποιον Ρώσο από την συνοδεία του, όμως του έφεραν αντίρρηση:
- Μεγαλειότατε! Οι άνθρωποί σας βρίσκονται στην Αγγλία, επομένως είναι υπό προστασία του νόμου.*


Ο κόμης Μεντίνα τρελά ερωτεύτηκε τη σύζυγο του βασιλιά της Ισπανίας του Φίλιππου Δ΄ (1605-1665) την Ελισάβετ της Γαλλίας αλλά δεν είχε το θάρρος να το πει στην βασίλισσα. Τότε πήρε απόφαση για μια απεγνωσμένη πράξη. Ο κόμης οργάνωσε στο μέγαρό του ένα πλούσιο δείπνο και κάλεσε όλους τους άρχοντες της Ισπανίας και επίσης τον βασιλιά και την βασίλισσα. Στο κορύφωμα του γλεντιού εκείνος έβαλε φωτιά στο μέγαρό του από διάφορες πλευρές. Έγινε μεγάλη πυρκαγιά στη διάρκεια της οποίας ο κόμης έσωσε την βασίλισσα και κρατώντας την στα χέρια του την έβγαλε έξω μες απ' τη φωτιά. 
Έτσι, για να κρατήσει δυο λεπτά στην αγκαλιά του τη βασίλισσα και για να της ψιθυρίσει λόγια αγάπης ο κόμης κατέστρεψε όλη την περιουσία του!*


Μια φορά ο προπονητής των γυμναστών Ιππόμαχος παρατηρούσε την εκτέλεση του μαθητή του. Οι θεατές με χειροκροτήματα και φωνές θαυμασμού συνόδεψαν την ολοκλήρωση της εμφάνισης και ο ικανοποιημένος και χαρούμενος αθλητής πλησίασε τον δάσκαλό του, περιμένοντας επαίνους.
Αλλά ο Ιππόμαχος τον χτύπησε με το μπαστούνι του και είπε:
- Ήταν κακή η εκτέλεση και όλα έκανες όχι έτσι όπως πρέπει, αν έδειχνες αληθινή τέχνη, δε θα είχες τόσο πολλούς θαυμαστές.
Ο Ιππόμαχος ήθελε να πει ότι ο καλός αθλητής (καλλιτέχνης) πρέπει να αναζητά επαίνους όχι από τον όχλο, αλλά από τους ειδικούς. *


Ένας σχολαστικός και γουρσούζης θαυμαστής του ποιητή Χάινριχ Χάινε τον ρωτούσε πως εκείνος κατανέμει το χρόνο του και τι κάνει πριν το γεύμα και μετά το γεύμα. 
Ο ποιητής απάντησε:
- Πριν το γεύμα ξαναδιάβασα το ποίημα που πρόσφατα έγραψα και έβαλα ένα κόμμα.
Ο θαυμαστής επιμένει:
- Και μετά το γεύμα;
Ο Χάινε με σοβαρό ύφος είπε:
- Μετά το γεύμα ξαναδιάβασα το ποίημα και αφαίρεσα εκείνο το κόμμα γιατί ήταν περιττό.*


Κάπου στην έβδομη δεκαετία του ΧΙΧ αιώνα ένας ταξιδιώτης βρέθηκε σε μια ορεινή περιοχή της Αυστροουγγαρίας. Έπρεπε να κάνει ένα ταξίδι για μια πόλη που βρισκόταν σε απόσταση περίπου 100 χιλιομέτρων. Το μοναδικό μέσο μεταφοράς ήταν η άμαξα με τέσσερα άλογα, που είχε 12 θέσεις για επιβάτες. Μόνο ύστερα από μισή ώρα δρόμου ο ταξιδιώτης είχε με αμηχανία αντιληφθεί ότι το εισιτήριο του διπλανού είναι τρίτης θέσης δηλαδή πιο φθηνό και το δικό του πρώτης θέσης, ενώ όλοι κάθονται σε μια μεγάλη καμπίνα της άμαξας. 
Όλα έγιναν κατανοητά, όταν η άμαξα σταμάτησε μπροστά σ' ένα μεγάλο ανήφορο και ο αμαξάς ανακοίνωσε:
- Οι επιβάτες που έχουν εισιτήρια πρώτης θέσεις παραμένουν στις θέσεις τους, οι επιβάτες με εισιτήρια δεύτερης θέσης βγαίνουν απ' την άμαξα και την ακολουθούν, οι επιβάτες τρίτης θέσης βγαίνουν και σπρώχνουν την άμαξα.*


Είχα πάει πρόσφατα στην αστυνομία να πάρω μια βεβαίωση:
––   Τόπος γεννήσεως, ρώτησε ο αστυνομικός.
––   Μόσχα.
––   Λοιπόν, είσαι Ρώσος;
––   Όχι, είμαι Έλληνας. Ο πατέρας και η μητέρα μου είναι ποντιακής καταγωγής.
––   Αλλά εσύ γεννήθηκες στην Ρωσία και επομένως είσαι Ρώσος.
––   Κύριε αστυνόμε! Η σκύλα μου τις προάλλες γέννησε μέσα στο στάβλο, αυτό σημαίνει ότι τώρα τα κουτάβια της πρέπει να τα ονομάσω πουλάρια;*

Παράφραση του μεταφραστή


Ο φιλόσοφος Ξενοκράτης ήταν αυτάρκης, εγκρατής και αδέκαστος. Η Φρύνη η εταίρα, θέλησε να τον σκανδαλίσει. Προσποιήθηκε πως την καταδιώκανε και κατάφυγε, λαχανιασμένη δήθεν, στο σπίτι του. Ο Ξενοκράτης τη δέχτηκε ιπποτικώτατα και, επειδή ζήτησε εκείνη να κοιμηθεί, της παραχώρησε το μοναδικό του κρεβάτι. Αλλά στα ερωτικά θέλγητρά της και στις θερμές ερωτικές εκδηλώσεις της, που στο τέλος έγιναν επίμονες παρακλήσεις, ο Ξενοκράτης έμεινε απαθής, ψυχρός και ανένδοτος. Όταν έφυγε απογοητευμένη από το σπίτι του, η Φρύνη έλεγε στους γνωστούς της, που της ζητούσαν πληροφορίες για το τι έγινε, εκείνη απάντησε:
- Αυτός δεν είναι άντρας, είναι ανδριάς!


Σ' ένα συμπόσιο, όπου είχε λάβει μέρος ο Θεόφραστος ένας προσκαλεσμένος δεν έβγαλε λέξη από το στόμα του. Ο φιλόσοφος τον πλησίασε και του είπε:
- Αν είσαι βλάκας, με τη σιγή που τήρησες, φέρθηκες σαν σοφός. Μα αν είσαι σοφός, τότε φέρθηκες σαν βλάκας!…


Ο μισάνθρωπος, ο Μύσωνας ο Χηνιεύς (ένας από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας) γελούσε όταν ήταν μόνος στο σπίτι του. 
Την ευθυμία που τον έκανε να γελά του την πρόσφερε μόνο η μοναχικότητά του..


 Τεχεράνη, 1943. Η συνάντηση της μεγάλης τρόικας: Στάλιν, Τσόρτσιλ και ο παράλυτος Ρούζβελτ. Κατά τις διαπραγματεύσεις ο Τσόρτσιλ γράφει στον Ρούζβελτ ένα σημείωμα, εκείνος το διαβάζει, μετά το σκίζει και το ρίχνει στον κάδο των σκουπιδιών. Όταν τελείωσε η διάσκεψη οι άνδρες της ρωσικής αντικατασκοπευτικής 
υπηρεσίας μαζεύουν τα κομμάτια και τα κολλάνε μαζί. Το σημείωμα λέει: Ο ΝΕΚΡΟΣ ΑΕΤΟΣ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ Ν' ΑΦΗΣΕΙ ΤΗ ΦΩΛΙΑ ΤΟΥ. Δημιουργείται πανικός. Ο Στάλιν πληροφορήθηκε αμέσως, η φρουρά του ενισχύθηκε, οι αναλυτές πυρετωδώς ψάχνουν τον κώδικα της κρυπτογραφίας. Χωρίς αποτέλεσμα. Ακολουθούν μια σειρά κατασταλτικών μέτρων κατά της ηγεσίας της αντικατασκοπευτικής υπηρεσίας, όμως ο γρίφος έμεινε άλυτος. 
Γιάλτα, 1945. Η μεγάλη τρόικα ξανά μαζί. Σ' ένα διάλειμμα ο Στάλιν ρωτάει τον Ρούζβελτ:
- Θυμάστε, στην Τεχεράνη το 1943 ο Τσόρτσιλ σας έστειλε ένα σημείωμα που έγραφε: Ο ΝΕΚΡΟΣ ΑΕΤΟΣ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ Ν'ΑΦΗΣΕΙ ΤΗ ΦΩΛΙΑ ΤΟΥ, τι σημαίνει αυτό;
- Α-α-α, χαμογέλασε ο Ρούζβελτ, τότε του έκανα νεύμα για να κλείσει το φερμουάρ του παντελονιού του.*


Ο γνωστός Δανός συγγραφέας Χανς Κρίστιαν Άντερσεν δεν έδινε καμιά σημασία στην ενδυμασία του. Συχνά έκανε βόλτα στους δρόμους της Κοπεγχάγης φορώντας ένα τριμμένο αδιάβροχο και παλιό καπέλο. Μια φορά τον σταμάτησε ένας δανδής και με ειρωνεία τον ρώτησε:
- Δε μου λέτε, αυτό το ελεεινό πράμα πάνω στο κεφάλι σας λέγεται καπέλο;
Η απάντηση ακολούθησε αμέσως:
- Ναι, και αυτό το ελεεινό πράμα κάτω απ' το μοντέρνο καπέλο σας λέγεται κεφάλι;*


Σε μια δεξίωση που βρέθηκε ο Αϊνστάιν τον κυνηγούσε μια νεαρή κυρία και του πρότεινε να συνάψουν στενές σχέσεις για ν' αποκτήσουν παιδιά.
Εκείνη με ενθουσιασμό τερέτιζε:
- Φανταστείτε αγαπητέ μου πως τα παιδιά μας θα είναι εξίσου έξυπνα όπως εσείς και όμορφα όπως εγώ!
Ο Αϊνστάιν για λίγο σκέφτηκε και μετά είπε:
- Ναι, βεβαίως αυτό θα ήταν πολύ ωραίο! Όμως, αν γίνει το αντίθετο;*


Η συμβουλή του κοσμογυρισμένου ναύτη*

Ο πρώην ναύτης Ρόναλντ Σέλντστρεμ καταχώρησε σε μερικές μεγάλες σουηδικές εφημερίδες μια διαφήμιση ενός μοναδικού στον κόσμο και απόλυτος αποτελεσματικού και αβλαβές φάρμακου από τη ναυτία με αμοιβή μόλις 3 κρόνες. Χιλιάδες αναγνώστες πίστεψαν τον θαλασσόλυκο και σε λίγο δέχτηκαν καθαρά τυπωμένη συνταγή: 

                                                          "Να μείνετε στην ξηρά!"*


Όταν ο νέος πρέσβης της Ρωσίας ο κόμης Τολστόι έφτασε στο Παρίσι επισκέφθηκε τον αρχηγό της ασφάλειας της Γαλλίας τον κύριο Φουσέ και τον παρακάλεσε να του βρει τους απαραίτητους υπηρέτες. Την παράξενη παράκληση εξήγησε έτσι:
- Είμαι ξένος και στο Παρίσι δεν γνωρίζω κανέναν. Έτσι κι αλλιώς θα είμαι περικυκλωμένος από τους κατάσκοπους κι γι' αυτό θα ήθελα να τους έχω από πρώτο χέρι.*


Μια φορά ρωτήσανε τη σύζυγο του Αϊνστάιν τι σκέφτεται για τον σύζυγό της. Εκείνη απάντησε:
- Ο σύζυγός μου είναι μεγαλοφυΐα! Μπορεί να κάνει τα πάντα, εκτός από λεφτά.*


Ένας αρχάριος μουσικοσυνθέτης απευθύνθηκε στον Έκτορα Μπερλιόζ με την παράκληση ν' ακούσει τα έργα του. Ο Μπερλιόζ με προσοχή τον άκουσε και μετά είπε:
- Νεαρέ! Δυστυχώς δεν έχετε ούτε μηδαμινές μουσικές ικανότητες. Ακόμη δεν είναι αργά, ν' ασχοληθείτε με άλλο επάγγελμα. 
Κι όταν ο νεαρός μουσικοσυνθέτης ήδη βγήκε από το σπίτι, του φώναξε από το παράθυρο:
- Όταν ήμουν στην ηλικία σας ακριβώς τα ίδια μου είπε ο τότε δάσκαλός μου.*


Μετά από μια συναυλία του Μπερλιόζ τον πλησίασε ένας λάτρης του ταλέντου του και άρπαξε το αριστερό χέρι του: 
- Μαέστρο! Είμαι θαυμαστής σας! Επιτρέψτε με τα χείλη μου ν' αγγίξω το χέρι που έγραψε το "Ρωμαίος και Ιουλιέτα" 
Ο Μπερλιόζ με προσοχή τράβηξε κι απελευθέρωσε το χέρι του:
- Κύριε! Κρατήστε το άλλο χέρι, εγώ πάντα γράφω με δεξί χέρι.*


Ο φιλόσοφος Ζήνων πήρε μέρος στη συνομωσία ενάντια στον Νέαρχο, τύραννο της πόλης Ελέας. Υποβαλλόμενος σε βασανιστήρια απόσπασε με τα δόντια του τη γλώσσα του κα την έφτυσε στο πρόσωπο του τύραννου για να μην τον προδώσει το εξαντλημένο από βάσανα κορμί και να μη πει παρά τη θέλησή του κάποιο μυστικό.*


Μια φορά ο Μπέρτολντ Μπρεχτ έλαβε ένα δέμα που είχε μέσα ένα θεατρικό έργο αγνώστου συγγραφέα και μια επιστολή που έγραφε:
"Κύριε Μπρεχτ, εγώ ποτέ δε βάζω κόμματα, γιατί έχω την πεποίθηση πως δεν χρειάζονται. Αν εσείς έχετε άλλη άποψη, μπορείτε να τα τοποθετήσετε εκεί όπου θέλετε."
Ο Μπρεχτ απάντησε:
"Εγώ θεωρώ απαραίτητη την τοποθέτηση κομμάτων και γι' αυτό ζητάω άλλη φορά να μου στείλετε μόνο τα κόμματα, το κείμενο μπορώ να το γράψω και μόνος μου".*


Άλλη φορά ο Μπρεχτ έλαβε ένα ογκώδη δέμα από τον φίλο του, το οποίο ήταν γεμάτο χαρτί περιτυλίγματος με ένα μικρό γραμματάκι:
"Αγαπητέ φίλε, είμαι καλά"
Ύστερα από μια βδομάδα ο φίλος του προσκλήθηκε στο ταχυδρομείο για να παραλάβει ένα ασήκωτο δοχείο. Όταν το άνοιξε είδε ότι έχει μέσα μεγάλη πέτρα και ένα μικρό σημείωμα:
"Αγαπητέ φίλε, αυτή η πέτρα μου 'φυγε από την καρδιά όταν πήρα την αποστολή σου".*


Ένας από τους φίλους του Γάλλου ποιητή Νικολά Μπουαλό με θαυμασμό μιλούσε για τα ποιήματα ενός μαρκησίου. Τα έδωσε στον Μπουαλό για να τα διαβάσει και περίμενε την εκτίμηση του ποιητή.
Ο Μπουαλό είχε διαφορετική γνώμη:
- Αφού σε σας τόσο πολύ άρεσαν αυτά τα ποιήματα, τότε εγώ θα είμαι πολύ ευγνώμων, αν τα δικά μου θα τα θεωρείτε για τα σκουπίδια.*


Μια νύχτα στο διαμέρισμα του Μπαλζάκ μπήκε ένας κλέφτης και άρχισε να ψάχνει 
λεφτά μες στα συρτάρια του γραφείου του. Ξαφνικά ο κλέφτης άκουσε ηχηρό γέλιο:
- Φίλε, τζάμπα ψάχνεις στο σκοτάδι κάτι που εγώ δεν μπορώ να βρω μες στο φως της ημέρας.* 


Ένας φλύαρος κουρέας ρώτησε τον Αρχέλαο, βασιλιά της Μακεδονίας:
- Πώς θέλεις να σε κουρέψω;
Ο Αρχέλαος απάντησε:
- Σιωπηλός!


Ο Πολυκράτης, τύραννος της Σάμου, χάρισε στον ποιητή Ανακρέοντα ένα τάλαντο χρυσάφι. Ο ποιητής του το επέστρεψε λέγοντας:
- Μισώ το δώρο που θα με αναγκάσει να μην κοιμάμαι τη νύχτα.


Ένα φίδι τυλίχθηκε γύρω από το κλειδί μιας πόρτας. Οι μάντεις χαρακτήρισαν το γεγονός θαύμα. Ο Λεωτυχίδης όμως (βασιλιάς της Σπάρτης, θεώρησε αδικαιολόγητο τον χαρακτηρισμό.
- Για μένα θαύμα θα ήταν, είπε, αν τυλιγόταν το κλειδί γύρω από το φίδι και όχι το φίδι γύρω από το κλειδί.


Κάποιος ρώτησε τον Θεμιστοκλή:
- Τι θα προτιμούσες να είσαι, Αχιλλέας ή Όμηρος;
Ο Θεμιστοκλής ρωτά κι αυτός:
- Εσύ τι θα ήθελες να είσαι, νικητής στους Ολυμπιακούς αγώνες ή αυτός που αναγγέλλει τα ονόματα των νικητών.


Ρωτούσαν τον Ισοκράτη, γιατί, ενώ διδάσκει σε άλλους τη ρητορική τέχνη, ο ίδιος δεν ανεβαίνει στο βήμα για να μιλήσει. Ο Ισοκράτης απάντησε:
- Και η ακονόπετρα δεν κόβει, κάνει όμως τα μαχαίρια κοφτερά.


Ένας νεαρός άντρας ήταν ερωτευμένος με την κόρη του Πεισιστράτου (τύραννος της Αθήνας). Κάποια φορά, που τη συνάντησε στο δρόμο, τη φίλησε. Όταν το είδε αυτό η γυναίκα του Πεισιστράτου ζήτησε την παραδειγματική τιμωρία του νεαρού. Ο Πεισίστρατος όμως αρνήθηκε να τον τιμωρήσει λέγοντας:
- Αν μισούμε αυτούς που μας αγαπούν, τι πρέπει να κάνουμε μ' αυτούς που μας μισούν.


Ρώτησε κάποιος τον Σωκράτη πως θα μπορούσε να γίνει πλούσιος. Η απάντηση του Σωκράτη ήταν:
- Αν γίνεις φτωχός στις επιθυμίες.


Ο Διογένης πρόσεξε κάποτε ένα μικρό παιδί να πίνει νερό από μια πηγή με τα χέρια του. Πέταξε τότε το κύπελλο λέγοντας:
- Αυτό το μικρό παιδί με νίκησε στο θέμα της απλότητας.


Μια μέρα η Ξανθίππη έβαλε τις φωνές στον Σωκράτη και στη συνέχεια άδειασε επάνω του μια λεκάνη νερό. Ο Σωκράτης, ατάραχος, είπε:
- Η Ξανθίππη κάνει ό,τι και ο Δίας: πρώτα βροντά και ύστερα βρέχει.


Ρώτησε κάποιος τον Αρίστιππο τι κέρδος είχε από τη φιλοσοφία. Ο Αρίστιππος του εξομολογήθηκε:
- Χάρη στη φιλοσοφία μπορώ να συναναστρέφομαι άφοβα όλους τους ανθρώπους.


Ζητούσαν την κόρη του Θεμιστοκλή σε γάμο, ένας καλός άντρας και ένας πλούσιος. Ο Θεμιστοκλής προτίμησε τον καλό λέγοντας:
- Προτιμώ άντρα χωρίς χρήματα παρά χρήματα χωρίς άντρα.


Όταν ο Αριστοτέλης ρωτήθηκε γιατί ο έρωτας προτιμά τα όμορφα πρόσωπα, έδωσε την απάντηση:
- Μόνο από τυφλό άνθρωπο μπορεί να γίνει μια τέτοια ερώτηση.


Κάποιος παρακαλούσε τον ποιητή Σιμωνίδη να του γράψει ένα εγκωμιαστικό ποίημα και του έλεγε ότι θα του χρωστά ευγνωμοσύνη, γιατί δεν είχε χρήματα να του δώσει. Ο Σιμωνίδης του είπε:
- Έχω στο σπίτι μου δυο δοχεία, το ένα για να βάζω μέσα τις ευγνωμοσύνες και το άλλο για τα λεφτά. Όταν βρίσκομαι σε ανάγκη, ανοίγω το πρώτο δοχείο και το βρίσκω γεμάτο, ενώ το δεύτερο και χρήσιμο το βρίσκω άδειο.


Ο Σωκράτης έλεγε στους συμπολίτες του που έβγαζαν βουλευτές και άλλους αξιωματούχους με κλήρο:
- Γιατί δεν βγάζετε με κλήρο και πλοίαρχους, αρχιτέκτονες και άλλους τεχνίτες;


Ρώτησε κάποιος τον Αγησίλαο:
- Γιατί οι Σπαρτιάτες αφήνουν μακριά μαλλιά;
Ο Αγησίλαος απάντησε:
- Γιατί είναι ο πιο ανέξοδος στολισμός.


Όσο αποκρουστικός και να ήταν εμφανισιακά ο μεγάλος διπλωμάτης της Γαλλίας ο Ταλεϋράνδος, είχε μεγάλες επιτυχίες με τις γυναίκες, πράγμα το οποίο δεν πρέπει να μας εκπλήσσει.
Μια μέρα δυο διάσημες γυναίκες, μια ωραία και μια άσχημη, οι οποίες διεκδικούσαν την πρώτη θέση στην καρδιά του, τον πίεζαν να πάρει θέση σχετικά με αυτό το θέμα και ο Ταλεϋράνδος απαντούσε με αυτές τις πονηρές φράσεις που έχει εφεύρει η ευγένεια για να αντικαταστήσει την ειλικρίνεια. Η μία από τις κυρίες, η πιο άσχημη, προσπάθησε να τον παγιδεύσει:
- Ας υποθέσουμε, του είπε, ότι βρισκόμαστε και οι τρεις σ' ένα πλοίο, ότι πιάνει μεγάλη θαλασσοταραχή, ότι το πλοίο βουλιάζει κι εσείς υποθέτουμε ότι είστε δεινός κολυμβητής. Ποια από τις δυο μας θα προσπαθούσατε να σώσετε;
- Μα τη φίλη σας, κυρία μου, είπε ο σοφός άντρας, γυρνώντας προς τη μεριά της. Θα υποθέσω με τη σειρά μου ότι κι εσείς είστε δεινή κολυμβήτρια!


Μια φορά ο Δουμάς ήταν προσκεκλημένος στο σπίτι ενός διάσημου γιατρού του Παρισιού. Ο γιατρός παρακάλεσε τον Δουμά να γράφει κάτι στο βιβλίο επισκεπτών και εκείνος έγραψε: "Από τότε που ο γιατρός Γκιστάλ θεραπεύει ολόκληρες οικογένειες πρέπει να κλείσουμε τα νοσοκομεία. Ο γιατρός χαρούμενα φώναξε:
- Με κολακεύετε!
Τότε ο Δουμάς χαμογέλασε και συμπλήρωσε "και να χτίσουμε δυο νεκροταφεία".*


Τον Ιπποκράτη ρωτήσανε:
- Λένε πως η ιδιοφυΐα είναι αρρώστια. Τι λες εσύ;
- - Ναι, απάντησε ο Ιπποκράτης, όμως δυστυχώς δεν είναι μεταδοτική.*


Ο μουσικοσυνθέτης Βασίλι Σολοβγιόφ-Σεντόι μια φορά είπε στον φίλο του τον διάσημο μουσικοσυνθέτη Βανό Μουραντέλι:
- Βανό, εσύ δεν είσαι μουσικοσυνθέτης.
- Γιατί δεν είμαι φίλε μου;
- Για κοίτα το επώνυμό σου. Αντί για "μι" εσύ έχεις "μου", αντί για "ρε" έχεις "ρα", αντί για "ντο" έχεις "ντε" και τελικά αντί για "λα" εσύ έχεις το "λι".*


Όταν ένας φίλος του Αϊνστάιν τον ρώτησε γιατί για νίψιμο και για ξύρισμα χρησιμοποιεί ένα κομμάτι σαπούνι, ο μεγάλος επιστήμονας απάντησε:
- Δυο κομμάτια σαπούνι για μένα είναι πολύ περίπλοκο.


 Κάποτε στον Μεσαίωνα λογομαχούσαν ένας γελωτοποιός και ένας φιλόσοφος για το ποιος απ' αυτούς είναι εξυπνότερος. Και τότε ο σοφός (που βεβαίως ήταν φαλακρός) απευθύνει στον αντίπαλό του την μοιραία ερώτηση, που τελικά ανέδειξε τον πιο έξυπνο:
- Το αβγό προέρχεται από την κότα, ή η κότα από το αβγό;
Ο γελωτοποιός χτύπησε με την παλάμη του τον φιλόσοφο στο κεφάλι και ρώτησε:
- Από πού προέρχεται ο κρότος από την φαλάκρα ή από την παλάμη;*


Όταν ο Ολλανδός γκραντμάστερ Μαξ Έϊβε ήταν πρωταθλητής του κόσμου είχε μεγάλη δημοσιότητα στη χώρα του και τον γνώριζαν κυριολεκτικά όλοι οι κάτοικοι της Ολλανδίας. 
Μια φορά ο Έϊβε αργούσε σε αγώνα σκακιού και είχε υπερβεί την ταχύτητα με το αυτοκίνητό του. Στον τροχονόμο που τον σταμάτησε ο Έϊβε χαμογελώντας είπε:
- Συγνώμη, μήπως σήμερα εγώ τρέχω πολύ γρήγορα;
Ο τροχονόμος, που είχε γνωρίσει τον παραβάτη, είπε:
- Ίσως, ορθότερα θα είναι να λέμε αγαπητέ μαέστρο, ότι εσείς σήμερα πολύ χαμηλά πετάτε.*


Μια φορά η Άννα η Βασίλισσα της Αγγλίας είχε επισκεφθεί το Αστεροσκοπείο του Γκρήνουιτς και μίλησε με τον διευθυντή Τζέϊμς Μπρέντλι. Η βασίλισσα έκανε πολλές ερωτήσεις για τη δουλειά του Αστεροσκοπείου και του διευθυντή, για τις ανακαλύψεις των επιστημόνων και στο τέλος ενδιαφέρθηκε για το μισθό του. Όταν ο Μπρέντλι είπε στη βασίλισσα την αμοιβή που παίρνει, εκείνη απόρησε:
- Τόσο λίγο; Πρέπει οπωσδήποτε να αυξηθεί ο μισθός σας.
Ξαφνικά ο Μπρέντλι άρχισε να την ικετεύει:
- Σας παρακαλώ, Υμετέρα Μεγαλειότης, μην το κάνετε, γιατί τότε στη θέση μου θα διορίζουν αυλικούς.*


Όταν τον βασιλιά Αγησίλαο ρωτήσανε, τι είναι εκείνο το πιο σπουδαίο που δώσανε στη Σπάρτη οι νόμοι του Λυκούργου, εκείνος απάντησε: "Η περιφρόνηση των απολαύσεων".*


Μια φορά κάποιος απ' τους φίλους του βασιλιά Αγησίλαου του είπε να ξεκουραστεί (αφού ήταν ολιγαρκείς και πολύ δραστήριος), γιατί η μοίρα μπορεί ν' αλλάξει και δε θα προλάβει να γνωρίσει την ομορφιά την ποικιλότητας. 
Ο Αγεσύλαος απάντησε:
- Έχω μάθει να βρω την ποικιλία μες στην έλλειψη αλλαγών.*


Έχει συμβεί στο 321 προ Χριστού. Όταν ο στρατηλάτης των Μακεδόνων Ευμένης άκουσε από τον αγγελιοφόρο, ότι πάνω του έρχεται με στρατό του ο Κράτερ δεν το είπε, ούτε στους φίλους του, ούτε στους συμπολεμιστές του. Αντίθετα, στο στρατό ανακοινώθηκε η είδηση ότι τους πλησιάζει ο Νεοπτόλεμος με το στρατό του, τον οποίον οι Μακεδόνες περιφρονούσαν, ενώ τον Κράτερ όλοι εκτιμούσαν για αρετές και τη δόξα του στρατηλάτη. Άρχισε η μάχη και ο Κράτερ νικήθηκε και ο ίδιος σκοτώθηκε. 
Έτσι η σιωπή βοήθησε να κερδηθεί η μάχη.*


Όταν οι Σπαρτιάτες έστειλαν στον βασιλιά Δημήτρη έναν πρέσβη εκείνος προσβλήθηκε και οργισμένος φώναξε:
- Μόνο έναν πρέσβη έστειλαν οι Σπαρτιάτες;
Ο πρέσβης ήρεμα απάντησε:
- Στον έναν έναν.*


Ένας άνθρωπος μπήκε στο ζαχαροπλαστείο και ζήτησε να του δώσουν μια τούρτα. Σε λίγο επέστρεψε την τούρτα και ζήτησε να του δώσουν ένα ποτηράκι λικέρ. Πίνει το λικέρ και ετοιμάζεται να φύγει. Ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού τον σταματάει και του λέει:
- Παρακαλώ να πληρώσετε για το λικέρ.
Ο πελάτης, όμως έχει αντίρρηση:
- Μα εγώ για το λικέρ έδωσα την τούρτα. 
Ο ζαχαροπλάστης επιμένει:
- Όμως εσείς δεν πληρώσατε για την τούρτα.
Ο πελάτης οργισμένος φωνάζει:
- Μα εγώ δεν την έφαγα.*


Ένας αυτοδημιούργητος που έχει πετύχει στη ζωή του, εξομολογείται σε κάποιον:
- Αυτό που με βοήθησε να πάω μπροστά, δεν ήταν οι φίλοι μου, αλλά οι εχθροί μου. Μια γροθιά στην πλάτη να ξέρεις σε πάει πολλά βήματα πιο μπρος , από ένα φιλικό χτύπημα στον ώμο.


Κάποτε, ζούσε ένας γέροντας που στεκόταν στο πηγάδι του χωριού του και χαιρετούσε τους κουρασμένους ταξιδιώτες που περνούσαν από κει. Και όταν κάποιος τον ρωτούσε, "τι άνθρωποι ζουν εδώ;" αυτός τους απαντούσε με μια άλλη ερώτηση: "τι ανθρώπους βρήκες στο τελευταίο μέρος όπου έμεινες;" 
Αν ο ταξιδιώτης του έλεγε ότι στο προηγούμενο μέρος απ' όπου είχε περάσει οι άνθρωποι ήταν κεφάτοι και χαρούμενοι, φιλικοί και γλεντζέδες, ο γέροντας απαντούσε με σιγουριά ότι έτσι είναι οι άνθρωποι και στο χωριό του.
Αλλά αν ο ταξιδιώτης παραπονιόταν ότι στο τελευταίο μέρος απ' όπου πέρασε οι άνθρωποι ήταν κακοί, καβγατζήδες και στριμμένοι, ο γέροντας κουνούσε λυπημένα το κεφάλι του κι έλεγε, "αλίμονο, τους ίδιους ανθρώπους θα βρεις κι εδώ".
Αγνώστου (αποστολέας Π. Κριαράς)


Ο Αϊνστάιν δε θυμόταν ούτε τον αριθμό του τηλεφώνου του. 
- Γιατί να το κάνω, έλεγε, αφού υπάρχει στον κατάλογο; Το μελάνι είναι καλύτερο κι από την πιο ισχυρή μνήμη.
Αγνώστου (αποστολέας Π. Κριαράς)


Σ' ένα δάσος, κοντά σε μια πόλη, ζούσαν δυο ζητιάνοι. Φυσικά, ήταν εχθροί, όπως συμβαίνει σε όλα τα επαγγέλματα, με δυο γιατρούς, δυο καθηγητές, δυο άγιους. Ο ένας ήταν τυφλός, κι ο άλλος ήταν κουτσός. Μετά, στην πόλη, ο ένας ανταγωνιζόταν τον άλλον.
Μια μέρα, όμως, οι καλύβες τους έπιασαν φωτιά, καθώς μια πυρκαγιά έκαιγε ολόκληρο το δάσος. Ο τυφλός είχε την ικανότητα να τρέξει, για να βγει απ' το δάσος, αλλά δεν μπορούσε να δει και ο κουτσός που είχε την ικανότητα να δει, δεν μπορούσε να τρέξει.
Η φωτιά προχωρούσε με ταχύτητα και οι δυο ζητιάνοι κατάλαβαν πως είχαν ο ένας την ανάγκη του άλλου, αλλιώς τους περίμενε ο θάνατος. Σ' αυτή την κρίσιμη στιγμή, ξεχνώντας τον προηγούμενο ανταγωνισμό τους, εγκατέλειψαν κάθε ανόητη εχθρότητα και αποφάσισαν να μεταφέρει ο τυφλός στους ώμους του τον κουτσό. Έτσι, θα λειτουργούσαν σαν ένας άνθρωπος, αφού ο κουτσός μπορούσε να δει και ο τυφλός μπορούσε να τρέξει. Δημιούργησαν μια σπουδαία σύνθεση και τα κατάφεραν να βγουν απ' τις φλόγες και να σώσουν τη ζωή τους. Και επειδή ο ένας έσωσε τη ζωή του άλλου έγιναν φίλοι και αποφάσισαν να μη ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο.
Οσσό


Μια φορά ο φιλόσοφος Αρίστιππος, που απέκτησε περιουσία εγκωμιάζοντας τον βασιλιά, είδε τον Διογένη να πλένει τη φακή και του είπε:
- Εάν είχες εγκωμιάσει τον βασιλιά, δε θα υπήρχε ανάγκη να τρως φακή.
Ο Διογένης έφερε αντίρρηση:
- Εάν είχες μάθει να τρως φακή, δε θα υπήρχε η ανάγκη να εγκωμιάσεις τον βασιλιά.*


Όταν ο Όλιβερ Κρόμβελ (1599-1658) μπήκε με το στρατό του στο Λονδίνο μαζεύτηκε ένα μεγάλο πλήθος να δουν τον ήρωα της Επανάστασης. Ένας από τους συνοδούς του του είπε:
- Κοιτάξτε, πόσο κόσμος σας χαιρετάει!
Ο Κρόμβελ με ηρεμία παρατήρησε:
- Αυτοί οι χάχες θα είναι πιο πολλοί, όταν θα με πάνε για κρεμάλα.*


Ο γνωστός Αμερικάνος δραματουργός Ευγένιος Ο' Νηλ (1888-1953) ταξίδευε πάνω σ' ένα μεγάλο βαπόρι στη Μεσόγειο και ανέβηκε πάνω στη γέφυρα του καπετάνιου. Ο ναύτης υπηρεσίας του είπε πως δεν επιτρέπεται σε κανέναν να ανεβαίνει εδώ. Ο Ο' Νηλ με ύφος του είπε:
- Ξέρετε ότι μιλάτε με τον πιο διάσημο δραματουργό της σύγχρονης εποχής;
Ο ναύτης κουνώντας το κεφάλι, απάντησε:
- Συγνώμη, κύριε Μπέρναντ Σω, αλλά παρ' όλα αυτά πρέπει να κατεβείτε από την γέφυρα.*


Ο διάσημος Γερμανός ηθοποιός Λουδοβίκος Ντεβριέν (1784-1832) με μεγάλη επιτυχία έπαιζε το ρόλο του Ριχάρντου Γ/ στην ομώνυμη τραγωδία του Σαίξπηρ. Μια φορά στη διάρκεια της παράστασης μετά από τη φράση:
- Άτι! Άτι! Μισό βασίλειο για άτι! απ' την αίθουσα ακούστηκε μια θρασύς φωνή:
- Μήπως σου κάνει και ένας γάιδαρος;
Ο ηθοποιός δεν τα 'χασε:
- Γιατί, όχι! Σε παρακαλώ, ανέβα στη σκηνή για να σε καβαλικέψω.*


Η μεγάλη ηθοποιός Σάρα Μπερνάρ (1844-1923) έτυχε να παίξει μια φορά ρόλο ζητιάνας. Ο ρόλος της τελείωνε με λέξεις: 
- Δεν έχω άλλες δυνάμεις να περπατήσω. Πεθαίνω από την πείνα.
Οι θεατές όμως είδαν στο χέρι της χρυσό βραχιόλι, το οποίο η ηθοποιός ξέχασε να βγάλει ανεβαίνοντας στη σκηνή. Κάποιος φώναξε:
- Να πουλήσεις το βραχιόλι σου.
Η Σάρα αμέσως βρήκε διέξοδο από τη δύσκολη κατάσταση και με αδύνατη φωνή τελείωσε το μονόλογό της:
- Προσπάθησα να πουλήσω το βραχιόλι, όμως αποδείχθηκε ψεύτικο.
Ακολούθησαν θυελλώδεις χειροκροτήματα.*


Το Σαν Σουσί ήταν το ονομαστό ανάκτορο που έκτισε στο Ποτσνταμ ο βασιλιάς της Πρωσίας Φρειδερίκος Β΄, ο επιλεγόμενος "μέγας". Στην περιοχή, λοιπόν, όπου ο βασιλιάς ήθελε ν' απλώσει τους κήπους του ανακτόρου του, βρισκόταν από παλιά, ένας ανεμόμυλος. Ο διαχειριστής του βασιλιά ζήτησε απ' το μυλωνά ν' αγοράσει το μύλο του:
- Δεν τον πουλάω, είπε ο μυλωνάς, όσα κι αν μου δώσεις.
- Δεν ξέρεις πως ο βασιλιάς μπορεί να στον πάρει, χωρίς να πληρώσει τίποτα; τον απείλησε ο διαχειριστής.
- Δεν μπορεί, αποκρίθηκε ο μυλωνάς, υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο…
Μάριος Πλωρίτης 


Ο γνωστός Ρώσος φυσικός Πιότρ Λέμπεντεφ (1866-1912) πάντα με αυστηρές εκφράσεις μιλούσε για την ανώφελη και άγονη πολυμάθεια:
- Η βιβλιοθήκη μου είναι γεμάτη από διάφορες γνώσεις πολύ περισσότερο από μένα, αλλά φυσικός είμαι εγώ, και όχι η βιβλιοθήκη.


Ο αμαθής πρίγκιπας Ιβάν Κουράκιν ζήλευε τη δόξα του μεγάλου επιστήμονα της Ρωσίας, του Λομονόσοφ (1711-1765) που ήταν από μια φτωχή οικογένεια, και πάντα προσπαθούσε να τον προσβάλλει. Μια φορά σε μια συνέλευση των ακαδημαϊκών άρχισε να καυχιέται:
- Είμαι Ριούρικοβιτς (δυναστεία Ρώσων αρχόντων). Το γενεαλογικό μου δέντρο με τις ρίζες του φτάνει στον Βλαντίμιρ Κόκκινο Ήλιο (ο πρώτος βασιλιάς της ενωμένης Ρωσίας). Εσύ Μιχάϊλο, γιε του Βασίλη, τι μπορείς να μας πεις για τους προγόνους σου. 
Ο Λομονόσοφ με ειρωνική θλίψη απάντησε:
- Αλίμονο! Όλα τα πιστοποιητικά γεννήσεως της οικογενείας μου χάθηκαν στον κατακλυσμό του Νώε.*


Η διάσημη Σουηδέζα ηθοποιός Γκρέτα Γκάρμπο (1915- ) κατσάδιαζε έναν φωτογράφο του Χόλλυγουντ:
- Δεν μπορώ να καταλάβω, τι έγινε μ' εσάς; Την προηγούμενη φορά μου κάνατε καταπληκτικές φωτογραφίες, ενώ τώρα, λες και δεν είμαι εγώ! 
Ο φωτογράφος ήταν τζέντλεμαν και ζήτησε συγνώμη:
- Μην ξεχνάτε, πως τότε ήμουν δέκα πέντε χρόνια πιο νέος.


Συνέβη στη Ρωσική Αυλή. Ένας άρχοντας θέλοντας να πειράζει τον γελωτοποιό Γκολίτσιν τον ρώτησε:
- Ποια είναι η διαφορά μεταξύ σου και ενός βλάκα;
Ο Γκολίτσιν απάντησε:
- Ο βλάκας ρωτάει, κι εγώ απαντώ.


Μια φορά ο γνωστός Γάλλος ηθοποιός Ζαν Γκαμπέν (1904-1976) πήγε στον στοματολόγο του και έβγαλε το δόντι του. Ύστερα από μερικές μέρες παρέλαβε από τον οδοντογιατρό ένα φάκελο. Ο Γκαμπέν νόμιζε ότι είναι ο λογαριασμός για το βγαλμένο δόντι, αλλά βρήκε μέσα στο φάκελο χαρτονομίσματα και μια μικρή επιστολή: "Πούλησα το δόντι σας σε μια θαυμάστριά σας, η οποία το φοράει τώρα σαν φυλακτό. Απ' τα λεφτά κράτησα του λογαριασμού, τα υπόλοιπα στέλνω". 


Στον διάσημο Ρώσο νομικό Ανατόλι Κόνι μια φορά πρότειναν να αναλαμβάνει την νεοϊδρυόμενη θέση του εισαγγελέα παρά του αστυνομικού σώματος. Ο Κόνι αρνήθηκε να αναλάβει τη θέση, λέγοντας:
- Για όνομα του Θεού! αλλά εισαγγελέας παρά του αστυνομικού σώματος είναι σαν ιερέας παρά του οίκου ανοχής.


Ο Ιταλός ποιητής και αλχημικός Ιωάννης Αουγκουρέλ χάρισε στον πάπα Λέοντα Ι΄ (1475-1521) ένα ογκώδες ποίημα όπου με λεπτομέρειες περιέγραψε τον πιο αξιόπιστο τρόπο να βγάζεις χρυσό από το υδράργυρο και μολύβι. Ήταν μεγάλη η απογοήτευση του αλχημικού (που υπολόγιζε για μια καλή αμοιβή), όταν ο πάπας του έδωσε ένα άδειο πορτοφόλι, λέγοντας:
- Εκείνος που κατέχει μια τόσο μεγάλη τέχνη, το μόνο που χρειάζεται είναι ένα πορτοφόλι για να μαζεύει εκεί το χρυσό του.


Μια φορά ο Γκαίτε (που κατείχε μεγάλα αξιώματα στην κυβέρνηση του Βέϊμερ) με τον Μπετόβεν, έκαναν βόλτα στο πάρκο. Όλοι οι περαστικοί που σεργιάνιζαν στο πάρκο, έκαναν δουλοπρεπείς υποκλίσεις στους Γκαίτε και Μπετόβεν. Με εκνευρισμό ο ποιητής είπε στον μουσικοσυνθέτη: 
- Πόσο βαρέθηκα αυτές τις ατέλειωτες υποκλίσεις!
Και τότε ο Μπετόβεν είπε:
- Μη θυμώνεις! Ίσως οι υποκλίσεις λίγο αφοράνε και εμένα.


Μια φορά ο Δεμόνακτος, βλέποντας πως ένας μάντης προφήτευε με αμοιβή το μέλλον στον κόσμο, είπε:
- Δεν μπορώ να κατανοήσω για ποια εξυπηρέτηση παίρνεις λεφτά: αν πραγματικά μπορείς να αλλάξεις το πεπρωμένο, τότε όσο και να ζητάς είναι λίγα, αν όμως όλα θα γίνουν έτσι όπως θέλουν οι θεοί, τότε σε τι οφείλει η προφητεία σου.*


Η πραγματική επιστήμη*

Σε μια πόλη ζούσε ένας νεαρός άντρας πολύ μελετηρός, γεμάτος από το άσβηστο πάθος της τελειότητας. Μια μέρα έμαθε από κάποιο ταξιδιώτη ότι σε μια μακρινή χώρα ζούσε ένας άντρας που είχε από μόνος του όλες τις αρετές των αιώνων. Ο άνθρωπος αυτός, παρά τις γνώσεις του, ασκούσε το επάγγελμα του σιδερά, όπως έκανε πριν απ' αυτόν ο πατέρας του και πατέρας του πατέρα του.
Όταν άκουσε να μιλάνε γι' αυτό το θαύμα της γνώσης, ο νεαρός άντρας πήρε τα σανδάλια του, το μπογαλάκι του κι έφυγε. Μετά από μήνες πορείας και κούρασης, έφτασε στην πόλη του σιδερά, εμφανίστηκε εμπρός του. Ο σιδεράς ένας ηλικιωμένος άνθρωπος, των ρώτησε:
- Τι επιθυμείς;
- Να διδαχτώ την επιστήμη της γνώσης, αποκρίθηκε ο νεαρός άντρας. 
Ο σιδεράς του έβαλε στο χέρι το σκοινί από το φυσερό και του ζήτησε να τραβήξει. Ο νεαρός άντρας τραβούσε το σκοινί του φυσερού μέχρι που βασίλεψε ο ήλιος. Την επομένη το έκανε ξανά, το ίδιο και τις επόμενες μέρες και τους επόμενες μήνες. Εργάστηκε έτσι για ένα χρόνο χωρίς κανείς να του απευθύνει λέξη.
Πέρασαν πέντε χρόνια. Τελικά, μια μέρα, αυτός που τραβούσε το σκοινί είπε στο σιδερά:
- Δάσκαλε…
Τα πάντα σταμάτησαν μέσα στο σιδηρουργείο. Οι άλλοι εργάτες φάνηκαν να ανησυχούν. Ξαφνικά, μέσα στη σιωπή, ο σιδεράς είπε στο νεαρό άντρα:
- Τι θέλεις;
- Θέλω τη γνώση, δάσκαλε…
Και ο σιδεράς απάντησε:
- Τράβα το σκοινί.
Άλλα πέντε χρόνια πέρασαν μ' αυτή τη σκληρή σιωπηλή εργασία. Κανείς δε μιλούσε. Αν κάποιος μαθητής επιθυμούσε να θέσει ένα ερώτημα στο δάσκαλο, το έγραφε σ' ένα κομμάτι χαρτί. Συνήθως ο δάσκαλος πετούσε το χαρτί στη φωτιά, γεγονός που σήμαινε πως το ερώτημα δεν άξιζε. Άλλοτε πάλι έβαζε το χαρτί σε μια πτυχή του ρούχου του και την επομένη ο μαθητής έβρισκε την απάντηση γραμμένη στον τοίχο του κελιού του. 
Αφού πέρασαν δέκα χρόνια, ο γέρο-σιδεράς πλησίασε αυτόν που τραβούσε το σκοινί και τον άγγιξε στον ώμο. Τούτος, που είχε έρθει για να διδαχτεί τη σοφία - και είχε διδαχτεί την υπομονή - σταμάτησε να τραβάει το σκοινί. Αισθάνθηκε να τον κατακλύζει ένα κύμα χαράς. Ο γέρο-σιδεράς τον αγκάλιασε και του επέτρεψε να φύγει. Κάποιοι ισχυρίζονται πως δεν του είπε λέξη. 
Ο νεαρός άντρας που τώρα έχει μεγαλώσει, επέστρεψε στο σπίτι του και έζησε το υπόλοιπο του βίου του σε μια ήσυχη φώτιση.


Όταν ο Γερμανός ζωγράφος Μ. Λίμπερμαν (1847-1935) ήθελε να κάνει το πορτρέτο ενός διάσημου γιατρού, εκείνος προβάλλοντας ως επιχείρημα τη μεγάλη του απασχόληση, συμφώνησε να 'ρθει να ποζάρει μόνο δυο φορές, δηλώνοντας:
- Μα, μου αρκεί μόνο για φορά να δω τον ασθενή και να πω την διάγνωση.
Ο ζωγράφος απάντησε:
- Το δικό σας λάθος θα καλύψει η γη, ενώ το αποτυχημένο πορτρέτο κρεμασμένο στον τοίχο θα ισχυρίζεται πως είμαι κακός ζωγράφος.*


Όταν από τον Ισαάκ Νεύτον ζήτησαν να δημοσιεύσουν στα συγγράμματα της Βασιλικής Επιστημονικής Εταιρείας μερικά του έργα, εκείνος συμφώνησε υπό τον όρο, πως το όνομά του δε θα αναφέρεται. Στους αμήχανους εκδότες εξήγησε: 
- Η διασημότητα θα διευρύνει τον κύκλο των γνωστών μου, ενώ εγώ με διάφορους τρόπους προσπαθώ να τον στενέψω.*


Στην εξώπορτα του εργαστηρίου του ο Γάλλος ζωγράφος Ο. Ντομιέ (1808-1879) έγραψε: "Εκείνος που έρχεται να μ' επισκεφθεί, με τιμά, ενώ εκείνος που δεν έρχεται μου προξενεί ευχαρίστηση".*


Οι κάτοικοι της Θάσου θεωρούσαν ότι ο βασιλιάς της Σπάρτης ο Αγησίλαος είχε προσφέρει στο νησί τους πολλές ευεργεσίες και αποφάσισαν να τον τιμήσουν με ανέγερση ναών και να τον δοξάζουν ως θεό. Ειδική αποστολή ανακοίνωσε για αυτό στο βασιλιά. Όταν ο Αγησίλαος διάβασε την επιστολή των Θασιτών, ρώτησε τους απεσταλμένους, αν πραγματικά η πατρίδα τους μπορεί να μετατρέπει τους ανθρώπους σε θεούς. Οι πρεσβευτές απάντησαν καταφατικά, και τότε ο Αγησίλαος τους είπε:
- Πρώτα μετατρέψτε τους εαυτούς σας σε θεούς, και μετά, ίσως θα πιστέψω πως και εμένα μπορείτε να κάνετε θεό.*


Ο διάσημος στρατηγός Χ.Μόλτκε (1800-1891), όταν ακόμη ήταν συνταγματάρχης γευμάτιζε μαζί με άλλους αξιωματικούς. Κατά τη διάρκεια του γεύματος ο Μόλτκε προξενούσε έκπληξη με τη συμπεριφορά του. Κάθε φορά, όταν καθόταν στο τραπέζι έβγαζε από την τσέπη του δέκα χρυσά νομίσματα και τα έβαζε δίπλα στο πιάτο του. Τελειώνοντας το γεύμα του, σηκωνόταν, κοιτούσε όλους με αυστηρό βλέμμα, έβαζε τα νομίσματα στην τσέπη του και έφευγε. Οι αξιωματικοί χάνονταν σε εικασίες προσπαθώντας να εξηγήσουν την παράξενη συμπεριφορά του διοικητή τους. Τελικά βρέθηκε ένας αξιωματικός που τόλμησε να ρωτήσει τον συνταγματάρχη για την αιτία του τόσο περίεργου φερσίματος. Ο Μόλτκε εξήγησε:
- Όταν δέχτηκα αυτό το σύνταγμα, αντιλήφθηκα ότι όλες οι συζητήσεις γύρω από το τραπέζι είναι για γυναίκες, για ιπποδρομίες και χαρτιά. Αποφάσισα να παραδίδω αυτά τα δέκα χρυσά νομίσματα στον πρώτο που θα αρχίσει μια συζήτηση με άλλο πιο έξυπνο θέμα. Όμως, μέχρι σήμερα δεν βρέθηκε τέτοιος αξιωματικός.*


Ο γνωστός Γερμανός ιστορικός Τ. Μόμσεν (1817-1903) ήταν πολύ συντηρητικός και δεν επέτρεπε να κάνουν ηλεκτρική εγκατάσταση στο σπίτι του. Τα έργα του τα έγραφε κάτω απ' το φως της λάμπας πετρελαίου.
Μια φορά όταν απουσίαζε, στο σπίτι του έκαναν ηλεκτρική εγκατάσταση. Ο Μόμσεν ήταν δυσαρεστημένος και ισχυριζόταν πως θα συνεχίσει να γράφει με τη βοήθεια της λάμπας πετρελαίου. 
Η γυναίκα του, είπε:
- Πάντα ψάχνεις τα σπίρτα για ν' ανάβεις τη λάμπα. Τώρα μπορείς ν' ανοίγεις το φως και αμέσως θα τα βρεις.
Ο Μόμσεν συμφώνησε:
- Ναι ίσως ο ηλεκτρισμός πραγματικά έχει κάποιο όφελος.*


Όταν ο διάσημος πιανίστας Ι. Πεντερέσκι (1860-1941) είχε περιοδεία στις ΗΠΑ, σε μια από τις μικρές πολιτείες, στον εξωτερικό τοίχο ενός σπιτιού είδε μια ανακοίνωση : "Μις Τζοάν δίνει μαθήματα πιάνου. Ένα μάθημα, ένα δολάριο". Ενώ  αυτή τη στιγμή η δασκάλα εκτελούσε με πολλά λάθη μια από τις νυκτωδίες του Σοπέν. Ο Πεντερέσκι μπήκε στο δωμάτιο, σιωπηλός κάθισε στο πιάνο και εκτέλεσε τη νυκτωδία. Την επόμενη μέρα ο τοίχος είχε μια καινούρια ανακοίνωση: "Μις Τζοάν, μαθήτρια του μεγάλου Πεντερέσκι. Ένα μάθημα, πέντε δολάρια".*


Μια κυρία ρώτησε τον γνωστό Ρώσο γιατρό Σ. Μπότκιν (1823-1889): 
- Γιατρέ, τι ασκήσεις πρέπει να κάνεις για να χάσεις κιλά;
- Να γυρίζετε το κεφάλι σας από αριστερά προς τα δεξιά και από δεξιά προς τα αριστερά.
- Μόνο αυτές τις κινήσεις; Και πόσο συχνά και πότε πρέπει να κάνω αυτές τις ασκήσεις.
- Κάθε φορά όταν σας κερνάνε.*


Ένας γνώστης των τεχνών είδε τα έργα του Πικάσο και δήλωσε:
- Με συγχωρείτε, όμως εγώ δεν μπορώ να καταλάβω τίποτα. Τέτοια αντικείμενα δεν υπάρχουν.
Ο Πικάσο ρώτησε:
- Μήπως καταλαβαίνετε την κινέζικη γλώσσα;
- Όχι!
- Όμως, αυτή υπάρχει.*


Μια φορά τον Πικάσο ρώτησαν ποιος είναι εκείνος ο ζωγράφος του παρελθόντος, τον οποίον θαυμάζει. Εκείνος απάντησε, πως είναι ο Ρούμπενς. Στην ερώτηση, γιατί συγκεκριμένα ο Ρούμπενς, ο Πικάσο απάντησε:
- Γιατί, μέχρι σήμερα από τους δυο χιλιάδες πίνακες που ζωγράφισε ο Ρούμπενς, διασώθηκαν τέσσερις χιλιάδες.
Τα έργα του Πικάσο είχαν περίπου την ίδια τύχη.*


Συνέχεια...