Previous Sofia Next

Multa paucis


μύθοι, παραβολές και αλληγορίες | φιλοσοφικά ανέκδοτα και ιστορίες | σκέψεις και γνώμες | προπόσεις |
μονόστιχα, δίστιχα και τετράστιχα
| λατινισμοί | ευχές και κατάρες, προσευχές και διαλογισμοί | επιγραφές, επιτάφια, τελευταία φράση και παράξενες διαθήκες | χρησιμούλεςαστεία, χωρατά, πλάκες, φάρσες και στοιχήματα | φράσεις, περίεργα της ετυμολογίας | ενδιαφέροντα στοιχεία | κομπλιμέντα | επιστολές και ομιλίες

 

 

Επιστολή - το γραπτό μήνυμα που αποστέλλεται στον παραλήπτη συνήθως μέσα σε φάκελο μέσω του ταχυδρομείου.

Ομιλία - ο λόγος που εκφωνείται σε δημόσια συγκέντρωση, ενώπιον ακροατηρίου, με συγκεκριμένο θέμα.


Επιστολές

Η τελευταία επιστολή στους φίλους του του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες
Στον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής από τον αρχηγό των Ινδιάνων Ντουγάμε Σίατλ
Στον φίλο από τον Βενιαμήνο Φραγκλίνο
Στον Ζαν Πολ Σαρτρ από την Σιμόν ντε Μπωβουάρ 

Ανοιχτή επιστολή του Λυκούργου Χατζάκου 
"Γυρεύοντας σε..." της Άννας Συμεωνίδου

Ομιλίες

Επιτάφιος Περικλέους
Γιώργος Σεφέρης. Κατά την τελετή παραλαβής του Βραβείου Νόμπελ
Χαλίλ Γκιμπράν. Προς τους γονείς 
Τσάρλι Τσάπλιν. Στα 70στά γενέθλιά του
Μαρτιν Λιούτερ Κινγκ. Στο Λίνκολν Μεμόριαλ το 1963
Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος. Η Ομιλία της 8ης Θερμηδώρ
Βλαντίμιρ Εφροημσόν. Στο Πολιτεχνικό Μουσείο το 1985




Η τελευταία επιστολή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

Την επιστολή που ο Μάρκες έστειλε στους φίλους του πριν αποσυρθεί από τη δημόσια ζωή για λόγους υγείας (καρκίνος στους λεμφαδένες)

"Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ. 
Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι'αυτό που αξίζουν, αλλά γι'αυτό που σημαίνουν. Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως. 
Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόταν. Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα! 
Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου. 
Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος. Θα ζωγράφιζα μ'ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη. Θα πότιζα με τα δάκρια μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο από τ'αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους... Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή... 
Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μία μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ. Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα. Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται! Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει. Στους γέρους θα έδειχνα ότι το θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη. 
Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους ανθρώπους... Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά. Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα. 
Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί. Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ'αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω. 
Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι. Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ'έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ'αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ'έβλεπα να βγαίνεις απ' την πόρτα, θα σ'αγκάλιαζα και θα σού δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα. 
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά. Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ' έβλεπα, θα έλεγα "σ' αγαπώ" και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη. 
Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα 'θελα να σου πω πόσο σ'αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω. Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. 
Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς. Γι' αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν'το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία. Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις "συγνώμη", "συγχώρεσέ με", "σε παρακαλώ", "ευχαριστώ" κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις. 
Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις. Ζήτα απ' τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα." 



Στον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής από τον αρχηγό των Ινδιάνων Ντουγάμε Σίατλ

Βρισκόμαστε στα 1855 ο αρχηγός των Ινδιάνων Σίατλ στέλνει την απάντηση του στον Πρόεδρο των Η.Π.Α. Φραγκλίνο Πηρς (1853-1857), που ζητά να αγοράσει την Γη της φυλής του.


''...Τα λογια μου ειναι σαν τα αστερια. Ο ουρανος που παντα εχει ενα δακρυ συμπονοιας για τον λαο μου που μας φαινεται αμεταβλητος και αιωνιος μπορει τωρα να αλλαξει. Σημερα ειναι καθαρος ,αυριο ομως ισως σκεπαστει με συννεφα. Τα λογια μου ειναι σαν τα αστερια ποτε δεν αλλαζουν.
Σ'αυτα λοιπον που θα πει ο Σηατλ μπορει ο Μεγαλος Λευκος Αρχηγος της Ουασιγκτον να βασιστει με σιγουρια, οπως βασιζεται στις εναλλαγες των εποχων.
Ο Μεγαλος Αρχηγος της Ουασιγκτον μας στελνει μηνυμα πως θελει να αγορασει την γη μας. Καλοσυνη του, παρ'ολο που ξερουμε οτι δεν εχει αναγκη την φιλια μας. Την προταση του παντως θα την σκεφτουμε καλα. γιατι ξερουμε πως αν δεν δεχτουμε ο λευκος θα θελησει με τα οπλα ν'αρπαξει την γη μας. Ρωταω ομως..Πως μπορει κανεις να πουλα η..ν'αγοραζει τον ουρανο..η..την ζεστασια της γης?

Η Ιδεα μας φαινεται περιεργη. Επειδη ακριβως δεν μας ανηκουν η δροσια του αερα και η διαυγεια του νερου.Πως λοιπον ειναι δυνατον να τ'αγορασετε.? ..Παντως μην ανησυχειτε..θα παρουμε την αποφαση μας. Καθετι πανω σε αυτη την γη ειναι ιερο για τον λαο μου.
...Καθε λαμπερη πευκοβελονα, καθε αμμουδερη ακρογιαλια ,καθε κομματακι ομιχλης στα σκοτεινα δαση, καθε ξεφωτο, καθε βουισμα εντομου ειναι ιερο στην μνημη του λαου μου. Ειμαστε κομματι της γης κι'αυτη παλι ενα κομματι απο μας. Οι χυμοι που τρεχουν μεσα στα δεντρα, μεταφερουν τις μνημες του ερυθροδερμου ανθρωπου. Τα ευωδιαστα λουλουδια ειναι αδελφες μας. Το ελαφι, το αλογο, ο μεγαλος αετος ειναι τ'αδελφια μας. Οι αποτομες ψηλες κορυφες, τα καταπρασινα λιβαδια ,η ζεστασια του πονεϊ ,ο ανθρωπος, ολα ανηκουν στην ιδια οικογενεια! Καταλαβαινει λοιπον τι μας ζηταει ο Μεγαλος Αρχηγος της Ουασιγκτον οταν μας παραγγελνει οτι θελει να αγορασει την γη μας..?

...Γρηγορα θα κατακλυσετε την χωρα..Ο Μεγαλος Αρχηγος μας παραγγελνει οτι θα μας εξασφαλισει ενα μερος ετσι που να μπορουμε να ζουμε ανετα μεταξυ μας, οπως ο πατερας που αποφασιζει για τα παιδια του..!!!.Ξερουμε οτι ο λευκος δεν καταλαβαινει τους τροπους μας. Ενα κομματι γης μοιαζει σ'αυτον μ'ενα οποιοδηποτε κομματι, γιατι ειναι ενας ξενος που ερχεται μεσα στην νυχτα και παιρνει οτι εχει αναγκη....Η γη δεν ειναι συντροφος του αλλα εχθρος του!! Με την απληστια του θα την καταβροχθισει και δεν θα αφησει πισω του τιποτα, παρα μονο ερημο!!

Βρισκουμε χαρα στα δαση... Ισως να μην καταλαβαινετε το γιατι...οι συνηθειες μας ειναι διαφορετικες απο τις δικες σας...Το πεντακαθαρο νερο που κυλαει στα ρυακια και στα ποταμια, μεταφερει στο διαβα του και το αιμα των προγονων μας...Το μουρμουρητο ειναι η φωνη τους...Καθε φευγαλεα αντανακλαση του φωτος πανω στο διαφανο νερο των λιμνων, εξιστορει γεγονοτα και παραδοσεις απο την ζωη του λαου μας....Τα ποταμια ειναι αδελφια μας..Σβηνουν την διψα μας, μεταφερουν τα κανω μας και τρεφουν τα παιδια μας...Αν σας πουλησουμε την γη μας, μην ξεχασετε να μαθετε και στα παιδια σας, πως τα ποταμια ειναι αδελφια ολων μας.!!

..Δεν καταλαβαινω... οι τροποι μας ειναι διαφορετικοι απ'τους δικους σας..Η οψι των πολεων σας κανει κακο στα ματια του ερυθροδερμου..Ο θορυβος ταραζει τ'αυτια μας...αλλα αυτο μπορει να συμβαινει επειδη ειμαι αγριος και δεν καταλαβαινω...Την αδικαιολογητη απαιτηση ν'αγορασετε την γη μας θα την σκεφτουμε προσεχτικα..
.Αν δεχτουμε θα βαλω εναν ορο.....Ο Λευκος ανθρωπος θα πρεπει να συμπεριφερεται στα ζωα σαν να ηταν αδελφια του....Ειμαι αγριος και δεν καταλαβαινω, γιατι ο λευκος αφηνει πισω του χιλιαδες νεκρα αγριοβουβαλα πυροβολωντας τα μονο για το κεφι του, μεσα απο το σιδερενιο αλογο που καπνιζει, ενω εμεις δεν σκοτωνουμε παρα μονο για να τραφουμε.....Τι ειναι ο ανθρωπος χωρις τα ζωα?..Αν εξαφανιζονταν ολα τα ζωα ο ανθρωπος θα πεθαινε απο μεγαλη πνευματικη ερημια...Οτι συμβει στα ζωα θα συμβει συντομα και στον ανθρωπο....Ξερουμε τουλαχιστον αυτο...Η ΓΗ ΔΕΝ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ...Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΗΝ ΓΗ...κι'ακομα, πως εμεις δεν δημιουργησαμε τον ιστο της ζωης, αλλα αποτελουμε μονο μια ινα μεσα σ'αυτον...Αν προκαλεσουμε καποια καταστροφη στον ιστο, οι συνεπειες θα ερθουν και σε μας τους ιδιους....Πρεπει να το παρουμε αποφαση...η νυχτα και η μερα δεν μπορουν να υπαρξουν μαζι την ιδια στιγμη..

..Ομως ο λαος μου ρωτα...Τι θελει να αγορασει ο λευκος??...Γινεται να αγορασει κανεις τον ουρανο??..η...την γρηγοραδα της αντιλοπης..?...Θα κανετε λοιπον την γη οτι θελετε επειδη ο ερυθροδερμος θα υπογραψει ενα κομματι χαρτι και θα το παραδωσει στον λευκο..?
...Την στιγμη που ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΝΗΚΕΙ Η ΔΡΟΣΙΑ ΤΟΥ ΑΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΦΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ γιατι επιμενετε να τα αγορασετε..?..Ολοι μοιραζονται τον αερα με την ιδια πνοη...τα ζωα, τα δεντρα, ο ανθρωπος, μοιραζονται την ιδια ανασα. Ο αερας που εδωσε στον παππου μας την πρωτη του αναπνοη, θα παρει και τον τελευταιο του στεναγμο....Ο λευκος δεν φαινεται να δινει σημασια στον αερα π αναπνεει...Οπως ο αρρωστος που του εχει εξασθενησει η οσφρηση...Πουθενα στις πολιτειες των λευκων δεν υπαρχει μια ησυχη ειρηνικη γωνια....Δεν υπαρχει τοπος να σταθεις, ν'ακουσεις το ξεπεταγμα των φυλλων την ανοιξη..η..το βουητο των εντομων...Αλλα τι μενει απο την ζωη οταν ο ανθρωπος δεν μπορει να αφουγκραστει το μοναχικο καλεσμα του κοκκινολαιμη..η..τις συζητησεις των βατραχων την νυχτα στην μικρη λιμνη..??
ΙΣΩΣ ΕΙΜΑΙ ΑΓΡΙΟΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΩ
Θα την σκεφτουμε την προταση σας...Δεν εχει σημασια που θα περασουμε το υπολοιπο της ζωης μας...Τα παιδια μας ειδαν τους πατεραδες τους ταπεινωμενους...Οι πολεμιστες μας ντροπιαστηκαν...Μετα τις ηττες περνουν τις μερες τους ασκοπα και δηλητηριαζουν τα κορμια τους με δυνατο ποτο
Μετα απο λιγα φεγγαρια, κανενα παιδι των μεγαλων φυλων, δεν θα μεινει για να πενθησει ενα λαο , που καποτε ηταν δυνατος και με πολλες ελπιδες.... οπως ο δικος σας σημερα..
ΤΙ ΝΑ ΠΕΝΘΗΣΩ ? ΤΙ ΝΑ ΠΕΝΘΗΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΦΑΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΜΟΥ ??
Οι λαοι αποτελουνται απο ανθρωπους και οι ανθρωποι ερχονται και φευγουν οπως τα κυματα της θαλασσας....Ο καιρος της δικης σας παρακμης ειναι ακομα μακρια αλλα θα ερθει...κανεις δεν ξεφευγει απο το γραφτο του...Μολυνετε το κρεββατι σας ...και μια νυχτα θα παθετε ασφυξια απο τα ιδια σας τα απορριματα....Αν ξεραμε τα ονειρα του λευκου.!!...Ο Θεος σας προσφερει κυριαρχια στα ζωα, τα δαση και τους ερυθροδερμους για καποιον ιδιαιτερο λογο...Ομως αυτος ο λογος ειναι ενα αινιγμα για μας...Ειναι κατι που δεν καταλαβαινουμε οταν ολα τα αγριοβουβαλα εξοντονωνται, οταν τα αγρια αλογα δαμαζονται, οι αποκρυφες γωνιες του δασους μολυνονται απο τους ανθρωπους και η οψη των λοφων που ειναι γεματη απο λουλουδια γεμιζει απο τα καλωδια του τηλεγραφου...
....Που ειναι η λοχμη...? ΕΞΑΦΑΝΙΣΜΕΝΗ...Που ειναι ο αετος..? ΕΞΑΦΑΝΙΣΜΕΝΟΣ....Αυτο ειναι το τελος της ζωης και η αρχη του θανατου....Οταν ο τελευταιος Ινδιανος λειψει απο την γη και ο λευκος φερνει στην μνημη του τον λαο μου σαν ενα θρυλο...οι ψυχες των νεκρων μας θα ταξιδευουν σαν το συννεφο πανω στον καμπο....θα γεμιζουν τις ακρογιαλιες και θα φιλοξενουνται στα δαση που αγαπησαν...οπως το μωρο που αγαπα τον χτυπο της μητρικης καρδιας...Ο ΛΕΥΚΟΣ ΔΕΝ ΘΑ'ΝΑΙ ΠΟΤΕ ΜΟΝΟΣ Σ'ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΤΟΠΟ....
Ας μεταχειριστει λοιπον τον λαο μου με δικαιοσυνη και ειλικρινεια...γιατι στους νεκρους δεν λειπει η δυναμη.......Μιλησα για θανατο..?
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΑΝΑΤΟΣ..ΜΟΝΟ Η ΕΝΑΛΛΑΓΗ ΤΩΝ ΚΟΣΜΩΝ...''


Στον φίλο από τον Βενιαμήνο Φραγκλίνο

Το 1745, o 39 χρονός Βενιαμήνος Φραγκλίνος έγραψε μια επιστολή με συμβουλές στον τομέα του σεξ, η οποία έγινε από τις πιο γνωστές στην ιστορία των αμερικάνικων γραμμάτων. Το πρωτότυπο της επιστολής φυλαγόταν στα αρχεία του Υπουργείου των Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών και εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1926. Η επιστολή γράφτηκε από τον Φράνκλιν για το «φίλο» ο οποίος ίσως ζήτησε τη συμβουλή του πάνω στο θέμα. Η απάντηση του Φραγκλίνο ήταν σύντομη: ο "φίλος" πρέπει επειγόντως να βρει μια γυναίκα, και είναι σοφό, αν η σύζυγος του δε θα είναι νέα, αλλά ώριμη γυναίκα. Για να υποστηρίξει τις απόψεις και τις πεποιθήσεις του ο Φραγκλίνος έδωσε τις ακόλουθες συμβουλές:

1.Οι ώριμες γυναίκες είναι πιο έξυπνες, είδαν και γνωρίζουν περισσότερα. Είναι πιο ευχάριστες ως συνομιλητές. 
2. Όταν οι γυναίκες χάνουν την ομορφιά τους μαθαίνουν να είναι πιο απλές και ευγενικές. Για να διατηρήσουν την επιρροή της πάνω στον άνδρα, μαθαίνουν να είναι χρήσιμες σε όλα του τα προβλήματα. Μαθαίνουν πώς να εξυπηρετούν τον άνδρα τους, γίνονται πιο τρυφερές. Είναι οι καλύτεροι φίλοι και βοηθοί, αν έτυχε κάποια δυστυχία ή είστε άρρωστος. 
3. Αν μια ώριμη γυναίκα αποφασίζει να κάνει μια σχέση με ένα άλλο άνδρα, θα το κάνει με μεγάλη επιδεξιότητα και διακριτικότητα.
Η ώριμη γυναίκα, σε αντίθεση με νέα, πάντα προσπαθεί να διατηρήσει την υπόληψή σας. Όσο για τη δική της φήμη, αν γίνει γνωστή η σχέση, οι άνθρωποι πιο εύκολα θα κατανοήσουν και θα συγχωρήσουν μια ώριμη γυναίκα (αλλά σίγουρα όχι μια νέα!), η οποία αποφάσισε να λάβει υπό την αιγίδα της τον νεαρό άνδρα για να του διδάξει καλούς τρόπους, ή να του δώσει κάποιες πολύτιμες συμβουλές και να μην τον αφήσει να καταστρέψει την υγεία του και την ευεξία του με πόρνες. 
4. Κατά τη διάρκεια των σχέσεων με ώριμες γυναίκες η αμαρτία σου είναι ασήμαντη. Ενώ αν έκανες μια σχέση με νέα παρθένα, μπορείς να την κάνεις δυστυχισμένη για το υπόλοιπο της ζωής της. 
5. Θα έχεις πολύ λιγότερες τύψεις. Μπορεί αργότερα να νιώσεις μεγάλη πικρά ότι έκανες ένα νεαρό κορίτσι δυστυχισμένο. Μα ποτέ δεν θα μετανοήσεις που έκανες μια ώριμη γυναίκα ευτυχισμένη!
6.Και τελευταίο. Είναι τόσο ευγνώμων μετά!... 


Στον Ζαν Πολ Σαρτρ από την Σιμόν ντε Μπωβουάρ 

Διαβάζοντας κανείς την ερωτική επιστολή της Σιμόν ντε Μπωβουάρ στον Ζαν Πολ Σαρτρ, ίσως παραξενευτεί. Κι αυτό γιατί πολλοί έχουν την εντύπωση ότι η Μπωβουάρ ήταν μια χειραφετημένη και ανεξάρτητη γυναίκα που δεν αφέθηκε ποτέ στον έρωτα και τις εντάσεις του.
Ωστόσο η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Ναι, η Σιμόν ντε Μπωβουάρ πίστευε όσα έγραφε, αλλά στην προσωπική της ζωή ήταν και εκείνη μια γυναίκα που είχε ανάγκη από έρωτα και αγάπη, όπως όλοι μας.
Η ερωτική επιστολή της Μπωβουάρ που παραθέτουμε εδώ είναι γραμμένη όταν εκείνη ήταν στο Παρίσι και ο Σαρτρ στην Αμερική. Τον παρακαλά να γυρίσει κοντά της, και εκείνος δέχεται. Της λέει ξανά ότι την λατρεύει. Κι η Μπωβουάρ –μία ερωτευμένη γυναίκα που είχε πληγωθεί πολύ εξ’ αιτίας της απουσίας του νιώθει πάλι χαρούμενη. Και του γράφει:


«Αγάπη μου .. μου είχες πει κάποτε ότι μ’ αγαπάς επειδή με κάνεις ευτυχισμένη (ίσως να μην το θυμάσαι, λες τόσα πολλά ανόητα πράγματα) λοιπόν αυτή την στιγμή θα πρέπει να μ’ αγαπάς πολύ, γιατί μ’ έκανες ακόμη πιο ευτυχισμένη. Υπερκέρασες ακόμη και το πόσο δυστυχισμένο έκανα τον εαυτό μου εξ’ αιτίας σου.
Σ’ ευχαριστώ, είναι τόσο γλυκό να σ’ αγαπάει κανείς, σήκωσες ένα βάρος από την καρδιά μου και τώρα αρχίζω πάλι να ταξιδεύω προς το μέρος σου αργά αλλά σταθερά. Η σκέψη να νοικιάσουμε ένα εξοχικό σπίτι μ’ αρέσει πάρα πολύ. 
Θα είμαι τόσο ευγενική και καλή, θα δεις, θα σφουγγαρίζω το πάτωμα, θα σου μαγειρεύω όλα τα γεύματα, θα γράφω το βιβλίο σου μαζί με το δικό μου, θα σου κάνω έρωτα δέκα φορές κάθε νύχτα κι άλλες τόσες κάθε μέρα, ακόμη κι αν αισθάνομαι λίγο κουρασμένη. Αγάπη μου.. είμαι σίγουρη ότι ποτέ δεν έκανες κάποιον τόσο ευτυχισμένο όσο έκανες εμένα.
Μπορείς να είσαι περήφανος. Φαίνεσαι πια τόσο κοντά, αν γυρίσω το κεφάλι μου θα σε δω αναπαυτικά ξαπλωμένο στο κρεβάτι μου, μισοκοιμισμένο και ζεστό, μου φαίνεται ότι μπορώ όποτε θέλω, να πάω να ξαπλώσω δίπλα σ’ αυτό το ζεστό και δυνατό σώμα. Το λαχταρώ.
Αγαπημένε μου, που είναι τόσο γλυκό να σ’ αγαπώ».


Ανοιχτή επιστολή του Λυκούργου Χατζάκου

Δημοσιεύθηκε μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα

Άκου φίλε,

Γνωρίζω ότι βρισκόσουν πάντοτε, δίπλα μου. Περιέφερες την άθλια και χυδαία ύπαρξή σου στις πλατείες, τις συγκεντρώσεις, τα καφενεία. Αναζητούσες απελπισμένα ένα κοπάδι να κρύψεις την μιζέρια και την μικρότητά σου.
Υποθήκευες την αξιοπρέπειά σου, επιζητώντας την συναναστροφή «σπουδαίων» και «πετυχημένων» που όμως σε ανέχονταν, μόνον, ως διάκοσμο της αυλής τους.
Ευτέλιζες την λαϊκή σου προέλευση, θεωρώντας τους γονείς σου και την κοινωνία ολόκληρη, ως υπεύθυνους που δεν γεννήθηκες στο Κολωνάκι, αλλά, στην Νίκαια. Ψευτόμαγκας, τσαμπουκάς του κώλου, χυδαίο ανθρωπάκι, ποτέ δεν αντιλήφθηκες το μεγαλείο των αυθεντικά λαϊκών και έντιμων ανθρώπων της γειτονιάς σου. Οι έννοιες αυτοσεβασμός, αξιοπρέπεια, γνώση σου είναι παντελώς ξένες. Μόνο το βόλεμα και οι αρπαχτές για την πρόστυχη και χυδαία ύπαρξή σου σε ενδιέφεραν.
Χυδαιολογούσες και οι πόθοι σου ήταν υλικό για πορνογράφημα, έψαχνες τρόπους να καταξιώσεις το «γαμηστιράκι» σου, γιατί έτσι πίστευες ότι θα γινόσουν και εσύ κάτι.
Ως γνήσιο, αποτυχημένο ρεμάλι συσσώρευες μίσος όλο αυτό το διάστημα. Από την εφηβεία σου μέχρι και χθες. Μισούσες τους άλλους γιατί είχαν κάτι καλύτερο από εσένα, γιατί οι «γκόμενες», ακόμη και οι πιο εύκολες, δεν σου κάθονταν εξ αιτίας της μιζέριας και της αθλιότητας που ανέδυε όλη σου η ύπαρξη. Ο φθόνος, η ανεπάρκειά σου, η δουλική και ελεεινή φύση σου, σε περιέφεραν εδώ κι εκεί, σε διάφορους πολιτικούς και κοινωνικούς χώρους, με την προσδοκία να βρεις επιτέλους την στάνη που θα σε αποδεχόταν ως ισότιμο μέλος και που, κυρίως, θα σε βόλευε, έστω και εις βάρος άλλων και ποτέ δεν ενδιαφέρθηκες να κάνεις κάτι που θα σε έκανε καλύτερο ως άνθρωπο. Για αυτόν τον λόγο, πάντοτε για τα όσα κακά σου τύχαιναν, έφταιγαν άλλοι. Οι Εβραίοι, οι ξένοι, οι μετανάστες, οι ομοφυλόφιλοι κ.λπ.-κ.λπ.
Η κρίση, η ανεπάρκεια και η αφέλεια των πολιτικών σχηματισμών, από-ενοχοποίησε το μαντρί της παράνοιας και της μισανθρωπιάς. Εντάχθηκες σε αυτό και ένοιωσες ότι, επιτέλους, βρήκες στον φυσικό σου χώρο. Τον χώρο που η γνώση και η ικανότητα να σκέπτεσαι είναι μειονεξία. Τον χώρο που σε επιβράβευε γιατί αρκούσε μόνο να μπορείς να κρατάς το στυλιάρι. Ζήλευες γιατί δεν έτυχες σε ηρωικές εποχές όπως οι όμοιοί σου. Τότε θα ήσουν και εσύ ένας από τους ήρωες, τους πρωτοπόρους του «νέου Εθνικού Παρθενώνα».¨
Φόρεσες ένα μαύρο μπλουζάκι, κοπάνησες 2-3 δυστυχείς μετανάστες, πήγες στο Σύνταγμα και γκάριξες «Ελλάς-Ελλάς η ταν η Επι τας» (άραγε, ξέρεις ηλίθιε τι σημαίνει), φράση που ανακάτευες με τα γηπεδικού χαρακτήρα συνθήματά σου (θυμάσαι τα «α και ου γ…ώ το ΔΝΤ κ.λπ.;) και από μηδενικό έγινες νούμερο. Θεώρησες ότι απέκτησες υπόσταση. Βρέθηκαν και κάποιες εκατοντάδες ηλιθίων συμπατριωτών μας και σε χειροκρότησαν. Θεός! Γαμείς και δέρνεις!
A! απέκτησες και ιδεολογία και αξίες: δεν είσαι πλέον τραμπούκος ή χούλιγκαν ή απλά ο μαλάκας της γειτονιάς. Είσαι «Έλληνας Εθνικιστής», υπερασπιστής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Το γεγονός ότι αγνοείς κάθε αξία και αρχή του πολιτισμού αυτού, είναι λεπτομέρεια.

Μάθε λοιπόν, ότι εξαπατήθηκες! Μαλάκας πιάστηκες και εδώ. Έλληνας σημαίνει ανοχή και κατανόηση, αντίληψη και γνώση.

Η δημιουργική όσμωση των πολιτισμών και η ανοικτή πολυπολιτισμική κοινωνία της Αθήνας δημιούργησαν τον Παρθενώνα. Όχι, οι ξενοφοβικές θεωρίες και τα ουρλιαχτά παλιάτσων. Αλήθεια, πιστεύεις ότι οι άναρθρες κραυγές ηγετών-καρικατούρα ή οι τραμπουκικές οθωμανικές βλαχο-μπαρόκ μαγκιές, έχουν κάποια σχέση με τον Σωκράτη ή τον Πλάτωνα ή τον Περικλή; Ο Ελληνικός πολιτισμός, ήταν πάντοτε ανοικτός, ανεκτικός και αξιοποιούσε κάθε διαφορετικό στοιχείο ανεξαρτήτως από πού προερχόταν. Ακόμη, νομίζεις αγράμματε, ότι στην Βουλή της Αθήνας, στην Πνύκα ή όπου οι αρχαίοι μου πρόγονοι διαβουλεύονταν αντάλλασαν ύβρεις και διαλόγους όπως πράττουν τα κοινοβουλευτικά (;!)σου ινδάλματα; Ελληνικός πολιτισμός, σημαίνει Δημοκρατία, δυνατότητα να ακούς, αντοχή στην διαφορετική άποψη και ευφυΐα να εφευρίσκεις και να παραθέτεις επιχειρήματα. Ο Ελληνικός πολιτισμός ποτέ δεν υπήρξε επιθετικός, γιατί δεν τον δημιούργησαν πρωτόγονοι.
Και έφτασες στον φόνο. Ποιός κέρδισε ηλίθιε; Πάλι εσύ χάνεις. Χάνεις καθημερινά, γιατί μπορεί μια κοινωνία να έχει μια μικρή ή μεγάλη μερίδα καθυστερημένων και τα πλέον ταπεινά ένστικτα των ανθρώπων να βγαίνουν στην επιφάνεια στις δυσκολίες, μπορεί οι ελλείψεις και οι ανεπάρκειες μιας πολιτικής και της διοίκησης να έδωσαν ερείσματα στις άναρθρες κραυγές σου• αλλά, όταν όλα περάσουν –που θα περάσουν- θα επιστρέψεις και πάλι στο μνήμα της ανυπαρξίας. Ενώ, το μνήμα που άνοιξες, θα λάμπει, σαν ιερός βωμός. Και θα μας θυμίζει πάντοτε, την φτήνια και την αθλιότητά σου. Την γελοιότητά σου. Θα προκαλείς αισθήματα ντροπής για όσους σε χειροκρότησαν ή σε υποστήριξαν, έστω και μέσα στην αφέλεια ή την άγνοιά τους. Θυμήσου: πάντα έτσι καταλήγει. Ποτέ δεν κράτησε για πολύ το βρώμικο και αιματηρό παραμυθάκι σου. Οι ονειρώξεις σου για μεγαλεία πάντοτε έχουν κακή κατάληξη, για εσένα… Γιατί κανείς δεν θέλει να γυρίσει πίσω, γιατί δεν θέλω το παιδί μου να βιώσει τον τρόμο των παρακρατικών συμμοριών του ’70, του αστυνομικού-φόβητρο και την χώρα μου απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Γιατί στο τέλος τους δειλούς, κανείς δεν θέλει να γνωρίζει ή να θυμάται ότι συνυπήρξε. Και είσαι δειλός, γιατί μπορεί να τσαμπουκαλεύεσαι με όποιον σου αντιπαρατίθεται, αλλά, ποτέ δεν τόλμησες να τα βάλεις με τον εαυτό σου. Άλλωστε, στους πρεζέμπορους και στους νταβατζήδες μετανάστες της Πατησίων, δεν σε είδα ποτέ να «την πέφτεις» (γιατί άραγε;). Μόνο κανένα ξεμοναχιασμένο ταλαίπωρο πετύχαινες.

Μάθε, λοιπόν, πως όταν περνάει η μπόρα, κανείς δεν θέλει να σε θυμάται. Γιατί πάντοτε ξυπνάς και ανακαλύπτεις ότι πάλι μαλακία ήταν …. Και πλέον, οι αφελείς που ακολούθησαν μαζί σου τον ίδιο δρόμο, δεν έχουν πια δικαιολογία.

Γυρεύοντας σε...

Η Άννα Συμεωνίδου είναι κόρη ενός φίλου μου και πάει στην Β τάξη γυμνάσιου. Μέχρι προσφάτως έγραφε πολύ καλά παραμύθια που ξεχωρίζουν με ένα πολύ πλούσιο, όχι παιδικό λεξιλόγιο. Κι όταν ο σύνδεσμος εκδοτών Βορείου Ελλάδος οργάνωσε μαθητικό διαγωνισμό η Άννα έγραψε ένα πολύ συναισθηματικό κείμενο που αποκάλεσε ποίημα. Η παρακάτω «επιστολή»?, «κατάθεση ψυχής»? δεν προέρχεται από βιωματικές εμπειρίες της νεαρής κοπέλας, τουλάχιστον οι εξηγήσεις της ήταν πολύ πειστικές. Η Άννα είναι ένα φαινόμενο, που ονομάζεται ταλέντο. Αυτό το ταλέντο είναι σεμνό και λιγομίλητο, ενώ μέσα της υπάρχει ένα ηφαίστειο που κοχλάζει από λάβα αισθημάτων και φαντασιών.


«Τι θάλασσες, τι ουράνια έχω ψάξει να σε βρω, προσευχή βγάζω απ’ τον πόνο, τον αβάσταχτο αποχωρισμό. Φίλε μου, συνοδοιπόρε μου, τι έχω φταίξει, ποια ειν’ τα λάθη που έκανα για να πληρώνω με κάθε καυτό δάκρυ; Είναι η ζωή αιώνιος αγώνας, λένε, άλλοι μάχονται και άλλοι κλαίνε. Όμως εγώ σε ποια ομάδα ανήκω, φίλε μου, δίχως εσένα πλάι μου; Μόνη κι έρμη έμεινα και σ’ αυτό το παιχνίδι; Ποια μαύρη τρύπα και θεριό της φύσης σε πήρε απ’ την αγκάλη μου; Αγάπη… τι είναι τούτη η μαγική, μα ξεχασμένη λέξη; Είναι κλειδί που όλοι ξεχνούν, κι έτσι αμοιβή δε παίρνουν, μα για μένα που τη δείχνω, πότε το φεγγάρι θα φέξει; Σε γυρεύω, δε σε βρίσκω, αιώνια δύνη με τυλίγει, απελπισία, εχθρός αναστημένος που είχα καιρό πολύ να ανταμώσω… Σαν σε χάνω, θαρρείς και παίρνουν από μέσα μου ένα κομμάτι αναπόσπαστο… Χωρίς αυτό, το θαύμα δε θα γίνει… Λες και λείπει ο Άρτος ο ευλογημένος από το Μυστικό Δείπνο… Είσαι για μένα σύμβουλος, χωρίς εσένα σβήνω… Άραγε θα με αξιώσει ο Θεός πάλι πλάι μου να ανοίξεις τα χιλιοφιλημένα τούτα χείλη από πανάρχαιες νεράιδες και με συμβουλές να με γεμίσεις; Τις γλυκές σου τις κουβέντες πάλι να αναβλύσεις; Και το πιστεύω φίλε μου, στον ώμο της πεντάμορφης και δυναμικής, βαθυστόχαστης θεάς και γλαυκομάτας κόρης θα σε βρω, γιατί από τέτοια σοφία και θεά θα θαμπωθεί… Ποιος θα με καταλάβει, ποιος τα ωραία τούτα χέρια με τις θαυμαστές παλάμες απλόχερα θα μου ανοίξει, φίλε μου; Ποιος θα με πλησιάσει και λόγια αλληγορικά στο αφτί θα μου ψιθυρίσει; Τα ωραία τούτα τριαντάφυλλα, σα του μικρού πρίγκιπα, ποιος παρέα μου θα τα μυρίσει; Σε χρειάζομαι… Για το ευλογημένο χθες που μαζί σου το πέρασα, για το λυπητερό τώρα που μακριά σου καταριέμαι, για το άγνωστο αύριο που εύχομαι να σε δω… Πού είσαι;! Η μοιρολατρική καρτερικότητα με θλίβει και με πνίγει… Το ένστικτό μου για το πεπρωμένο μου, μου μαρτυρά πως θα σε ξανανταμώσω στην επόμενη ζωή… Όταν πια μόνη μου απασχόληση θα είναι τη σιωπή σου να ερμηνεύω και τις συγκλονιστικές σου λέξεις να ριζώνω στα έγκατα της μηδαμινής μου καρδιάς… Μου λείπεις… Μου λείπει το χαμόγελό σου, το νηφάλιο βλέμμα σου, η ρυθμική σου ανάσα που άρωμα μέντας μου προσφέρει μου λείπει όσο τίποτε… Χορεύει και η ψυχή μου ακόμα με το ποιητικό σου ύφος, κάθε κομμάτι της χοροπηδά σ’ ένα βιβλίο πιάνου, λες και από κάθε πάτημα φυτρώνει κι ένας ήχος… Μα σαν με παράτησες, άρχισε να θυμίζει σκουριασμένη βιόλα… Κενό γίνεται η μοναξιά κι ο Χάρος αγορεύει τα νομίσματα και εις βάρος μου χασκογελά… θα κατακτήσει και τούτα τα απεριποίητα εδάφη που σαν έφυγες, αδειάσαν; Φαίνεται ότι η ψυχή στα δυό είν’ χωρισμένη: το ένα της κομμάτι αόρατη δύναμη το κατέχει, κάτι που και ο άθεος και ο αμαρτωλός γνωρίζουν… Το άλλο είναι σίγουρα για σένα προορισμένο… Παρ’το!, αν αυτό είναι που σου λείπει κι αποτέλειωσέ με! Γιατί δε θα το αντέξω-και το ξέρεις- σα Πηνελόπη να περιμένω με χέρια σταυρωμένα και να υφαίνω υφαντό απατηλό… Θα γίνεις ο Οδυσσέας μου ή να σβήσει κάθε υπόλειμμα ελπίδας στη ματωμένη μου καρδιά που στύβεις μέρα νύχτα; Το χέρι μου πιάσε και πάρε μου στάλα στάλα τη φωνή, δική σου είναι η σαρξ, δικά σου όλα γίνονται, αρκεί να επιστρέψεις! Καημός, λυγμός και σκοτωμός θερίζει την καρδιά μου! Όλες σου οι αρετές είν’ αλοιφή στην κάθε μου πληγή… Σαν άγγελος, σα τον ψυχοπομπό Ερμή έλα και ρίξε με μες στον αιώνιο ύπνο, αδιαμαρτύρητα να αφεθώ στην άδολη και φωτεινή σου πλάνη… Άλλο πόνο να μη πάρω, δε το αξίζω αυτό! Όσα κι αν μου πρόσφερες, πες μου, γιατί το δρόμο χάραξες χωρίς επιστροφή; Σε πόνεσα, σε πλήγωσα, μήπως άσχημα μίλησα; Δωσ’ μου λυτρωτικό φιλί, σα φοίνικας να αναγεννηθώ από τις στάχτες τις αισχρής απελπισίας που σκλαβώνει… Σε ικετεύω φίλε μου, είναι στη μοίρα μου να ταξιδεύω, όχι για να ανακαλύψω τον κόσμο… Τούτο φαντάζει πολύ μονότονο και συνηθισμένο, διόλου πρωτοποριακό, δεν αρμόζει στο χαρακτήρα μου, κι εσύ ο ίδιος θα το ομολογούσες… Μα να ανακαλύπτω κάθε πτυχή της ψυχής σου θαυματουργή και να δοξάζω το Θεό, που ναι!, υπάρχει ακόμα κάπου εκεί και με συμπονά! Βάλε μπρος, λοιπόν, φίλε μου, κάνε εσύ το τελευταίο βήμα προς τη λύτρωση… Είναι δύσκολη και αιματηρή η πορεία γυρεύοντάς σε…»

Άννα Συμεωνίδου
2014

 

 




Επιτάφιος Περικλέους

35. «Οι περισσότεροι απ’αυτούς που έχουν μιλήσει εδώ ως τώρα επαινούν κείνον που πρόστεσε στην καθιερωμένη τελετή το λόγον τούτον, γιατί νομίζουν πως είναι ωραίο να εκφωνείται για να τιμηθούνε στην ταφή τους οι νεκροί των πολέμων. Εγώ θα είχα τη γνώμη πως σε ανθρώπους που δείχτηκαν γενναίοι με έργα, θα’ταν αρκετό με έργα να δειχτούν κι οι τιμές, όπως αυτά που και τώρα βλέπετε ότι ετοιμάστηκαν με τη φροντίδα της πολιτείας γύρω από τούτη την ταφή, και να μην κινδυνεύουν αν γίνουν πιστευτές οι παλικαριές πολλών από ένα μονάχα άντρα, αν μιλήσει καλά ή άσχημα. Γιατί είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς με το σωστό μέτρο σε θέμα στο οποίο με πολύ κόπο γίνεται πιστευτό ότι λέει την αλήθεια. Γιατί όποιος ξέρει καλά τα γεγονότα κι είναι ευνοϊκός ακροατής, θα θεωρήσει ίσως ότι λέγονται αυτά κάπως κατώτερα απ’όσα ξέρει και θέλει ν’ακούσει, κι όποιος πάλι δεν τα γνωρίζει, θα νομίσει, από φθόνο, ότι μερικά είναι υπερβολές, αν τύχει κι ακούσει κάτι που ξεπερνά τη δύναμή του. Γιατί οι έπαινοι, όταν λέγονται για άλλους, είναι ανεχτοί μονάχα ως εκεί που καθένας νομίζει ότι κι ο ίδιος είναι ικανός να κάμει κάτι απ’όσα άκουσε. για τα παραπάνω απ’τη δύναμή του, επειδή αμέσως τον πιάνει η ζήλια, δε δίνει πίστη. Αφού όμως οι πρόγονοι έκριναν πως έτσι αυτά είναι καλά, πρέπει κι εγώ, ακολουθώντας τη συνήθεια, να προσπαθήσω να ικανοποιήσω όσο μπορώ πιο πολύ, του καθενός σας την επιθυμία και τη γνώμη. 
36. «Θα αρχίσω από τους προγόνους πρώτα. είναι αλήθεια, δίκαιο μαζί και ταιριαστό σε τέτοια τελετή να τους δίνεται η τιμή αυτής της μνημόνευσης. Γιατί ζώντας στη χώρα αυτή οι ίδιοι πάντα, η μια γενιά ύστερα απ’την άλλη, χάρη στην αντρεία τους μας την παρέδωσαν ελεύθερη ως σήμερα. Και κείνοι λοιπόν είναι άξιοι για έπαινο κι ακόμη περισσότερο οι πατέρες μας. αυτοί, κοντά σ’εκείνα που κληρονόμησαν, απόχτησαν την ηγεμονία που έχουμε, όχι χωρίς κόπο, και την άφησαν σ’εμάς τους τωρινούς. Της ηγεμονίας αυτής τη δύναμη 
αυξήσαμε περισσότερο εμείς εδώ, όσοι σήμερα βρισκόμαστε ακόμη κάπου στην ώριμη ηλικία, κι ετοιμάσαμε την πόλη να’χει απόλυτη αυτάρκεια σε όλα και για πόλεμο και για ειρήνη. Αυτών εγώ τα πολεμικά κατορθώματα με τα οποία αποχτήθηκε το καθένα, ή αν κάποτε εμείς οι ίδιοι ή οι πατέρες μας αποκρούσαμε θαρραλέα κάποιον επιδρομέα βάρβαρο ή Έλληνα, θα τα παραλείψω, γιατί δε θέλω να μακρηγορώ ’ανθρώπους που τα ξέρουν. Ποιες όμως αρχές ακολουθώντας φτάσαμε σ’αυτήν την ακμή και με ποιό πολίτευμα και τρόπο ζωής έγινε η πόλη πιο μεγάλη, αυτά θα παρουσιάσω πρώτα κι ύστερα θα προχωρήσω και στων νεκρών των τωρινών τον έπαινο, γιατί νομίζω πως μια τέτοια ώρα δε θα’ταν άπρεπο να ειπωθούν αυτά, κι ακόμη πως είναι ωφέλιμο όλο το συγκεντρωμένο εδώ πλήθος πολιτών και ξένων να τ’ακούσει. 
37. «Έχουμε πολίτευμα που δεν αντιγράφει των άλλων τους νόμους, αλλά πιο πολύ είμαστε εμείς παράδειγμα σε μερικούς παρά μιμητές τους. Κι έχει τούτο το πολίτευμα το όνομα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, γιατί δε διοικούν οι λίγοι, αλλά οι περισσότεροι. κι είναι όλοι οι πολίτες μπροστά στους νόμους ίσοι για τις ιδιωτικές τους διαφορές. για την προσωπική όμως ανάδειξη και τις τιμές, καταπώς ξεχωρίζει καθένας σε κάτι προτιμιέται στα δημόσια αξιώματα, πιο πολύ γιατί είναι ικανός παρά γιατί τον ανάδειξε ο κλήρος. ούτε πάλι κάποιος, επειδή είναι φτωχός, κι ενώ μπορεί να κάμει κάτι καλό στην πολιτεία, εμποδίζεται απ’αυτήν την ασήμαντη κοινωνική του θέση. Κι όχι μονάχα στη δημόσια ζωή μας ζούμε ελεύθεροι, αλλά και στις καθημερινές μας σχέσεις είμαστε λυτρωμένοι από την καχυποψία μεταξύ μας και δεν θυμώνουμε με το γείτονά μας, αν κάτι καταπώς τον ευχαριστεί, ούτε παίρνουμε απέναντί του το ύφος του ενοχλημένου, πράγμα που μπορεί βέβαια να μην τον βλάφτει, σίγορα όμως τον στενοχωρεί. Κι ενώ στην ιδιωτική μας ζωή δεν ενοχλούμε ο ένας τον άλλο, στα δημόσια πράγματα δεν κάνουμε παρανομίες από εσωτερική προπάντων παρόρμηση, υπακούοντας στους κάθε φορά άρχοντες μας και στους νόμους, ιδιαίτερα σε κείνους απ’αυτούς που έχουν ψηφιστεί για την προστασία των αδικημένων και σ’όσους, αν κι άγραφοι, όμως φέρνουν ντροπή αναμφισβήτητη στους παραβάτες. 
38. «Αλλά και για το πνεύμα μας φροντίσαμε και βρήκαμε πάρα πολλούς τρόπους ξεκούρασης, με τη συνήθεια να τελούμε αγώνες και γιορτές απανωτά όλον το χρόνο και να’χουμε, καθένας για τον εαυτό του, τα καλοσυγυρισμένα σπιτικά μας. η καθημερινή ευχαρίστηση που δίνουν αυτά αποδιώχνει τη στεναχώρια. Ακόμη φτάνουν, μια και η πόλη μας είναι τόσο δυνατή, από κάθε γωνιά της γης τα πάντα κι έτσι συμβαίνει εμείς να μη χαιρόμαστε σαν περισσότερο δικά μας τ’αγαθά της χώρας μας απ’ό,τι κείνα των άλλων ανθρώπων. 
39. «Διαφέρουμε απ’τους αντιπάλους μας και στη μελέτη των πολεμικών στ’ακόλουθα. Την πόλη μας την έχουμε ανοιχτή σ’όλους και ποτέ με ξενηλασίες δεν εμποδίζουμε κάποιον να δει ή ν’ακούσει κάτι, που αν δεν έμενε κρυφό και το ‘βλεπε κάποιος εχθρός θα μπορούσε να ωφεληθεί, γιατί πιο πολύ στηριζόμαστε όχι στις ετοιμασίες και στα στρατηγήματα παρά στην προσωπική μας ευψυχία την ώρα της δράσης. Και στην ανατροφή, ενώ εκείνοι, με επίπονες ασκήσεις, από παιδιά ακόμη κυνηγούν την αντρεία, εμείς, μόλο που ζούμε άνετα, βαδίζουμε μ’όχι λιγότερο θάρρος στους ίδιους κινδύνους. Και να η απόδειξη. οι Λακεδαιμόνιοι δεν εκστρατεύουν μονάχοι τους στη χώρα μας, αλλά μ’όλους τους συμμάχους τους, ενώ εμείς μονάχοι εισβάλλουμε στη χώρα των άλλων και, μ’ όλο που πολεμούμε σε ξένη γη, χωρίς δυσκολία, τις περισσότερες φορές, νικούμε αυτούς που υπερασπίζουν τα σπίτια τους. Και συγκεντρωμένη τη δύναμή μας κανείς εχθρός ως τώρα δεν αντιμετώπισε, γιατί εμείς, ταυτόχρονα, και το ναυτικό φροντίζουμε και στη στεριά στρατό, σε πολλά μέρη, από μας τους ίδιους στέλνουμε. Κι αν κάπου οι εχθροί συγκρουστούν με κανένα μικρό μας τμήμα, αν νικήσουν μερικούς από μας, καυχιούνται πως μας απόκρουσαν όλους, αν πάλι νικηθούν, λένε πως νικήθηκαν απ’όλους μας μαζί. Κι όμως, αν έχουμε τη θέληση ν’αντικρίζουμε τον 
κίνδυνο πιο πολύ ζώντας ανέμελα παρά μ’επίπονες ασκήσεις, και με αντρεία που δεν την επιβάλλει τόσο ο νόμος όσο ο τρόπος της ζωής μας, μας μένει το κέρδος και να μην καταπονιόμαστε απ’τα πριν για τα μελλοντικά δεινά κι όταν έρθουμε σ’αυτά να μη δειχνόμαστε κατώτεροι στην τόλμη από κείνους που αδιάκοπα μοχθούν. Και γι’αυτά η πόλη μας αξίζει να τη θαυμάζει κανείς κι ακόμη για άλλα. 
40. «Αγαπούμε το ωραίο στην απλότητα, αγαπούμε τα γράμματα χωρίς να καταντούμε μαλθακοί. (Φιλοκαλούμεν δε μετ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας). Τον πλούτο πιο πολύ τον έχουμε σαν ευκαιρία για έργα παρά σαν αφορμή για καυχησιές. τη φτώχεια του να παραδέχεται κανείς δεν είναι ντροπή. μεγαλύτερη ντροπή είναι να μην πασχίζει με τη δουλειά να γλιτώσει απ’αυτήν. Μπορούμε οι ίδιοι να φροντίζουμε για τις δικές μας υποθέσεις και μαζί για τις δημόσιες και μόλο που καθένας μας είναι απασχολημένος με τη δουλειά του, άλλος τούτη άλλος κείνη, δεν είμαστε γι’αυτό λιγότερο κατατοπισμένοι και στα πολιτικά. Γιατί μονάχοι εμείς αυτόν που δεν παίρνει καθόλου μέρος σ’αυτά τον θεωρούμε όχι φιλήσυχο, αλλά άχρηστο, κι εμείς οι ίδιοι ή κάνουμε ορθές σκέψεις και προτάσεις πάνω στις υποθέσεις της πολιτείας ή, τουλάχιστον, παίρνουμε σωστές αποφάσεις γι’αυτές, γιατί δε νομίζουμε πως τα λόγια βλάφτουν τα έργα, αλλά ότι πιο πολύ βλάφτει να μη διαφωτιστούμε πιο μπροστά με το λόγο για τα όσα πρέπει να κάνουμε. Γιατί και σε τούτο, αλήθεια, ξεχωρίζουμε, ώστε οι ίδιοι και πολύ τολμηροί να’μαστε και πολύ να συλλογιζόμαστε όσα θα επιχειρήσουμε. ως προς αυτό, στους άλλους η άγνοια φέρνει τόλμη απερίσκεπτη κι η γνώση δισταγμό (αμάθεια μεν θράσος, λογισμός δε όκνον φέρει). Και πιο δυνατή ψυχή δίκαια θα λογαριαστεί πως έχουν εκείνοι που ξέρουν πεντακάθαρα και τα φοβερά και τα ευχάριστα κι όμως γι’αυτό δεν προσπαθούν ν’αποφύγουν τους κινδύνους. Και στην εκδήλωση φιλικής διάθεσης απέναντι στους άλλους, είμαστε αντίθετοι με τους πολλούς, γιατί αποχτούμε τους φίλους μας όχι με το να μας ευεργετούν αλλά με το να τους ευεργετούμε (ου γαρ πάσχοντες ευ, αλλα δρώντες κτώμεθα φίλους). Κι είναι ο ευεργέτης φίλος πιο σταθερός, γιατί προσπαθεί να διατηρεί τη χάρη που του χρωστιέται με τη συμπάθειά του σ’αυτόν που έχει κάμει το καλό, ενώ κείνος που χρωστάει χάρη είναι λιγότερο πρόθυμος, επειδή ξέρει ότι την καλοσύνη του θα την κάμει όχι για να του χρωστούν χάρη, αλλά για να ξοφλήσει χρέος. Και μονάχοι εμείς βοηθούμε άφοβα τους άλλους, όχι τόσο από συμφεροντολογικούς υπολογισμούς όσο από τις άδολες φιλελεύθερες πεποιθήσεις μας. 
41. «Συνοψίζοντας λέω ότι και η πόλη μας στο σύνολό της, είναι η παιδευτική εστία της Ελλάδας και καθένας από μας, ο ίδιος άντρας, έχω τη γνώμη πως θα μπορούσε, με την πιο μεγάλη άνεση και χάρη, να παρουσιάσει τον εαυτό του ολοκληρωμένο σε πάρα πολλές εκδηλώσεις της ζωής. Κι ότι αυτά που λέω δεν είναι καυχησιές για την περίσταση, αλλά πραγματική αλήθεια, το φανερώνει η ίδια η δύναμη της πόλης μας που την αποχτήσαμε με αυτούς τους τρόπους ζωής. Γιατί μονάχη αυτή, από της τωρινές πόλεις, στη δοκιμασία αποδείχνεται ανώτερη από τη φήμη της, και μονάχη αυτή, ούτε στους εχθρούς που ήρθαν εναντίον της δίνει αφορμή να αγαναχτήσουν από ποιούς κακοπαθούν, ούτε στους υπηκόους να παραπονεθούν ότι τάχα τους κυβερνούν ανάξιοι. Και επειδή παρουσιάσαμε τη δύναμή μας με μεγάλα σημάδια, κι όχι, αλήθεια, δίχως μάρτυρες, κι οι σύγχρονοι κι οι μεταγενέστεροι θα μας θαυμάζουν, χωρίς να’χουμε καθόλου ανάγκη ούτε από έναν Όμηρο για να μας υμνήσει, ούτε από κανέναν άλλο που με τα λόγια του για μια στιγμή θα τέρψει, την ιδέα όμως που σχηματιζόταν για τα έργα μας θα’ρχόταν να τη ζημιώσει αργότερα η πραγματική αλήθεια. Εξαναγκάσαμε κάθε στεριά και θάλασσα να ανοίξει διάβα στην τόλμη μας και στήσαμε παντού μνημεία αθάνατα, μαζί για τις επιτυχίες και τις αποτυχίες μας. Για μια τέτοια λοιπόν πόλη κι αυτοί εδώ, έχοντας τη δίκαιη απαίτηση να μην τη στερηθούν, πολέμησαν γενναία και σκοτώθηκαν, κι από μας που μένουμε καθένας είναι φυσικό να θέλει να υποφέρει οτιδήποτε για χάρη της. 
42. «Γι’αυτό ακριβώς και μίλησα πλατιά για την πόλη, γιατί ήθελα και να σας διαφωτίσω πως δεν αγωνιζόμαστε για τα ίδια πράγματα εμείς κι όσοι δεν έχουν τίποτε παρόμοιο μ’αυτά, και ταυτόχρονα να στηρίξω σε φανερές αποδείξεις τον έπαινο αυτών για τους οποίους τώρα μιλώ. Και πραγματικά έχει ειπωθεί από μένα του επαίνου τούτου το πιο μεγάλο μέρος. γιατί με όσα εγώ την πόλη ύμνησα, τα κατορθώματα αυτών εδώ και των ομοίων τους τη στόλισαν. και για λίγους Έλληνες, όπως γι’αυτούς εδώ, θα φαινόταν ο έπαινος ισόβαρος με τα έργα τους. Και νομίζω πως ο τωρινός θάνατος αυτών εδώ φανερώνει την αντρεία τους είτε τούτος είναι το πρώτο μήνυμά της είτε η τελευταία επισφράγησή της. Γιατί, αλήθεια, σε κείνους που στ’άλλα φαίνονται κάπως κατώτεροι, είναι δίκαιο, η παλικαριά που δείχνουν στους πολέμους για την πατρίδα να μπαίνει μπροστά και να τα σκεπάζει όλα. γιατί με την αντρεία τους εξαφάνισαν τ’άλλα κακά, κι έτσι, όλοι μαζί, πιο πολύ ωφέλησαν παρά ο καθένας, με τα ατομικά σφάλματά του, έβλαψε. Απ’αυτούς εδώ τους νεκρούς όμως, κανείς, ούτε πλούσιος προτίμησε να χαίρεται κι άλλο τα πλούτη και δείχτηκε δειλός, ούτε φτωχός, με την ελπίδα που δίνει η φτώχεια, πως μπορεί μελλοντικά να γλιτώσει απ’αυτήν και να γίνει πλούσιος, προσπάθησε να αναβάλει τη συμφορά. αντίθετα, έκριναν πως πιο ποθητή απ’αυτά είναι η τιμωρία των εχθρών και μαζί νόμισαν ότι αυτός ο κίνδυνος είναι ο πιο ωραίος, κι έτσι θέλησαν, αντιμετωπίζοντάς τον, τούτους να τους εκδικηθούν, εκείνα να τα επιθυμούν. Για το άγνωστο της επιτυχίας του αγώνα βασίστηκαν στην ελπίδα, γι’αυτό όμως που αντιμετώπισαν στην πράξη θεώρησαν χρέος τους να βασιστούν στον εαυτό τους. Και μέσα πια σ’αυτόν τον κίνδυνο προτίμησαν να αγωνιστούν και να πεθάνουν παρά να υποχωρήσουν και να σωθούν, κι έτσι την ντροπή να τους λένε δειλούς απόφυγαν, βάσταξαν όμως τον αγώνα, δίνοντας τη ζωή τους, και πάνω σε μιαν ελάχιστη στιγμή, κείνην ακριβώς που κρινόταν η τύχη τους, γλίτωσαν όχι από το φόβο, πιο πολύ απ’την ιδέα του φόβου. 
43. «Κι αυτοί εδώ, αλήθεια, σαν άξια παιδιά της πόλης, τέτοιοι δείχτηκαν. όσοι όμως μένουμε πρέπει βέβαια να ευχόμαστε να’χουμε καλύτερη τύχη, να θεωρούμε όμως χρέος μας να μην έχουμε καθόλου πιο άτολμο φρόνημα απένατι στους εχθρούς, λογαριάζοντας όχι μονάχα με το νου την ωφέλεια από την αντρεία, για την οποία, μόλο που την ξέρετε οι ίδιοι καλά, θα μπορούσε κανείς να μακρολογά, αναφέροντας πόσα καλά υπάρχουν στο ν’αντιστέκεσαι στους εχθρούς, αλλά πιο πολύ θωρώντας κάθε μέρα στην πράξη τη δύναμη της πόλης κι αγαπώντας τη με πάθος. κι όταν σας φανεί ότι είναι μεγάλη, να συλλογίζεστε πως αυτά τ’απόχτησαν άντρες τολμηροί που ήξεραν το χρέος τους κι είχαν φιλότιμο την ώρα της δράσης. κι αν καμιά φορά αποτύχαιναν σε κάποια προσπάθειά τους, όμως γι’αυτό δεν έκριναν άξιο να στερήσουν την πόλη απ’τη δική τους αντρεία, αλλά την πρόσφεραν σ’αυτή σαν την πιο ωραία συνεισφορά τους. Γιατί προσφέροντας όλοι μαζί τη ζωή τους, έπαιρναν ξεχωριστά ο καθένας τον αγέραστο έπαινο και τον πιο λαμπρό τάφο, όχι τόσο αυτόν που κείτονται, όσο κείνον στον οποίο η δόξα τους μένει και μνημονεύεται αιώνια σε κάθε ευκαιρία που παρουσιάζεται, είτε πρόκειται για λόγο είτε για δράση. Γιατί των μεγάλων αντρών τάφος είναι όλη η γη και σημάδι της ύπαρξής τους δεν είναι μονάχα η επιγραφή μιας στήλης στην πατρίδα τους, αλλά και στις ξένες χώρες, μες στην ψυχή καθενός. ζει άγραφη θύμηση, πιο πολύ για την απόφασή τους παρά για το έργο τους. Αυτοί λοιπόν εδώ, αφού σας γίνουν τώρα παράδειγμακαι σκεφτείτε πως ευτυχία σημαίνει ελευθερία και ελευθερία σημαίνει αντρεία, να μην δειλιάζετε μπροστά στους κινδύνους του πολέμου. Γιατί δε θα’ταν και τόσο δίκαιο να μη λογαριάζουν τη ζωή τους, όσοι δυστυχούν και δεν ελπίζουν σε κανένα καλό, αλλά όσοι στη ζωή που τους μένει κινδυνεύουν να πέσουν απ’την ευτυχία στη δυστυχία, και που γι’αυτούς η διαφορά θα είναι εξαιρετικά μεγάλη, αν συμβεί και αποτύχουν. Γιατί σ’έναν άντρα με φρόνημα, είναι πιο πικρή η ταπείνωση που ακολουθεί τη δειλία, παρά ο θάνατος που έρχεται χωρίς να τον νιώσει σε στιγμή δύναμης και κοινής ελπίδας. 
44. «Γι’αυτό και τους γονείς των τωρινών νεκρών, όσοι βρίσκεσται εδώ τόσο δε σας κλαίω όσο θέλω να σας παρηγορήσω. Ξέρουν πια καλά πως τη ζωή τους την πέρασαν μέσα σε λογιών αλλαγές της τύχης. κι ευτυχία είναι όσοι βρουν το πιο τιμημένο τέλος, όπως σήμερα αυτοί εδώ, ή την πιο τιμημένη λύπη, όπως σεις, κι όσων απ’τη μοίρα η ζωή μετρήθηκε έτσι, ώστε να είναι καλότυχοι όσο ζουν και να τους βρει ένας ωραίος θάνατος να συμπέσουν. Ξέρω, αλήθεια, πως είναι δύσκολο μ’όσα είπα να σας πείσω γι’αυτούς, που πολλές φορές θα’χετε αφορμή να τους θυμάστε στις χαρές των άλλων, χαρές τις οποίες και σεις κάποτε χαιρόσαστε. και λυπάτε κανείς όχι αν δεν έχει αγαθά που δεν τα δοκίμασε, αλλά αν κάτι που το έχει συνηθίσει κατόπιν το χάσει. Πρέπει όμως να δείχνετε εγκαρτέρηση και με την ελπίδα απόχτησης άλλων γιων, όσοι ακόμη είστε σε ηλικία να κάνετε παιδιά. γιατί και ατομικά οι γιοι που θα γεννηθούν κατόπι θα κάμουν μερικούς να ξεχάσουν αυτούς που δεν υπάρχουν, και στην πόλη θα είναι αυτό ωφέλιμο διπλά, και γιατί δε θα ερημώνεται και γιατί θα είναι ασφαλής. Γιατί δεν είναι δυνατό να αποφασίζουν για την πόλη ορθά και δίκαια όσοι δεν κινδυνεύουν σαν τους άλλους προσφέροντας κι αυτοί το ίδιο παιδιά. Όσοι πάλι είστε περασμένης ηλικίας, και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σας που ζήσατε ευτυχισμένοι να το θαρρείτε κέρδος και το υπόλοιπο ότι θα είναι μικρό, και να ανακουφίζεστε με τη δόξα αυτών εδώ. Γιατί μονάχα η αγάπη για τις τιμές δεν γερνάει ποτέ, και στ’άχρηστα γηρατειά μεγαλύτερη τέρψη δε δίνει, όπως λένε μερικοί, το κέρδος, αλλά οι τιμές. 
45. «Για τους γιους πάλι των νεκρών, όσοι βρίσκεστε εδώ, ή για τους αδελφούς βλέπω πιο δύσκολο τον αγώνα (γιατί κείνον που δεν υπάρχει, καθένας συνηθίζει να τον παινεύει) και με δυσκολία, αν δείξετε υπέρμετρη αντρεία, μπορεί να σας κρίνουν όχι όμοιους, αλλά λίγο κατώτερους. Γιατί οι ζωντανοί φθονούν τους ανταγωνιστές τους, ενώ κείνους που δεν τους στέκονται πια εμπόδιο τους τιμούν με αδιαφιλονίκητη εύνοια. Αν είναι ανάγκη να κάμω κάποια μνεία και για την αρετή των γυναικών, όσες τώρα θα μείνουν χήρες, θα πω ό,τι πρέπει με μια σύντομη παραίνεση. να μη δειχτείτε κατώτερες από τη γυναικεία σας φύση, μεγάλη θα είναι η δόξα σας, το ίδιο και για όποιαν θα μιλάνε οι άντρες ανάμεσά τους όσο γίνεται λιγότερο, είτε για να την παινέψουν είτε για να την κατηγορήσουν. 
46. «Είπα κι εγώ, σύμφωνα με τη συνήθεια, όσα είχα κατάλληλα και με έργα, αυτοί που τάφηκαν, από τη μια τιμήθηκαν, απ’την άλλη τα παιδιά τους, από σήμερα κι ώσπου να γίνουν έφηβοι, η πόλη με δημόσια δαπάνη θ’αναθρέψει, προβάλλοντας έτσι ως βραβείο στους τέτοιους αγώνες ένα ωφέλιμο στεφάνι και για τους νεκρούς τούτους και για όσους μένουν. γιατί όπου υπάρχουν νομοθετημένα έπαθλα πολύ μεγάλα για την αντρεία, εκεί ζουν κι άριστοι πολίτες. Και τώρα, αφού καθένας αποτελειώσει το θρήνο του δικού του, ας πάτε στα σπίτια σας.»


"Ἀνήκω σὲ µία χώρα µικρή" 
(Ομιλία του Γιώργου Σεφέρη κατά την παραλαβή του Βραβείου Νόμπελ το 1963) 

«Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να – εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα*. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα πρώτα από τον εαυτό μου.
Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα.
Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά• κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος• «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν»*.
Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα* του Ίωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: «...θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε...»*. Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος• είχε μάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση. Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει* ανάμεσα σ' ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν, αν η πνοή μας λιγόστευε; Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης – κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης.
Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο, γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία• παρατήρησαν πως ανάμεσα σ' ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό η διαφορά είναι λίγη. Ναι, η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν' ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση.
Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να 'βρει καταφύγιο• απαρνημένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι' αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου. Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη ν' αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιομηχανία. Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία, που ένιωσε αυτά τα πράγματα• που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες, όπου πνίγεται ο παλμός της ανθρώπινης καρδιάς• που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός: να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής, – για να θυμηθώ το Σέλλεϋ*, τον εμπνευστή, καθώς μας λένε, του Αλφρέδου Νομπέλ, αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του.
Σ' αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν' αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται.
Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Oιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Oιδίποδα.»

Σαν να το είπε χθές!!!



Χαλίλ Γκιμπράν. Προς τους γονείς

Δεν είναι παιδιά σας τα παιδιά. 
Γιοί και κόρες είναι της λαχτάρας της Ζωής για τη Ζωή. 
Τα βοηθάτε να’ ρθουν στη ζωή, αλλά δεν έρχονται από εσάς.
Ζουν μαζί σας, αλλά δεν σας ανήκουν.
Δώστε τους την αγάπη σας, όχι τις ιδέες σας. Τις δικές τους ιδέες έχουν.
Στεγάστε το σώμα τους, όχι την ψυχή τους. 
Η ψυχή τους ενοικεί στον οίκο του μέλλοντος, εκεί που δεν μπορείτε να πάτε στα όνειρά σας.
Προσπαθήστε να τους μοιάσετε, μη θελήσετε να σας μοιάσουν. 
Εσείς είστε τα τόξα. Από σας θα πετάξουν μπροστά τα παιδιά σας σαν βέλη ζωντανά.



Τσάρλι Τσάπλιν. Στα 70στά γενέθλιά του

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά, μπόρεσα να καταλάβω ότι ο συναισθηματικός πόνος και... η θλίψη απλώς με προειδοποιούσαν να μη ζω ενάντια στην αλήθεια της ζωής μου. Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΑΥΘΕΝΤΙΚΟΤΗΤΑ

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά, κατάλαβα σε τι δύσκολη θέση ερχόταν κάποιος, όταν του επέβαλα τις επιθυμίες μου. Ακόμα περισσότερο όταν δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή και ούτε ήταν έτοιμος ο άνθρωπος, ακόμα κι αν αυτός ήμουν εγώ. Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά, έπαψα να λαχταρώ για μια άλλη ζωή και έβλεπα γύρω μου ότι τα πάντα μου έλεγαν να μεγαλώσω. Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά, κατάλαβα ότι σε κάθε περίπτωση ήμουν στο κατάλληλο μέρος και πάντα στην κατάλληλη στιγμή. Αυτό με έκανε να γαληνέψω. Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΑΛΗΘΕΙΑ

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά, έπαψα να στερούμαι τον ελεύθερό μου χρόνο και να κάνω μεγαλόπνοα σχέδια για το μέλλον. Σήμερα κάνω μόνο ότι μου αρέσει και με γεμίζει χαρά, ότι αγαπώ και κάνει την καρδιά μου να γελά. Με το δικό μου τρόπο και με τους δικούς μου ρυθμούς. Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά, απελευθερώθηκα από ότι δεν ήταν υγιεινό για μένα. Από φαγητά, πράγματα, άτομα, καταστάσεις και οτιδήποτε με απομάκρυνε από τον εαυτό μου. Παλιά αυτό το έλεγα «υγιή εγωισμό». Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΑΥΤΑΓΑΠΗ

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά, αρνήθηκα να συνεχίσω να ζω στο παρελθόν και να ανησυχώ για το μέλλον μου. Τώρα ζω κάθε μέρα την κάθε στιγμή που ξέρω ότι ΟΛΑ συμβαίνουν. Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΠΛΗΡΟΤΗΤΑ

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά, συνειδητοποίησα ότι οι σκέψεις μου με έκαναν ένα άτομο μίζερο και άρρωστο. Όταν επικαλέστηκα τη δύναμη της καρδιάς μου η λογική μου βρήκε ένα πολύτιμο σύμμαχο. Σήμερα αυτό το λέω ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά, κατάλαβα ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε τις αντιπαραθέσεις, τις συγκρούσεις και οποιαδήποτε προβλήματα αντιμετωπίζουμε με τον εαυτό μας ή με τους άλλους. Αυτό το λέμε ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ

Ξέρω ότι από τις εκρήξεις στο Σύμπαν γεννιούνται νέα αστέρια. Σήμερα ξέρω ότι, ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ.



Ομιλία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στο Λίνκολν Μεμόριαλ το 1963 

Πριν εκατό χρόνια ένας σπουδαίος Αμερικανός, στου οποίου τη συμβολική σκιά στεκόμαστε τώρα υπέγραψε την Διακήρυξη της Απελευθέρωσης. Αυτή η βαρυσήμαντη απόφαση ήρθε ως ένας σπουδαίος πυρσός ελπίδας στα εκατομμύρια των έγχρωμων σκλάβων που είχαν καεί στις φλόγες της συντριπτικής αδικίας. Ήρθε σαν ένα γεμάτο χαρά χάραμα, για να τερματίσει τη μακρά νύχτα της αιχμαλωσίας. 
Αλλά εκατό χρόνια αργότερα, πρέπει να αντικρίσουμε το τραγικό γεγονός ότι ο Μαύρος δεν είναι ακόμη ελεύθερος. 
Εκατό χρόνια αργότερα, η ζωή του Μαύρου εξακολουθεί να είναι ανάπηρη λόγω των δεσμών του φυλετικού διαχωρισμού και των αλυσίδων των διακρίσεων. 
Εκατό χρόνια αργότερα, ο Μαύρος ζει σε ένα μοναχικό νησί φτώχειας στο κέντρο ενός αχανούς ωκεανού υλικής ευημερίας. 
Εκατό χρόνια αργότερα, ο Μαύρος μαραζώνει ακόμη στις γωνιές της αμερικανικής κοινωνίας και βρίσκεται εξόριστος στην ίδια του την πατρίδα. Έτσι έχουμε έρθει σήμερα εδώ, για να δραματοποιήσουμε μια φοβερή κατάσταση.

Υπό μια έννοια έχουμε έρθει στην πρωτεύουσα του έθνους μας, για να πληρώσουμε μια επιταγή. Όταν οι αρχιτέκτονες της δημοκρατίας μας έγραψαν τις θαυμάσιες λέξεις του Συντάγματος και της διακήρυξης της Ανεξαρτησίας, υπέγραφαν ένα γραμμάτιο του οποίου κάθε Αμερικανός επρόκειτο να είναι νόμιμος κληρονόμος. Αυτό το γραμμάτιο ήταν μια υπόσχεση πως όλοι οι άνθρωποι θα εγγυούνταν τα αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα της ζωής, της ελευθερίας και της επιδίωξης της ευτυχίας.

Είναι φανερό σήμερα ότι η Αμερική έχει αθετήσει αυτήν την υπόσχεση (promissory note) στο βαθμό που οι έγχρωμοι πολίτες της ενδιαφέρονται. Αντί να τιμήσει αυτήν την ιερή υποχρέωση, η Αμερική έχει δώσει στο μαύρο πληθυσμό της μια κακή επιταγή, που επιστράφηκε με τη σημείωση "ανεπαρκή κεφάλαια". Όμως αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι η τράπεζα της δικαιοσύνης έχει χρεοκοπήσει. Αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι υπάρχουν ανεπαρκή κεφάλαια στα μεγάλα θησαυροφυλάκια ευκαιριών αυτού του έθνους. Έτσι έχουμε έρθει να εξαργυρώσουμε αυτήν την επιταγή - μια επιταγή που θα μας ανοίξει τη θέα προς τα πλούτη της ελευθερίας και προς την ασφάλεια της δικαιοσύνης. Έχουμε έρθει επίσης σ' αυτόν τον καθαγιασμένο τόπο, για να υπενθυμίσουμε στην Αμερική την πολύ επείγουσα πίεση του σήμερα. Δεν είναι ώρα τώρα, για να μένουμε στην πολυτέλεια της δροσιάς ή να πάρουμε το καθησυχαστικό ναρκωτικό της σταδιακής και αργής επίλυσης. Τώρα είναι ο καιρός να σηκωθούμε από τη σκοτεινή και έρημη κοιλάδα του φυλετικού διαχωρισμού προς το ηλιόλουστο μονοπάτι της φυλετικής δικαιοσύνης. Τώρα είναι ο καιρός να ανοίξουμε τις πόρτες της ευκαιρίας σε όλα τα παιδιά του Θεού. Τώρα είναι ο καιρός να υψώσουμε το έθνος μας από την κινούμενη άμμο της φυλετικής αδικίας προς το σταθερό βράχο της αδελφοσύνης. 

Θα ήταν μοιραίο για το έθνος να αγνοήσουμε τον επείγοντα χαρακτήρα της στιγμής και να υποτιμήσουμε την αποφασιστικότητα των Μαύρων. Αυτό το καυτό καλοκαίρι της δικαιολογημένης δυσαρέσκειας των Μαύρων δε θα περάσει, μέχρις ότου υπάρξει ένα αναζωογονητικό φθινόπωρο ελευθερίας και ισότητας. Το 1963 δεν είναι ένα τέλος αλλά μια αρχή. Αυτοί που ελπίζουν πως οι Μαύροι χρειάζονταν να εκτονώσουν το θυμό τους και πως τώρα θα ικανοποιηθούν θα ξυπνήσουν απότομα, αν το έθνος γυρίσει στις δουλειές του, ως συνήθως. Δε θα υπάρξει ούτε ηρεμία ούτε γαλήνη στην Αμερική, μέχρις ότου ο Μαύρος αποκτήσει τα πολιτικά του δικαιώματα. Οι ανεμοστρόβιλοι της ανταρσίας θα συνεχίσουν να ταρακουνούν τα θεμέλια του έθνους μας, μέχρις ότου φανεί η λαμπρή μέρα της δικαιοσύνης. 

Υπάρχει, όμως, κάτι που πρέπει να πω στο λαό μου που στέκεται στο ζεστό κατώφλι που οδηγεί μέσα στο παλάτι της δικαιοσύνης. Κατά την πορεία προς την κατάκτηση της θέσης που δικαιούμαστε δεν πρέπει να βρεθούμε ένοχοι για λαθεμένες ενέργειες. Ας μην ψάχνουμε να ικανοποιήσουμε τη δίψα μας για ελευθερία πίνοντας από το ποτήρι της πίκρας και του μίσους. 

Οφείλουμε να κατευθύνουμε τον αγώνα μας στο υψηλό επίπεδο της αξιοπρέπειας και της πειθαρχίας. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε η δημιουργική μας διαμαρτυρία να εκφυλιστεί σε φυσική βία. Ξανά και ξανά πρέπει να υψωθούμε στα μεγαλοπρεπή ύψη της συνάντησης της φυσικής δύναμης με την ψυχική δύναμη. Η θαυμάσια νέα μαχητικότητα η οποία έχει περιβάλει την κοινότητα των Μαύρων δεν πρέπει να μας οδηγήσει στη δυσπιστία προς όλους τους λευκούς πολίτες, επειδή πολλοί από τους λευκούς αδελφούς μας, όπως αποδεικνύεται από την παρουσία τους εδώ σήμερα, έχουν πια καταλάβει ότι ο προορισμός τους είναι δεμένος με τον προορισμό μας και ότι η ελευθερία τους είναι άρρηκτα συνδεμένη με την ελευθερία μας. Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε μόνοι μας. 

Και καθώς προχωράμε, πρέπει να υποσχεθούμε ότι θα προχωρήσουμε μπροστά. Δεν μπορούμε να κάνουμε πίσω. Υπάρχουν εκείνοι που ρωτάνε τους πιστούς των κοινωνικών δικαιωμάτων "Πότε θα ικανοποιηθείτε;" Δεν μπορούμε ποτέ να ικανοποιηθούμε, όσο τα σώματά μας, βαριά από την κούραση του ταξιδιού, δεν μπορούν να βρουν προσωρινό κατάλυμα στα μοτέλ των μεγάλων λεωφόρων και στα ξενοδοχεία των πόλεων. Δεν μπορούμε ποτέ να ικανοποιηθούμε όσο η βασική κινητικότητα του Μαύρου είναι από ένα μικρότερο γκέτο σε ένα μεγαλύτερο. Δεν μπορούμε ποτέ να ικανοποιηθούμε όσο ένας Μαύρος στο Μισισίπι δεν μπορεί να ψηφίσει και όσο ένας Μαύρος στη Νέα Υόρκη πιστεύει πως δεν έχει τίποτε για το οποίο να ψηφίσει. Όχι, όχι, δεν είμαστε ικανοποιημένοι και δε θα είμαστε ικανοποιημένοι, μέχρις ότου η δικαιοσύνη να κυλήσει σαν το νερό και η αρετή σαν ένα ισχυρό ρεύμα. 

Δεν έχω ξεχάσει ότι μερικοί από εσάς έχουν έρθει εδώ αμέσως μετά από μεγάλες δίκες και βάσανα. Μερικοί από εσάς έχουν έρθει αμέσως μετά την αποφυλάκισή τους από στενά κελιά. Μερικοί από εσάς έχουν έρθει από περιοχές, όπου το αίτημά σας για ελευθερία σάς άφησε χτυπημένους από τις θύελλες των διώξεων και κλονισμένους από τους ανέμους της αστυνομικής κτηνωδίας. Έχετε γίνει οι παλαίμαχοι των δημιουργικών βασάνων. Συνεχίστε να δουλεύετε με την πίστη ότι αυτά τα άδικα βάσανα είναι λυτρωτικά.

Γυρίστε στο Μισισίπι, γυρίστε στην Αλαμπάμα, γυρίστε στην Τζόρτζια, γυρίστε στη Λουιζιάνα, γυρίστε στις φτωχογειτονιές και τα γκέτο των βόρειων πόλεων ξέροντας ότι αυτή η κατάσταση με κάποιον τρόπο μπορεί να αλλάξει και θα αλλάξει. Ας μην κυλιόμαστε στην κοιλάδα της απελπισίας.
Σας λέω σήμερα, φίλοι μου, πως παρά τις δυσκολίες και τις απογοητεύσεις της στιγμής, 

έχω ακόμη ένα όραμα. 
Είναι ένα όραμα βαθιά ριζωμένο στο αμερικάνικο όραμα.

Έχω ένα όραμα
πως μια μέρα αυτό το έθνος θα υψώσει και θα ζήσει την αληθινή σημασία του πιστεύω του: ¨Θεωρούμε αυτές τις αλήθειες αυταπόδεικτες: ότι όλοι οι άνθρωποι γεννήθηκαν ίσοι".
Έχω ένα όραμα 
πως μια μέρα στους κόκκινους λόφους της Τζόρτζια οι γιοι των πρώην δούλων και των πρώην δουλοκτητών θα μπορέσουν να καθίσουν σε ένα τραπέζι αδελφοσύνης.

Έχω ένα όραμα 
πως μια μέρα ακόμη και η πολιτεία του Μισισίπι, μια έρημη πολιτεία που λιώνει από την κάψα της αδικίας και της καταπίεσης, θα μεταμορφωθεί σε μια όαση ελευθερίας και δικαιοσύνης.

Έχω ένα όραμα 
πως τα τέσσερα παιδιά μου θα ζήσουν μια μέρα σε ένα έθνος στο οποίο δε θα κρίνονται από το χρώμα του δέρματός τους αλλά από το περιεχόμενο του χαρακτήρα τους.

Έχω ένα όραμα σήμερα.
Έχω ένα όραμα 
ότι μια μέρα η πολιτεία της Αλαμπάμα, του κυβερνήτη της οποίας τα χείλη προς το παρόν στάζουν λέξεις ρατσιστικής παρέμβασης και μηδενισμού, θα μεταμορφωθεί σε μια κατάσταση όπου τα μικρά μαύρα αγόρια και κορίτσια θα μπορέσουν να ενώσουν τα χέρια τους με τα μικρά λευκά αγόρια και κορίτσια και να περπατήσουν σαν αδελφοί και αδελφές. 

Έχω ένα όραμα σήμερα.
Έχω ένα όραμα 
πως μια μέρα κάθε κοιλάδα θα εξυψωθεί, κάθε λόφος και βουνό θα χαμηλώσουν, τα ανώμαλα μέρη θα γίνουν επίπεδα και ότι τα κυρτά μέρη θα γίνουν ίσια και πως η δόξα του Κυρίου θα αποκαλυφθεί και πως όλα τα έμβια θα τα δουν από κοινού. 
Αυτή είναι η ελπίδα μας. Αυτή είναι η πίστη με την οποία επιστρέφω στο Νότο. Με αυτήν την πίστη θα μπορέσουμε να βγάλουμε με κόπο από τα βουνά της απογοήτευσης μια πέτρα ελπίδας. Με αυτήν την πίστη θα μπορέσουμε να μεταμορφώσουμε τις εξημμένες διαφωνίες του έθνους μας σε μια όμορφη συμφωνία αδελφοσύνης. Με αυτήν την πίστη θα μπορέσουμε να δουλέψουμε μαζί, να προσευχηθούμε μαζί, να αγωνιστούμε μαζί, να μπούμε φυλακή μαζί, να αντισταθούμε για την ελευθερία μαζί, γνωρίζοντας πως μια μέρα θα είμαστε ελεύθεροι. 
Αυτή η μέρα θα έρθει, όταν όλα τα τέκνα του θεού θα μπορούν να τραδουδήσουν με μια νέα σημασία "Πατρίδα μου, είναι για σένα, γλυκιά γη της ελευθερίας, για σένα που τραγουδώ. Γη όπου πέθαναν οι πρόγονοί μου, γη του περήφανου οδοιπόρου από κάθε βουνοπλαγιά, άφησε την ελευθερία να αντηχήσει."
Και αν πρόκειται να γίνει η Αμερική ένα σπουδαίο έθνος, αυτό θα επαληθευθεί. 

Γι' αυτό αφήστε την ελευθερία να αντηχήσει από τις θαυμάσιες λοφοκορφές του Νιου Χάμσαϊρ. 
Αφήστε την ελευθερία να αντηχήσει από τα μεγάλα βουνά της Νέας Υόρκης. 
Αφήστε την ελευθερία να αντηχήσει από τα ευχάριστα Alleghenies της Πενσιλβάνια. 
Αφήστε την ελευθερία να αντηχήσει από τους χιονοσκέπαστους βράχους του Κολοράντο!
Αφήστε την ελευθερία να αντηχήσει από τις κυρτές κορφές της Καλιφόρνια!
Μα όχι μόνο αυτό. Αφήστε την ελευθερία να αντηχήσει από το Στόουν Μάουντεν της Τζόρτζια!
Αφήστε την ελευθερία να αντηχήσει από το Λουκάουτ Μάουντεν του Τενεσί!
Αφήστε την ελευθερία να αντηχήσει από κάθε λόφο και κάθε λοφίσκο του Μισισίπι. Από κάθε βουνοπλαγιά αφήστε την ελευθερία να αντηχήσει.

Όταν θα αφήσουμε την ελευθερία να αντηχήσει, όταν θα την αφήσουμε να αντηχήσει από κάθε χωριό και κάθε κωμόπολη, από κάθε πολιτεία και κάθε πόλη, θα μπορέσουμε να επισπεύσουμε την ημέρα εκείνη κατά την οποία όλα τα παιδιά του θεού, μαύροι και λευκοί, Εβραίοι και ειδωλολάτρες, Προτεστάντες και Καθολικοί, θα μπορέσουμε να ενώσουμε τα χέρια και να τραγουδήσουμε τους στίχους του παλιού νέγρικου θρησκευτικού τραγουδιού: 

"Ελεύθεροι επί τέλους! Ελεύθεροι επί τέλους! Χάρη στον Παντοδύναμο Θεό είμαστε ελεύθεροι επί τέλους!



Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος. Η Ομιλία της 8ης Θερμηδώρ
(απόσπασμα)


«...Kαι τι δεν έχουν κάνει για να καλλιεργήσουν τις διαστροφές ανάμεσά μας; Kι εμείς τι κάναμε εδώ και λίγο καιρό για να τους καταστρέψουμε; Tίποτα, γιατί σηκώνουν με αυθάδεια το κεφάλι και απειλούν ατιμώρητα την αρετή. Tίποτα, γιατί η κυβέρνηση οπισθοχώρησε μπροστά στις φατρίες, κι αυτές βρίσκουν προστάτες ανάμεσα στους εντολοδόχους της δημόσιας αρχής... Όμως, στην πορεία στην οποία βρισκόμαστε, το να σταματήσουμε πριν από το τέρμα ισοδυναμεί με το χαμό μας και εμείς ντροπιασμένοι οπισθοχωρήσαμε. Ενώ εσείς προστάξατε την τιμωρία μερικών καθαρμάτων, υπεύθυνων για όλα μας τα δεινά, αυτοί τολμούν να προβάλλουν αντίσταση στην εθνική Δικαιοσύνη και για χάρη τους θυσιάζονται τα πεπρωμένα της πατρίδας και της ανθρωπότητας. Aς περιμένουμε λοιπόν όλες τις μάστιγες που μπορούν να προκαλέσουν οι φατρίες που κινούνται ατιμώρητα. Στο μέσο τόσων φλογερών παθών, και σε μια τόσο εκτεταμένη επικράτεια, οι τύραννοι, που τα στρατεύματά τους τρέπονται σε φυγή, αλλά περιέργως ούτε αιχμαλωτίζονται ούτε εξοντώνονται, αποτραβιούνται για να σας αφήσουν να γίνετε λεία των εσωτερικών σας διαφωνιών που ανάβουν οι ίδιοι, και μιας στρατιάς από εγκληματίες πράκτορες, που εσείς δεν μπορείτε ούτε καν να τους αντιληφθείτε...» 

«...Λαέ, να θυμάσαι ότι όταν μέσα στην Δημοκρατία δεν βασιλεύει η Δικαιοσύνη με απόλυτη μάλιστα εξουσία και όταν αυτή η λέξη δεν σημαίνει την αγάπη για την ισότητα και την πατρίδα, τότε η λευτεριά είναι κακή έννοια. Λαέ, εσύ που σε φοβούνται, σε κολακεύουν και σε περιφρονούν, εσύ, αναγνωρισμένε κυρίαρχε, που σε μεταχειρίζονται πάντα σαν σκλάβο, να θυμάσαι ότι παντού όπου δεν βασιλεύει η Δικαιοσύνη, βασιλεύουν τα πάθη των αξιωματούχων, και τότε ο λαός δεν άλλαξε τα πεπρωμένα του, αλλά τις αλυσίδες του! Nα θυμάσαι ότι μέσα στους κόλπους σου υπάρχει ένας συνασπισμός απατεώνων, που αγωνίζεται ενάντια στη δημόσια αρετή, που έχει περισσότερη επιρροή στις υποθέσεις σου από εσένα τον ίδιο, που σε φοβάται και σε κολακεύει χοντρικά, αλλά συνάμα και σε προγράφει λιανικά στο πρόσωπο του κάθε καλού πολίτη». 

«Nα θυμάσαι ότι οι εχθροί σου, όχι μόνο δεν θυσιάζουν αυτή τη φούχτα των απατεώνων για την ευτυχία σου, αλλά επιδιώκουν να θυσιάσουν εσένα για τη φούχτα των απατεώνων, που είναι υπεύθυνοι για όλα τα δεινά, όπως είναι και τα μοναδικά εμπόδια για τη δημόσια ευημερία. Nα ξέρεις ότι κάθε άνθρωπος που θα ξεσηκωθεί για να υπερασπιστεί τη δημόσια αρετή και ηθική, θα καταβληθεί από τους εξευτελισμούς και θα προγραφεί από τους απατεώνες. Nα ξέρεις ότι κάθε φίλος της λευτεριάς θα βρίσκεται πάντα ανάμεσα σε ένα καθήκον και σε μια συκοφαντία, να θυμάσαι ότι αυτοί που δεν θα μπορούν να κατηγορηθούν για προδοσία, θα κατηγορηθούν για φιλοδοξία, να θυμάσαι ότι η επίδραση της χρηστότητας και των ηθικών αρχών θα συγκρίνεται με την δύναμη της τυραννίας και τη βιαιότητα των παρατάξεων, να θυμάσαι ότι η εμπιστοσύνη και η εκτίμησή σου θα είναι τίτλοι προγραφής για όλους τους φίλους σου, να θυμάσαι ότι οι κραυγές του καταπιεσμένου πατριωτισμού θα χαρακτηρίζονται κραυγές εξέγερσης και ότι εφόσον δεν θα τολμούν να επιτεθούν σε σένα μαζικά, θα σε προγράφουν λιανικά στο πρόσωπο όλων των καλών πολιτών, μέχρις ότου οι φιλόδοξοι να οργανώσουν την τυραννία τους». 

«Aυτή είναι η εξουσία των τυράννων που εξοπλίζονται εναντίον μας, αυτή είναι η επίδραση του συνασπισμού τους πάνω σε όλους τους διεφθαρμένους ανθρώπους, που είναι πάντα έτοιμοι να τους υπηρετήσουν. Έτσι λοιπόν, τα καθάρματα μάς επιβάλλουν το νόμο της προδοσίας του λαού, γιατί αλλιώς θα χαρακτηριζόμασταν δικτάτορες. Θα προσυπογράψουμε τον νόμο; Όχι: θα υπερασπιστούμε τον λαό, με αντάλλαγμα την εκτίμησή του. Aς οδηγηθούν αυτοί στο ικρίωμα από τον δρόμο του εγκλήματος, κι εμείς από τον δρόμο της αρετής».



Βλαντίμιρ Εφροημσόν. Στο Πολιτεχνικό Μουσείο της Μόσχας το 1985

Ίσως κάποιος έχει ακούσει ή διαβάσει για αυτή τη " σκανδαλώδη " ομιλία, του εξαιρετικού Σοβιετικού επιστήμονα, συγγραφέα των διάσημων βιβλίων «Η ιδιοφυΐα της γενετικής», «Γενετική, ηθική και αισθητική» και του γνωστού του από την δεκαετία του 70 άρθρου "Γενεαλογία του αλτρουισμού», αιχμάλωτου του Γκουλάγκ δύο φορές (στη δεκαετία του 30 και 50) Βλαντίμιρ Παύλοβιτς Εφροημσόν (1908-1989) στο Πολυτεχνικό Μουσείο στη Μόσχα, κατά τη συζήτηση του ντοκιμαντέρ «Το άστρο του Βαβίλοφ» το 1985.
Προσέξτε αυτή την ιστορία και αυτόν το λόγο - πράξη εξαιρετικού θάρρος, ταλέντου και συνείδησης, και να θυμάστε αυτά που είπε. Τέτοια κείμενα όπως η ομιλία του Βλαντίμιρ Εφροημσόν στο Πολυτεχνικό Μουσείο στο 1985, θα πρέπει να ξαναδιαβαστούν. Όπως πρέπει να ξαναδιαβαστεί το «Δεν μπορώ να σιωπήσω!» του Λέοντα Τολστόι.

«Ο Εφροημσόν συχνά έλεγε για τον εαυτό του: «Είμαι δειλός, αλλά δεν μπορώ να σιωπήσω όταν βλέπω αδικία». Αλλά θα έπρεπε να έχετε δει τον Εφροημσόν εκείνη την ημέρα, προκειμένου να κατανοήσετε αυτές τις λέξεις. Εκείνο το βράδυ στο Πολυτεχνικό Μουσείο στην επιστημονική κοινότητα για πρώτη φορά έδειξαν μια πολύ τολμηρό για εκείνους τους καιρούς ντοκιμαντέρ «Το άστρο του Βαβίλοφ».

Μετά από την παρακολούθηση της ταινίας στο βήμα του Μουσείου ανέβηκαν γνωστοί επιστήμονες της χώρας. Κάθονταν κατά μήκος ενός μακρόστενου τραπεζιού και ένας ένας ανέβαιναν στο βήμα, και μιλούσαν για την ταινία... Έλεγαν κάποιες στρογγυλεμένες φράσεις για την τραγική μοίρα του Βαβίλοφ, μουρμούριζαν κάτι για κάποιες «κακές δυνάμεις», χωρίς να τις κατονομάσουν.

Ακούστηκαν λόγια για την «μεγάλη αδικία» (γενικά, το θάνατο του σχετικά νέου ανθρώπου είναι πάντα άδικο). Ήταν προφανές ότι όλοι οι ομιλητές αισθάνονταν το θάρρος τους και την υπερηφάνεια για τον εαυτό τους και τους παραγωγούς της ταινίας, καθώς και το γεγονός ότι όλα αυτά συμβαίνουν όχι σε ένα όνειρο, αλλά στην πραγματικότητα. Και μετά από όλα αυτά, όταν όλοι οι ομιλητές μίλησαν ήδη, ο Βλαντίμιρ Παύλοβιτς τον οποίον κανένας δεν κάλεσε στο βήμα, όρμησε πάνω στη σκηνή, και με ένα νεύμα χαιρετώντας τον Πρόεδρο της συνέλευσης, εκφώνησε ή μάλλον, φώναξε στο μικρόφωνο, σαστίζοντας την αίθουσα με ανατριχιαστικά, τρομακτικά λόγια.
Αυτά που είπε, έκαναν τους επιστήμονες – διανοούμενους της Μόσχας να μαρμαρώσουν. Ήταν ένα σοκ. 
Η ομιλία του Βλαντίμιρ Εφροημσόν:


«Ήρθα εδώ για να πω την αλήθεια. Είδαμε αυτή την ταινία... Δεν κατηγορώ τους παραγωγούς της ταινίας, ούτε αυτούς που μίλησαν πριν από μένα... Αλλά αυτή η ταινία δεν είναι αλήθεια. Ή μάλλον, ακόμη χειρότερα, πρόκειται για μισή αλήθεια. Η ταινία δεν λέει το πιο σημαντικό. Αυτή δεν λέει ότι ο Βαβίλοφ δεν είναι τραγικό περιστατικό στην ιστορία μας. Ο Βαβίλοφ είναι ένα από τα πολλά εκατομμύρια θύματα του ποιό χυδαίου, ποιό εξωφρενικού, ποιό βάναυσου συστήματος. Συστήματος που έχει εξοντώσει πενήντα, μάλλον εβδομήντα εκατομμύρια αθώων ανθρώπων. Και το σύστημα αυτό είναι ο σταλινισμός. Το σύστημα αυτό είναι ένας ανθρωποφάγος σοσιαλισμός. Σοσιαλισμός, που είχε την απόλυτη εξουσία στη χώρα μας, και μέχρι σήμερα δεν έχει κατηγορηθεί για τα εγκλήματά του. 

Δεν κατηγορώ τους δημιουργούς της ταινίας ότι δεν μπόρεσαν να πουν την αλήθεια για το θάνατο του Βαβίλοφ. Απλά και σεμνά είπανε, «πέθανε στη φυλακή του Σαράτοφ». Δεν πέθανε. Ψόφησε! Ψόφησε σαν σκυλί. Ψόφησε από την πελλάγρα, μια ασθένεια που προκαλείται από την απόλυτη εξασθένηση. Ακριβώς από αυτήν την ασθένεια ψοφάνε τα άστεγα σκυλιά... Λοιπόν: ο μεγάλος επιστήμονας, ιδιοφυία της παγκόσμιας κλίμακας, το καμάρι της Ρωσικής επιστήμης, ο ακαδημαϊκός Νικολάι Ιβάνοβιτς Βαβίλοφ ψόφησε σαν ένα σκυλί στη φυλακή του Σαράτοφ. Και θα έπρεπε όλοι που έχουν συγκεντρωθεί εδώ να ξέρουν και θυμούνται αυτό.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό που θέλω να σας πω...

Ως που η χώρα κυβερνάται από τα καθάρματα της νομενκλατούρας, φυλάσσεται από την πολιτική αστυνομία που λέγεται KαΓκεΜπέ, μέχρι που μπροστά στα μάτια μας στις φυλακές και στα στρατόπεδα ρίχνουν ανθρώπους, επειδή τόλμησαν να πουν μια λέξη αλήθειας, επειδή τόλμησαν να κρατήσουν ψίχουλα της αξιοπρέπειάς τους, μέχρι που δεν θα αναφέρονται τα ονόματα των ενόχων αυτού του φόβου, δεν μπορείτε, δεν πρέπει να κοιμάστε ήσυχοι. Πάνω από τον καθένα από εσάς και τα παιδιά σας θα κρέμεται αυτός ο φόβος. Και μην μου πείτε ότι δεν φοβάστε... Ακόμη και εγώ φοβάμαι αν και η ζωή μου πέρασε. Και φοβάμαι όχι τον θάνατο, αλλά τον πόνο, το σωματικό βάσανο.

Οι δήμιοι, που κυβερνούσαν τη χώρα μας, δεν τιμωρήθηκαν. Και μέχρι που για το σκυλίσιο θάνατο του Βαβίλοφ, για το σκυλίσιο θάνατο εκατομμυρίων φυλακισμένων, για το σκυλίσιο θάνατο από την πείνα εκατομμυρίων αγροτών, εκατοντάδων χιλιάδων θανάτων των αιχμαλώτων πολέμου, ως που για αυτούς τους θανάτους δεν πειράχθηκε ούτε τρίχα στα κεφάλια των δήμιων, κανείς μας δεν είναι ασφαλισμένος από την επανάληψη της τραγωδίας. Ως που την κομματοκρατία στην διαχείριση του κράτους δεν αντικαταστήσουν άνθρωποι υπεύθυνοι για κάθε πράξη τους, για κάθε λέξη τους, η χώρα μας θα είναι μια χώρα των σκλάβων, η χώρα η οποία αποτελεί ένα τερατώδες μάθημα για όλο τον κόσμο...
Σας παρακαλώ να θυμάστε αυτά που σας είπα σήμερα. Να θυμάστε!"

Ξεχάστηκαν όλα αυτά που είπε...