Sofia

 75 κείμενα του Multa paucis στις 20 Δεκεμβρίου  2003

34a. Μύθοι, παραβολές και αλληγορίες

Η Χώρα των Βλάκων
Ο κακός μάγος ήθελε να εξαφανίσει το βασίλειο και έριξε στις πηγές νερού απ' οπού έπιναν όλοι οι κάτοικοι ένα ισχυρό φαρμάκι. Εάν κάποιος έπινε λίγο νερό τρελαινόταν. 
Την άλλη μέρα όλοι οι κάτοικοι της χώρας, αφού ήπιαν νερό τρελάθηκαν, εκτός του βασιλιά και της οικογένειάς του, γιατί είχαν ειδική πηγή που ο μάγος δεν μπόρεσε να φτάσει. Όταν ο βασιλιάς κατάλαβε τι έγινε προσπάθησε να αλλάξει την κατάσταση και έγραψε ειδικούς νόμους, αλλά οι υπουργοί του και οι αστυνόμοι που ήπιαν το τρελόνερο θεώρησαν ότι ο βασιλιάς τους τρελάθηκε και αρνήθηκαν να εκτελέσουν τις εντολές του. Σε λίγο όλη η χώρα γνώρισε για τους νόμους του βασιλιά και ο λαός κατάλαβε ότι ο ηγέτης του είναι τρελός. Γύρω από το μέγαρο του βασιλιά μαζεύτηκε πολύς κόσμος που με κραυγές ζητούσε να παραιτηθεί ο βασιλιάς. Απεγνωσμένος ο βασιλιάς ήθελε να απαρνηθεί από τον θρόνο του, ενώ η βασίλισσα του είπε:
- Έλα να πιούμε κι εμείς απ' αυτό το τρελόνερο και τότε θα είμαστε σαν το λαό μας.
Το είπαν και το έκαναν, και αμέσως άρχισαν να λένε ανοησίες και να κάνουν βλακείες. Όταν οι υπήκοοί τους είδαν πόσο σοφός είναι ο βασιλιάς τους σταμάτησαν να φωνάζουν "κάτω!" και άρχισαν να φωνάζουν "ζήτω!". Μετά στη Χώρα των Βλάκων επικράτησε η ησυχία και ο βασιλιάς κατάφερε να βασιλέψει μέχρι το τέλος της ζωής του.
Παόλο Κοέλο*

Ο λόγος του Θεού
Μια φορά ο σοφός ρώτησε:
- Τι θα κάνατε, αν ήσασταν Θεός;
Ένας άνθρωπος απάντησε:
- Εγώ θα ζούσα μες στα πλούτη και χλιδή και θα είχα πολλούς υπηρέτες να με φροντίζουν.
Ο άλλος είπε:
- Εγώ θα δημιουργούσα ένα κράτος, όπου όλοι θα δούλευαν για το καλό της κοινωνίας και πάντα θα υπήρχε τάξη.
Ο τρίτος είπε:
- Εγώ θα έκανα πάνω στη γη τη Βασιλεία του Θεού. Θα φρόντιζα όλοι οι άνθρωποι να έχουν αυτά που επιθυμούν και να μη γνωρίζουν στενοχώριες και έγνοιες.
Άκουσε όλα αυτά ο Θεός και είπε με θλιμμένο χαμόγελο:
- Παιδιά μου αγαπημένα! Οι ιδέες σας για Μένα και αυτό που Είμαι στην πραγματικότητα πάρα πολύ διαφέρουν το ένα από το άλλο. Ναι, πραγματικά Είμαι ο Πλάστης και ο Παντοδύναμος όπως λένε οι θρησκείες σας και νομίζω καταλαβαίνετε πως δεν θα ήταν δύσκολο για Μένα να επιβάλλω στη γη την Δικαιοσύνη και την Ευτυχία. Όμως δεν είναι αυτός ο σκοπός μου για σας τους ανθρώπους. Αφού είστε τα παιδιά Μου, θέλω και εσείς να είστε σαν εμένα, να γίνετε και εσείς Θεοί. Και όλα αυτά που είπατε μπορούν να σας κάνουν ανθρωπάκια και τίποτα περισσότερο.
Αυτός ο σκοπός Μου μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με έναν τρόπο. Και αυτός ο τρόπος τώρα κυριαρχεί πάνω στη γη. Και να ξέρετε ότι όλοι τελικά θα καταφέρετε να γίνετε Θεοί, αφού έχετε αθάνατη ψυχή και για Μένα δεν έχει σημασία ο χρόνος. Τώρα όλη σας η ζωή είναι μια Πικρή Εμπειρία, όταν γνωρίζετε το μη θεϊκό, ώστε μετά για να διαλέξετε μόνοι σας τον δρόμο για να γίνετε Θεοί. Γι' αυτό με κάθε νέα γέννηση λειτουργεί ο Μηχανισμός Λησμονιάς που σας επιτρέπει να ξεχάσετε εντελώς την προηγούμενη, περισσότερο μη θεϊκή ζωή που είχατε πριν (μόνο στα βαθιά όνειρά σας βλέπετε και πολύ εύκολα ξεχνάτε κάτι για τις προηγούμενες ζωές σας). Ενώ με Σύγκριση και Συσσώρευση Εμπειριών ασχολείται η ψυχή σας που τίποτε δεν ξεχνάει. Ναι, γνωρίζω την ταπεινή ζωή του ανθρώπου, την καταδίωξη του πλούτου, της δόξας, της διασκέδασης, γνωρίζω την λανθασμένη του άποψη ότι εκεί θα βρει την ευτυχία. Ναι, θα περάσουν χιλιάδες χρόνια μέχρι που το μυαλό σας θα καταλάβει τον πραγματικό στόχο και προορισμό της ψυχής σας και η ανάγκη της λειτουργίας του Μηχανισμού Λησμονιάς θα εξαφανιστεί και τότε και ο νους δε θα νιώθει την παραίσθηση του θανάτου τη στιγμή όταν σταματάει να λειτουργεί το φυσικό σώμα.
Μήπως, βλέποντας τη θλιβερή ζωή σας, νομίζετε πως ο Θεός σας άφησε στο έλεος της μοίρας; Όχι, δεν Είμαι Εγώ εκείνος που δημιούργησε αυτές τις συνθήκες μες στις οποίες εσείς ζείτε τώρα. Τις δημιουργήσατε εσείς οι ίδιοι. Απλά, λειτουργούν οι Νόμοι Μου που σας δείχνουν τι είστε σ' αυτή την ιστορική στιγμή προσωπικά και όλοι μαζί σαν κοινωνία. Μάλιστα, Είμαι λυπημένος γιατί να μ' ακούσετε χρειάστηκαν χιλιάδες και χιλιάδες χρόνια και ίσως θα χρειαστούν άλλα τόσα για να καταλάβετε το Νόημα της ζωής. Όμως, ξέρω πως δεν υπάρχει λόγος να αποθαρρύνομαι γιατί Είμαι Θεός και ο Τρόπος Μου είναι θεϊκά τέλειος! Μπορείτε ν' αλλάξετε τη ζωή σας όποτε εσείς επιθυμείτέ ή αύριο ή μετά από χίλια χρόνια αφού είμαστε αθάνατοι και ο χρόνος δεν μας περιορίζει. Η διαφορά μεταξύ μας είναι μόνο μία: Εγώ το ξέρω, εσείς όχι!
Όμως από σήμερα και Εσείς το ξέρετε!
Μην ακούτε εκείνους που λένε ότι Εγώ κάτι ζητάω από σας και θα σας τιμωρήσω για τη μη εκτέλεση των εντολών Μου. Αυτοί θέλουν να σας μετατρέπουν σε δικούς τους υπηρέτες και σκλάβους. Μην τους ακούτε! Περπατήστε το Μονοπάτι της Καρδιάς σας, αγνοώντας τους ηγέτες και μεσίτες.*

Ο θάνατος και η αγάπη
Ο Βούδας πέθανε από τη τροφική δηλητηρίαση. 
Ένας φτωχός αγρότης πολλές μέρες περίμενε για να καλέσει τον Βούδα στο σπίτι του. Μια μέρα νωρίς το πρωί ήρθε και στάθηκε δίπλα σ' ένα δέντρο κάτω απ' το οποίο κοιμόταν ο Βούδας για να είναι ο πρώτος που θα τον καλέσει.
Όταν ο Βούδας ξύπνησε ο αγρότης είπε: 
- Σε παρακαλώ, δέξου την πρόσκλησή μου. Ονειρευόμουν πολλά χρόνια και περίμενα αυτή τη στιγμή πως μια φορά θα είσαι επισκέπτης στο σπίτι μου. Είμαι φτωχός άνθρωπος και δεν μπορώ να σου προσφέρω πολλά, αλλά σε παρακαλώ, μην απορρίπτεις την παράκλησή μου.
Ο Βούδας απάντησε:
- Θα 'ρθω;
Αυτή τη στιγμή έφτασε μια μεγάλη συνοδεία με τον κυβερνήτη της περιοχής, ο οποίος είπε στον Βούδα:
- Σε προσκαλώ στο μέγαρό μου. Κάνε μου την τιμή.
Ο Βούδας είπε στον άρχοντα:
- Σήμερα δε θα μπορέσω. Ήδη υποσχέθηκα να επισκεφθώ αυτόν τον άνθρωπο.
Το φτωχό τραπέζι του αγρότη είχε μόνο ένα φαγητό: ήταν μανιτάρια κουκαρμούτα, που σπάνια, σε μερικές περιπτώσεις, είναι δηλητηριώδη. Ο καημένος αγρότης δεν το ήξερε. Όταν ο Βούδας άρχισε να τρώει ένιωσε την πίκρα, όμως δεν ήθελε να το πει, για να μη στενοχωρηθεί ο νοικοκύρης. Έτσι ο Βούδας έτρωγε τα δηλητηριώδη μανιτάρια και ο φτωχός άνθρωπος ήταν ευτυχισμένος.
Ο Βούδας επέστρεψε και το δηλητήριο άρχισε να δρα προκαλώντας δυνατούς πόνους. Ήρθε ο γιατρός και είπε:
- Η κατάσταση είναι πολύ βαριά. Το δηλητήριο διείσδυσε στο αίμα και είναι αδύνατον να σωθεί. Ο Βούδας θα πεθάνει.
Ο Βούδας είπε στους μαθητές του που μαζεύτηκαν γύρω του:
- Είναι εξαιρετικός άνθρωπος. Την πρώτη τροφή μου έδωσε η μητέρα μου και την τελευταία αυτός. Η μητέρα μου με βοήθησε να δω αυτόν τον κόσμο, ενώ αυτός ο άνθρωπος με βοήθησε να δω των άλλο κόσμο. Πρέπει να του συμπεριφέρεστε με σεβασμό. 
Οι μαθητές του ήταν πολύ στενοχωρημένοι και ο Ανάντα είπε με οργή:
- Τι λες Δάσκαλε;! Να τον σεβόμαστε όπως και την μητέρα σου; Είναι δολοφόνος! και αξίζει το θάνατο για αυτό που έκανε.
Ο Βούδας είπε στους μαθητές του:
- Ναι, ξέρω πως θα μπορούσατε να σκοτώσετε αυτόν τον καημένο άνθρωπο, αλλά θα κάνετε αυτό που λέγω εγώ. Ο Βούδας δέχεται δηλητήριο, αλλά εκπέμπει αγάπη.*

Η ύψιστη θυσία
Ένας σπουδαίος βραχμάνος ρώτησε τον Βούδα, τι ιδιότητες έχει η ύψιστη θυσία. Και ο Βούδας διηγήθηκε μια ιστορία με έναν ισχυρό βασιλιά που ζούσε πολλούς αιώνες πριν. Ύστερα από μια μεγάλη μάχη όταν κατέκτησε την μισή οικουμένη, ήθελε να κάνει στους θεούς μια μεγάλη θυσία. 
Φώναξε τον πολύ γνωστό άγιο και ζήτησε την συμβουλή του για να πραγματοποιήσει την επιθυμία του. Απαντώντας ο άγιος είπε στον βασιλιά, ότι πρέπει πρώτ' απ' όλα να αποκαθιστά στο κράτος την ησυχία, την ευημερία και την ασφάλεια και μόνο μετά πρέπει να κάνει την θυσία. Δεν πρέπει να σκοτωθεί ούτε ένα ζωντανό πλάσμα. Πρέπει να ρίξουν μέσα στο γκρεμό του Ιερού Βουνού από εκατό κουβάδες γάλα, βούτυρο και μέλι. Μόνο έτσι η θυσία θα φτάσει στον στόχο της.
Μετά ο Βούδας συνέχισε:
- Όμως υπάρχει άλλη θυσία, που είναι πολύ πιο εύκολη και πιο ύψιστη, να χτίσεις ένα Ναό για τον Θεό και τους μαθητές του.
Όμως υπάρχει πιο ύψιστη θυσία από την προηγούμενη, όταν χτίσεις μέσα σου τον Ναό της Αλήθειας και ποτέ δεν σκοτώνεις ζωντανό πλάσμα και αποφεύγεις την ψευτιά.
Όμως υπάρχει πιο ύψιστη θυσία όταν γίνεις μονάχος και απαρνιέσαι όλες τις χαρές και θλίψεις αυτού του κόσμου.
Όμως για τον απλό άνθρωπο η ποιο ύψιστη θυσία είναι, όταν αποκτήσει με τη δύναμη της ψυχής του τη σιγουριά πως δεν τον αγγίζουν τα υλικά αγαθά αυτού του κόσμου.*

Βυθίσου στη σιωπή
Μια φορά κάποιος ρώτησε τον Βούδα: 
- Υπάρχει Θεός;
- Ναι, απάντησε ο Βούδας.
Την ίδια μέρα ένας άλλος άνθρωπος τον ρώτησε:
- Υπάρχει Θεός;
Και ο Βούδας είπε:
- Όχι.
Στο τέλος της ημέρας ο τρίτος άνθρωπος ρώτησε τον Βούδα για την ύπαρξη του Θεού και ο Βούδας δεν απάντησε, μόνο σήκωσε το δάχτυλό του, δείχνοντας τον ουρανό.
Όλα αυτά τα παρακολουθούσε ο μαθητής του ο Ανάντα. Τη νύχτα ρώτησε τον Βούδα:
- Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Σε παρακαλώ, πες μου, γιατί στην ίδια ερώτηση έδωσες τρεις διαφορετικές απαντήσεις;
Ο Βούδας είπε:
- Γιατί ήταν τρεις διαφορετικοί άνθρωποι. Ο πρώτος πίστευε ότι δεν υπάρχει Θεός και ήθελε πάρα πολύ να δυναμώσει την πίστη του. Εγώ του είπα ότι υπάρχει Θεός, γιατί για να φτάσει στην Αλήθεια ο άνθρωπος πρέπει να απαλλαχθεί από αυτά στα οποία πιστεύει. Ο άλλος πίστευε ότι Θεός υπάρχει. Σ' αυτόν είπα ότι δεν υπάρχει Θεός. Είμαι εδώ, πάνω στη γη για να καταστρέψω κάθε πίστη για να φτερουγίσει ο νους πάνω στην πίστη και μόνο τότε ο άνθρωπος θα γνωρίσει την Αλήθεια. Ο τρίτος δεν ήταν θρήσκος, ούτε άθεος, δεν υπήρχε ανάγκη να πω "Ναι" ή "Όχι", γι' αυτό σιώπησα, λέγοντας με αυτόν τον τρόπο "Κάνε όπως εγώ, δηλαδή βυθίσου στη σιωπή και τότε θα ξέρεις".*

Να μιλάς ή να σιωπάς;
Την στιγμή όταν ο Βούδας έγινε Φωτισμένος ήταν νύχτα του πανσέληνου. Εξαφανίστηκαν όλες οι ανησυχίες και οι στενοχώριες του, σαν να μην υπήρχαν ποτέ πριν, σαν να ήταν κοιμισμένος και τώρα ξύπνησε. Εξαφανίστηκαν όλα τα προβλήματα και οι αναπάντητες ερωτήσεις που τον βασάνιζαν πριν, ένιωθε την πληρότητα της Ύπαρξης και την Ενότητα με την Φύση.
Η πρώτη ερώτηση που γεννήθηκε μες στο μυαλό του ήταν: "Πώς να εκφράσω όλα αυτά που νιώθω; Πρέπει να τους εξηγήσω την ομορφιά της Αλήθειας, πρέπει να τους δείξω την Πραγματικότητα. Όμως πώς να το κάνω;" Αυτή η ερώτηση μετά βασάνιζε τον καθένα που έγινε φωτισμένος και γνώρισε την Αλήθεια.
Άνθρωποι απ' όλο τον κόσμο ήρθαν να δουν τον Βούδα, γιατί όλα τα ζωντανά πλάσματα στρέφονται προς το Φως.
Η πρώτη σκέψη που ξεστόμισε, ήταν: "Ή κάθε εκφρασμένη σκέψη είναι ψέμα". Το είπε και μετά σιώπησε. Η σιωπή κράτησε εφτά μέρες. Όταν τον ρωτούσαν κάτι εκείνος σήκωνε το χέρι του και με βαρυσήμαντο ύφος έδειχνε με το δάχτυλό του προς τα πάνω.
Ο θρύλος λέει: "Οι θεοί πάνω στους ουρανούς ανησύχησαν. Επιτέλους πάνω στη Γη εμφανίστηκε Φωτισμένος άνθρωπος. Αυτό είναι πολύ σπάνιο φαινόμενο! Εμφανίστηκε η δυνατότητα για να ενωθούν ο κόσμος των ανθρώπων με τον Ανώτατο Κόσμο…όμως ο άνθρωπος ο οποίος θα μπορούσε να γίνει γέφυρα μεταξύ του Ουρανού και της Γης δε μιλάει. Ύστερα από εφτά μέρες οι θεοί μαζί με τον βασιλιά τους τον Ίντρα κατέβηκαν στη γη και πλησίασαν τον Βούδα. Άγγιξαν την πατούσα του και του ζήτησαν να μη μείνει αμίλητος.
Ο Βούδας τους είπε:
- Εφτά μέρες σκέφτομαι για τα υπέρ και τα κατά, και ακόμη δεν βλέπω νόημα να μιλήσω. Πρώτ' απ' όλα δεν υπάρχουν λόγια με τα οποία θα μπορούσα να μεταφέρω την θαυμάσια εμπειρία μου. Δεύτερο, ότι και να πω ξέρω πως δε θα είμαι κατανοητός. Τρίτο, από τους εκατόν ανθρώπους στους ενενήντα εννιά η εμπειρία μου δε θα δώσει τίποτα, ενώ εκείνος που είναι ικανός, μπορεί μόνος του να βρει την Αλήθεια. Γιατί να του στερήσω αυτή τη δυνατότητα; Ίσως η αναζήτηση της Αλήθειας θα διαρκέσει πολύ περισσότερο. Και τι έγινε; Μπροστά του ο καθένας έχει αιώνες! 
Και τότε οι θεοί του είπαν:
- Ίσως θα χαλάσει ο κόσμος αφού η καρδιά του Τέλειου προτίμησε την Σιωπή. Ο Μεγάλος Βούδας πρέπει να κηρύσσει την διδασκαλία του. Πάνω στη γη υπάρχουν άνθρωποι με καθαρό πνεύμα απαλλαγμένοι από την Ύλη, αλλά αν η διδασκαλία σου, ο λόγος σου δεν αγγίξουν την καρδιά τους θα πεθάνουν. Χρειάζονται ένα ελαφρό σπρώξιμο, ένα ορθό λόγο. Μόνο εσύ θα μπορούσες να τους βοηθήσεις να κάνουν το μοναδικό σωστό βήμα προς το Άγνωστο.
Επικράτησε σιωπή…μετά ο Βούδας έκλεισε τα μάτια του και είπε:
- Μάλιστα, θα μιλήσω σ' αυτούς τους λίγους. Δεν έχω τόσες δυνάμεις για να τους πω όλη την Αλήθεια, αλλά μπορώ να τους δείξω τον οδηγό Άστρο.*

Αυταρέσκεια
Ο σοφός Γιαν Τζι περνούσε με τους μαθητές του από την περιοχή Σουν και σταμάτησαν σ' ένα πανδοχείο. Ο ιδιοκτήτης του πανδοχείου είχε δυο γυναίκες: όμορφη και άσχημη. Ο ιδιοκτήτης εκτιμούσε την άσχημη και αγνοούσε την όμορφη. Στην ερώτηση του Γιαν Τζι, ποια είναι η αιτία, ο ιδιοκτήτης απάντησε:
- Η όμορφη καμαρώνει τον εαυτό της, ενώ εγώ δεν μπορώ να κατανοήσω που είναι η ομορφιά της. Η άσχημη μειώνει τον εαυτό της, ενώ εγώ δεν βλέπω την ασχήμιά της.
Και ο Γιαν Τζι είπε στους μαθητές του: 
- Να είστε πάντα σεμνοί, διώξτε από μέσα σας την αυταρέσκεια και ο κόσμος θα σας αγαπάει και θα σας εκτιμάει, όπου και να βρεθείτε.*

Έντεκα ερωτήσεις
Ο Βούδας ανακοίνωνε πάντα όταν ερχότανε σε μια πόλη η χωριό:
- Σας παρακαλώ, μην κάνετε έντεκα ερωτήσεις που αφορούν τον Θεό, την ψυχή, το θάνατο, την αλήθεια…
Όταν τον ρωτούσανε "Γιατί;, εκείνος απαντούσε:
- Γιατί αυτές οι ερωτήσεις δεν έχουν απαντήσεις. Δεν είναι το θέμα, πως δεν γνωρίζω τις απαντήσεις. Πρώτο, δεν υπάρχει δυνατότητα να εκφράζεις με λόγια την ορθή απάντηση. Δεύτερο, η κατανόηση αυτών των εννοιών δεν σε κάνει άγιο, ούτε οδηγεί στη φώτιση. Τρίτο, αυτές οι ερωτήσεις γεννάνε θρησκείες οι οποίες εμποδίζουν να αφομοιώσεις την Αληθινή πραγματικότητα. Να ρωτήσετε για την οργή, για την τσιγκουνιά, για την προσκόλληση, για την μεταμόρφωση. Ρωτήστε, πώς να εγκαταλείψετε το νου, για χάρη του διαλογισμού…*

Ήττα στο σκάκι
Ένας άνθρωπος νόμιζε όταν έχανε παρτίδα στο σκάκι, πως ηττήθηκε.
Μετά από την μάθηση δίπλα στον γνωστό δάσκαλο του ζεν, ο άνθρωπος κατάλαβε ότι γνώρισε την ήττα όταν κέρδισε. Δεν ικανοποιήθηκε και έμαθε άλλα δυο χρόνια δίπλα στον μεγάλο σουφί και γνώρισε ότι εάν έχασε και είναι ικανοποιημένος από την ήττα, τότε πραγματικά έχασε. Μετά έφυγε για τα Ιμαλάια, όπου τρία χρόνια έπαιρνε μαθήματα από τον μεγάλο δάσκαλο του γιόγκα και έμαθε ότι εάν ο άνθρωπος κέρδισε, αλλά ένιωθε τον εαυτό του ένοχο για την νίκη του, τότε ηττήθηκε.*

Η δύναμη της αυθυποβολής
Ένας άνθρωπος πήγε καλεσμένος στο σπίτι του φίλου του. Όταν ήθελε να πιει το κρασί που του προσέφερε ο φίλος του του φάνηκε ότι μέσα στο κρασοπότηρο βλέπει ένα μικρό φίδι. Δεν θέλοντας να προσελκύσει την προσοχή του νοικοκύρη σ' αυτή την περίσταση, εκείνος γενναία άδειασε το ποτήρι. 
Επιστρέφοντας στο σπίτι εκείνος ένιωσε φοβερούς πόνους στο στομάχι. Η κατάσταση δεν βελτιωνόταν από τα διάφορα φάρμακα που του έδωσε ο γιατρός και ο άνθρωπος ένιωθε πως θα πεθάνει.
Ο φίλος του ενημερώθηκε για την κατάσταση του και ξανά τον προσκάλεσε στο σπίτι του. Τον έβαλε να καθίσει στην ίδια θέση και ξανά του έδωσε κρασί λέγοντας πως είναι φάρμακο. Όταν ο άρρωστος σήκωσε το κρασοπότηρο αμέσως είδε μέσα το μικρό φίδι, όμως αυτή τη φορά το είπε στον νοικοκύρη και του έδειξε το φίδι. Ο νοικοκύρης σήκωσε το κεφάλι του και έδειξε πως πάνω απ' το κεφάλι του επισκέπτη κρέμεται ένα τόξο. Ο άρρωστος αμέσως κατάλαβε ότι το φιδάκι είναι αντικατοπτρισμός του κρεμασμένου τόξου. Και οι δυο κοίταξαν ο ένας τον άλλον, μετά γέλασαν. Ο πόνος του επισκέπτη αμέσως πέρασε και έγινε καλά.*

Τρία είδη ανθρώπων
Μια φορά στον βασιλιά της Ινδίας τον Ακμπάρ έστειλαν ως δώρο τρία μικρά αγαλματάκια ανθρώπων από το χρυσό και μια επιστολή. Η επιστολή έλεγε ότι το κάθε αγαλματάκι κάτι συμβολίζει και ότι έχουν διαφορετική τιμή. 
Ο βασιλιάς φώναξε τους συμβούλους του και τους διέταξε να βρουν τον συμβολισμό. Πολύ καιρό οι σοφοί μελετούσαν τα αγαλματάκια: τα ζύγισαν, τα μέτρησαν, βρήκαν τον τίτλο του χρυσού, αλλά δεν κατάφεραν να βρουν ούτε εξωτερικές, ούτε εσωτερικές διαφορές. Στο τέλος όλοι οι σύμβουλοι αναγνώρισαν την αδυναμία τους να λύσουν το πρόβλημα. Μόνο ο σοφός Μπιρμπάλ δεν εγκατέλειψε τις προσπάθειές του και τελικά βρήκε πολύ μικρές τρύπες στ' αυτιά και των τριών αγαλματιδίων, μετά έβαλε ένα πολύ λεπτό χρυσό σύρμα στ' αυτί και το σύρμα βγήκε από το άλλο αυτί. Στο δεύτερο αγαλματάκι το σύρμα βγήκε από το στόμα, ενώ στο τρίτο από τον αφαλό. Ο Μπιρμπάλ σκέφτηκε λίγο και μετά είπε:
- Η λύση βρέθηκε. Το πρώτο αγαλματάκι συμβολίζει άνθρωπο στο αυτί του οποίου μπαίνουν τα λόγια και από το άλλο βγαίνουν. Το δεύτερο δείχνει έναν άνθρωπο ο οποίος ακούει κάτι και αμέσως σπεύδει να το πει σε άλλους, χωρίς να σκεφτεί για αυτά που άκουσε. Το τρίτο δείχνει έναν άνθρωπο που κρατάει αυτά που άκουσε και τα περνάει από την καρδιά του. Αυτό το αγαλματάκι είναι το πιο πολύτιμο.*

Στην κόλαση
Μια ομάδα ανθρώπων μετά από αεροπορικό δυστύχημα βρέθηκε σ' έναν άλλο κόσμο που πάρα πολύ έμοιαζε με τον δικό μας. Αυτός ο κόσμος ομοίως είχε πολλές ανέσεις και διασκεδάσεις. Με μεγάλη έκπληξη γνώρισαν ότι βρίσκονται στην κόλαση, ενώ μπορούσαν να ικανοποιήσουν όλες τις επιθυμίες τους: εκείνοι που ήθελαν εύκολη ζωή την βρήκαν, εκείνοι πού κυνηγούσαν το κέρδος απέκτησαν πολλά λεφτά. Πάντα δίπλα τους υπήρχαν δαιμόνια που τους εξυπηρετούσαν. Όμως μια μέρα γνωστή ως "ημέρα παράπονων" μερικοί κάτοικοι ήρθαν να μιλήσουν με τον αρχηγό των δαιμόνων και του είπανε:
- Εμείς εδώ έχουμε μια ωραία ζωή: εύκολη δουλειά που μας αρέσει, καθημερινά βγαίνουμε έξω, συνέχεια καταπληκτικά πάρτι και οτιδήποτε διασκεδάσεις. Όμως αντιληφθήκαμε ότι σιγά σιγά χάνουμε τις δυνάμεις μας, απομακρυνόμαστε ο ένας από τον άλλον και με αρκετά γρήγορο ρυθμό χάνουμε αυτά που εύκολα κατακτήσαμε…
- Και βεβαίως, απόρησε ο δαίμονας, μήπως ξεχάσατε πως είστε στην κόλαση;*

Όνειρο
Ένας κυβερνήτης μεγάλου αεροπλάνου πετούσε πάνω από την Καλιφόρνια. Είπε στον βοηθό του:
- Κοίτα κάτω, βλέπεις την όμορφη λίμνη; Εγώ γεννήθηκα κοντά σ αυτή τη λίμνη στο χωριό που φαίνεται εκεί κάτω.
Έδειξε το μικρό χωριό, που απλώθηκε πάνω σ' ένα λόφο και είπε:
- Όταν ήμουν μικρός, συχνά καθόμουν στην άκρη της λίμνης και ψάρευα. Το ψάρεμα ήταν το αγαπημένο μου χόμπι. Καθημερινά έβλεπα αεροπλάνα που πετούσανε πάνω απ' το κεφάλι μου και ονειρευόμουν πως κάποτε θα γίνω πιλότος και θα διακυβερνήσω ένα αεροπλάνο. Ήταν το μοναδικό μου όνειρο. Το όνειρό μου εκπληρώθηκε, αλλά τώρα κάθε φορά που πετάω πάνω από τη λίμνη ονειρεύομαι τον καιρό όταν θα βγω στη σύνταξη και θα πάω να ψαρέψω στην όμορφη λίμνη μου.*

Φτυσιά
Ένας άνθρωπος ήρθε στον Βούδα και τον έφτυσε στο πρόσωπο. Ο Βούδας σκούπισε το πρόσωπό του και ρώτησε:
- Μόνο αυτό; Μήπως θέλεις και κάτι άλλο; 
Ο Ανάντα όλα είδε και εξοργισμένος όρμησε, φωνάζοντας με κακία:
- Δάσκαλε! άφησε με να τιμωρήσω αυτό το ανθρωπάκι!
- Ανάντα, έγινες σαννυάς (άνθρωπος που απαρνήθηκε τα εγκόσμια και αφιέρωσε τον εαυτό του στον Θεό), αλλά μερικές φορές το ξεχνάς, είπε ήρεμα ο Βούδας, δεν κατάλαβες ότι αυτός ο φουκαράς πολύ υπέφερε, κοίτα τα μάτια του που κοκκίνισαν από το θυμό. Σίγουρα δεν κοιμήθηκε όλη τη νύχτα πριν να κάνει αυτή την πράξη. Η φτυσιά ήταν το αποτέλεσμα αυτής της τρέλας και τώρα ίσως απαλλάχτηκε από την κακία του. Πρέπει να δείχνεις συμπόνια, ενώ εσύ θέλεις να τον σκοτώσεις και να γίνεις παράφρων σαν αυτός!
Ό άνθρωπος άκουγε το διάλογο, ήταν συγχυσμένος και αμήχανος. Η αντίδραση του Βούδα ήταν απροσδόκητη. Ο άνθρωπος ήθελε να προσβάλλει, να ταπεινώσει τον Βούδα, αλλά ένιωθε ντροπιασμένος και ταπεινωμένος.
Ο Βούδας του είπε:
- Πήγαινε σπίτι σου να ξεκουραστείς, είσαι σε άσχημη κατάσταση, αρκετά τιμώρησες τον εαυτό σου. Ξέχασε αυτό που έγινε, δεν μου έκανες κακό. Αυτό το σώμα αποτελείται από τη σκόνη. Αργά ή γρήγορα θα γίνει σκόνη και οι άνθρωποι θα το ποδοπατήσουν και θα το φτύσουν.
Ο άνθρωπος έκλαψε, εξαντλημένος σηκώθηκε και έφυγε.
Το βράδυ επέστρεψε και έπεσε στα πόδια του Βούδα και είπε:
- Συγχώρεσέ με!
- Δεν υπάρχει τέτοιο θέμα αφού εγώ δε θύμωσα. Αντίθετα, είμαι ευτυχισμένος να σε βλέπω πως είσαι καλά και τελείωσε η κόλαση που βρισκόσουν. Πήγαινε, να είναι πάντα η ειρήνη μαζί σου.*

Μεταφέρετε την αγάπη μου
Ο μαθητής του Βούδα ήθελε να πάει σαν απόστολος της Διδασκαλίας του Δάσκαλού του σε μια πολύ ανήσυχη και επικίνδυνη περιοχή, κανένας δεν είχε πάει εκεί. Ο Βούδας τον ρώτησε:
- Πριν να αποφασίσω να σ' αφήσω να πάς σ' αυτή την περιοχή θα ήθελα να μου απαντήσεις σε τρεις ερωτήσεις. Η πρώτη ερώτηση: γνωρίζεις πόσο σκληροί είναι και πως εύκολα εκνευρίζονται οι άνθρωποι που ζουν εκεί. Αν θα σε προσβάλλουν, και ξέρω πως θα το κάνουν, πως θα αντιδράσεις, τι θα γίνει μέσα στην καρδιά σου.
Ο μαθητής είπε:
- Ξέρεις τι θα γίνει στην καρδιά μου, γιατί εσύ είσαι η καρδιά μου. Αλλά εγώ θ' απαντήσω: αν θα με προσβάλλουν, τότε βαθιά μέσα στην καρδιά μου θα είμαι ευγνώμων σ' αυτούς τους ανθρώπους, γιατί με πρόσβαλλαν μόνο, ενώ θα μπορούσανε να με ξυλοκοπήσουν.
Ο Βούδας είπε:
- Καλώς. Η δεύτερη ερώτηση: αν θα σε ξυλοκοπήσουν, τι θα νιώθεις για αυτούς τους ανθρώπους;
- Θα είμαι ευγνώμων γιατί με έδειραν μόνο και δε με σκότωσαν.
- Και τώρα η τρίτη ερώτηση. Εάν θα προσπαθήσουν να σε σκοτώσουν, τότε τι θα σκέφτεσαι για αυτούς, πώς θα αντιδράσεις;
Και ο μαθητής απάντησε:
- Αν θα με σκοτώσουν, θα είμαι ευγνώμον στους ανθρώπους, αφού θα μου δώσουν την μεγάλη δυνατότητα να απαλλαχθώ από την σκλαβιά της γήινης ζωής.
Ο Βούδας είπε:
- Τώρα μπορείς να φύγεις, είμαι σίγουρος για σένα. Όπου και να πάς θα μεταφέρεις την ενέργειά, την συμπόνια, την αγάπη μου.*

Φώτιση
Ο Σιντάρτα έξι χρόνια περιπλανιόταν, επισκέφθηκε όλους τους σοφούς, άγιους, επιστήμονες, διάφορους γκουρού, όμως ήταν ανικανοποίητος, γιατί δεν ένιωθε βαθιές αλλαγές. Ασκητισμός, νηστεία, γιόγκα, όλα μάταια.
Μια φορά ο Σιντάρτα ήθελε να διαβαίνει το ποτάμι από τον πόρο. Η ροή του ποταμιού ήταν δυνατή, ενώ ο Σιντάρτα ήταν τόσο αδύναμος ώστε ζαλίστηκε και έπεσε στο νερό. Τον πήρε το ποτάμι, όμως ξόδεψε τις τελευταίες του δυνάμεις για να πιάσει μια ρίζα ενός δέντρου και το ρεύμα τον παρέσυρε στην όχθη. 
Σε τέτοια κατάσταση, δεν έχοντας δυνάμεις να βγει από το ποτάμι ο Σιντάρτα ξαφνικά κατανόησε: "Η ζωή είναι όμοια με τον ωκεανό. Και αν η ζωή είναι ωκεανός, τότε όλα αυτά που κάνω είναι ένα μεγάλο λάθος: εάν κατάντησα να μην μπορώ να περάσω ένα ποτάμι, πως θα διασχίσω τον ωκεανό της ζωής; Ο δρόμος μου δεν είναι σωστός. Έγινα πολύ αδύναμος, ενώ για να ανεβαίνω στον Θεό, χρειάζομαι πολύ ενέργεια".
Τελικά βγήκε από το ποτάμι, ξάπλωσε κάτω από ένα δέντρο και χαλάρωσε. Αυτή η βραδιά είχε πανσέληνο. Για πρώτη φορά, ύστερα από έξι χρόνια ασκητικής ζωής, ο Σιντάρτα έπεσε σ' ένα βαθύ ύπνο χωρίς όνειρα. Το πρωί κατανόησε ότι δεν βιάζεται να πάει κάπου, δεν είχε μπροστά του κάποιο στόχο, δεν έπρεπε να κάνει ασκήσεις. Πρώτη φορά ένιωθε την πλήρης ελευθερία. Ξαπλωμένος κάτω από το δέντρο παρακολουθούσε την ανατολή του ήλιου. Κοιτούσε πως σβήνεται το τελευταίο πρωινό αστέρι. Λένε πως αυτή τη στιγμή που εξαφανίστηκε αυτό το αστέρι, εξαφανίστηκε και ο Σιντάρτα. Γεννήθηκε ο Βούδας! Μέσα σε μια στιγμή μπροστά του πέρασαν τα έξι χρόνια περιπλάνησης σαν ένας εφιάλτης, αλλά αυτά έμειναν στο παρελθόν. 
Ο Βούδας έγινε φωτισμένος!*

Γι' Αυτόν οι άνθρωποι δεν πρέπει να μιλάνε με λόγια
Μια φορά τον Βούδα επισκέφθηκε ένας άνθρωπος και αγγίζοντας τις πατούσες του, ρώτησε αν υπάρχει Θεός; Καίρια ερώτηση!
Ο Βούδας τον κοίταξε με προσοχή και είπε:
- Όταν ήμουν νέος, πάρα πολύ αγαπούσα τα άλογα, γνώριζα ότι υπάρχουν τέσσερα είδη αλόγων. Το πρώτο είδος: τα ποιο ανόητα και πεισματάρικα, όσο και να τα χτυπάς, δε θα υπακούσουν. Τέτοιοι είναι και πολλοί άνθρωποι. Το δεύτερο: τ' άλογα θα υπακούνε, αλλά ύστερα από το χτύπημα. Και τέτοιοι άνθρωποι είναι πολλοί. Υπάρχει και το τρίτο είδος: είναι άλογα τα οποία δε χρειάζεται να τα μαστιγώσεις, απλά δείχνεις το μαστίγιο και αυτό αρκεί. Υπάρχει ακόμα και τέταρτο είδος: πολύ σπάνιο. Γι' αυτά τα άλογα αρκεί η σκιά του μαστιγίου.
Μιλώντας με αυτόν τον άνθρωπο ο Βούδας τον κοιτούσε στο πρόσωπο. Μετά έκλεισε τα μάτια του και σιώπησε. Και ο επισκέπτης έκλεισε τα μάτια του και καθόταν σιωπηλός. Την συζήτηση παρακολουθούσε ο Ανάντα ο οποίος με αμηχανία σκεφτόταν "Παράξενο! Ο άνθρωπος ρωτάει για τον Θεό, αλλά ο Δάσκαλος μιλάει για άλογα". Σκεφτόμενος ο Ανάντα έβλεπε και τους δυο άνδρες να κάθονται μέσα σε μια σπάνια σιγή. Κυριαρχούσε μια μεγάλη Σιωπή! Σε λίγο ο Βούδας άνοιξε τα μάτια του, ενώ ο άνθρωπος συνέχιζε να κάθεται με γαληνεμένο πρόσωπο. Ύστερα από μια ώρα ο άνθρωπος άνοιξε τα μάτια του, άγγιξε τις πατούσες του Βούδα, τον ευχαρίστησε, βαθιά υποκλίθηκε και έφυγε.
Ό Ανάντα πλησίασε τον Βούδα και ρώτησε:
- Είναι ακατανόητο για μένα: εκείνος ρωτάει για τον Θεό, αλλά εσύ του μιλάς για τα άλογα. Είδα πως αυτός ο άνθρωπος βυθίστηκε μαζί σου στη σιωπή. Σαν να έζησε μαζί σου πολλά χρόνια. Ακόμη κι εγώ ποτέ δε γνώρισα τέτοια σιωπή! Τι είδους συνεννόηση ήταν αυτή η ενότητα! Γιατί αυτός ο άνθρωπος ήταν τόσο ευγνώμον;
Ο Βούδας απάντησε:
- Δεν μιλούσα για άλογα. Μιλούσα για τον Θεό, αλλά για τον Θεό οι άνθρωποι δεν πρέπει να μιλάνε ευθέως και με λόγια. Όταν είδα το άλογό του, κατάλαβα ότι τέτοιο άλογο μπορεί να έχει μόνο ένας αληθινός γνώστης, γι' αυτό μιλούσα για άλογα. Ήταν η γλώσσα που ήξερε πολύ καλά. Είναι άνθρωπος που αρκούσε να δει τη σκιά του μαστιγίου. Και όταν εγώ έκλεισα τα μάτια μου εκείνος κατάλαβε ότι για τον Θεό δεν πρέπει να μιλάς, πρέπει να σιωπάς. Και μόνο μέσα από τη Σιωπή γνωρίζεις τον Θεό. Είναι υπερβατική εμπειρία και βρίσκεται πέρα από τα όρια του νου.*

Συμπόνια
Όταν ο Βούδας έγινε φωτισμένος πήγε να δει τον πατέρα του. Ο πατέρας του ήταν οργισμένος! Όλα τα χρόνια που απουσίαζε ο γιος του εκείνος συσσώρευε την κακία και τώρα ήρθε η στιγμή να τον περιλούσει με την εχθρότητά του. Άρχισε να προσβάλλει τον γιο του, λέγοντας: "Γιατί ήρθες τώρα, ύστερα από δώδεκα χρόνια; Ήσουν η πιο βαθιά πληγή μου. Με σκότωσες με την πράξη σου! Δεν ήσουν γιος για μένα, ήσουν εχθρός μου!" Αυτό συνέχισε για πολύ ώρα, ενώ ο Βούδας σιωπούσε και τα μάτια του ήταν γεμάτα με αγάπη και συμπόνια. 
- Γιατί σιωπάς; συνήλθε ο πατέρας του.
Ο Βούδας απάντησε:
- Πρώτα πρέπει να πεις όλα αυτά που έχεις μέσα σου. Πες τον πόνο σου! Μόνο τότε θα μπορείς να με καταλάβεις. Όμως πριν θα ήθελα να σου πω κάτι πολύ σημαντικό: μιλάς όχι με τον Σιντάρτα, αλλά με έναν άλλο άνθρωπο. Ο γιος σου που κάποτε έφυγε από το σπίτι δεν επέστρεψε. Εκείνος πέθανε! Είμαι εντελώς διαφορετικός άνθρωπος. Αλλά πριν, πες τον πόνο σου! Τα μάτια σου είναι γεμάτα με τόση οργή, ώστε δεν μπορείς ούτε να με βλέπεις.
Σιγά σιγά ο πατέρας του χαλάρωσε, σκούπισε τα δάκρυα του και με ενδιαφέρον άρχισε να παρατηρεί προσεχτικά τον γιο του. "Ναι, πραγματικά είναι άλλος άνθρωπος. Βεβαίως, και το πρόσωπο και το μπόι είναι του γιου μου, αλλά δεν τον γνωρίζω, είναι εντελώς διαφορετικός άνθρωπος", σκεφτόταν εκείνος και μετά είπε:
- Άλλαξες πολύ. Θα ήθελα να γευτώ αυτά που γεύτηκες εσύ. Σε λίγο θα πεθάνω, είμαι πολύ γέρος. Σε παρακαλώ, πες μου το Μυστικό σου! Και συγχώρεσέ με για την οργή μου. Χαίρομαι που ήρθες.*

Πώς να γίνεις σοφός;
Ένας νεαρός ήρθε στον σοφό και του είπε:
- Δάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να γίνω σοφός;
Ο σοφός ούτε του απάντησε. Ο νεαρός επανέλαβε την ερώτησή του μερικές φορές με το ίδιο αποτέλεσμα. Τελικά έφυγε για να 'ρθει την επόμενη μέρα με το ίδιο ερώτημα. 
Ξανά δεν πήρε απάντηση. Ήρθε και την τρίτη μέρα επαναλαμβάνοντας την ίδια ερώτηση:
- Δάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να γίνω σοφός;
Τότε ο σοφός γύρισε και κατευθύνθηκε προς το ποτάμι. Μπήκε στο ποτάμι και με νεύμα κάλεσε και τον νεαρό. Όταν βρέθηκαν εκεί που το νερό φτάνει στο λαιμό, ο σοφός άρπαξε τον νεαρό από τους ώμους, τον βούτηξε μέσα στο νερό και τον κρατούσε κάτω αγνοώντας τις προσπάθειές του να απελευθερωθεί. Τελικά τον άφησε και όταν ο νεαρός είχε αποκαταστήσει την αναπνοή του, τον ρώτησε:
- Για πες μου, παιδί μου, τι ήθελες περισσότερο απ' όλα, όταν ήσουν κάτω από το νερό;
- Αέρα! Ήθελα αέρα! φώναξε ο νεαρός.
- Μήπως θα προτιμούσες αντί αέρα, πλούτη, απολαύσεις, ισχύ ή αγάπη, παιδί μου;
- Όχι! Δάσκαλε, το μόνο που ήθελα, ήταν αέρας, ακολούθησε η απάντηση.
- Λοιπόν, είπε ο σοφός, για να γίνεις σοφός πρέπει να ποθείς τη σοφία με την ίδια δύναμη όπως μόλις τώρα επιθυμούσες να αναπνεύσεις τον αέρα. Πρέπει να παλεύεις για την σοφία, αγνοώντας όλα τ' άλλα αγαθά της ζωής. Πρέπει να γίνει ο μοναδικός και καθημερινός στόχος στη ζωή σου. Εάν θα επιδιώξεις τη σοφία με τέτοιο πάθος, παιδί μου, τότε οπωσδήποτε θα γίνεις σοφός.*

Πρόβατα
Μια φορά και έναν καιρό ζούσε ένας βασιλιάς που είχε όλα αυτά που έχουν συνήθως όλοι οι βασιλιάδες. Όμως ξαφνικά τα πράγματα άλλαξαν, η μία συμφορά ακολουθούσε την άλλη, και ο ίδιος και το βασίλειό του γνώρισαν τα χτυπήματα της μοίρας. Η ανομβρία έφερα πολλά δεινά στον κόσμο και το γειτονικό βασίλειο τους επιτέθηκε και πολιορκούσε την πρωτεύουσα του κράτους. Άρχισε η επιδημία και πέθαναν οι μισοί κάτοικοι της πόλης, μαζί τους και η γυναίκα του και τα παιδιά του. Το αδύνατο στρατό δεν άντεξε την πολιορκία και παραδόθηκε στον εχθρό που εξόντωσε τους υπόλοιπους κάτοικους. Ο βασιλιάς κατάφερε να φύγει. Πήρε τον δρόμο προς το φίλο του με τον οποίο μεγαλώσανε μαζί και που ήταν βασιλιάς-σύμμαχος. Στον δρόμο τον έπιασε μια συμμορία λιστών και τον πούλησε ως σκλάβο. Μετά από τρία βασανιστικά χρόνια που δούλευε στις φυτείες, έφυγε. Όταν έφτασε στην πρωτεύουσα του φίλου του οι φύλακες είδαν τα κουρέλια που φορούσε και δεν τον πίστεψαν ότι είναι βασιλιάς. Αφού δεν τον άφησαν να μπει μέσα στο μέγαρο ήταν αναγκασμένος να δουλέψει ολόκληρο χρόνο για ν' αγοράσει κάποια ρούχα και μόνο τότε κατάφερε να παρουσιαστεί μπροστά στον βασιλιά. Εκείνος με συμπόνια και κατανόηση άκουσε για τα δεινά που υπέφερε ο φίλος του και σκεφτόμενος είπε:
- Θα σε βοηθήσω, και διέταξε να του δώσουν 100 πρόβατα γι' να τα βόσκει. 
Πικραμένος με την συμπεριφορά του φίλου-βασιλιά, που ίσως ξέχασε την παλιά τους φιλία, ο βασιλιάς-φουκαράς πήγε να βόσκει τα πρόβατα γιατί δεν είχε κάποια άλλη επιλογή. Όταν βοσκούσε τα πρόβατά του τους επιτέθηκαν οι λύκοι και έσφαξαν όλο το κοπάδι. Ήρθε με σκυμμένο το κεφάλι στον φίλο του και του διηγήθηκε το συμβάν. Εκείνος διέταξε:
- Δώστε του 50 πρόβατα.
Αλλά και αυτό το κοπάδι χάθηκε γιατί ακολούθησε τον μπροστάρη που πήδηξε στο γκρεμό.
- Δώστε του 25 πρόβατα, είπε ο βασιλιάς.
Αυτή τη φορά όλα πήγαν καλά και σε λίγο το κοπάδι αποτελούταν από 1000 πρόβατα. Ο βασιλιάς-βοσκός ήρθε στο μέγαρο και είπε:
- Ήδη έχω 1000 πρόβατα και μετά από ένα χρόνο θα τα διπλασιάσω!
Τότε ο βασιλιάς χάρηκε, αγκάλιασε τον φίλο του και είπε:
- Τέλειωσε για σένα η δουλειά του βοσκού, τώρα σου δίνω το γειτονικό βασίλειο. 
Ο φουκαράς απογοητευμένος από τον φίλο του ρώτησε:
- Γιατί δεν μου έδωσες αυτό το βασίλειο, από την αρχή;
- Δε θα έμεινε τίποτα απ' αυτό το βασίλειο, απάντησε ο σοφός φίλος του, εγώ απλά περίμενα να τελειώσει αυτή η μαύρη περίοδος στη ζωή σου και να 'ρθει η καλύτερη περίοδος. Τώρα ήρθε αυτή η στιγμή. Τα πρόβατα απλά ήταν ο δείκτης της μοίρας σου.*

Βαλάντιο με χρυσό
Μια φορά ο ραβίνος Χαήμ από το Ζανς στεκόταν δίπλα στην πόρτα της συναγωγής και παρακολουθούσε τους περαστικούς. Μετά σταμάτησε έναν απ' αυτούς και τον ρώτησε:
- Σε παρακαλώ, πες μου τι θα κάνεις αν βρεις ένα βαλάντιο με χρυσές λίρες, θα το επιστρέψεις στον ιδιοκτήτη;
- Βεβαίως, απάντησε εκείνος, αν ήξερα ποιανού είναι να είσαι σίγουρος, θα το επέστρεφα χωρίς κάποιο δισταγμό.
- Είσαι ανόητος, είπε ο ραβίνος από το Ζανς.
Μετά σταμάτησε έναν άλλο περαστικό και του έθεσε το ίδιο ερώτημα.
- Δεν είμαι βλάκας να επιστρέψω το βαλάντιο που βρήκα, είπε εκείνος.
- Δεν είσαι καλός άνθρωπος, είπε ο ραβίνος και φώναξε τον τρίτο.
Εκείνος απάντησε:
- Ραβίνε, πώς μπορώ να γνωρίζω τι θα έκανα όταν θα έβρισκα το βαλάντιο με χρυσό. Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να αποφεύγω τον κακό δαίμονα. Μπορεί να συμβεί το χειρότερο και να με νικήσει και θα σφετερισθώ αυτό που ανήκει σε άλλον. Όμως, μπορεί να συμβεί και το αντίθετο και δίπλα μου να βρεθεί ο παντοδύναμος Θεός. Είναι εύσπλαχνος και θα με βοηθήσει για να τα βγάζω πέρα και θα επιστρέψω το βαλάντιο στον ιδιοκτήτη του.
- Είναι ορθά τα λόγια σου, φώναξε ο ραβίνος, είσαι σοφός άνθρωπος.*

Ο πίθηκος
Μια φορά ο πρίγκιπας Βου έφτασε με την συνοδεία του στο Βουνό των πιθήκων. Όταν οι πίθηκοι είδαν τους ανθρώπους δημιουργήθηκε ένας πανικός και οι πίθηκοι αμέσως εξαφανίστηκαν μέσα στο φύλλωμα των δέντρων. Έμεινε μόνο ένας πίθηκος ο οποίος δεν έδωσε μεγάλη σημασία στους ανθρώπους και συνέχιζε να κουνιέται κρατώντας ένα κλαδί. Ο πρίγκιπας έριξε ένα βέλος, αλλά ο πίθηκος το έπιασε στον αέρα. Τότε ο πρίγκιπας έδωσε διαταγή να ρίξουν βέλη όλοι που τον συνόδευαν. Αμέσως προς τον πίθηκο πέταξαν τριάντα βέλη και εκείνος έπεσε νεκρός. Ο πρίγκιπας απευθύνθηκε στον φίλο του Γιέν-Μπου:
- Κατάλαβες, τι έγινε; Αυτό το ζώο νόμιζε ότι είναι πολύ έξυπνο και επιδέξιο. Πίστευε ότι κατέχει σπάνιο ταλέντο. Πίστευε ότι κανείς δεν μπορεί να το βλάψει. Όμως έκανε λάθος. Να θυμάσαι αυτή την περίπτωση! Ποτέ μην προκαλείς τους ανθρώπους. Το ταλέντο σου, οι ικανότητές σου θα εκνευρίζουν τους γύρω ανθρώπους και θα κάνουν το παν για να σου αποδείξουν το αντίθετο.
Αυτή η ιστορία μας μαθαίνει να μην είμαστε αφελείς και υπεροπτικοί. 
Δεν πρέπει να δείχνεις στον κόσμο την εσωτερική και εξωτερική ομορφιάς σου, τις ικανότητές σου, πρέπει να τις φυλάξεις. Αυτού του είδους τις αλήθειες πρέπει να τις κρύβεις βαθιά στην καρδιά σου και μόνο τότε θα φυτρώσει σαν κόκκος που έριξαν στη γη. Μην βιάζεσαι να το βγάζεις έξω. Αν θα το κάνεις, θα πεθαίνει ο κόκκος χωρίς όφελος. Να μεταχειρίζεσαι αυτό που είναι όμορφο και αληθινό σαν τον κόκκο. Με φροντίδα να του προσφέρεις κάποιο έδαφος, κάποια απόμερη γωνιά στην καρδιά σου και μην το επιδεικνύεις σε όλους και στον καθένα.*

Ευτυχισμένος γάμος
Ένας αγρότης που ζούσε μόνος στη φάρμα του, αποφάσισε πως ήρθε ο καιρός να παντρευτεί, καβαλίκεψε το μουλάρι του και αναχώρησε για την πόλη με σκοπό να βρει γυναίκα. Μετά από μια βδομάδα ζωής στην πόλη παντρεύτηκε μια γυναίκα. Μαζί καβαλίκεψαν το μουλάρι και ξεκίνησαν τον δρόμο τους προς τη φάρμα. Ύστερα από ένα χιλιόμετρο δρόμου το μουλάρι σταμάτησε και δεν ήθελε με τίποτα να προχωρήσει. Τότε ο αγρότης κατέβηκε, πήρε στο χέρι του ένα μεγάλο ξύλο και άρχισε να χτυπάει το μουλάρι μέχρι που εκείνο ξεκίνησε. 
- Ένα, είπε ο αγρότης.
Ύστερα από δυο χιλιόμετρα το μουλάρι ξανά σταμάτησε. Μετά από μερικές ραβδιές το μουλάρι συνέχισε το δρόμο και ο αγρότης είπε:
- Δυο.
Ύστερα από μερικά χιλιόμετρα το μουλάρι για τρίτη φορά αρνήθηκε να προχωρήσει. Ο αγρότης κατέβηκε, είπε να κατέβει και η γυναίκα του, έβγαλε το πιστόλι του, έριξε το μουλάρι στο μάτι και το σκότωσε.
- Τι βλακεία! φώναξε η γυναίκα του, είναι πολύτιμο ζώο και το σκότωσες μόνο και μόνο αφού εκνευρίστηκες! Είναι και ανόητο και σκληρό αυτό που έκανες…, έτσι συνέχισε για μερικά λεπτά και όταν σταμάτησε για να πάρει ανάσα, ο αγρότης είπε:
- Ένα.
Λένε πως ο αγρότης και η γυναίκα του έζησαν ένα ευτυχισμένο γάμο όλη τους τη ζωή.*

Ο ναός
Ένας άνθρωπος ήταν πολύ θυμωμένος με τη γυναίκα του. Εκείνος ήταν πολύ θρήσκος, ενώ η γυναίκα του καθόλου. Συνήθως παρακολουθούμε το αντίθετο: η γυναίκα είναι θρήσκα και ο άντρας όχι, αλλά συμβαίνει και το αντίθετο. Κάθε μέρα ο άνδρας προσπαθούσε να κάνει τη γυναίκα του να πάει στην εκκλησία. 
Ο θρήσκος άνθρωπος έχει μια θεμελιώδη αδυναμία: θέλει να κάνει τους υπόλοιπους σαν τον εαυτό του, όμως η γυναίκα δεν ακολουθούσε τις παροτρύνσεις του συζύγου της. Απελπισμένος ο άντρας πήγε και παρακάλεσε τον ιερέα να 'ρθει στο σπίτι του και να μεταπείσει τη γυναίκα του.
Τ' άλλο το πρωί ο ιερέας ήρθε στο σπίτι του άνδρα, που εκείνη την ώρα έκανε γονυκλισίες μπροστά στην εικόνα. Η γυναίκα του σκούπιζε την αυλή. Ο ιερέας την πλησίασε και είπε:
- Άκουσα από τον άνδρα σου πως είσαι άθεα, δεν προσεύχεσαι, δεν πας στη εκκλησία, ενώ ο σύζυγός σου είναι θρήσκος και περίπου κάθε μέρα πάει στην εκκλησία.
- Δεν νομίζω πως ο άνδρας μου είχε ποτέ επισκεφθεί την εκκλησία, απάντησε η γυναίκα.
Ό σύζυγός της που αυτή τη στιγμή προσευχόταν άκουσε τα λόγια της γυναίκας του, αγανάκτησε και άρχισε φωναχτά να προσεύχεται. Ο ιερέας, εξοργισμένος και αυτός, είπε:
- Τι λες γυναίκα;! τρελάθηκες! Συνέχεια βλέπω τον άνδρα σου μέσα στο ναό μας να κάνει γονυκλισίες και να προσεύχεται. Και τώρα, νωρίς το πρωί δεν ακούς πως προσεύχεται;
Γελώντας η γυναίκα απάντησε:
- Πάτερ! και εσάς παραπλάνησε με αυτές τις φωναχτές προσευχές! Ναι, βεβαίως, συνέχεια επαναλαμβάνει το όνομα του Θεού, αλλά στην πραγματικότητα βρίσκεται στο μαγαζί του τσαγκάρη και μαλώνει μαζί του για την τιμή των παπουτσιών που ήθελε ν' αγοράσει.
Αυτά τα λόγια έκαναν τον άνδρα της έξαλλο και αφήνοντας την προσευχή του έτρεξε κοντά της φωνάζοντας:
- Τι ξεδιάντροπη ψευτιά! Μήπως δεν είδες πως προσευχόμουν;
- Σε παρακαλώ! είπε η γυναίκα του, για κοίτα μέσα σου πιο προσεκτικά. Πιστεύεις ότι προσευχόσουν; Μήπως παζάρευες με τον τσαγκάρη; 
Ο άνδρας της την κοιτούσε αμήχανος, γιατί έλεγε την αλήθεια.
- Ναι, πράγματι…, αλλά από που το ξέρεις;
- Χθες το βράδυ, πριν τον ύπνο, μου είπες ότι το πρωί θα πας στον τσαγκάρη για ν' αγοράσεις παπούτσια. Μετά είπες πως ο τσαγκάρης τα έχει πολύ ακριβά. Από την εμπειρία μου γνωρίζω πως η τελευταία σου σκέψη πριν να κοιμηθείς, γίνεται πρώτη το πρωί. Γι' αυτό υπέθεσα, πως συνεχίζεις να λογομαχείς με τον τσαγκάρη.
- Δεν ξέρω τι να πω, είπε ο αποσβολωμένος άνδρας, γιατί έχεις δίκαιο. Πραγματικά μάλωνα με τον τσαγκάρη και όσο πιο θερμή γινόταν η λογομαχία μας, τόσο πιο φωναχτά προσευχόμουν. Ναι, εξωτερικά επαναλάμβανα το όνομα του Θεού, αλλά μέσα μου μάλωνα με τον τσαγκάρη. Έχεις δίκαιο: ίσως ποτέ αληθινά δεν ήμουν μέσα στο ναό.
Δεν είναι εύκολη υπόθεση να μπεις μέσα στο ναό. Ναι, είναι πολύ εύκολο, το σώμα σου να μπει μες στο ναό, αλλά ο νους σου; Η ψυχή σου; Εάν όμως η ψυχή σου μπήκε στο ναό, τότε δεν νομίζω πως έχει κάποια σημασία αν το σώμα σου είναι μέσα ή έξω από το ναό.*

Αληθινός Δάσκαλος
Ο Τζελαλεντίν Ρούμι (1207-1273) ήταν απ' τους Μεγάλους Δασκάλους του Σουφισμού. Από πολύ μακριά έρχονταν άνθρωποι για ν' ακούνε τη συμβουλή του και τον σοφό του λόγο. Μια φορά τον επισκέφτηκε μια γειτόνισσα με το αγοράκι της:
- Ο γιος μου τρώει πάρα πολύ ζάχαρη. Προσπάθησα με πολλούς τρόπους να τον πείσω, ότι βλάπτει την υγεία του, ότι θ' αρρωστήσει, αλλά αυτός δε μ' ακούει. Σας παρακαλώ, πέστε του πως κάνει κακό στον εαυτό του. Θα σας ακούσει, γιατί σας σέβεται πολύ. 
Ο Ρούμι κοίταξε το παιδί, είδε την αγάπη και εμπιστοσύνη στα μάτια του και είπε:
- Πρέπει να 'ρθείτε μετά από τρεις βδομάδες.
Η γυναίκα αμήχανη έφυγε με το παιδί της. Αφού είναι τόσο απλό να πεις… Ακατανόητο! Έρχονται άνθρωποι από μακρινές χώρες και ο Δάσκαλος τους βοηθάει να λύσουν τα προβλήματά τους αμέσως…
Μετά από τρεις βδομάδες ο Ρούμι ξανακοίταξε το παιδί και είπε:
- Πρέπει να 'ρθείτε μετά από τρεις βδομάδες.
Εδώ η γυναίκα τόλμησε να ρωτήσει, πού είναι το πρόβλημα, όμως ο Ρούμι ξανά επανέλαβε τα λόγια του.
Όταν ήρθαν την τρίτη φορά ο Ρούμι είπε στο παιδί:
- Αγόρι μου, άκουσε τη συμβουλή μου. Μην τρως πολύ ζάχαρη, θα σε βλάψει.
- Δε θα το κάνω, σας υπόσχομαι, απάντησε το παιδί.
Μετά απ' αυτή τη συζήτηση η μητέρα είπε στο γιο της να την περιμένει έξω και όταν το παιδί έφυγε, ρώτησε τον Ρούμι, γιατί δεν το έκανε την πρώτη φορά, αφού ήταν τόσο απλά τα πράγματα; Ο Ρούμι ομολόγησε πως ο ίδιος αγαπούσε να τρώει ζάχαρη και πριν δώσει τέτοια συμβουλή, έπρεπε και ο ίδιος ν' απαλλαχθεί απ' αυτήν την αδυναμία. Πρώτα νόμιζε, πως θα τα καταφέρει μέσα σε τρεις βδομάδες, αλλά έκανε λάθος…
Ένα από τα γνωρίσματα του αληθινού Δάσκαλου είναι, ότι ποτέ δε θα συμβουλέψει κάτι, αν ο ίδιος δεν πέρασε απ' αυτό. Ο Δάσκαλος είναι τίμιος πρώτ' απ' όλα με τον εαυτό του. Τα λόγια του προέρχονται από την εμπειρία του και η σοφία ζει μέσα του, όχι στα γραπτά.*

Η αγελάδα και ο χασάπης
Ένας πλούσιος άρχοντας αρρώστησε, τον κυρίευσε ο κακός δαίμονας. Είχε την πεποίθηση πως είναι αγελάδα την οποία πρέπει να σφάξουν για κρέας. Κανένας γιατρός δεν μπόρεσε να τον βοηθήσει. Ο άρρωστός δεν έτρωγε και αδυνάτισε πολύ.
Οι συγγενείς του απευθύνθηκαν στον Αβικέννα (980-1037). Ο Αβικέννα τους άκουσε και τους έπεισε να πουν στον άρρωστο ότι σε λίγο θα 'ρθει ο χασάπης να τον σφάξει.
Όταν το είπαν στον ασθενή εκείνος χάρηκε πολύ και με ανυπομονησία περίμενε τον χασάπη.
Την προορισμένη ώρα ο Αβικέννα εμφανίστηκε μπροστά στον άρρωστο. Κουνώντας το τεράστιο μαχαίρι, εκείνος ούρλιαξε με άγρια φωνή:
- Πού είναι αυτή η αγελάδα την οποία ήρθα να σφάξω;
Απαντώντας ο άρχοντας έκανε ένα χαρούμενο μουγκρητό, για να ξέρει ο χασάπης ότι η αγελάδα είναι εδώ. Ο Αβικέννα διέταξε:
- Φέρτε την αγελάδα εδώ και δέστε την καλά για να μπορέσω να την αποκεφαλίσω.
Τον άρρωστο τον έφεραν δίπλά στον "χασάπη" και τον έδεσαν με σκοινιά. Ο χασάπης σήκωσε το μαχαίρι, όμως το κατέβασε και άρχισε να εξετάζει ψηλαφώντας το σώμα της αγελάδας.
- Ε όχι! Έτσι δε γίνεται! Η αγελάδα είναι πολύ ισχνή και δεν έχει κρέας. Πρέπει να την ταΐζετε καλύτερα. Πάρτε την από 'δω. Θα 'ρθω μόνο όταν θα πάρει καλό βάρος.
Μετά απ' αυτό ο άρρωστος άρχισε με όρεξη να τρώει όλα αυτά που του έδιναν και πολύ γρήγορα πήρε κιλά. Η υγεία του επανόρθωσε και χάρη στην φροντίδα του Αβικέννα σε λίγο εντελώς ανάρρωσε.*

Ο γκουρού και το φλιτζάνι του τσαγιού
Ένας γκουρού έκανε ταξίδι ινκόγκνιτο με τους μαθητές του. Διανυκτέρευσαν σ' ένα πανδοχείο. Το πρωί ο ιδιοκτήτης του πανδοχείου τους προσέφερε πρωινό και τσάι. Όταν άρχισαν να πιουν το τσάι ο ιδιοκτήτης υποκλίθηκε και έπεσε στα πόδια του γκουρού. Οι μαθητές έμειναν έκπληκτη. Πώς ο νοικοκύρης του πανδοχείου κατάλαβε ότι μεταξύ τους υπάρχει γκουρού. Όταν οι μαθητές απευθύνθηκαν στον δάσκαλό τους, εκείνος γέλασε και τους είπε:
- Ρωτήστε τον ίδιο, πώς με γνώρισε.
Οι μαθητές ρώτησαν τον νοικοκύρη:
- Πώς κατάλαβες ότι είναι γκουρού.
- Ήταν εύκολο να το καταλάβω, απάντησε ο ιδιοκτήτης, εδώ και πολλά χρόνια στρώνω το τραπέζι για τους επισκέπτες μου. Είδα χιλιάδες ανθρώπους, αλλά ποτέ δεν είδα άνθρωπο να κοιτάζει με τόση αγάπη το φλιτζάνι του τσαγιού.*

Ο κατακριτής των σούφι
Ένας νεαρός πάντα έλεγε κακίες για τους σουφί. Μια φορά τον πλησίασε ο σεΐχης των σουφί, έβγαλε από το δάχτυλό του ένα δαχτυλίδι με σπάνια πέτρα και είπε:
- Σε παρακαλώ, νεαρέ πήγαινε στην αγορά και πούλησέ το για μια χρυσή λύρα.
Ο νεαρός πήρε το δαχτυλίδι και προσπάθησε να το πουλήσει στην τιμή μιας χρυσής λύρας, όμως κανένας στην αγορά δεν έδινε για το δαχτυλίδι ούτε μια πεντάρα. Ακούγοντας την τιμή που ζητούσε ο νεαρός οι άνθρωποι στην αγορά ή γελούσαν ή εκνευρίζονταν και τον έδιωχναν.
Ο νεαρός ήρθε στον σεΐχη με παράπονο:
- Μου έδωσες άχρηστο πράμα. Δεν έχει καμιά αξία.
- Σε παρακαλώ, πήγαινε στον χρυσοχόο, είπε ο σεΐχης, δοκίμασε να εκτιμήσεις το δαχτυλίδι εκεί.
Ο νεαρός ήρθε από τον χρυσοχόο κατάπληκτος:
- Αξιότιμε σεΐχη! Ο χρυσοχόος εκτίμησε το δαχτυλίδι σου σε εκατό χρυσές λύρες!
- Παιδί μου! είπε ο σεΐχης, εσύ γνωρίζεις για τους σουφί, ακριβός τόσο, όσο γνώριζαν οι άνθρωποι της αγοράς για το δαχτυλίδι.
Ο νεαρός μετάνιωσε για τα λόγια του και τις σκέψεις του για τους σουφί και άρχισε να τους εκτιμά.*

Η χελώνα και ο σκορπιός
Μια φορά ο σκορπιός παρακάλεσε τη χελώνα να τον μεταφέρει στην άλλη όχθη του ποταμού. Ο σκορπιός καθόταν ήσυχα πάνω στο καβούκι, όμως όταν έφτασαν στην όχθη ξαφνικά τσίμπησε την χελώνα. Εκείνη εξοργισμένη είπε:
- Η φύση μου με παρακινεί να βοηθάω τον καθένα. Γι' αυτό βοήθησα κ' εσένα. Πως μπόρεσες να με τσιμπήσεις, αυτό ήταν άτιμο;
- Συγνώμη, φίλε μου, όμως η δική σου φύση είναι να βοηθάς, ενώ η δική μου να τσιμπάω. Δεν μπορώ να καταλάβω, γιατί την δική σου φύση θεωρείς αρετή, αλλά τη δική μου ατιμία;*

Καθρέπτης
Κάποτε παλιά ένας βασιλιάς έχτισε ένα παλάτι. Αυτό το παλάτι είχε ένα εκατομμύρια καθρέπτες. Όλοι οι τοίχοι, τα δάπεδα, τα ταβάνια του παλατιού ήταν καλυμμένα με καθρέπτες.
Μια φορά στο παλάτι μπήκε ένας σκύλος. Ξαφνικά ανακάλυψε γύρω του πολλά σκυλιά. Όπως και ο καθένας κανονικός σκύλος έκανε αυτό που έπρεπε να κάνει για να προφυλαχθεί, δηλαδή αγρίεψε και έδειξε τα δόντια του για να τους φοβίζει. Αμέσως όλα τα σκυλιά και αυτά έδειξαν τα δόντια τους. Το σκυλί άρχισε να μουγκρίζει και όλα τα σκυλιά απειλώντας του απάντησαν. 
Τώρα το σκυλί ήταν σίγουρο ότι η ζωή του απειλείται και άρχισε απεγνωσμένα να γαβγίζει προσπαθώντας να τους τρομάξει. Γύρω του είδε χιλιάδες σκυλιά έτοιμα να το κατασπαράξουν. 
Το πρωί βρήκαν το κακόμοιρο σκυλί νεκρό. Το σκυλί ψόφησε παλεύοντας με χιλιάδες δικούς του αντικατοπτρισμούς.
Έτσι συχνά κάνει και ο άνθρωπος που μεγαλώνει μέσα του τους μικρούς φόβους και βασανίζεται παλεύοντας με τους αντικατοπτρισμούς των δικών του φόβων, δηλαδή παλεύοντας με τους ανύπαρκτους εχθρούς.*

Αληθινός Δάσκαλος
Πέθανε ένας γνωστός Δάσκαλος. Ο Λάο-τσε πήγε να του αποδίδει φόρο τιμής. Στην κηδεία μαζεύτηκε πάρα πολλής κόσμος. Στον Λάο-τσε αυτό προξένησε έκπληξη και εκείνος αμέσως έφυγε από την κηδεία. Οι μαθητές που τον συνόδευαν, ρώτησαν:
- Γιατί Δάσκαλε φύγατε, χωρίς ν' αποδίδετε τελευταίες τιμές στον πεθαμένο;
- Αυτός ο άνθρωπος ήταν γνωστός, αλλά δεν ήταν αληθινός Δάσκαλος. Τόσοι άνθρωποι κλαίνε με λυγμούς. Φαίνεται πως αυτός για πολλούς ήταν απαραίτητος και αναντικατάστατος. Αυτό σημαίνει ότι είχαν απ' αυτόν τον άνθρωπο κάποιο όφελος. Γι' αυτό επιστρέφω. Ο άνθρωπος δεν ακολουθούσε την αληθινή διδασκαλία.*


Τα παράβολα του Βουδισμού-ζεν

Μη δένεσαι 
Ο Δάσκαλος Δζενγκέτσου έγραψε και άφησε τις παρακάτω συμβουλές στους μαθητές του:
oΖώντας μέσα στον κόσμο, μη δένεσαι με την ύλη του.
oΑν και είσαι μόνος στο δωμάτιο σου, να είσαι τέτοιος σαν να είσαι μπροστά σ' ένα ευγενικό πρόσωπο.
oΗ φτώχεια είναι ο θησαυρός σου. Μην το αλλάζεις με την εύκολη ζωή. 
oΟ άνθρωπος μπορεί να φαίνεται βλάκας, αλλά δεν είναι. Ίσως, απλά φυλάγει τη σοφία του.
oΗ αρετές είναι καρποί τις αυτοπειθαρχίας και δεν πέφτουν από τον ουρανό σαν βροχή η χιόνι. 
oΝα σε ανακαλύψουν οι γείτονες σου, πριν τους ανακαλύψεις εσύ.
oΝα κρίνεις τον εαυτό σου, αλλά όχι τους άλλους.
oΜην κρίνεις ούτε εκείνον που έχει δίκαιο, ούτε εκείνον που έχει άδικο.*

Το χέρι του Μοκουσέν
Στον Δάσκαλο Μοκουσέν μια μέρα ήρθε ένας από τους οπαδούς του και παραπονέθηκε για την τσιγκουνιά της γυναίκας του. Ο Δάσκαλος επισκέφτηκε το σπίτι της γυναίκας και την έδειξε το χέρι του με τη γροθιά. 
- Τι θέλεις να πεις μ' αυτό, ρώτησε η γυναίκα με απορία.
- Ας υποθέσουμε ότι το χέρι μου πάντα είναι σφιγμένη γροθιά. Πώς θα το ονόμαζες;
- Σακάτεμα, είπε η γυναίκα.
Τότε ο Μοκουσέν άνοιξε τη γροθιά και ρώτησε:
- Τώρα ας υποθέσουμε ότι το χέρι μου πάντα είναι σ' αυτή την κατάσταση. Τότε τι είναι αυτό; 
- Άλλη μορφή σακατέματος, είπε η γυναίκα.
- Βλέπω, ότι σωστά τα καταλαβαίνεις, είσαι καλή σύζυγος, είπε ο Μοκουσέν και έφυγε.
Ύστερα από αυτήν την επίσκεψη η γυναίκα άρχισε να βοηθάει τον σύζυγό της και στη συσσώρευση και στο ξόδεμα.*

Ξερά φύλλα
Τον καινούργιο κήπο του αυτοκράτορα ετοίμαζαν τρία χρόνια. Τελικά, όλες οι δουλειές ολοκληρώθηκαν και ο αυτοκράτορας κάλεσε όλη την αριστοκρατία της χώρας για να δει την ομορφιά του θαυμάσιου κήπου.
Όλοι ήταν έκπληκτοι και άρχισαν να εγκωμιάζουν το καταπληκτικό έργο και να συγχαίρουν τον αυτοκράτορα. Όμως τον αυτοκράτορα ενδιέφερε η γνώμη του αξεπέραστου γνώστη της κηπουρικής τέχνης, του Δάσκαλου Λιν-τσι. Όταν ο αυτοκράτορας απευθύνθηκε στον Λιν-τσι όλοι οι παρευρισκόμενοι με προσοχή άκουσαν την απάντηση του Λιν-τσι:
- Παράξενο, αλλά εγώ δε βλέπω ούτε ένα ξερό φύλλο. Δεν υπάρχει ζωή χωρίς θάνατο. Αφού δεν υπάρχουν ξερά φύλλα ο κήπος είναι νεκρός. Βλέπω ότι σήμερα το πρωί τον κήπο με επιμέλεια σκούπισαν. Σας παρακαλώ, πέστε να φέρουν λίγα ξερά φύλλα.
Όταν έφεραν τα ξερά φύλλα και τα σκόρπισαν, ο άνεμος άρχισε να παίζει μαζί τους. Το θρόισμα των φύλλων ζωντάνεψε τον κήπο. 
Ο Δάσκαλος είπε:
- Τώρα όλα είναι εντάξει. Ο κήπος Σας είναι πολύ όμορφος, αλλά ήταν υπερβολικά περιποιημένος. Η τέχνη είναι μεγαλόπρεπη όταν δεν φανερώνει τον εαυτό της.*

Εγώ ακολουθώ τον Δάσκαλό μου
Ένας άνθρωπος επισκέφθηκε τον Δάσκαλο Μποκουτζιού και τον ρώτησε:
- Εσείς ακολουθείτε τον Δάσκαλό σας;
Ο Μποκουτζιού απάντησε:
- Ναι, τον ακολουθώ, είπε ο Μποκουτζιού.
Όμως όλοι γνώριζαν ότι ο Μποκουτζιού καθόλου δεν ακολουθούσε τη διδασκαλία του Δάσκαλού του. Γι' αυτό ο άνθρωπος με δυσπιστία ρώτησε:
- Δε μου λέτε την αλήθεια, γιατί όλοι ξέρουν πως εσείς δεν ακολουθείτε τον Δάσκαλό σας, ενώ εσείς ισχυρίζεστε πως ακολουθείτε τον Δάσκαλό σας.
Ο Μποκουτζιού απάντησε:
- Εγώ ακολουθώ τον Δάσκαλό μου, γιατί ο Δάσκαλός μου ποτέ κανέναν δεν ακολουθούσε, ούτε τον Δάσκαλό του. Αυτό το έμαθα απ' εκείνον.*

 34b. Φιλοσοφικά ανέκδοτα και ιστορίες

Ένας γιατρός, ένας μηχανικός κι ένας δικηγόρος συζητούσαν για το ποιο από τα επαγγέλματα που εκπροσωπούσαν ήταν το αρχαιότερο επάγγελμα. Ο γιατρός είπε:
"Θυμηθείτε, την έκτη μέρα ο Θεός πήρε ένα πλευρό του Αδάμ κι έφτιαξε την Εύα, άρα ήταν ο πρώτος χειρούργος. Γι' αυτό και η ιατρική είναι το αρχαιότερο επάγγελμα".
Ο μηχανικός απάντησε: "Πριν απ' αυτό όμως, ο Θεός έφτιαξε τη Γη και τον ουρανό από το χάος και την αταξία, ήταν δηλαδή ο πρώτος μηχανικός. Άρα η μηχανική είναι το αρχαιότερο επάγγελμα".
Και τότε ο δικηγόρος μίλησε: "Ναι", είπε, "Αλλά ποιος νομίζεις ότι δημιούργησε όλο αυτό το χάος;"

Ο κ. Σκαραμανγκάκης ήταν ο πρόεδρος της τοπικής φιλανθρωπικής οργάνωσης, που δεν είχε ποτέ λάβει δωρεά από τον πιο επιτυχημένο δικηγόρο της πόλης. Του τηλεφώνησε με σκοπό να προσπαθήσει να τον κάνει ν' αλλάξει συμπεριφορά. "Η ερευνά μας έδειξε ότι τον περασμένο χρόνο βγάλατε περισσότερα από 600.000 ευρώ και δεν έχετε δώσει ούτε ένα λεπτό για τους φιλανθρωπικούς οργανισμούς της πόλης σας! Τι έχετε να πείτε γι' αυτό;"
Ο δικηγόρος απάντησε: "Η ερευνά σας έδειξε ότι η μητέρα μου πεθαίνει μετά από μια μακρόχρονη ασθένεια και τα νοσήλια της είναι πολλαπλάσια από το ετήσιο εισόδημα της; Ξέρετε για τον αδελφό μου, τον ανάπηρο βετεράνο του πολέμου, που είναι τυφλός και βρίσκεται σε αναπηρικό καροτσάκι; Ξέρετε γα την αδερφή μου, που έχασε τον άντρα της σε αυτοκινητιστικό ατύχημα και έχει μείνει άφραγκη, με πέντε παιδιά;"
Ο εκπρόσωπος της φιλανθρωπικής οργάνωσης, παραδέχτηκε μουδιασμένος ότι δεν γνώριζε τίποτα απ' όλα αυτά. Ο δικηγόρος πρόσθεσε:
"Εδώ δεν δίνω σ' αυτούς λεφτά, γιατί να δώσω σε σας;"

Στη Ρωσία ένας Εβραίος κάνει τη στρατιωτική του θητεία και λαμβάνει το πρώτο γράμμα από τη σύζυγο του.
"Αγαπημένε μου, πως περνάς; Ελπίζω καλά. Εγώ περνάω δύσκολα γιατί χωρίς εσένα δεν μπορώ ούτε να κόψω τα ξύλα ούτε να σκαλίσω το λαχανόκηπο."
Εκείνος απαντά: "Σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Είμαι καλά. Παρεμπιπτόντως, νομίζω πως, για να είμαστε σίγουροι, θα πρέπει να θάψουμε το χρυσάφι στον κήπο αντί να το φυλάμε μέσα στα ξύλα".
Μετά από δύο βδομάδες φτάνει το δεύτερο γράμμα της γυναίκας του: "Αγαπημένε μου, φαίνεται ότι ο θεός εισάκουσε τις προσευχές; μου. Αφού σου έστειλα το πρώτο γράμμα ήρθαν δέκα αστυνομικοί, έκοψαν όλα τα ξύλα και σκάλισαν και το λαχανόκηπο..."


Ο Στάλιν και οι άνθρωποι των γραμμάτων*
(απόσπασμα απ' το βιβλίο του Γιούρι Μπόρεφ "Σταλινιάδα")

- Μπαμπά, ποιος είναι ο Στάλιν;
- Είναι ο ηγέτης μας.
- Κι εγώ νόμιζα ότι ηγέτες έχουν μόνο οι βάρβαροι…
Γ. Μπόρεφ "Γη - αέρας"

Μεγαλοφυΐα ή μηδαμινότητα;
Για να έχει κάτω από την απόλυτη υποταγή του ένα τεράστιο κράτος ο Στάλιν έπρεπε να ήταν μια προσωπικότητα, μάλιστα μοχθηρή, ανήθικη, αλλά και μεγάλη. Είναι απίθανη ανοησία να θεωρεί κανείς ότι ο Στάλιν ήταν κουτός, χοντροκέφαλος, ασήμαντος και ανίκανος. Αναμφισβήτητα, ήταν κακούργος, αλλά η αλήθεια είναι ότι ήταν μια κολασμένη μεγαλοφυΐα. Ένας κουτός και τιποτένιος άνθρωπος ποτέ δεν θα μπορούσε να ξεγελάσει και να εξοντώσει ανθρώπους, οι οποίοι ήταν μεγάλοι επαναστάτες, ήρωες του εμφυλίου πολέμου, παράγοντες της βιομηχανοποίησης, δεν θα μπορούσε να διοικεί τέτοιους μεγάλους εγκληματίες σαν τον Γιάγκοντα, τον Μπέρια1 και άλλους. Ο Στάλιν είναι φαινόμενο ευρείας κλίμακας, όμως ευρείας κλίμακας μπορεί να είναι και η
έρημος και ο βρωμερός βάλτος.
Αυτή είναι η μια άποψη. Και τώρα η άλλη
Για να σκοτώσεις εκατομμύρια ανθρώπων, δεν χρειάζεται πολύ μυαλό. Σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς όποιος έχει στο χέρι του το ξύλο, εκείνος είναι το αφεντικό. Να πάρει στο χέρι του το ξύλο θα μπορούσε και ο πίθηκος. Όμως για να γίνει το ξύλο φονικό εργαλείο δεν είναι αρκετή η εξυπνάδα του πιθήκου, αλλά είναι απαραίτητη και η συνείδηση του τσακαλιού.
Τέτοια ήταν η συνείδηση του Στάλιν. Η εξυπνάδα του πιθήκου του υπέδειξε να πάρει στα χέρια του το "ξύλο" των καταδιωκτικών οργάνων, αλλά η συνείδηση του τσακαλιού του επέτρεψε να το στρέψει εναντίον των πολιτικών του αντιπάλων. Άρα, για τη "νίκη" κατά των αντιπάλων του, δεν χρειαζόταν ο Στάλιν να είναι ιδιοφυΐα, αρκεί να ήταν ένας κοινός κακούργος.
Έχει δίκιο ο Πούσκιν: Ιδιοφυΐα και η κακουργία είναι δύο πράγματα ασυμβίβαστα.

1Γιάγκοτντα, Μπέρια - επικεφαλείς της σοβιετικής ασφάλειας.

Οι ποιητές και οι τύραννοι
Στο καλλιτεχνικό περιβάλλον υπάρχουν υπέροχοι, ταλαντούχοι, ευγενικοί και καλοί άνθρωποι με πραγματικά ιπποτική αξιοπρέπεια. Όμως ταυτόχρονα το καλλιτεχνικό περιβάλλον είναι το πιο πρόστυχο, επειδή τα δύο τρίτα είναι ανίκανοι, χωρίς ταλέντα αποτυχημένοι, με υπερβολικές αξιώσεις και νιώθουν προδομένοι από τη μοίρα τους. Οι αποτυχημένοι ζωγράφοι και ποιητές είναι απαίσιοι άνθρωποι. Είχαν αξιώσεις για πανανθρώπινη προσοχή για τη φωνή τους, αλλά το τσίριγμά τους δεν το άκουσε ούτε ο γείτονας. Η επιδίωξη της δόξας τους τρώει από μέσα και τους καταστρέφει. Ο φθόνος, το θανάσιμο μίσος για όλα αυτά που είναι πάνω από την μετριότητα - αυτή είναι η τύχη τους και η ουσία της κοσμοαντίληψης τέτοιων "καλλιτεχνών".
Από τους αποτυχημένους καλλιτέχνες γεννιούνται δικτάτορες.
Ο Μουσολίνι ήταν αποτυχημένος ποιητής και ηθοποιός.
Ο Χίτλερ - αποτυχημένος ζωγράφος.
Ο Στάλιν και ο Μάο-Τσε-Τούνγκ έκαναν προσπάθειες να βγουν στην επιφάνεια με την στιχουργία τους, αλλά μόνο όταν άρπαξαν την εξουσία τα ποιήματα τους έγιναν αντικείμενο του ενδιαφέροντος πρώτα των κολάκων και μετά όλων των υπολοίπων σύγχρονων.
Η απόλυτη εξουσία είναι η εκτόπιση της ανώτερης καλλιτεχνικής δόξας.
Νεαρέ, πριν πάς για να γίνεις ποιητής, σε παρακαλώ να σκεφτείς: έχεις άραγε καλλιτεχνικό ταλέντο; Διαφορετικά, - να μη δώσει βέβαια ο θεός - θα γίνεις όχι ποιητής, αλλά τύραννος.

Ποιητής
Όταν ο Στάλιν ήταν 17 χρονών υπό το ψευδώνυμο "Ι. Τζ-σβίλι" ή "Σοσέλο" δημοσίευσε ποιήματα στις εφημερίδες της Γεωργίας "Ιβέρια" και "Κβέλι". Σ' ένα από τα λυρικά ποιήματα του γράφει:
Αυτός που έπεσε στη γη σαν στάχτη,
Που ήταν καταπιεζόμενος από παντού,
Θα γίνει πάνω απ' τα βουνά μεγάλος,
Κι η ελπίδα φωτεινή θα φτερουγίσει.
Σ' αυτούς τους στίχους κρύβεται η αίσθηση κοινωνικής κατωτερότητας του δημιουργού και η φιλόδοξη ιδέα να γίνει πιο ψηλά απ' τα βουνά. Αυτή η ιδέα θα περάσει απ' όλη τη ζωή του Στάλιν, θα καθορίσει τον χαρακτήρα του και την κοσμοθεωρία του. Έτσι, στο τέλος της δεκαετίας του '20 ο Στάλιν πρότεινε στον Μπουχάριν1 να μοιραστούν την εξουσία και να υψωθούν πάνω απ' όλους σαν τα Ιμαλάϊα.

1Νικολάϊ Μπουχάριν (1879- 1938) - επιφανής κομματικός παράγοντας, συναγωνιστής του Λένιν.

Ο κίνδυνος των ονείρων
Η διάσημη Ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγιεβα όταν βρισκόταν στην φυλακή διηγήθηκε στους φυλακισμένους το όνειρο της: Είχε συναντηθεί με τον Στάλιν και του 'λεγε:
- Το Ναπολέοντα οι στρατιώτες τον αγαπούσαν, εσάς δεν σας αγαπάει κανένας και όλοι σας μισούν.
Όταν η προθεσμία κράτησης έληξε και η Τσβετάγιεβα βγήκε απ' τη φυλακή, την είχαν ξανά συλλάβει, βασίζοντας την καταγγελία σ' αυτό το όνειρο: για περιύβριση της προσωπικότητας του Στάλιν.

Αυστηρά προσωπικό εγχειρίδιο
Ο Στάλιν απαγόρευσε το βιβλίο του Μακιαβέλι "Ο ηγεμόνας", το οποίο έχει ως θέμα την απολυταρχία. Στο δικό του αντίτυπο είχε κάνει πολλές σημειώσεις.

Ανέκδοτο
Μελέτες για τον ανδριάντα του Πούσκιν προς τιμή της επετείου της συμπλήρωσης εκατονταετίας από το θάνατο του (1837-1937):
Τρίτο βραβείο: Ο Πούσκιν διαβάζει τα έργα του Στάλιν. 
Δεύτερο βραβείο: Ο Στάλιν διαβάζει τα έργα του Πούσκιν. 
Πρώτο βραβείο: Ο Στάλιν διαβάζει τα έργα του Στάλιν.

Σβησμένες ζωές

Στην "Ιστορία της ανέσπερης Σελήνης" ο Μπορίς Πιλνιάκ1 με αξιοπιστία περιγράφει τις συνθήκες υπό τις οποίες πέθανε ένας στρατηλάτης, ο οποίος έδωσε υπό την πίεση την συγκατάθεση να του κάνουν εγχείρηση, η οποία στην πραγματικότητα δεν χρειαζόταν να γίνει. Και ο συγγραφέας, και ο συντάκτης του περιοδικού "Κράσναγια Νόβι", Αλεξάντρ Βορόνσκι στον οποίο ήταν αφιερωμένο το έργο (διήγημα) πλήρωσαν με τις ζωές τους αυτή τη δημοσίευση. Ο Στάλιν φοβόταν τον Λαϊκό Επίτροπο για θέματα Στρατού και Στόλου, Μιχαήλ Φρούνζε. Ο τελευταίος πήρε μέρος στη μυστική συνάντηση των πολεμάρχων το 1925 σε μια σπηλιά κοντά στην πόλη Κισλοβόντσκ. Εκεί εκφράστηκαν γνώμες ότι υπάρχει ανάγκη ανατροπής του Στάλιν. Τους παρέδωσε όλους ο Βοροσίλοφ, ο οποίος ήταν παρών.
Αργότερα, το 1927 ο Στάλιν κορόιδευε αυτούς που πήραν μέρος στη σύσκεψη, επονομάζοντας τους "τρωγλοδύτες".

1Μπορίς Πιλνιάκ (1894-1941) - Ρώσος συγγραφέας.

Δάσκαλος φιλοσοφίας για τον κλασικό του μαρξισμού
Ο Γιαν Στεν ήταν ονομαστός φιλόσοφος, έξυπνος και καλλιεργημένος. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '20 ο Στεν μετά από την παράκληση του Στάλιν του έκανε μαθήματα της φιλοσοφίας του Χέγκελ.
Ο Στάλιν δεν καταλάβαινε και πολλά πράγματα και συχνά μπέρδευε μερικές έννοιες.
Εξαιρετικά θερμόαιμος για Λετονό, ο δάσκαλος έπιανε απ' τα πέτα του σακακιού τον Στάλιν και τον τίναζε, προσπαθώντας με αυτόν τον μη παιδαγωγικό τρόπο να βάλει στο μυαλό του μαθητή τις θέσεις του Χέγκελ. Στον στενό κύκλο των φίλων του ο Στεν πολλές φορές μιλούσε για τις πολύ μέτριες θεωρητικές ικανότητες του Στάλιν.
Βεβαίως, στον Στάλιν έφθαναν αυτές οι μη κολακευτικές εκτιμήσεις. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '30 ο φιλόσοφος Στεν εξοντώθηκε, ενώ ο Στάλιν ανακηρύχθηκε κλασικός του μαρξισμού.

Μάντεψε
Ύστερα από την εξόντωση του Στεν, απ' τα χέρια του Στάλιν πέρασαν όλα τα έργα του φιλόσοφου. Ένα άρθρο για την διαλεκτική προκάλεσε το ενδιαφέρον του Στάλιν και κάλεσε τον φιλόσοφο Μάρκ Μίτιν.
- Αυτό το άρθρο το έγραψε ένα παλιό μέλος του κόμματος και με παρακάλεσε να του πω την γνώμη μου. Δυστυχώς δεν έχω καιρό, και σας παρακαλώ να εκτιμήσετε την ορθότητα του άρθρου.
Μέρα νύχτα μελετούσε το άρθρο ο φιλόσοφος.
Μεγάλος θα ήταν ο κίνδυνος αν θα έκανε λάθος στην εκτίμηση.
Επιτέλους είπε στον Στάλιν:
- Είναι μεγαλοφυές έργο, και γράφτηκε από άνθρωπο, ο οποίος βρίσκεται στην κορυφή της μαρξιστικής φιλοσοφίας.
Ο Στάλιν χαμογέλασε και "ομολόγησε" ότι το άρθρο είναι δικό του. Το άρθρο μπήκε σαν φιλοσοφικό κεφάλαιο στο βιβλίο "Ιστορία του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (μπολσεβίκων). Σύντομο βοήθημα" του Στάλιν.
Η διαίσθηση του αυλικού δεν πρόδωσε τον Μίτιν. Πρόκοψε, έγινε ακαδημαϊκός και πολλά χρόνια είχε στη διάθεση του ολόκληρο επιτελείο φιλοσόφων, οι οποίοι έγραφαν τα "δικά" του φιλοσοφικά έργα. Όμως, όπως είναι γνωστό, ότι η παραγωγικότητα των δούλων δεν είναι υψηλή και ειδικά στην πνευματική εργασία, και έτσι όλα τα έργα του φιλοσόφου πέθαναν πολύ πιο νωρίς από τον ίδιο τον ακαδημαϊκό.

Επικίνδυνη χηρεύουσα θέση
Ο Λένιν επίμονα ζητούσε από τον Γκόρκι να φύγει στο εξωτερικό. "Περισσότερο από ένα χρόνο με παράξενο πείσμα με προέτρεπε να φύγω από τη Ρωσία", είναι γραμμένο στο δοκίμιο του Γκόρκι για τον Λένιν. Φροντίδα για τον ασθενή; Όμως υπάρχει και η άλλη άποψη! Ένας μεγάλος λογοτέχνης και συγγραφέας είναι πάντα ενοχλητικός για την εξουσία.
Ο Γκόρκι προξενούσε ανησυχία γιατί υπερασπιζόταν τους συλληφθέντες διανοούμενους και συχνά παρακαλούσε για τους καλλιτέχνες και ενοχλούσε με της μη έγκαιρες σκέψεις. Ο Μπορίς Πάστερνακ1 έγραφε:
Ανώφελα στις μέρες του Ανωτάτου Σοβιέτ 
Όταν Επίτροποι μοιράστηκαν τα πόστα Φυλάσσετε του ποιητή χηρεύουσα η θέση 
Είν' επικίνδυνη, αν δεν είναι κενή.
Ο Γκόρκι έφυγε για την Ιταλία (νησί Κάπρι). Μετά επέστρεψε και το ίδιο πρόβλημα ξαναεμφανίστηκε. Ίσως ο Στάλιν το έλυσε με το δικό του τρόπο. Για το θάνατο του Γκόρκι ο Στάλιν κατηγόρησε τον πιστό δούλο του τον Γιάγκοντα και τους γιατρούς.
Αυτό αποτελεί σχεδόν αυτοαποκάλυψη μπροστά στην ανθρωπότητα.

1Μπορίς Πάστερνακ (1890-1960) - διάσημος Ρώσος συγγραφέας.

Η λογοκλοπή
Το Μάιο του 1971 στο εξοχικό του στο Περεντέλκινο1 ο Βίκτωρ Σκλόφσκι2 μου διηγήθηκε, ότι η έκφραση "Οι λογοτέχνες είναι μηχανικοί των ανθρώπινων ψυχών" είχε ειπωθεί για πρώτη φορά από τον Ολέσα3 στην συνάντηση των λογοτεχνών με τον Στάλιν στο σπίτι του Γκόρκι. Αργότερα ο Στάλιν με ευπρεπή τρόπο επανέλαβε αυτό το απόφθεγμα: "Όπως πετυχημένα εκφράστηκε ο σύντροφος Ολέσα οι λογοτέχνες είναι οι μηχανικοί των ανθρώπινων ψυχών".
Σε λίγο καιρό η έκφραση απεδόθη στον Στάλιν, ο οποίος "σεμνά" συμφιλιώθηκε με την πατρότητα της .

1Περεντέλκινο - συνοικισμός παραθεριστών συγγραφέων κοντά στη Μόσχα
2Βίκτωρ Σκλόφσκι (1893-1977) - Ρώσος συγγραφέας και γραμματολόγος
3Γιούρι Ολέσα (1899-1960) - Ρώσος συγγραφέας

Στην τιμητική φρουρά
Ο ποιητής Αλεξάνδρ Προκόφιεφ αναπολεί:
Πέθανε ο Γκόρκι. Με ειδοποίησαν, ήρθα από το Λένινγκραντ κατευθείαν
στην κηδεία στην Αίθουσα με Κολώνες. Στέκομαι στην τιμητική
φρουρά. Απέναντι ο Πογκόντιν1, δίπλα ο Φέντιν2. Τα δάκρυα θολώνουν το
βλέμμα. Βλέπω πως ο Φέντιν σκουπίζει το δάκρυ, ο Πογκόντιν θλιμμένα
σκύβει το κεφάλι του συνοφρυωμένος. Ξαφνικά εμφανίστηκε ο Στάλιν.
Όλοι ανατιναχτήκαμε και ..... αρχίσαμε να χειροκροτούμε3. 

1Νικολάι Πογκόντιν (1990-1962) - διάσημος Ρώσος δραματουργός
2Κωνσταντίν Φέντιν (1892-1977) - Ρώσος συγγραφέας, κοινωνικός παράγοντας, ακαδημαϊκός.
3Τότε στην Ρωσία τα χειροκροτήματα κατά τη διάρκεια της κηδείας ήταν κάτι πολύ ασυνήθιστο και ανεπίτρεπτο.

Αλληλοκατανόηση
Δεξίωση στο Κρεμλίνο. Ο Στάλιν κάνει βόλτες κατά μήκος του γιορταστικού τραπεζιού και καπνίζει την πίπα του. Ο Αλεξέι Τολστόι1 εκφωνεί προς τιμή του Στάλιν μια μακριά υμνητική πρόποση. Μιλάει για πολύ ώρα, χρησιμοποιώντας όλο και περισσότερο υπερθετικούς βαθμούς και δοξαστικά επίθετα. Ο Στάλιν πηγαινοέρχεται, ακούει, μετά σταματάει δίπλα στον Τολστόι, του χτυπά τον ώμο και λέει:
- Φθάνει, αρκετό ζήλο επιδείξατε, κόμη.

1Αλεξέι Τολστόι (1382-1945) - Ρώσος συγγραφέας και κοινωνικός παράγοντας

Καθησύχασε
Ο διακεκριμένος παράγων του κόμματος, ιστορικός και δημοσιολόγος Γιούρι Στεκλόφ ανησυχώντας για τις άπειρες συλλήψεις στην χώρα πήρε τηλέφωνο στον Στάλιν και ζήτησε ακρόαση.
- Βεβαίως, να 'ρθεις, είπε ο Στάλιν,
Όταν συναντήθηκαν, ο Στάλην του λέει: 
- Τι λες τώρα, μην ανησυχείς, το κόμμα σε ξέρει καλά και σε εμπιστεύεται.
Το ίδιο βράδυ στο σπίτι του Στεκλόφ ήρθαν οι υπάλληλοι του Λαϊκού Επιτροπάτου Εσωτερικών με διάταγμα σύλληψης.

Όχι μόνο δόξα του Γεροστράτη
Στο τέλος της δεκαετίας του '30 τον Ηλιά Έρενμπουργκ1 ρώτησαν:
- Σας άρεσε το βιβλίο του Φόιχτβαγκερ "Μόσχα, 1937";
- Αυτό το βιβλίο δεν έχει μεγάλη σημασία, γιατί ο Φόιχτβαγκερ δεν έχει στη δύση όνομα. Αν παρόμοιο βιβλίο είχε γράψει ο Ανδρέ Ζίντ ή ο Ρομέν Ρολάν - τότε θα ήταν άλλη υπόθεση.
Ο Στάλιν το κατανοούσε αυτό και προσπαθούσε να καλοπιάσει τους μεγάλους λογοτέχνες και να τους κάνει συμμάχους και χρονογράφους των έργων του. Όμως, ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος δεν καταδέχτηκαν να καταγράψουν τις "αρετές" και τα μεγάλα κατορθώματα του τυράννου.

1Ηλιά Ερενμπουργκ "(1891-1967)" - Ρώσος συγγραφές και κοινωνικός παράγοντας.

Σοφή λύση
Τον Στάλιν ρώτησαν:
- Τι να κάνουμε με τον συγγραφέα Ν.; Τον κατηγορούν ότι είναι τροτσκιστής. Όμως υπάρχουν αποδείξεις ότι είναι αθώος. Πώς να λύσουμε το πρόβλημα;
Ο Στάλιν είπε:
- Υπάρχει άνθρωπος, υπάρχει πρόβλημα. Δεν υπάρχει άνθρωπος, δεν υπάρχει πρόβλημα.

Μεταφραστής
Ο Μπορίς Πάστερνακ δεν χωρούσε στη λογοτεχνική πορεία του σταλινικού συστήματος. Το ότι, παρ' όλα αυτά δεν είχε συλληφθεί οι φήμες το εξηγούν με τον εξής τρόπο: πριν την επανάσταση - περίπου το 1913 - ο Παστερνάκ δήθεν έβγαλε μια συλλογή μεταφράσεων των Γεωργιανών ποιητών, όπου δημοσιεύθηκαν και τα ποιήματα του νεαρού Σοσό Τζουγκασβίλι. Όταν πρότειναν στον Στάλιν την δεκαετία του '30 να εκδοθούν αυτές οι μεταφράσεις, ο Στάλιν αρνήθηκε.
Αυτός ο μύθος είναι μια απόπειρα να εξηγηθεί απλοϊκά η ανυπαρξία του παραδοσιακού φινάλε στην παραδοσιακή αυτή μάχη μεταξύ του τυράννου και του ποιητή. Το παράδοξο στη ζωή του Παστερνάκ είναι ότι επιβίωσε στην σταλινική εποχή και πέθανε στην εποχή του Χρουστσιόφ. Συγκρίνοντας τις εποχές ο ποιητής είπε: "Νωρίτερα μας κυβερνούσε ένας μανιακός δολοφόνος, τώρα ένα αμαθές γουρούνι".

Μια από τις εξηγήσεις
Ο Λεοντίντ Ουτιόσοφ1 εξηγούσε τον τουφεκισμό του Μέιερχολντ2 και του Μπάμπελ3 έτσι: Ο Στάλιν δεν αγαπούσε τους διάσημους ανθρώπους, οι οποίοι για την δόξα τους δεν είχαν καμιά υποχρέωση στον Στάλιν. Μόνο από τα χέρια του Στάλιν έπρεπε η δόξα να έρθει στον άνθρωπο.

1Λεονίντ Ουτιόσοφ (1895-1982) - διάσημος Ρώσος ηθοποιός του βαριετέ. 
2Βσέβολοντ Μέιερχολντ (1874-1940) - διάσημος σκηνοθέτης. 
3Ισαάκ Μπάμπελ (1894-1941) - Ρώσος συγγραφέας.

Ο κορυφαίος όλων των επιστημών και η ιστορία
Ο καθηγητής Αρκάντι Γερουσαλίμσκι, τον οποίο είχα επισκεφθεί το 1940, διηγόταν ένα επεισόδιο.
Ο καθηγητής είχε προλογίσει το βιβλίο του Μπίσμαρκ το οποίο εκδόθηκε το 1939. Ο Στάλιν έκανε μερικές διορθώσεις στον πρόλογο (π.χ. πρόσθεσε, χαρακτηρίζοντας τον Μπίσμαρκ με την έκφραση "μεγάλος ευέλπις". Σχετικά με την έκδοση του βιβλίου ο Στάλιν κάλεσε τον καθηγητή Γερουσαλίμσκι. Πάνω στο τραπέζι του γραφείου του Στάλιν βρισκόταν ένα βιβλίο του Πλάτωνα στην αρχαία ελληνική. Ήταν ένα ψεύτικο σκηνικό. Ο Στάλιν δεν ήξερε την αρχαία και ούτε καν την νεοελληνική γλώσσα.
Κοινωνική παραγγελία

Ο αναπληρωτής του Μπέρια κάλεσε τον Γιάχοντοφ1 και του πρότεινε να απαγγείλει όχι και κάποιον Ντοστογιέφσκι, αλλά να συντάξει και να απαγγείλει μια σύνθεση από τα έργα του Στάλιν.
Ύστερα από μια βδομάδα τον κάλεσαν ξανά και τον ρώτησαν για την εντολή που του ανέθεσαν. Ο Γιάχοντοφ με διστακτικότητα απάντησε:
- Δεν ξέρω, ίσως δεν έχω την ικανότητα. Δεν ξέρω πώς να το κάνω...
- Θα σας βοηθήσουμε. Πηγαίνετε και σκεφτείτε καλύτερα. Ο Γιάχοντοφ έφυγε, έγινε στουπί στο μεθύσι, πήδηξε από το μπαλκόνι και σκοτώθηκε.

1Βλαντίμηρ Γιάχοντοφ (1899-1945) διάσημος ηθοποιός- αφηγητής

Η ελευθερία να διαλέγεις την ενοχή σου
Το 1943 συνελήφθη μια ομάδα φιλοσόφων. Ένας από αυτούς, ο Σιτκόφσκι, βρέθηκε σε ένα θάλαμο, όπου ήδη όλοι είχαν "ομολογήσει" την ενοχή τους εκτός από έναν στρατιωτικό.
Ύστερα από τους πρώτους ξυλοδαρμούς ο Σιτκόφσκι "ομολόγησε" ότι ήταν μέλος τροτσκιστικής ομάδας. Η ποινή γι' αυτό το κακούργημα ήταν 10 χρόνια φυλάκισης.
Μέσα στο θάλαμο ο στρατιωτικός ρώτησε:
- Είσαι πραγματικά ένοχος;
- Όχι βέβαια, απάντησε ο Σιτκόφσκι.
- Τότε να κάνεις έφεση και να γράψεις ότι οι καταθέσεις σου είναι ψευδείς και ότι τις έδωσες υπό πίεση.
Αυτή την κουβέντα όμως την είχε ακούσει ο ανακριτής που βρισκόταν στο διάδρομο. Σε λίγο φώναξε στο γραφείο του τον Σιτκόφσκι.
- Πείτε μου την αλήθεια, ήσασταν μέλος της τροτσκιστικής ομάδας;
- Όχι βέβαια.
- Γιατί τότε δώσατε ψευδείς καταθέσεις;
- Από φόβο και πόνο.
- Τότε θα σχίσω αυτές τις καταθέσεις και θα αρχίσουμε νέα υπόθεση ότι είστε γερμανός κατάσκοπος. Σύμφωνος;
Ο Σιτκόφσκι κατάλαβε ότι θα τον ανάγκαζαν να ομολογήσει και για αυτό το έγκλημα, όμως τότε δε θα πήγαινε φυλακή, αλλά θα τουφεκιζόταν. Αναφώνησε:
- Όχι, όχι! Είμαι μέλος της τροτσκιστικής ομάδας!
- Εντάξει. Τότε δεν θα αρχίσουμε νέα υπόθεση, ευγενικά συμφώνησε ο ανακριτής.
Οι κατηγορούμενοι είχαν μεγάλη ελευθερία: την ελευθερία να διαλέγουν την ενοχή τους.

Πλημμύρα αισθήσεων
Επίσημο γεύμα στο Κρεμλίνο για τη γιορτή της Πρωτομαγιάς. Είναι προσκεκλημένοι και διάσημοι λογοτέχνες. Ένας από τους τρανούς πλησίασε τον Καγκανόβιτς, τον χαιρέτησε και από την πλημμύρα αισθήσεων, τον φίλησε. Μετά πήγε στον Μικογιάν και τον Ζντάνωφ, φιλήθηκε και μ' αυτούς. Τελικά έφτασε στον Στάλιν και στράφηκε προς αυτόν. Ο Στάλιν τον παραμέρισε:
- Δε γίνεται σε μια βραδιά να φιληθείς με όλο το Πολιτικό Γραφείο του κόμματος. Άφησε και κάποιον για την επόμενη φορά.
Σε άλλα επίσημα γεύματα αυτόν τον λογοτέχνη πλέον δεν τον προσκαλούσαν.

Καθοδηγητής της σταλινικής σχολής
Ο Ντμίτρι Πολικάρποφ, κομματικός καθοδηγητής υπό την κηδεμονία του οποίου βρισκόταν η Ένωση Λογοτεχνών πρότεινε:
- Σύντροφε Στάλιν, ο συγγραφέας Ν., έγινε απείθαρχος. Μήπως πρέπει να τον συλλάβουμε; Ο Στάλιν διαφώνησε:
- Αμέσως να τον συλλάβουμε, γιατί; Πρώτα ας δοκιμάσουμε να τον επιβραβεύσουμε, θα του απονέμουμε το παράσημο τιμής, μάλλον θα γίνει πιο πειθαρχικός.
Ο Πολικάρποφ με ενθουσιασμό δέχτηκε αυτήν τη σοφή υπόδειξη του ηγέτη. Όμως τα προβλήματα με τους λογοτέχνες ήταν πολλά και ο Πολικάρποφ ξανά άρχισε να παραπονιέται στον Στάλιν:
- Δύσκολη είναι η δουλειά με τους διανοούμενους: ο ένας είναι μεθύστακας, ο άλλος γλεντά με γυναίκες, ο τρίτος γράφει πολύ χάλια, ο τέταρτος τίποτα δεν γράφει...
Ο Στάλιν απάντησε:
- Σύντροφε Πολικάρποφ, δεν έχω άλλους λογοτέχνες για σας. θα πρέπει να δουλεύετε με αυτούς.

Ζωή - δώρο
Καθ' υπόδειξιν του Στάλιν για το ποίημα "Αγάπα την Ουκρανία" του τα έψαλαν μέσω του τύπου στον Ουκρανό ποιητή Βλαντίμηρ Σοσιούρα ως εθνικιστή. Σύμφωνα με τους κανόνες κάθε είδους σταλινικής καμπάνιας "για την πάταξη", σε όλες τις δημοκρατίες αμέσως άρχισαν να ψάχνουν για τους δικούς τους "εθνικιστές". Ο Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής της Λευκορωσίας ακόμη και ευχαρίστησε έναν Λευκορώσο ποιητή γιατί εκείνος έδωσε στοιχεία εναντίον του εαυτού του, επειδή επί πολύ καιρό δεν μπορούσαν να βρουν ούτε έναν Λευκορώσο πολιτιστικό παράγοντα για να τον κατηγορήσουν σαν εθνικιστή. Ταυτόχρονα επάνω από τον Σοσιούρα άρχισε να επαπειλείται ο κίνδυνος της σύλληψης και αυτός το 'ριξε στο μεθύσι.
Και τότε έγραψε μια επιστολή, την οποία δεν θα έγραφε εάν ήταν νηφάλιος: "Πατέρα αγαπημένε, μη σκοτώσεις το παιδί σου!".
Η επιστολή ήταν τόσο παράξενη, ώστε έφτασε στον παραλήπτη, ο οποίος έγραψε μια όχι λιγότερο παράξενη απόφαση του καταγραφέα των εισερχόμενων και εξερχόμενων των "ανθρώπινων όντων": "Στον σύντροφο Σοσιούρα χαρίζουμε τη ζωή".

Η αρχή της νέας εποχής
Ο λογοτέχνης Λ. στις παραμονές των γενεθλίων του Στάλιν πρότεινε ν' αρχίσει η νέα χρονολογία από την ημέρα γεννήσεως του Ιωσήφ Στάλιν.

Ο Στάλιν και οι βιογράφοι του
Ο ακαδημαϊκός Μίτιν αναπολούσε την συνάντηση του Στάλιν με τους βιογράφους του. Ο Στάλιν προσκάλεσε στο γραφείο του όλη την συγγραφική ομάδα, η οποία μερικές μέρες πριν είχε ολοκληρώσει τη βιογραφία του ηγέτη.
- Διάβασα το χειρόγραφο και νομίζω ότι εσείς σύντροφοι, διαπράξατε εσερικά1 λάθη.
Αυτά τα λόγια έκαναν τους συγγραφείς να χλομιάσουν. 
Ο Στάλιν συνέχισε:
- Από το δικό σας έργο προκύπτει πως στη χώρα μας όλα τα κάνει και για όλα αποφασίζει μόνο ο Στάλιν. Λοιπόν, εντάξει, αφού το βιβλίο είναι ήδη γραμμένο δεν θα το τροποποιήσουμε. Πάρτε το χειρόγραφο, έκανα μερικές διορθώσεις.
Από τις διορθώσεις φαινόταν ότι ο Στάλιν είχε μεγαλοποιήσει τα ,, επιτεύγματα" του. Παραδείγματος χάριν ο ηγέτης ιδιοχείρως είχε εισαγάγει:
"Ο Στάλιν είναι η ηγετική δύναμη του κόμματος και του κράτους".

1Εσέροι - κόμμα σοσιαλιστών - επαναστατών, το μεγαλύτερο μικροαστικό κόμμα στη Ρωσία στα 1901-1923.

Αναγνώστης
Κολακευτικές φήμες αναφέρουν ότι ο Στάλιν διάβαζε κάθε μέρα κατά μέσο όρο 500 σελίδες. Όμως είναι γνωστό ότι για τον ηγέτη συντασσόταν ειδικό ενημερωτικό δελτίο 20-30 σελίδων όπου αναφερόταν η ουσία μερικών βιβλίων.
Από τη δεκαετία του '40 αυτές τις σύντομες πληροφορίες για τον Στάλιν έγραφε ο γραμματέας του Σάμες.
Παρ' όλο το "άφθονο" διάβασμα ο Στάλιν δεν κατείχε βαθιά μόρφωση και ούτε ευρύτερες γνώσεις του παγκοσμίου πολιτισμού.
Ο Στάλιν αγαπούσε να του διαβάζουν φωναχτά. Συνήθως αυτό το έκανε ο ηθοποιός Μιχαήλ Τσαριόφ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο εξοχικό του Στάλιν δίπλα στην Μόσχα, όπου εκείνος περνούσε βδομάδες και μήνες δεν υπήρχε βιβλιοθήκη. Μόνο τα έργα του Τρότσκι είχε πάντα μαζί του ο Στάλιν. Πραγματικά ήταν ένα παράξενο αίσθημα αγάπης - μίσους.

Λίγες οι αναφορές
Αναπολούσε ο Χράπτσενκο1 :
Ο Νικολάι Βοζνεσένσκι έγραψε βιβλίο για την οικονομία της ΕΣΣΔ στα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Το έργο τιμήθηκε με βραβείο Στάλιν. Στην επίσημη δεξίωση προς τιμή των βραβευμένων παρευρισκόταν ο Στάλιν και όλα τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου. Στο τέλος της δεξίωσης οι παριστάμενοι ετοιμαζόταν να φωτογραφηθούν.
Εκείνη τη στιγμή ο Μπέρια πλησίασε τον Βοζνεσένσκι, τον αγκάλιασε και είπε:
- Μπράβο! Πολύ ωραίο βιβλίο έγραψες. Κοιτάξτε, σύντροφε Στάλιν, πόσο νέα είναι τα μέλη της κυβέρνησης μας. Βιβλία γράφουν. Καλά, έξυπνα βιβλία, επιστημονικά. Βραβεία παίρνουν. Μόνο που στα επιστημονικά βιβλία τους κάνουν λίγες αναφορές στο όνομα του Στάλιν. Όλοι πάγωσαν. Ο Στάλιν έγινε σκυθρωπός, απότομα γύρισε και έφυγε από την κρυφή πόρτα.
Επικράτησε σιγή, όλοι έμειναν άναυδοι. Μετά οι προσκεκλημένοι άρχισαν σιγά σιγά να φεύγουν. Όλοι κατάλαβαν ότι ο Βοζνεσένσκι ήταν καταδικασμένος. Μετά από λίγο καιρό συνελήφθη. Κατασχέθηκε και το χειρόγραφο του Βοζνεσένσκι για τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικονομίας, θεωρημένο από τον Στάλιν αυτό το έργο δημοσιεύτηκε κάτω από το όνομα του ηγέτη υπό μορφή άρθρου στη "Πράβντα" και υπό μορφή φυλλαδίου. Με τέτοιο τρόπο, έγραφε τα έργα του ο Στάλιν.
Λένε ότι ο Βοζνεσένσκι υποβλήθηκε σε μεσαιωνική θανάτωση: μέσα στην κοιλιά του έβαλαν έναν αρουραίο, ο οποίος πεινώντας έτρωγε τα εντόσθια του κακομοίρη.

1ΜιχαήλΧράπτσενκο (γεν. το 1904) - Ρώσος γραμματολόγος, ακαδημαϊκός

Πώς γεννήθηκε το τραγούδι
Το 1948 ένας διάσημος ,Εβραίος ποιητής βρέθηκε μετά από καταγγελία στη φυλακή. Εκεί τον κορόιδευαν και τον κακομεταχειρίζονταν. Πίστευαν ότι στην πραγματικότητα δεν είναι ποιητής, αλλά κερδοσκόπος. Οι εγκληματίες άρχισαν να τον ωθούν στο βυθό, στη ζωή του υποκόσμου της φυλακής και όταν αυτός αντιστάθηκε τον ανάγκασαν να δώσει εξετάσεις: "Αν είσαι ποιητής, να απαγγείλεις τους στίχους σου και εμείς θα αποφασίσουμε το τι είσαι".
Στον γεμάτο από κρατούμενους θάλαμο η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη. Ο ποιητής σε όλη τη ζωή του δεν έγραψε ούτε μια αράδα στα ρωσικά, αλλά να απαγγείλει εβραϊκούς στίχους θα ήταν ανόητο.
Επικράτησε νεκρική σιγή, η ένταση αυξήθηκε. Ήταν προσβεβλημένη και η εθνική και η επαγγελματική τιμή του ποιητή. Ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου. Και ξαφνικά υπό την πίεση των αμείλικτων περιστάσεων στον ποιητή ήρθε η ανάβλεψη. Με το πρώτο βήμα άρχισε με σιγανή φωνή στο ρυθμό των αργών βημάτων:
Ένα δρομάκι είναι ατέλειωτο, 
Από την θύρα ως το παραθύρι 
Και απ' το παραθύρι ως τη θύρα 
Ο δρόμος της υπόλοιπης ζωής. 
Εγώ πηγαινοέρχομαι αδιάκοπα, 
Και για τη δυστυχία μου εξιστορώ 
Και για τα βάσανα μου θα του πω,
Σ' αυτό το μονοπάτι το θλιβερό.
Στο θάλαμο αντήχησε ένα κύμα θερμότητας. Η σιγή άρχισε να ξεπαγώνει. Ο ποιητής συνέχισε:
Ένα δρομάκι είναι ατέλειωτο,
Δεν είναι ούτε σύντομο και ούτε μακρινό
Τον παραπερπατήσανε πολλοί
Το δρόμο αυτό στενό και σκοτεινό.
Εγώ τον περπατώ αυτή την ώρα
Μακριά κοιτάζω συνεχώς
Και τίποτα δεν βλέπω εμπροστά μου
Μα δεν υπάρχει ούτε γη και ούτε ουρανός.
Ο ποιητής βάδιζε και ο κόσμος είχε παραμερίσει. Και υποχωρούσαν η σκληρότητα και η αγένεια.
Ένα δρομάκι είναι ατέλειωτο,
Από τη θύρα ως το παραθύρι
Και απ' το παραθύρι ως τη θύρα,
Ο δρόμος της υπόλοιπης ζωής.
Ήταν ένα απροσδόκητο και λαμπρό αυτοσχεδιασμό. Οι στίχοι αναπετούσαν απ' την καρδιά του. Οι άνθρωποι συνταράχθηκαν βαθιά από το περιεχόμενο της δημιουργίας και από το ότι η γέννηση του ποιήματος έγινε μπροστά στα μάτια τους. Ο κολασμένος έγινε ίνδαλμα της φυλακής. Του συγχωρούσαν τις παραξενιές και τις αλλοκοτιές, τις παράλογες συνήθειες, την ακαταλαβίστικη κουβέντα του για τα καθημερινά θέματα της ζωής. Οι στίχοι του κυκλοφόρησαν, αποχωρίστηκαν από τον δημιουργό τους και έγιναν τραγούδι. Και ποιος τώρα μπορεί να πει: ο ποιητής γέννησε το τραγούδι ή οι άνθρωποι δημιούργησαν τον ποιητή παροτρύνοντας τον κακότυχο άνθρωπο να εκφράσει τον πόνο τους. Μετά απ' αυτήν την περίπτωση ο ποιητής δεν είχε γράψει τίποτα. Στα ρωσικά δεν μπορούσε και τα εβραϊκά ποιήματα δεν είχαν πια ζήτηση, ανθούσε ο αντισημιτισμός.

Τραγική συνάντηση
Στην αρχή της δεκαετίας του '50 είχε συλληφθεί ο Εβραίος ποιητής Πφέφερ. Εν τω μεταξύ στη Μόσχα ήρθε ο Πωλ Ρόμπσον. Ρώτησε αν είναι αλήθεια ότι ο Πφέφερ βρίσκεται στην φυλακή. Του είπαν ότι ο Πφέφερ είναι ελεύθερος και είναι καλά. Του πρότειναν να συναντηθεί με τον ποιητή. Δύο υπάλληλοι της ασφάλειας έφεραν τον Πφέφερ από την φυλακή στο ξενοδοχείο, έμειναν κάτω και ο κρατούμενος ανέβηκε στο δωμάτιο του Ρόμπσον. Ο τραγουδιστής ρώτησε για τον Πέρετς Μάρκις και για άλλους διάσημους παράγοντες της εβραϊκής κουλτούρας. Ο Πφέφερ είπε ότι είναι όλοι καλά, δείχνοντας στο ταβάνι, δίνοντας να καταλάβει ότι η συζήτηση παρακολουθείται, μετά έφτιαξε με τα δάκτυλα τα σίδερα της φυλακής και έκανε χειρονομία που σήμαινε εκτέλεση.
Ο Ρόμπσον ρώτησε:
- Πως τα περνάς εσύ;
Ισχυριζόμενος ότι όλα πάνε καλά ο ποιητής επανέλαβε τις χειρονομίες. Μετά, σκουπίζοντας τα δάκρυα μιλούσαν για μικροπράγματα.
Ύστερα από μερικές ημέρες στη συναυλία στο Λένινγκραντ ο Ρόμπσον επιδεικτικά είχε τραγουδήσει ένα εβραϊκό τραγούδι αντίστασης, γεννημένο στο γκέτο της Βαρσοβίας. Οι ακροατές το συνόδεψαν με θυελλώδεις επευφημίες.
Όταν ο Ρόμπσον επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες, έλεγε ότι ο Πφέφερ, Μάρκις και άλλοι παράγοντες του εβραϊκού πολιτισμού είναι ελεύθεροι. Αργότερα, ο Ρόμπσον εξηγούσε ότι με αυτά τα λόγια ήλπιζε να ωθήσει τον Στάλιν στη σκέψη ότι θα είναι πιο επικερδές να τους έχει ζωντανούς, παρά νεκρούς. Όμως ο Στάλιν δεν εισάκουσε αυτόν τον υπαινιγμό. Ο Πφέφερ και ο Μάρκις εκτελέστηκαν.
Κατά την άλλη εκδοχή ο Ρόμπσον δεν μπορούσε να ξεσκεπάσει τον Στάλιν, γιατί ο γιος του ήταν στη Μόσχα και στην πραγματικότητα ήταν όμηρος.

Η εβραϊκή τύχη
Το 1952, στο αποκορύφωμα της καμπάνιας για πάταξη του κοσμοπολιτισμού την οποία καθοδηγούσε ο Στάλιν, ο ίδιος δημοσιεύει ένα άρθρο όπου ισχυρίζεται ότι ο αντισημιτισμός είναι στυγερό έγκλημα, και η αντίστοιχη τιμωρία γι' αυτό το έγκλημα πρέπει να είναι ο τουφεκισμός. Ο ηγέτης διατάζει στο Γκοσλιτιζντάτ1 να δημοσιεύσει εβραϊκό προσευχητάριο στην ιβρίτ. Την πραγματοποίηση αυτής της εντολής αναθέτουν στον Μάρκ Πολιακόφ. Φεύγει για το Λένινγκραντ όπου μαζεύει πέντε εκδότες Εβραίους. Αυτοί με πολλές δυσκολίες τελικά βρήκαν ένα προσευχητάριο του 1913. Το τραγικομικό είναι ότι κανείς στην ομάδα των έξι μορφωμένων Εβραίων οι οποίοι από στιγμή σε στιγμή μπορούν να κατηγορηθούν ως σιωνιστές, δεν γνωρίζουν καθόλου την ιβρίτ και δεν είναι ικανοί να διαβάσουν ούτε μια λέξη από αυτό το προσευχητάριο. Όμως η διαταγή πρέπει να εκτελεστεί και οι εκδότες παραδίδουν το προσευχητάριο στην τυπογραφία, για να βγάλουν αντίγραφο. Όταν το βιβλίο είδε το φως της δημοσιότητας αποδείχθηκε ότι η πρώτη προσευχή είναι για την υγεία του Ρώσου αυτοκράτορα Νικολάου Β'. Η έκδοση κατασχέθηκε και όσοι είχαν την παραμικρή σχέση με αυτό το γεγονός τιμωρήθηκαν.

1Γκοσλιτιζντατ - κρατική έκδοση λογοτεχνικών έργων. 

Και αυτό θα περάσει
Όταν πέθανε ο Στάλιν πολλοί έκλαιγαν. Έκλαιγαν ακόμα και αυτοί, που ο μεγάλος ηγέτης τους στέρησε τα παιδιά τους, τουφέκισε τους πατεράδες και τους άνδρες τους, φυλάκισε τις μητέρες και τις αδελφές τους. Με αφορμή αυτό το γεγονός η Άννα Αχμάτοβα1 είπε: "Η νάρκωση θα περάσει".

1Άννα Αχμάτοβα (1889-1966) - διάσημη Ρωσίδα ποιήτρια.

Πρόποση προς τιμή του Στάλιν
Στις αρχές της εποχής του Μπρέζνεφ στην Γεωργία γινόταν μια λογοτεχνική συνδιάσκεψη, ύστερα από την οποία δόθηκε μεγάλη και πλούσια δεξίωση. Καθοδηγούσε το επίσημο γεύμα ο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής επί θεμάτων ιδεολογίας. Στην πορεία του γεύματος ο γραμματέας έκανε πρόποση προς τιμή του Στάλιν, για τα μεγάλα έργα του και τις νίκες του, για το καμάρι του Γεωργιανικού έθνους. Τότε, από τη θέση της σηκώθηκε η Μπέλα Αχμαντούλινα1, έβγαλε τα παπούτσια της, τα πέταξε στα μούτρα του συμποσιάρχη και ξυπόλυτη έφυγε από την αίθουσα.

1Μπέλα Αχμαγταύλινα (γεν. 1937) - γνωστή Ρωσίδα ποιήτρια.

Οι τσαγκάρηδες υπό υποψία
Ο Βούλγαρος ποιητής Μποζιντάρ Μποζίλοφ ήταν στην Γεωργία. Επέστρεφε στο ξενοδοχείο μετά από καλό φαγοπότι. Δίπλα στην είσοδο είδε έναν τσαγκάρη, ο οποίος κάρφωνε το φάλτσο του τακουνιού. Σταμάτησε και άρχισε να τον κοιτάζει προσεκτικά.
Οι Γεωργιανοί που συνόδευαν τον ποιητή με απορία ρώτησαν:
- Μποζιντάρ, τι τον θέλεις; Τίποτα το ενδιαφέρον, ένας απλός τσαγκάρης.
Ο Μποζιντάρ απάντησε:
- Ίσως είναι πατέρας ενός καινούργιου Στάλιν.


Τα στερεότυπα του "pick-up"

- Δεσποινίς, μου λέτε σας παρακαλώ ένα νούμερο από το ένα ως το εννέα.
- Επτά, απαντάει εκείνη.
- Συγχαρητήρια, δεσποινίς, κερδίσατε το μεγάλο δώρο: δείπνο μαζί μου, απόψε στις επτά στο καλύτερο εστιατόριο της πόλης!


34c. Σκέψη

Αντί να σκέφτεται για τις μελλοντικές γενιές και την μοίρα του Σπιτιού του, της γης. Αντί να κάνει τα πάντα για να μη μολυνθεί το περιβάλλον, δηλαδή να αρνηθεί την ψευδοπρόοδο. Αντί να απορρίψει ρητά και κατηγορηματικά, ακόμη και ως ιδέα την πώληση του πόσιμου νερού, ο άνθρωπος έδωσε στα χέρια των ασήμαντων ανθρώπων: εμπόρων του εμφιαλωμένου νερού τεράστια εξουσία και δύναμη προτρέποντάς τους στη μόλυνση του περιβάλλοντος.
Γ. Σοϊλεμεζίδης

Ένας καλός έμπορος κρύβει τους θησαυρούς του. Ενεργεί σαν να είναι, άδεια τα κιβώτια του. Το ίδιο συμβαίνει και με τον άνθρωπο που έχει ποιότητα: είναι ενάρετος, αλλά το πρόσωπο του δεν εκφράζει κάτι άλλο παρά βλακεία.
Κομφούκιος

Ο σοφός μπορεί να ελπίζει ότι θα φτάσει στη γνώση αυτής της ασύλληπτης αλήθειας, σ' αυτό το μυστήριο της ύπαρξης που ονομάζουμε Δρόμο μόνο αν αποφεύγει να κρίνει και να ενεργεί.
Κομφούκιος