|
Πεζογραφήματα
(άρθρα, σχόλια, χρονογραφήματα,
διηγήματα, ανοιχτές επιστολές, κηρύγματα και
άλλα)
|
Συνταγή
Ο άνθρωπος απεγνωσμένα
αναζητά και δεν μπορεί να βρει την Ευτυχία και
την Υγεία , φθάνοντας στα άκρα, ψάχνοντας τις στην
διασκέδαση, κυνηγώντας τον πλούτο και
παραμένοντας στην τεμπελιά και αδράνεια.
Όμως υπάρχει μια πολύ
παλιά, απλή, αλλά αποτελεσματική συνταγή,
για το πώς να
αποκτήσεις την ευτυχία και την υγεία. Θέλεις να
είσαι τυχερός σε όλη σου τη ζωή; Να είσαι τίμιος
άνθρωπος. Θέλεις να είσαι πάντα υγιής; Να βρεις
μια δουλειά την οποία να αγαπάς και το πρωί να τρέχεις
με ελαφριά
καρδιά στη συνάντηση με την αγαπημένη
σου... δουλειά και να κάνεις γυμναστικές ασκήσεις
οι οποίες μπορούν να αντικαταστήσουν πάρα πολλά
φάρμακα. Και να ξέρεις πως ούτε ένα φάρμακο
δεν μπορεί να
αντικαταστήσει το γύμνασμα και την απόλαυση του
κόπου σου.
30. 06. 99
«Πατριώτες»
Αυτό το συμβάν έγινε μέσα
στο λεωφορείο.
Ανέβηκα και σαν
ευσυνείδητος επιβάτης προχώρησα στο μπροστινό
μέρος του λεωφορείου. Όλες οι θέσεις ήταν
πιασμένες. Δυο άνδρες μέσης ηλικίας που καθότανε
πίσω από την πλάτη του οδηγού, είχανε μια ζωηρή
κουβέντα και για να είμαι πιο ακριβής, μιλούσε
βασικά ο ένας. Ο άλλος μόνο μερικές φορές
κατάφερνε να προσθέτει μία δύο
λέξεις-επιφωνήματα, όμως το κεφάλι του συνέχεια
πηγαινοερχόταν πάνω-κάτω συγκατανεύοντας και
δίνοντας θάρρος στον συνομιλητή του.
Το θέμα της συζήτησης ήταν
οι Αλβανοί και η απραξία της κυβέρνησης που τους
αφήνει να ρημάζουν την χώρα και να σφάζουν τους
Έλληνες. Παρ’ όλο που αυτή η κουβέντα διεξαγόταν
με αρκετά υψηλούς τόνους και τους άκουγε το μισό
λεωφορείο, κανένας δεν ήταν πρόθυμος να παρέμβει.
Μετά ήρθε η σειρά των
Ρωσοπόντιων και ο επικεφαλής της κουβέντας
αμφισβήτησε έντονα την ελληνική καταγωγή τους.
«Δεν πήγες καμιά φορά εκεί στον Βενιζέλο; Όλοι
τούρκικα μιλάνε. Κι αυτούς τους λένε: Έλληνες!».
Εκείνη τη στιγμή το λεωφορείο περνούσε δίπλα
από τον Μητροπολιτικό Ναό.
Βιαστικά κάνανε δυο
κυκλικές κινήσεις πάνω στην κοιλιά τους,
μη σταματώντας ούτε για
μια στιγμή να κακολογούν και να βρίζουν.
Ο Ναός τους έδωσε την αφορμή ν’ αρχίσουν να
«εξετάζουν» την θρησκευτική ταυτότητα των
Ρωσοπόντιων.
«Παλαιοημερολογίτες είναι!
Κατααάλαβες, δεν πάνε στης εκκλησίες μας, δικές
τους εκκλησίες έχουν».
«Στο στρατό πάνε;», ρώτησε ο
άλλος.
«Όχι, βέβαια. Εξαγοράζουν τη
θητεία τους. Δεν ξέρης τι λεφτά βγάζουν στις
λαϊκές αγορές;».
«Δηλαδή, είναι σαν τους
ιαχωβάδες;».
«Χειρότεροι και απ’ αυτούς».
Ξαφνικά άκουσα μια ήρεμη
φωνή. Μια ηλικιωμένη κυρία στεκόταν μπροστά τους
και έλεγε:
«Συγνώμη για την παρέμβαση,
παιδιά. Θα ήθελα να μου πείτε κάτι», και συνέχισε:
«Πάτερ ημών ο εν τοις
ουρανοίς,
αγιασθήτω το όνομά σου,
ελθέτω η βασιλεία σου…»
μετά σταμάτησε και απευθύνθηκε στον
«κουβεντάρχη»:
«Παρακαλώ, προχώρα ορθόδοξέ
μου» και βλέποντας την αμηχανία του, γύρισε στον
άλλον.
«Εσύ; Εντάξει, δεν ξέρεις»
είπε, και ανεβάζοντας τη φωνή της, άρχισε με
ποιητικό ύφος:
«Σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή,
σε γνωρίζω από την όψη,
που με βία μετράει την γη…
,
για συνέχισε την δεύτερη
στροφή. Δεν την ξέρεις; κι εσύ δεν την ξέρεις, βρε
Έλληνα; Ο Εθνικός Ύμνος σας είναι, πατριώτες!»
Μάρτιος 1996
Το slogan
Ύστερα από τρεις μήνες
αποτυχημένων προσπαθειών να βρω κάποια δουλειά,
με πήραν σ’ ένα εργοστάσιο σαν ανειδίκευτο
εργάτη. Όπως καi οι άλλοι συμπατριώτες μου από την
πρώην Σοβιετική Ένωση, αντιμετώπισα όλες
τις
δυσκολίες προσαρμογής του επαναπατριζόμενου
στο - όχι και πολύ φιλικό - εργατικό περιβάλλον.
Σαν φωτεινή ακτίνα σ’
αυτόν τον άψυχο κενό της αβάσταχτης
καθημερινότητας, ήταν μια νέα ελκυστική γυναίκα
την οποία έλεγαν Χριστίνα και η οποία εργαζόταν
στο τμήμα πωλήσεων του εργοστασίου. Πόσο πολύ
διακρινόταν η Χριστίνα απ’ τους άλλους με την
συμπεριφορά της! Όχι μόνο απέναντί μου, αλλά και
με όλους τους άλλους συμπατριώτες μου που δούλευαν
στο εργοστάσιο! Εκείνη ξεχώριζε σε όλα, σαν να
είχε για έμβλημα στη ζωή της το: «Αν όλοι, εγώ όχι». Αν
όλοι ήταν υπερβολικά ομιλητικοί, γελούσαν πολύ
και χωρίς αιτία ή εκνευρίζονταν εύκολα και για το
τίποτε, η Χριστίνα ήταν ήρεμη και σοβαρή, ήταν
ανοιχτόκαρδη και χαμογελαστή. Όμως στις δύσκολες
καταστάσεις έδειχνε σύνεση και τέτοια λογική,
τα οποία ήταν ικανά να αφοπλίσουν
οποιονδήποτε άντρα. Αν οι άλλες γυναίκες
κρατούσαν το τσιγάρο σαν σύμβολο το οποίο
αποδείκνυε, ότι δεν έχουν αίσθημα
κατωτερότητας, εκείνη δεν κάπνιζε γιατί δε
χρειαζόταν εξωτερικά γνωρίσματα, αφού απ’ αυτήν ανάβλυζαν
η
ανεξαρτησία και η σιγουριά.
Αλλά περισσότερο απ’ όλα
με τραβούσε στη Χριστίνα μια ιδιότητα, η οποία
στον μάταιο και φλύαρο αιώνα μας έχει
γίνει σπάνιο
γυναικείο στολίδι. Είχε το ταλέντο του
συνομιλητή. Η συζήτηση μαζί της προχωρούσε πολύ
εύκολα και ευχάριστα. Ανυπόκριτο ενδιαφέρον στα
μάτια της και έξυπνες ερωτήσεις διέγειραν την
ευγλωττία μου, αν βεβαίως μπορούν να
χαρακτηριστούν με αυτήν τη λέξη τα δικά μου
σπαστά ελληνικά. Όταν έκανα λάθη εκείνη με
διόρθωνε και αυτό καθόλου δε με έθιγε, αντίθετα
με ενθάρρυνε γιατί έβλεπα μπροστά μου έναν
προσεκτικό και ευμενή συνομιλητή.
Πέρασαν μήνες. Η βαριά,
χαμηλόμισθη δουλειά δε μου φαινόταν και τόσο
κουραστική και κάθε μέρα πήγαινα στο εργοστάσιο
ζωηρός και ευδιάθετος.
Όμως μια φορά… Πήγαινα στην
γραμματεία για να πάρω κάποια σχέδια. Ήμουν σε
απόσταση μερικών βημάτων από την - πάντα ανοιχτή
- πόρτα της γραμματείας, όταν άκουσα κάποιες φωνές.
Ξαφνικά στ’ αυτιά μου έφτασε μια πολύ γνωστή
φωνή. Νομίζω πως μόλις πρόλαβα να
κατανοήσω σε ποιόν ανήκε αυτή η φωνή, τα πόδια
μου αρνήθηκαν να πάνε μπρος. Ταραγμένος
επέστρεψα στο τμήμα. Προσπαθούσα να ηρεμήσω και
με αμηχανία αναρωτιόμουν: "Και τι έγινε στην ουσία
; Σπουδαία τα πράγματα! Αξίζει τον κόπο να
στενοχωριέμαι για μια έκφραση, για δύο λέξεις
παραπάνω τις
οποίες έτυχε να ακούσω, αφού μέχρι στιγμής δεν
ξέρω το θέμα της συζήτησης μέσα στη γραμματεία
και με ποια αφορμή ειπώθηκαν αυτές οι λέξεις;
Τις άκουγα από διάφορους ανθρώπους, συχνότερα
από τους άντρες, πιο σπάνια από τις γυναίκες
και όχι λίγες φορές την ημέρα, αλλά πάντα αδιάφορα και
με λίγη δυσαρέσκεια έκανα πως δεν ακούω. Πολλοί τις
λένε συχνά και εύκολα, μη βάζοντας στη λέξη-έννοια
το υβριστικό περιεχόμενο. Ειδικά οι λέξεις
αυτές έγιναν «δημοφιλείς», ύστερα από την ολυμπιάδα,
όταν μια - όχι και πολύ γνωστή - αθλήτριά μας, έγινε
ολυμπιονίκης και στεφάνωσε τον πράγματι θρίαμβό
της με αυτήν την «χαϊδευτική» βρισιά, δένοντας
την με τ’ όνομα της Πατρίδας της και κάνοντας
αυτήν την έκφραση slogan Αποθέωσης της
Αγαλλίασης. Τώρα αυτές οι λέξεις συχνά αναπηδάνε
στις οθόνες των τηλεοράσεων, στα πρωτοσέλιδα των
εφημερίδων και στα εξώφυλλα περιοδικών, με αφορμή
πολύ πιο ασήμαντα γεγονότα σε διάφορους
στίβους: αθλητικούς, πολιτικούς, ακόμα και
πολιτιστικούς.
Μετά απ’ αυτό το επεισόδιο,
δεν ήταν εύκολο να κάνω πως δεν έγινε τίποτε. Ήδη
δεν μπορούσα συναντώντας τη Χριστίνα να χαμογελώ
και να αστειεύομαι με την ίδια ειλικρίνεια, και
όταν προσπαθούσα να το κάνω, ένιωθα την αθέλητη
υποκρισία μου. Και πολύ σύντομα η γυναικεία
διαίσθηση της υπαγόρευσε κάτι. Στην αρχή με την
θλίψη και αργότερα με την απάθεια έβλεπα στα
μάτια της μια άφωνη ερώτηση στην οποία δεν
μπορούσα να απαντήσω. Δεν ξέρω τι συνέβαλλε
περισσότερο σ’ αυτό. Η δική μου δυσαρέσκεια ή η δική της
υπερηφάνεια που πολύ σύντομα αρχίσαμε
ν’ αποφεύγουμε ο ένας τον άλλον; Κι αυτό, το οποίο
ήταν προορισμένο να γίνει τουλάχιστον μια
αληθινή φιλία, μετατράπηκε σε ψυχρές υπηρεσιακές
σχέσεις.
Υποτάχθηκα σ’ αυτό που
έγινε, γιατί με πικρία κατανόησα πως στην
διάρκεια τόσων ημερών, με επιμέλεια και ζήλο
είχα αναγείρει στην καρδιά μου ένα ψηλό και όμορφο
κρυστάλλινο Ναό Λατρείας, στη βάση του οποίου
έπεσε αυτή η φράση-βόμβα. Ο Ναός
κατέρρευσε, σκορπίστηκε και έγινε ένας σωρός θρυμμάτων
κι εγώ δεν έχω πια ούτε δυνάμεις,
ούτε επιθυμία να τον αποκαταστήσω.
Δεκέμβριος 1994
Ανοιχτή επιστολή
Η δύναμη του λόγου είναι
απεριόριστη. Μια πετυχημένη λέξη μπορεί να
σταματήσει στρατό που τράπηκε σε φυγή, μπορεί να
μετατρέψει την ήττα σε νίκη και να σώσει τη
χώρα |
Απευθύνομαι σε σας κ.
Μιλόσεβιτς, σε σας κ. Τούντζμαν, σε σας κ.
Κάραντζιτς, και σε σας κ. Ιζετμπέγκοβιτς!
Καθένας από σας έδειξε σ’
όλον τον κόσμο – την δύναμη, την πεποίθηση, την
ακαμψία – τις ιδιότητες που διακρίνουν τους
γνήσιους πολιτικούς.
Σας παρακαλώ, σας ικετεύω!
δείξτε σ’ όλον τον κόσμο τις ιδιότητες που
διακρίνουν τους γνήσιους άνδρες: την ευγένεια,
την υποχωρητικότητα, την φροντίδα για τους
αδύνατους.
«Από τους δυο που μαλώνουν, φταίει εκείνος που
είναι πιο έξυπνος»
Βιαστείτε να αποδείξετε, ότι είστε πιο καλός και
πιο έξυπνος από τον αντίπαλό σας. Είμαι σίγουρος,
ότι θα κερδίσετε στα μάτια ολόκληρου του
κόσμου. Η υποχωρητικότητά σας, η ευγένειά σας, θα
προκαλέσουν σύγχυση στον αντίπαλό σας και θα είναι
αναγκασμένος να απαντήσει με τον ίδιο τρόπο.
Έχω την πεποίθηση, ότι όλοι
θέλετε την ειρήνη για το λαό σας. Αν είναι
έτσι, τότε κάντε
πρώτος αυτήν τη φυσική κίνηση της ανθρώπινης
ψυχής στην καλοσύνη. Και μόνο τότε, μόνο τέτοια
ειρήνη θα είναι σταθερή και μακρόχρονη.
Και θα αφήσετε για πάντα
καλή
ανάμνηση.
Αριστείδης ο Δίκαιος
Δεκέμβριος 1993
Ο πατέρας μου κι εγώ
Ο πατέρας μου ήταν 21 ετών όταν τελείωσε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ζούσε με τους γονείς του στο ορεινό χωριό Αντρέγεφκα (Ζουρνατσάντον) κοντά στην πόλη Σουχούμι στην πρώην Σοβιετική Ένωση. Κατά των πόλεμο οι Γερμανοί προσπάθησαν μέσ’ απ’ τα βουνά να καταλαμβάνουν τα ανατολικά παράλια της Μαύρης θάλασσας, αλλά δεν τα κατάφεραν και στα περάσματα των βουνών του Καυκάσου έμειναν σκορπισμένα παντού στις πλαγιές των βουνών πολλά και διάφορα πολεμοφόδια και λείψανα τον σοβιετικών και γερμανικών στρατιωτών. Οι άνδρες του χωριού εκείνα τα χρόνια μαζεύονταν σε ομάδες και πήγαιναν σ’ αυτά τα μέρη για να προμηθευτούν διάφορα όπλα. Ο πατέρας μου έφερε απ’ αυτήν την εκστρατεία ένα ρωσικό τουφέκι με σκοπευτική διόπτρα και με πάρα πολλά φυσίγγια. Πολύ γρήγορα κατάφερε να πετυχαίνει το μήλο σκοπεύοντας από την απόσταση 200-250 μέτρα. Μετά αποφάσισε να πάει για πρώτη φορά στο κυνήγι. Ήταν «τυχερός», κρυμμένος πίσω από τις μεγάλες πέτρες παρακολουθούσε ένα ζαρκάδι που τον πλησίαζε βοσκώντας. Ο αέρας φυσούσε με κατεύθυνση από το ζαρκάδι προς τον κυνηγό και το ζώο πλησίασε σε απόσταση περίπου 20 μέτρων και δεν αντιλήφθηκε τον άνθρωπο. Ο πατέρας μου ήταν έτοιμος να ρίξει, όταν το ζαρκάδι σήκωσε το κεφάλι του και είδε τον πατέρα μου.
Τώρα ο πατέρας μου είναι 82 ετών και συχνά διηγούμενος αυτή την ιστορία λέει: «Είδα τα ήρεμα μεγάλα μάτια του ζαρκαδιού και κατάλαβα πως δε θα μπορέσω να ρίξω. Και από τότε κατανόησα πως το κυνήγι δεν είναι για μένα.»
Κι εγώ γεννήθηκα σ’ αυτό το ορεινό χωριό όμως σε ηλικία δυο ετών μαζί με τους γονείς μου εξορίστηκα στα έρημα μέρη της Κεντρικής Ασίας. Στην Ελλάδα βρέθηκα με την οικογένειά μου το 1991 όταν τα πράγματα πολύ δυσκόλεψαν για όλους που είχαν την ατυχία να βρεθούν σε μια από τις δεκαπέντε δημοκρατίες της πρώην μεγάλης υπερδύναμης και να μην έχουν αυτό το καταραμένο στίγμα, την εθνικότητα της δημοκρατίας που ζουν. Αλλά τα πρώτα χρόνια για μας τους Ελληνοπόντιους που είχαμε αυτό το στίγμα ήταν όχι περισσότερο εύκολα στην πατρίδα μας. Ήμουν από τους λίγους που σχετικά γρήγορα τα κατάφερα με τη γλώσσα, δουλειά και ανέπτυξα κάποια κοινωνική δράση προσπαθώντας να βοηθήσω τους συμπατριώτες μου. Κάποιος από τα πολιτικά στελέχη ενός κόμματος μου πρότεινε να πάρω μέρος σε δημοτικές εκλογές του 1994. Δέχθηκα την πρόταση και πήρα μέρος στις εκλογές ως υποψήφιος, αλλά πολύ γρήγορα απογοητεύτηκα…
Τώρα κι εγώ, όπως κάποτε ο πατέρας μου μπορώ με ειλικρίνεια να πω: «Είδα τα γεμάτα θέληση για ανούσια δράση μάτια του Πολιτικού και δεν μπόρεσα,….και από τότε κατανόησα πως η πολιτική δεν είναι για μένα.»
Θεσσαλονίκη
10.5.2006
Ανοιχτή επιστολή προς τους Έλληνες εκδότες
Είναι στις δυνατότητές σας να πάρετε στα σοβαρά το παραμύθι «Το Μαγαζί της Ευτυχίας» που έχω μεταφράσει και να το κάνετε πραγματικότητα. Θέλω να πιστέψω πως μεταξύ σας υπάρχει εκείνος ο άνθρωπος που θα δείξει σοβαρότητα σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς: Θα πιστέψει και θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία να χαρίζει ευτυχία στους συνανθρώπους του. Θα δείξει, όχι την «σοβαρότητα» που είναι το καταφύγιο των ρηχών ανθρώπων, αλλά την αληθινή
σοβαρότητα που είναι ικανή να αντιμετωπίζει με χαμόγελο το πρόσωπο της δυστυχίας.
Το Μεγάλο Βιβλίο της Ευτυχίας θα μπορούσε να εκδοθεί με το ωραίο «παραμύθι» της Ρωσίδας συγγραφέα Έλφίκα στις πρώτες σελίδες.
Έτσι τουλάχιστον νομίζω εγώ.
Με φιλικούς χαιρετισμούς,
Γιώργος Σοϊλεμεζίδης
Το Μαγαζί της Ευτυχίας H Δευτέρα είναι μια βαριά ημέρα και δόξα το Θεό που και αυτή κάποια στιγμή τελειώνει. Έσερνα τα πόδια μου επιστρέφοντας από τη δουλειά, και η
καρδιά μου ήταν περίπου ίδια όπως και ο ουρανός: βαριά, συννεφιασμένη και λασπωμένη. Ψιχάλιζε, και αυτό ήταν μια λογική ολοκλήρωση της
κουραστικής ημέρας.
Εκ τούτου, όταν έστριψα στο δρόμο που οδηγεί στο σπίτι μου, είδα ότι είναι αδύνατο να περάσω, ο δρόμος ήταν κλειστός, διεξάγονταν επισκευαστικές
εργασίες.
Ήμουν αναγκασμένη να στρίψω δεξιά και η διάθεση μου χάλασε περισσότερο. Ποτέ δεν έτυχε να κάνω αυτή τη διαδρομή και πρώτη φορά είδα το
κατάστημα η ονομασία του οποίου μου προκάλεσε έκπληξη, ονομαζόταν «Το Μαγαζί της Ευτυχίας».
"Ενδιαφέρον, τι πουλάνε σ’ αυτό το κατάστημα;", σκέφτηκα με περιέργεια εγώ. Αυτή τη στιγμή η βροχή δυνάμωσε κι εγώ με αποφασιστικότητα βούτηξα
μέσα στο κατάστημα. Η πόρτα απαλά έκλισε πίσω μου, και η μελωδία του κουδουνιού προκάλεσε ευχάριστη δόνηση μέσα μου, σαν να γελούσε κάποιος
εκεί. Και αυτό γέννησε χαρούμενη συγκίνηση, σαν επρόκειτο να συμβεί κάτι ωραίο.
Μπήκα μέσα και σταμάτησα, αυτό που είδα μου προκάλεσε αμηχανία. Το κατάστημα ήταν παράξενο, θύμιζε περισσότερο αποθήκη γεμάτη με
παλιοπράματα. Ανάμεσα στα ράφια και πάγκους, κοιτάζοντας και αγγίζοντας διαφορετικά προϊόντα, περιπλανιόνταν οι πελάτες. Βασίλευε κάποια
χαρούμενη ζωντάνια. Προς την έξοδο προχωρούσε μια ηλικιωμένη γυναίκα, που έλαμπε σαν ένα εορταστικό φανάρι. Καθώς περνούσε δίπλα μου,
χαμογέλασε και μου έκλεισε το μάτι.
- Με συγχωρείτε, τι πουλάνε εδώ; ρώτησα τη γυναίκα.
Πως τι; έκπληκτη είπε η γυναίκα. Ο, τι είναι γραμμένο, εκείνο και πουλάνε. Ευτυχία, κορίτσι μου! Ευτυχία!
- Και σε… ποια μορφή;
- Ό, τι μορφή επιλέγεις, καλή μου! Με πόντους, με κιλό, με κομμάτια! μάλλον, έδειχνα ανόητη, διότι η ηλικιωμένη γυναίκα γέλασε:
- Μην αμφιβάλλεις, κορίτσι μου, είναι εμπορεύματα καλής ποιότητας. Είμαι εδώ τακτική πελάτισσα. Θα σου αρέσει!
Και η ηλικιωμένη γυναίκα συνοδευόμενη από τη μελωδία του κουδουνιού βγήκε έξω από το κατάστημα. Ενώ εμένα πλησίαζε ο πωλητής με μικρή
καρτέλα στο στήθος που έγραφε «Μιχάλης, πωλητής της ευτυχίας».
- Ζητώ συγγνώμη για καθυστέρηση, είπε ο πωλητής ευτυχίας Μιχάλης, βλέπω πως ήρθατε για πρώτη φορά στο κατάστημά μας.
- Δηλαδή, θυμάστε όλους τους πελάτες σας, με έκπληξη ρώτησα εγώ.
Φυσικά! Μετά την απόφασή του να γίνει ευτυχισμένος ο άνθρωπος γίνεται συνήθως Πιστός Πελάτης της Ευτυχίας, εξήγησε ο Μιχάλης.
- Τι ιδιαίτερα χαρούμενο περιέχουν τα προϊόντα σας, ρώτησα με κάποια απορία.
- Επιτρέψτε μου να σας συνοδεύσω για μια σύντομη περιήγηση και θα σας δείξω, την καλή όψη της πραμάτειάς μας. Με πήρε από τον αγκώνα μου και με
οδήγησε στον πάγκο.
- Προσοχή! Μαγικά καλειδοσκόπια! Δίνουν φωτεινότητα στη ζωή! Συνεχής αλλαγή εντυπώσεων,
φαντασμαγορία χρωμάτων, πολλοί διαφορετικοί συνδυασμοί!
- Μα αυτό είναι μόνο ένα παιχνίδι! διαμαρτυρήθηκα εγώ.
- Και εσείς, βεβαίως, πιστεύετε ότι η ζωή είναι ένα τόσο σοβαρό πράγμα και δεν έχουν θέση μέσα της κάποια παιχνίδια; ρώτησε ο Μιχάλης.
- Ακριβώς, πολύ σοβαρό πράγμα! επιβεβαίωσα εγώ. Εάν οι ενήλικοι θα μπορούσαν να παίζουν σαν παιδία...
- Παίξτε, λοιπόν! πρότεινε ο Μιχάλης, ποιος σ έναν ενήλικο μπορεί να το απαγορέψει;
- Μα, έχω ευθύνες ... δουλειά και άλλα διάφορα…, βαρύθυμα είπα εγώ.
- Είστε σίγουρη! Το πρώτο βηματάκη προς την Ευτυχία: Βάλετε αυτό το καλειδοσκόπιο στην τσάντα σας, και όταν βαρεθείτε, είστε λυπημένη ή
κουραστήκατε, θυσιάστε δυο λεπτά σ’ αυτό το καλειδοσκόπιο και θα δείτε πως η ζωή σας θα λάμψει με φωτεινά χρώματα.
- Θα το σκεφτώ, είπα διπλωματικά.
- Ας προχωρήσουμε! πρότεινε ο Μιχάλης, θα σας δείξω πως λειτουργεί η συσκευή για να φτιάχνετε σαπουνόφουσκες. Κοιτάξτε! Πόσο διαφορετικά είναι!
Και πως σκάνε!
- Και τι έγινε; με απορία είπα εγώ.
- Μα πώς «τι έγινε;», με ενθουσιασμό αναφώνησε ο Μιχάλης. Όλα τα προβλήματά σας αμέσως σκάνε σαν σαπουνόφουσκες. Σπάνε εύκολα! Όμορφα!
Αυτό δεν είναι ευτυχία;
- Θα ήταν ωραία, αν και στη ζωή θα έσκαγαν με τόση ευκολία, αναστέναξα εγώ.
- Τα περισσότερα προβλήματά μας τα μεγαλοποιούμε, σίγουρα είναι παραφουσκωμένα. Ακριβώς όπως αυτές οι φυσαλίδες. Μάθετε να αντιμετωπίζετε τα
προβλήματά ως σαπουνόφουσκες, κοιτάξτε τις με χαμόγελο, θαυμάστε πως ιριδίζουν στην επιφάνειά τους διάφορα χρώματα και αφήστε τις να σκάνε!
Κοιτάξτε, έτσι! και έφτιαξε μεγάλες φούσκες που σε λίγο έσκασαν.
Ναι! αυτός ο Μιχάλης έλεγε παράξενα πράγματα, αλλά δεν ξέρω γιατί ήθελα να τον πιστέψω! Ήταν ... αρκετά πειστικός.
- Καλώς, αυτά που λέτε έχουν μεγάλη δόση αλήθειας, συμφώνησα εγώ, αλλά να πιστέψω, πως το καλειδοσκόπιο και οι σαπουνόφουσκες αποτελούν την
ευτυχία, δεν μπορώ. Παρακαλώ να με συγχωρείτε!
- Να πάμε στο τμήμα υφασμάτων! είπε - χωρίς καθόλου να θίγετε - ο πωλητής της ευτυχίας, έχουμε υπέροχα υφάσματα. Εμπρός, προς την ευτυχία!
Τον ακολούθησα στο επόμενο πάγκο. Εκεί πράγματι υπήρχε μια απίστευτη ποικιλία υφασμάτων με απίθανα χρώματα. Ένας πωλητής του τμήματος
υπηρετούσε μια μεσήλικη κυρία.
- Έχετε κάποιο χαρούμενο τσίτι; ρωτούσε εκείνη.
- Βεβαίως, κυρία μου! Κοιτάξτε εδώ! έλεγε ο εύθυμος πωλητής, απλώνοντας μπροστά της ανοιχτό πράσινο τσίτι, που ήχε αποτυπωμένα αστεία
λαγουδάκια. Εξαιρετικά χαρούμενο και κεφάτο! Ας γελάσουμε μαζί! και γέλασε πρώτος, μετά και η κυρία. Ξεκαρδίστηκαν στα γέλια, προφανώς
ευχαριστημένοι ο ένας από τον άλλο και από τη ζωή. Παρά τη θέλησή μου άρχισα να γελάω κι εγώ.
- Θα ράψω για τον εαυτό μου μια χαρούμενη ποδιά και αστεία γάντια κουζίνας! Όταν θα μαγειρεύω, το γέλιο θα πέσει στο φαγητό και όλη μου η
οικογένεια θα διασκεδάσει, είπε η γυναίκα
Θαύμαζα το πρόσωπό της. Ήταν σαν να εκπέμπει φώς, και στα μάτια της και στις γωνίες του στόματος της κρυβόταν η ευτυχία.
- Μερικές φορές είναι αρκετό να περιβληθείς από ωραία πράγματα και η ζωή μπορεί να γίνει πιο ευχάριστη, είπε ο Μιχάλης.
- Τόσο απλά;! Δεν πίστεψα εγώ, μα όλα αυτά, είναι μικροπράγματα!
- Στην ουσία και η ζωή αποτελείται από μικρά πράγματα, με πίστη είπε ο Μιχάλης. Και η ευτυχία, επίσης, δημιουργείται από μικρά πράγματα. Συχνά λέμε:
«Μικροπράγματα, αλλά ευχάριστα». Και τώρα φανταστείτε πως θα είναι , αν τα ευχάριστα πράγματα θα είναι πολλά;
- Μάλιστα, θα είναι φανταστικό! χαμογέλασα εγώ, και αυτό θα είναι ευτυχία!
- Μπράβο! Εσείς ήδη αντιληφθήκατε την ουσία των προϊόντων μας! με θαυμασμό είπε ο πωλητής ευτυχίας Μιχάλης, αλλά εμείς ακόμη δεν τελειώσαμε.
Εμπρός, ελάτε μαζί μου. Θέλω να σας δείξω το νέο μας προϊόν! Το Μεγάλο Βιβλίο της Ευτυχίας! Μόλις το παραλάβαμε!
Το τμήμα που πουλούσε βιβλία είχε πολλά και διάφορα πράγματα, αλλά ο Μιχάλης δε μου έδωσε την ευκαιρία να καλοκοιτάξω τα βιβλία. Αμέσως έβαλε
στα χέρια μου ένα συμπαθητικό βιβλίο με φωτεινό εξώφυλλο. Όταν το άνοιξα στην τύχη με έκπληξη είδα, ότι η σελίδα του είναι κενή! Δηλαδή, σχεδόν
κενή: στην κορυφή της σελίδας έγραφε: «Σήμερα ήταν η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου!", και στο κάτω μέρος της σελίδας έγραφε "Και αύριο θα
είναι ακόμα καλύτερα!", ενώ η ίδια η σελίδα ήταν καθαρή και είχε παράλληλες γραμμές, ακριβώς όπως το τετράδιο για την πρώτη τάξη. Η έκπληξή μου
μεγάλωσε όταν ξεφυλλίζοντας το βιβλίο ανακάλυψα ότι η κάθε σελίδα, δηλαδή, ολόκληρο το βιβλίο ήταν έτσι.
- Σας αρέσει; με περηφάνια ρώτησε ο Μιχάλης.
Μα εδώ δε γράφει τίποτα! είπα εγώ αγανακτισμένη.
- Φυσικά! επιβεβαίωσε ο Μιχάλης, εδώ είναι η ουσία! Θα γράφετε και θα το γεμίζετε μόνη σας.
- Πως, μόνη μου; αιφνιδιάστηκα εγώ. Μα εγώ δεν είμαι συγγραφέας!
- Σήμερα, ναι, αλλά αύριο τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν, αινιγματικά είπε ο Μιχάλης. Μου επιτρέπετε να σας κάνω μια μικρή διάλεξη;
- Ναι, βεβαίως, ήμουν πολύ περίεργη.
- Η κάθε μέρα μας είναι γεμάτη με διάφορα περιστατικά, και κάποια απ’ αυτά μας αρέσουν, ενώ τα υπόλοιπα, όχι. Παραδόξως, αλλά για κάποιο άγνωστο
λόγο θυμόμαστε τα «κακά» γεγονότα και το μυαλό μας τα καταγράφει και αυτά μας ταλαιπωρούν μακρόχρονα, ενώ τα καλά πολύ γρήγορα τα ξεχνάμε! Ως
αποτέλεσμα, η ευτυχία μας πάσχει! Συμφωνείτε μαζί μου;
- Ναι, συμφωνώ, αυτό είναι αλήθεια, ομολόγησα εγώ. Πράγματι, μερικές φορές, κάτι μικροσκοπικά δυσάρεστο μπορεί να καταστρέψει μια ολόκληρη
ημέρα.
- Υπέροχα! Όμως… δεν σκεφτήκατε πως και τα μικροσκοπικά ευχάριστα, ειδικά όταν είναι μαζεμένα μπορούν να φτιάξουν την ημέρα σας, ακόμη και
ολόκληρη τη ζωή σας; Ακριβώς αυτή τη δουλειά κάνει το Μεγάλο Βιβλίο της Ευτυχίας! Να γράφουμε μόνο τα ευχάριστα συμβάντα, ακόμα και τα πολύ
μικρά. Τουλάχιστον πέντε την ημέρα! Περισσότερα, μπορείτε, αλλά λιγότερα, όχι!
- Μα από πού θα «μαζέψω» τόσα ευτυχή επεισόδια σε μια μέρα; διαμαρτυρήθηκα εγώ.
- Επιτρέψτε μου, να μη συμφωνήσω μαζί σας. Στην πραγματικότητα, είναι πολύ εύκολο, απλά εσείς ακόμη δεν έχετε δοκιμάσει, είπε ο πωλητής ευτυχίας
Φυσικά, τις πρώτες μέρες θα πρέπει να ανασυνθέσετε τη σκέψη σας για διαφορετική αντίληψη. Αλλά, είμαι σίγουρος, πολύ γρήγορα θα τα καταφέρετε
γιατί είναι πολύ ευχάριστη διαδικασία. Μπορείτε να προσπαθήσετε τώρα, αυτή τη στιγμή! Λοιπόν, τη είχε συμβεί σήμερα και σας έκανε χαρούμενη;
- Δεν θυμάμαι, είπα εγώ με απογοήτευση, ήταν βαριά η μέρα απ’ το πρωί.
- Σήμερα, είχατε τραυματιστεί;
- Όχι! Τι λέτε τώρα; τον κοιτούσα με αμηχανία.
-Ωραία! Αυτό, δεν είναι ευτυχία; Το γράφουμε στο βιβλίο, χάρηκε ο Μιχάλης. Είχατε χάσει τίποτα σήμερα;
- Ναι, είχα χάσει ένα σημαντικό έγγραφο, αλλά αργότερα βρέθηκε ανάμεσα στα χαρτιά, επιβεβαίωσα εγώ.
- Καταπληκτικά! και αυτό είναι ευτυχία! Έτσι δεν είναι; συνέχισε την κατάρτιση ο Μιχάλης, ταυτόχρονα γράφοντας τα περιστατικά.
- Είναι, συμφώνησα εγώ. Όταν το βρήκα πράγματι χάρηκα πολύ.
- Μπράβο, και τώρα ίδια θυμηθείτε, βλέπω πως ήδη μπήκατε στο νόημα, με είχε ενθαρρύνει ο Μιχάλης.
- Λοιπόν ... σήμερα είδα ένα αστείο σκυλάκι. Ήταν πολύ δασύτριχο και φορούσε μικρό παλτουδάκι, σαν να ήταν από τσίρκο. Και η συνοδός του ήταν
πολύ δασύτριχη και έμοιαζαν!
Ωραία! Είστε, καλή μαθήτρια! με παίνεψε ο Μιχάλης.
- Επίσης σήμερα τελικά τέλειωσα την έκθεση. Κουράστηκα πολύ, αλλά την ολοκλήρωσα! καυχήθηκα εγώ
- Ήδη έχουμε, τέσσερα, υπολόγισε ο Μιχάλης. Έμεινε το τελευταίο πέμπτο επεισόδιο. Λοιπόν…;
- Μετά…, σκεφτόμουν εγώ, έβρεχε και εγώ πήγαινα στο σπίτι, είδα ότι ο δρόμος επισκευάζεται, είναι κλειστός και πήγα να παρακάμψω ... Ναι! Μετά είδα
το όμορφο μαγαζί σας και μπήκα μέσα! φώναξα εγώ. Γράψτε το!
Ευχαρίστως! είπε ο Μιχάλης, συνεχίζοντας να γράφει. Είμαι κολακευμένος που θεωρήσατε απαραίτητο να επισημανθεί το γεγονός ως ευτυχισμένη
στιγμή. Περίφημα! Και τα πέντε επεισόδια είναι γραμμένα! Το Μεγάλο Βιβλίο της Ευτυχίας άρχισε να γράφετε!
- Κι έτσι κάθε μέρα; ρώτησα εγώ. Κι όταν οι σελίδες θα τελειώσουν;
-Τότε το μυαλό σας θα έχει συνηθίσει να ορίζει τα ευτυχείς περιστατικά αυτόματα, και όχι μόνο πέντε συμβάντα ανά ημέρα, αλλά πολύ περισσότερο, είχε
υποσχεθεί ο Μιχάλης. Και η ζωή σας θα είναι γεμάτη χαρά!
- Σας ευχαριστώ, είπα στον Μιχάλη. Τελικά με πείσατε και θα πάρω αυτό το βιβλίο της Ευτυχίας.
- Πάρτε το ως δώρο από το κατάστημά μας, με χαμόγελο υποκλίθηκε ο Μιχάλης. Πάντα κάτι χαρίζουμε στον κάθε νέο αγοραστή.
- Άλλη μια ευτυχία! Χάρηκα εγώ. Σας ευχαριστώ!
- Λοιπόν, αυτό είναι ήδη το έκτο σημείο που θα μπει στο βιβλίο σας σήμερα, χαμογέλασε ο Μιχάλης. - Ναι, φυσικά! Επίσης θα αγοράσω μια συσκευή για
να σκάνε τα προβλήματά μου και ένα καλειδοσκόπιο για την αύξηση της φωτεινότητας της ζωής μου! Αυτά θα είναι οι ευτυχίες έβδομη και όγδοη!
Ξεστόμισα εγώ.- Είμαι πολύ χαρούμενος! Θέλετε να τα βάλω σε ένα σακούλι του μαγαζιού;
- Ναι, παρακαλώ, είπα εγώ.
Το σακούλι ήταν επίσης πολύ ωραίο, πορτοκαλί, με διάφορων μεγεθών λευκούς κύκλους. Πάνω στο πακέτο έγραφε: «Είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε
ευτυχισμένοι! ". Μου άρεσε η επιγραφή.
Ο Μιχάλης με συνόδεψε μέχρι την έξοδο. Η πόρτα είχε μια μεγάλη όμορφη ταμπέλα: «Πάντα υπάρχει έξοδος!». Μου άρεσε και αυτή η επιγραφή.
- Τέτοιους ταμπέλες έχουν όλες οι πόρτες, είπε ο Μιχάλης, για να μην ξεχνάμε ότι υπάρχει πάντα λύση για οποιοδήποτε πρόβλημα! Σας ευχαριστούμε για
την επίσκεψη. Ελάτε να μας δείτε ξανά. - Οπωσδήποτε θα ‘ρθω, είχα υποσχεθεί εγώ. Θέλω να δω, και τα’ άλλα εμπορεύματά σας.
- Ω! εκτιμούμε ειδικά τους τακτικούς πελάτες μας! είπε ο Μιχάλης.
- Νομίζω πως πελατεία σας είναι όλη η πόλη, ρώτησα με ενδιαφέρων
- Δυστυχώς, όχι! με λύπη απάντησε ο Πωλητής της Ευτυχίας. Περιέργως, όμως όλοι λένε ότι θέλουν να είναι ευτυχισμένη, αλλά δεν θέλουν να κάνουν
κάτι για αυτό. Όμως, εμείς ασχολούμαστε πάνω στο θέμα! Βελτιώνουμε την γκάμα των προϊόντων μας, τη συσκευασία, τη διαφήμιση, έτσι, μπορείτε
πάντα να βρείτε κάτι καινούργιο και ενδιαφέρον. Γεια σας! Και ευτυχία σε σας!
Το μελωδικό κουδούνι χτύπησε και βγήκα στο δρόμο. Η ψυχή μου τραγουδούσε. Πήγαινα στο σπίτι, και οι άνθρωποι που περνούσαν δίπλα μου με
κοιτούσαν με περιέργεια. Πιθανώς, λόγω της πορτοκαλί μου σακούλας, και ίσως γιατί δεν έφευγε από το πρόσωπό μου το χαμόγελο. Ή ίσως κι εγώ
έλαμπα, όπως η ηλικιωμένη κυρία που συνάντησα στην είσοδο όταν μπήκα στο Μαγαζί. Και αυτό, εγώ εκτίμησα ως άλλη μια ευτυχία.
- Ένατη, είπα μηχανικά. Δεν πρέπει να ξεχάσω να το γράψω στο Μεγάλο Βιβλίο της Ευτυχίας μου.
Ελφίκα
(μετάφραση από τα ρωσικά Γ. Σοϊλεμεζίδης)
Συνωμοσία κατά της ποίησης
ή
Πρόταση στην ΕΡΤ
ή
Η βουλή των ποιητών Την ιδέα την οποία θέλω να προωθήσω
είναι ιδέα ενός πολίτη, ενός ποιητή και μεταφραστή που αγαπάει την πατρίδα
του και θέλει στην δύσκολη στιγμή να συμβάλει…. Πάρα πολύ θα ήθελα να είμαι
πειστικός και για αυτό θα καλέσω σε βοήθεια μερικά αποφθέγματα:
Γιατί κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα
Κανένας στίχος δεν κινητοποιεί τις μάζες;
Τ. Πατρίκιος
Ποίηση: η πιο μεγαλοπρεπή ενδυμασία στην οποία μπορεί να ντύνεται οι
ανθρώπινη σκέψη.
Α. Λαμαρτήν
Ο Θεός έπλασε τον κόσμο μας, οι ποιητές τον διορθώνουν.
Ο. Ουάιλντ
Ένα αριστερό καθεστώς δίνει δουλειά στους ποιητές, ένα δεξιό τους δίνει
έμπνευση.
Δ. Κούρτοβικ
Κατανοώ τι ήθελε να πει ο αγαπητός ποιητής Τίτος Πατρίκιος, αλλά… Είμαι
σίγουρος ότι και αυτός γνωρίζει την αόρατη, βαθειά δύναμη της ποίησης και η
ερώτηση του είναι ρητορική.
Μάλιστα, ο κοσμάκης βλέπει την ορατή, αλλά ρηχή δύναμη της πολιτικής. Είναι,
δυστυχώς πολύ λεπτό το στρώμα της κοινωνίας που διαβάζει και γράφει ποίηση,
αλλά η αόρατη επιρροή του πάνω στην ζωή της κοινωνίας είναι δυσανάλογα (ναι!
χωρίς εισαγωγές) μεγάλη. Πιστεύω πως αυτό έδειξαν οι προηγούμενες
βουλευτικές εκλογές. Πιστεύω πως τον κόσμο κινητοποίησαν τα αισθήματα της
αξιοπρέπειας, της υπερηφάνειας, ακόμη και της οργής ενάντια στην αδικία.
Πιστεύω πως αυτά τα αισθήματα τις εμφύτευσε η καλή λογοτεχνία και βασικά η
ποίηση. Οι πολιτικάντηδες της Ευρώπης ήταν σίγουροι πως καταπατώντας την
αξιοπρέπεια ενός λαού θα μας υποτάξουν με την «δύναμη» του χρήματος. Αυτοί
οι άνθρωποι την ποίηση αγνοούν και ταυτόχρονα φοβούνται την Ποίηση.
Μήπως ήρθε ο καιρός να ανασταίνουμε την ποίηση;
Όταν το κράτος έκλεισε την ΕΡΤ, ήμουν σύμφωνος με αυτή την απόφαση, γιατί η
διαφορά μεταξύ των ιδιωτικών καναλιών και της δημόσιας τηλεόρασης ήταν
αόρατη. Και οι μεν και οι δε κυνηγούσαν το κέρδος. Οι σύγχρονοι πολιτικοί
έχουν εντελώς ανάποδη αντίληψη για την έννοια «κέρδος», πολλές φορές τη
ζημιά που προκαλούν βαφτίζουν ως κέρδος.
Δεν θυμάμαι ποιανού είναι τα λόγια που καρφώθηκαν στην μνήμη μου εδώ και
πολλά χρόνια πριν: «Η ποίηση είναι παραγωγική δύναμη». Μήπως πράγματι φέρνει
πλούτο; Και αυτό το πλούτο έχει διαφορετική φύση από το χρήμα;
Μήπως έχει νόημα η γνώμη ότι η Ποίηση δεν πρόκειται να δώσει στον άνθρωπο
εκείνη την δύναμη την οποία μπορεί να δώσει το χρήμα, αφού η Ποίηση θεωρεί
αυτήν την δύναμη… αδυναμία;
Μάλωσα με τον εαυτό μου όταν διάβασα τη φράση του Ντίνου Χριστιανόπουλου:
«Νομίζω ότι η καλύτερη επικοινωνία με την ποίηση είναι να διαβάζουμε τα
ποιήματα στο σπίτι μας, με το μάτι, και σε ώρα που νιώθουμε ανάγκη». Ήταν
σαν να πήρε από το στόμα μου την δική μου σκέψη, την δική μου πεποίθηση. Κι
όμως… είμαι σίγουρος πως ο κόσμος χρειάζεται ένα ελαφρό σπρώξιμο προς την
ποίηση. Αυτή η ώθηση μπορεί να είναι εκπομπή στην τηλεόραση της νέας ΕΡΤ για
την ποίηση, τουλάχιστον μια φορά τη βδομάδα. Αρκεί να γίνει ένα Ελεύθερο
βήμα των ποιητών. Κατανοώ πως είναι πολύ δύσκολο το εγχείρημα.
Στην ζωγραφική το «Μαύρο τετράγωνο» του Κ. Μαλέβιτς ίσως έχει την
επαναστατική και ανατρεπτική του αξία, αλλά όταν στην ποίηση το χώρο
κατακλείνουν τα αμέτρητα «Μαύρα τετράγωνα» η εικόνα φέρνει θλίψη. Ο ποιητής
Β. Σολοούχιν είπε: «Το ποίημα μπορεί να μην έχει μέτρο, το ποίημα μπορεί να
μην έχει ρίμα, το ποίημα μπορεί να μην έχει νόημα, όμως, για όνομα του Θεού,
όχι και όλα μαζί σ' ένα ποίημα». Εγώ θα πω: Για όνομα του Θεού! Βεβαίως, ο «σουπρεματισμός»
στην ποίηση δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, είναι παγκόσμια ασθένεια της
τέχνης. Και νομίζω πως το φαινόμενο έχει δυο εξηγήσεις.
Η μία προέρχεται από την ανθρώπινη αδυναμία την οποία με μοναδικό τρόπο
περιέγραψε ο Τολστόι:
«Μερικά «έργα» της ζωγραφικής, μουσικής και της λογοτεχνίας πολύ αρέσουν
στους σύγχρονους, συγκεκριμένα και ακριβώς για αυτό το λόγο που είναι σαν
παραλήρημα ενός αρρωστημένου μυαλού. Είναι κάτι σαν γρίφος, η λύση του
οποίου αποτελεί μια ευχάριστη ασχολία και ταυτόχρονα θεωρείται σαν γνώρισμα
του εκλεπτυσμένου μυαλού.
Δυστυχώς μερικοί αδέξιοι καλλιτέχνες, αλλά επιτήδειοι απατεώνες κατανόησαν
και εκμεταλλεύτηκαν αυτήν την ανθρώπινη αδυναμία να φαίνονται εξυπνότεροι
απ' αυτό που είναι στην πραγματικότητα, δηλαδή "θαυμάζουν" εκείνο που ούτε
κατάλαβαν τις καλλιτεχνικές αξίες του, ούτε το ανθρώπινο νόημά του και ούτε
τους άρεσε αληθινά.
Κάποιοι απ' αυτούς τους καλλιτέχνες αξιώθηκαν και με τα πιο μεγάλα βραβεία
της ανθρώπινης Υποκρισίας
Ιδού το Μεγαλείο της Υποκρισίας!
Μια επιτροπή Υποκριτών ματσωμένων με εκατομμύρια βραβεύουν με χρήμα (που
είναι ο πιο θανάσιμος εχθρός της αληθινής Τέχνης) τους άλλους Υποκριτές που
εργάσθηκαν όχι για να δημιουργήσουν κάτι που θα θαυμάζουν εκατομμύρια
ανθρώπων, κάτι που θα προκαλούσε αισθήματα και σκέψεις, αλλά δούλεψαν για
ένα σχετικά μικρό, όμως «εκλεκτό κοινό».
Και από μένα, συμπληρώνοντας τον Τολστόι, για τον «θανάσιμο εχθρό»: Κανένας
λογοτέχνης μετά από το βραβείο Νόμπελ δεν έγραψε κάτι αξιόλογο.
Πολύ πάνω στο θέμα μας είναι και οι σκέψεις του Ρώσου συγγραφέα Β. Πελέβιν:
«Θλιβερή είναι η μοίρα όλων των τεχνών μέσα σ' εκείνο το στενό αδιέξοδο
που μας σέρνει το τρένο της Ιστορίας.
Τι περιμένει την ποίηση; Θ' αναγκαστεί να καταφεύγει σε διάφορα πρόστυχα
κόλπα, για να διατηρήσει το ενδιαφέρον για τον εαυτό της.
Οι ποιητές, για ν' αρέσουν στον κόσμο θα διαδίδουν φήμες για τον εαυτό τους
ότι είναι νεκρόφιλοι ή θα κάνουν επίδειξη των ειδικών ικανοτήτων τους, π.
χ.: θα απαγγείλουν τους στίχους τους γυμνοί.
Γιατί τα «κατορθώματα» του πολιτισμού οπωσδήποτε τραβούν από πίσω τους μια
αποπνικτική ατμόσφαιρα έλλειψης πνευματικότητας;
Γιατί στην επιφάνεια βγαίνει ο χυδαίος όχλος και αναγκάζει όλους να ζουν με
τους δικούς του άτιμους και αισχρούς νόμους;»
Τις απαντήσεις εύκολα μπορεί να βρει ο καθένας …
Η δεύτερη εξήγηση είναι η μητέρα της πρώτης και είναι απλή: Από τον καιρό
των τρωγλοδυτών η δύναμη έχει υποτάξει τον λόγο.
Πότε η ασύδοτη εξουσία και η παλιοκοινωνία πήγανε καλά με τους ποιητές
(εννοώ τους αληθινούς); Η ιστορία μαρτυρεί… Ποτέ!
Τους περισσότερους «αυτοκτόνησαν».
Τώρα οι πολιτικάντηδες βρήκαν πιο μοντέρνους τρόπους εξόντωσης των ποιητών.
Ας αρχίσουμε από εκδότες.
Για να μην γενικεύουμε: υπάρχουν εκδότες και Εκδότες. Οι εκδότες είναι
πωρωμένοι με το χρήμα και φορώντας παρωπίδες ψάχνουν «ονόματα» ή
στιχοπλόκους με λεφτά. Μερικοί εκδότες χωρίς καμιά ντροπή στέλνουν πίσω
στους ποιητές τα γραπτά τους χωρίς να ανοίγουν το φάκελο, οι άλλοι (οι
χειρότεροι) ούτε απαντάνε… (προσωπική εμπειρία).
Ξεφυλλίστε τα πιο γνωστά λογοτεχνικά περιοδικά με ποίηση και θα δείτε μια
παρδαλή εικόνα: Υπάρχουν αξιόλογα άρθρα βασικά για τους παλιούς ποιητές και
ουκ ολίγα ποιήματα σύγχρονων στιχουργών. Η «πολιτική» των εκδοτών είναι
κουτοπόνηρη: Τυπώνουν τέτοια «δημιουργήματα» ώστε να «πείθουν» τους
ματαιόδοξους ότι άνετα και αυτοί μπορούν να γίνονται ποιητές και ταυτόχρονα
κάνοντάς τους… συνδρομητές.
Βεβαίως οργανώνονται και ποιητικοί διαγωνισμοί, όπου συνήθως συμβαίνει το
εξής: Ή οι διαγωνιζόμενοι γνωρίζοντας τους όρους του παιχνιδιού (αφού πολλές
φορές είδαν τα βραβευμένα έργα) στέλνουν ποιήματα του «μπουντουάρ» ή οι
οργανωτές με την μεγάλη «εμπειρία» διαλέγουν τα κατάλληλα.
Στους ποιητές άφησαν τα καφενεία, τις ταβέρνες, κάπου κάπου και κάποιες
αίθουσες.
Ήρθε το Ιντερνέτ και τα πράγματα λίγο άλλαξαν προς το καλύτερο, οι ποιητές
βρήκαν πιο ευρύχωρο μέρος, εννοώ τα σάϊτ (σαν το stixoi.info) που διαβάζουν
ο ένας τον άλλον και σχολιάζουν τα ποιήματα, παίρνοντας πάνω τους τον ρόλο
του κριτικού ποίησης. Εδώ στην Ελλάδα μας ούτε υπάρχει τέτοιου είδους
δραστηριότητα, και αν υπάρχει, ούτε ακούγεται, ούτε φαίνεται.
Από τα χέρια (βεβαίως και από τα μάτια και την ψυχή μου) πέρασαν πολλές
ποιητικές συλλογές. Πολύ συχνά αυτό που ένιωθα ήταν η απογοήτευση. Την χαρά
και την ικανοποίηση βρήκα μπαίνοντας στο stixoi.info. Εδώ θα βρείτε και
αρχάριους και τους μαέστρο που συνήθως κρύβονται κάτω από το ψευδώνυμο. Μέσα
στα εφτά χρόνια που τακτικά ανοίγω την αγαπημένη μου ιστοσελίδα βρήκα
εκατοντάδες ποιήματα που πίσω τους κρύβονται πολλές δεκάδες αληθινών
ποιητών, ήταν τόσοι πολλοί ώστε κατάλαβα ότι, αν θ’ αρχίσω να σχολιάζω και
να αλληλογραφώ με όλους που μου αρέσουν θα χάσω τον δικό μου στόχο.
Ομολογώ, ήθελα αυτό το γράμμα να το στείλω ως ανοιχτή επιστολή στον νέο μας
ηγέτη Αλέξη Τσίπρα. Μα, γιατί όχι!
Αγαπητέ κύριε πρωθυπουργέ! Ελπίζω πως είστε πολιτικός που μπορεί να κάνει
υπέρβαση (συγνώμη που χρησιμοποίησα την ορολογία του αντίπαλού σας). Σας
παρακαλώ! Να ασχολείστε με την ΕΡΤ, να την κάνετε μια παραγωγική δύναμη και
μην ξεχνάτε τους ποιητές. Σας εύχομαι κάθε επιτυχία!
Είμαι μεγάλος εγωιστής και ασκητής, αλλά μεταφράζοντας τη «Φουρτούνα» του
αγαπημένου μου Βλαντίμιρ Βισότσκι μου ήρθε η επιθυμία να βγω απ’ το καλούπι
μου. Έτσι μου βγήκε η «Συνωμοσία κατά της ποίησης». Θα παραμείνω εγωιστής
και ασκητής, όχι μόνο γιατί είναι αργά… αλλά και γιατί το «εγωιστής και
ασκητής» είναι η αγαπημένη μου τοποθεσία.
Με σεβασμό και αγάπη προς τον κόσμο,
που διαβάζει και γράφει ποίηση (και μικρή και μεγάλη)
Φεβρουάριο 2015
Ποιητική άδεια ή ποιητική αδεία;
Μετάφραση ή απόδοση; Η αγαπημένη μου Ποίηση αντιμετωπίζει
πολλά προβλήματα. Ήθελα σ’ αυτό το άρθρο να αγγίζω μερικά απ’ αυτά.
Διαβάζοντας ποίηση συχνά βλέπουμε να καταστρατηγούνται οι γραμματικοί ή η
συντακτική κανόνες και να παραβιάζεται ακόμη και η λογική σειρά ή η φυσική
ακολουθία των γεγονότων. Αυτές οι παρεκκλίσεις επιτρέπονται κατά ποιητική
αδεία.
Δηλαδή αναγνωρίζουμε στο λογοτέχνη το προνόμιο να επιφέρει αυθαίρετες
επεμβάσεις είτε στο γλωσσικό όργανο, είτε στην τοπική και χρονική ενότητα
του μύθου, είτε για να εξυπηρετήσει κυρίως τεχνικές ανάγκες (ρυθμού ή
ομοιοκαταληξίας) στην ποίηση.
Η ποιητική αδεία καθώς έχει επισημανθεί ταιριαστό και πρόσφορο λογοτεχνικό
μέσο, άλλοτε αντιμετωπίζεται από τους άσχετους ως απαράδεκτη αυθαιρεσία.
Αγαπώ την ελληνική γλώσσα. Έχω γράψει και μεταφράσει πάνω από τετρακόσια
ποιήματα από τα ρωσικά.
Ίσως είναι η μοναδική γλώσσα που επιτρέπει την έννοια του τίτλου αυτού του
άρθρου να γράφεις με δύο τρόπους (ποιητική άδεια και ποιητική αδεία). Λίγο
περισσότερο μου αρέσει το «ποιητική αδεία» γιατί δίνει μεγαλύτερη ελευθερία
στην ακρίβεια και εκφραστικότητα της έννοιας. Γιατί μέσα στην «ανακρίβεια»,
κρύβει την ουσία της έννοιας και την αποδίδει με μεγαλύτερη ακρίβεια. Θα
ήθελα να αγκαλιάσω εκείνη την συγγενική ψυχή που για πρώτη φορά είπε ή
έγραψε με αυτόν τον τρόπο αυτήν την έννοια.
Αγαπώ την ελληνική γλώσσα, γιατί αν η ρωσική κατά μέσω όρο έχει τρία
συνώνυμα, η ελληνική έχει δεκατρία. Συγνώμη, βεβαίως υπερβάλω παρασυρόμενος
από την γοητεία της ομοιοκαταληξίας. Τα λίγα ελληνικά ποιήματα και τραγούδια
που είχα αποδώσει στα ρωσικά μου βγήκαν δυσκολότερα, ίσως και αφού τα
συνώνυμα είναι λιγότερα…
Αν στη ρωσική γλώσσα υπάρχει μόνο μια λέξη (τουλάχιστον εγώ δεν γνωρίζω
άλλες) που γράφεται με δυο διαφορετικούς τρόπους. Εννοώ την έννοια «γαλότσα»
που γράφεται σύμφωνα με τη ρωσική ορθογραφία «галоша» και «калоша», ενώ στην
ελληνική υπάρχει μια έννοια που γράφετε με τρεις τρόπους. Ορίστε: «φαλάκρα»,
«φαράκλα» και «καράφλα».
Κάπως δεν νιώθω καλά, με μειώνει αυτό το γεγονός, ότι οι ζωγράφοι και οι
μουσικοί, εννοώ και τους μουσικοσυνθέτες έχουν μεγαλύτερη ελευθερία στους
τρόπους έκφρασης από τους ποιητές. Υπάρχουν κανόνες που περιορίζουν τον
ζωγράφο στην δουλειά του; Ας πάρουμε το μέγεθος του πίνακα ή το φάρδος της
πινελιάς. Υπάρχει κανένας φράχτης που εμποδίζει; Όχι! Απόλυτη ελευθερία. Και
ως αποτέλεσμα το πασίγνωστο έργο του Καζιμίρ Μαλέβιτς το «Μαύρο τετράγωνο».
Στην ζωγραφική υπάρχει, και συνέχεια μεγαλώνει ο στρατός των καλλιτεχνών που
ακολουθεί τον σουπρεματισμό του Μαλέβιτς. Και για να μη λέμε ανόητες
εξυπνάδες, θα εξηγήσω πως το «suprem» στα λατινικά σημαίνει «κυριαρχία»,
δηλαδή κυριαρχία το χρώματος πάνω στο νόημα και είναι πράξη «καθαρής
τέχνης».
Ό, τι αφορά τη μουσική.
Υπάρχουν κάποιοι νόμοι, δόγματα που αφαιρούν την αυτοτέλεια του μουσικού;
Δεν υπάρχουν!
Βγάζουν μουσική ακόμη και απ’ τα πριόνια και ξύλινα κουτάλια. Όμως το «Μαύρο
τετράγωνο» της μουσικής ακούστηκε (είναι γεγονός) αρκετά χρόνια πριν στο
Λονδίνο. Ένας μουσικός ανακοίνωσε σε μεγάλες εφημερίδες ότι θα διεξαχθεί
Συναυλία Σιγής βεβαίως με ημερομηνία, ώρα και τόπο. Η διαφήμιση έκανε τη
δουλειά της και η αίθουσα ήταν γεμάτη. Ο μουσικός κάθισε στο σκαμνάκι του
και άρχισε με ύφος να χτυπάει τα πλήκτρα του πιάνο, αλλά … αφού είχαν
αφαιρεθεί οι χορδές του πιάνο δεν ακουγόταν κανένας ήχος. Οι ακροατές με
ανοιχτά τα στόματα παρακολουθούσαν την Συναυλία Σιγής. Μετά από μια ώρα,
επαναλαμβάνω, Μια Ώρα!, όταν ο μουσικός σηκώθηκε και υποκλίθηκε τον
συνόδευσαν ζωηρά χειροκροτήματα.
Στην ποίηση τα πράγματα είναι χάλια.
Τους ποιητές περικυκλώνει ένας υψηλός φράχτης που λέγεται «Ορθογραφία». Οι
ποιητές βεβαίως κάνουν κάποια τανύσματα να αποβάλουν το δαιμόνιο της
ορθογραφίας, αλλά το μόνο που καταφέρνουν είναι να γράφουν το έργο τους μόνο
με κεφαλαία ή αντίθετα μόνο με μικρά γράμματα, να γράφουν στίχους χωρίς τους
τόνους ή δίχως σημεία της στίξης.
Αμφιβάλλω πως κάποιος μπορεί να μου αναφέρει κάποιο ποίημα ή κάποιον ποιητή
που έγραψε κάτι σουπρεματιστικό. Όμως εγώ βρήκα το «Μαύρο τετράγωνο» της
ποίησης!
Ο αρκετά γνωστός Ρώσος ποιητής φουτουριστής που λέγεται Αλεξέι Κρουτσιόνιχ
(1886 – 1968) έγραψε το αρκετά γνωστό έργο του το 1913. Και τώρα σας δείχνω
το ποίημα στα ρωσικά (καμία από της λέξεις δεν έχει νόημα) και την μετάφρασή
του.
Дыр бул щил
убещур
скум
вы со бу
эр эль эз «Μετάφραση» στα ελληνικά:
Ντιρ μπουρ στσιλ
ουμπεστσούρ
σκουμ
βι σο μπου
ρο λάμδα εζ.
Με αυτήν την μετάφραση επιφέρω στην παγκόσμια λογοτεχνία καινούριο όρο
«μετάφραση κατά γράμμα». Νιώθω μεγάλος πρωτοπόρος!
Αν κάποιος νομίζει πως κοροϊδεύω τους Μαλέβιτς και Κρουτσιόνιχ, κάνει λάθος.
Είμαι μαζί τους. Έχω γράψει μερικά δικά μου «Μαύρα τετραγωνάκια». Κι έμενα
μου αρέσει αυτή η λεβεντιά όταν άφοβα παιδιαρίζουν με ακαταλαβίστικη ποίηση.
Στην ιστοσελίδα μου έχω μια επικεφαλίδα που ονομάζεται «Λογοπαίγνειο» όπου
σαν μεγάλο παιδί παίζω και απολαμβάνω το παιχνίδι με τις λέξεις.
Κάποια στιγμή τράβηξε την προσοχή μου ένα βιβλίο με ευάρεστο τίτλο: «Πλαθολόγιο
λέξεων» του Λυο Καλοβύρνα. Χάρηκα πολύ που γνώρισα έναν ομοϊδεάτη. Απ’ το
μικρό βιβλιαράκη πηγάζει εξυπνάδα, ειρωνεία, επινοητικότητα… Οι παρακάτω
λέξεις άνετα θα μπορούν να μπουν και στο λεξιλόγιό μας και στα ποιήματα και
πεζά έργα. Εκτιμήστε τις:
επισκεπτανικός, ο
Ο ειδικός πανικός που επικρατεί όταν πρόκειται να έρθουν επισκέπτες και
συνειδητοποιείς ότι το σπίτι σου είναι σκέτο αχούρι.
ηλιθοποιός, ο, η
Ηθοποιός που μυρίζεται ότι η καριέρα του/της ετοιμάζεται για τα μπάζα και
γι' αυτό μεταπηδά στον μοναδικό επαγγελματικό κλάδο όπου δεν απαιτείται
καμία γνώση, ικανότητα ή ευφυΐα: γίνεται πολιτικός. Το ίδιο ισχύει και για
πρώην αθλητές.
θλημέρα, η
Η τελευταία ημέρα των διακοπών.
ισοβρακώνομαι, ρ. αμετβ.
Προσπαθώ να σιάξω το βρακί μου που έχει φύγει από τη θέση του και μ'
ενοχλεί.
κιναιδώς, η
Η ντροπή που νιώθεις (ή θα έπρεπε να νιώθεις) όταν το κινητό σου κουδουνίζει
σε χώρους που δεν πρέπει: σε σινεμά, θέατρα, την ώρα που κάνεις έρωτα κ.λπ.
κορναλάκας, ο
Το είδος μαλάκα που κορνάρει μέσα στα πρώτα χιλιοστά του δευτερολέπτου μόλις
ανάψει το πράσινο με την εσφαλμένη πεποίθηση ότι ο μπροστινός του μετέχει
στη Φόρμουλα Ένα.
κτελιατόριο, το
Η ειδική κατηγορία εστιατορίων με τα οποία έχουν κάνει σύμβαση τα ΚΤΕΛ να
ξεφορτώνουν τους επιβάτες.
σκυλαφελής, -ές, ο, η
Οποιοσδήποτε αγνοεί ότι το πανέμορφο χαριτωμένο αδέσποτο κουταβάκι με το
οποίο παίζει και θέλει να το πάρει σπίτι του/της κάποια στιγμή θα μεγαλώσει
και θα γίνει ολόκληρο μουλάρι.
Μα, γιατί όλα αυτά τα έγραψα;
Α, θυμήθηκα!
Θέλω οι άνθρωποι να μάθουν να μην απορρίπτουν αυτό που δεν κατάλαβαν εκείνη
τι στιγμή, ίσως θα το καταλάβουν αν ψάξουν το θέμα ή όταν… θα γεράσουν.
Γιατί με συγχύζουν μερικοί άνθρωποι, που προσπαθούν το φαινόμενο των «δυο
πι», να το μεταμορφώσουν σε φαινόμενο των «τρία πι». Μάλιστα, για το
ποδόσφαιρο και την πολιτική έχουν το δικαίωμα να λένε όλα όσα τους κατεβάζει
η κούτρα, αλλά για την ποίηση;; Για όνομα του θεού! Έτυχε μερικές φορές να
κάνω αυτό το λάθος, και να πάω να διαβάσω ή να δείξω ένα ποίημα, για να
ακούσω και τη γνώμη για το ποίημα, αλλά και για τα ορθογραφικά μου λάθη, ή
ό, τι πως κάποιες λέξεις δεν είναι ποιητικές. Παρ’ όλο που δυσαρεστούμαι
όταν κάνω ορθογραφικά λάθη, ταυτόχρονα δυσαρεστούμαι και απ’ αυτούς που μου
τις δείχνουν με αυτό τον τρόπο. Θα δεχόμουνα τις παρατηρήσεις για τα λάθη,
θα έλεγα και ευχαριστώ, αν ακολουθούσαν μετά από την εκτίμηση γενικά του
ποιήματος (σας άγγιξε ή όχι; είναι όμορφο, έξυπνο ή βλακεία;…).
«Βράδιασε. Στον δρόμο περπατάνε δυο άνθρωποι. Βλέπουν ένα λάκκο με νερό
της βροχής, όμως ο ένας βλέπει ένα βρώμικο λάκκο, ενώ ο άλλος τον έναστρο
ουρανό μέσα του».
Και άλλο ένα ανέκδοτο πάνω στο θέμα:
«Ο Δάσκαλος μετά από τρεις μήνες μαθητείας εξέταζε τους τρεις μαθητές του
για να αφήσει των καλύτερο. Πάνω σε μια λευκή κόλλα χαρτί έκανε μια κηλίδα
από μελάνη και ρώτησε των καθένα; Τι βλέπεις;
Ο ένας απάντησε πως βλέπει μια κηλίδα, ο άλλος, ότι βλέπει ένα φύλλο με
κηλίδα, και ο τρίτος, ότι βλέπει λευκό φύλλο.
Ο Δάσκαλος άφησε εκείνον που είδε μόνο το λευκό φύλλο».
Αυτά τα δυο φιλοσοφικά ανέκδοτα μας δίνουν ένα σπουδαίο κριτήριο για να
καταλάβουμε, τι ποιότητας εκτιμητή έχουμε μπροστά μας.
Και άλλη μια ερώτηση – απάντηση προς αυτούς που κρίνουν ενώ δεν γνωρίζουν
την διαφορά μεταξύ της μετάφρασης και απόδοσης:
Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τον ποιητή της πρώτης σειράς που ασχολείται με
μεταφράσεις από τον μεταφραστή της πρώτης σειράς;
Ο γνωστός Ρώσος ποιητής Λεονίντ Μαρτίνοφ απαντάει: Ξεχωρίζει κάποια ασέβεια
προς τον δημιουργό του πρωτότυπου. Αφού τον σεβασμό και την ευλάβεια μπορούν
να αντικαταστήσουν πιο ισχυρά και βαθιά αισθήματα που κάνουν την απλή
μετάφραση ως πιο δυνατή απόδοση.
2016
Καινούργια λέξη
Στα ρωσικά υπάρχει μια λέξη που έχει και βαθύ νόημα, και όχι ένα – πολλά,
αλλά είναι και λέξη η οποία δεν έχει αντίστοιχο νόημα στα ελληνικά, που να
μεταδίδει όλες τις έννοιές της. Στα ρώσικα αυτή η λέξη γράφετε – «домосексуалист»,
και προφέρεται «ντομοσεξουαλίστ», ενώ στα ελληνικά, με την κυριολεκτική
έννοια, σημαίνει «σεξιστής του σπιτιού». Κάπως δυσκολονόητο, έτσι δεν είναι;
Πρώτος τη φορά της έδωσε ο γνωστός Ρώσος μουσικοσυνθέτης, αλλά και
χιουμορίστας και πλακατζής Νικίτα Μπογκοσλόφσκι. Όμως πολλοί δίνουν την
πρωτιά της επινόησης στον πολυαγαπημένο μου ποιητή και πνευματώδη βωμολόχο
Ιγκορ Γκουμπερμάν.
Ο Μπογκοσλόφσκι την πέταξε μέσα στη Γλώσσα με την έννοια «πιστός σύζυγος».
Ο Γκουμπερμάν την συνδυάζει με τον εαυτό του λέγοντας πως «το αγαπημένο του
μέρος που νιώθει χαρά και γαλήνη είναι το σπίτι του». Μάλιστα, νοηματικά
ταιριάζει πολύ με την ελληνική λέξη «σπιτόγατος», αλλά μην την βάζουμε στην
προκρούστεια κλίνη του «σπιτόγατου», γιατί ο λαός της Ρωσίας της έδωσε και
άλλες σημασίες, δηλαδή «домосексуалист» είναι:
«εκείνος που κάθετε σπίτι και απαυτώνει τα μυαλά της γυναίκας του»,
«εκείνος που συνέχεια κάνει επισκευές στο σπίτι του»,
«εκείνος που αγαπάει το σεξ μέσα στις ανέσεις του σπιτιού του».
Μέχρι τώρα γνώριζα και ήμουν σίγουρος πως είμαι απλά καλός μεταφραστής από
τα ρωσικά. Και τώρα θα σας αποδείξω πως είμαι Πολύ Καλός Μεταφραστής!
Η λέξη μου άρεσε πάρα πολύ και είναι σαν σφραγίδα στο μέτωπό μου. Δεν θα το
πιστέψετε! αλλά οι τέσσερεις από τις πέντε σημασίες της λέξης, μου
ταιριάζουν απόλυτα.
Γι΄ αυτό ίσως, δεν ήταν και πολύ δύσκολο να βρω την ακριβέστερη και
μεγαλοφυή μετάφραση! Λοιπόν, την ρωσική λέξη «домосексуалист» μετέφρασα στα
ελληνικά ως «σπιτοφυλόφιλος».
Και αν δεν θα πιάσει, δεν επιζήσει και δεν μπαίνει στα μεγαλύτερα λεξικά της
ελληνικής γλώσσας αυτή η λέξη, τότε είμαι ένα μηδενικό ως μεταφραστής.
2016
Μεγάλη Ανακάλυψη
(μεταξύ σοβαρού και αστείου) Ότι η Ζωή εμφανίστηκε
πρώτα στον Ωκεανό ξέρει τώρα ο καθένας. Όταν ο Ωκεανός «έβραζε» από την
ποικιλότητα μορφών ζωής στην έρημη γη δεν υπήρχε ούτε χλωρίδα η οποία
εμφανίστηκε μερικά εκατομμύρια χρόνια μετά και κάποια στιγμή, (δηλαδή μέσα
σε άλλα εκατομμύρια χρόνια) διάφορα πλάσματα από τον Ωκεανό βγήκαν από το
νερό και εγκαταστάθηκαν πάνω στη γη.
Μια μέρα δυο νεαρά, ζωηρά, έξυπνα και περίεργα δελφίνια-αδέλφια
πλατσουρίζοντας βγήκαν στην ξηρά και με μεγάλο ενδιαφέρον παρακολουθούσαν
την ζωή του δάσους που ήταν κοντά στην ακτή. Μέσα στο ένα απ’ τα αδέλφια
γεννήθηκε μια ισχυρή περιέργεια και ακαταμάχητη θέληση να μείνει και να
ζήσει πάνω στη γη.
Χρειάστηκαν πολλά χρόνια το δελφίνι να μάθει να αναπνέει, να περπατάει και
να τρέφετε με διάφορα χόρτα και έντομα. Όλα αυτά τα χρόνια ο αδελφός του και
άλλα δελφίνια συχνά έρχονταν να τον δουν, να του δώσουν ψαράκι…όμως σιγά
σιγά οι συναντήσεις τους έγιναν πιο σπάνιες γιατί το δελφίνι της γης πιο
συχνά βρισκόταν μέσα στο δάσος όπου γνώρισε μια πολύ περίεργη μαϊμουδίτσα
που τον βοηθούσε κάπου κάπου και συνέχεια τον ρωτούσε για τη ζωή στη θάλασσα
που πολύ φοβόταν. Σε λίγο η φιλία τους μεταμορφώθηκε σε αγάπη και μετά από
κάποιο χρονικό διάστημα η μαϊμού γέννησε ένα παιδί τετράποδο και με λίγη
τρίχα που ήταν ένας πάρα πολύ περίεργος και «έξυπνος» πίθηκος που δε φοβόταν
και τόσο πολύ τη θάλασσα και συχνά κολυμπούσε με τον πατέρα και τον θείο
του, δηλαδή με το δελφίνι της θάλασσας.
Ακριβώς! Ιδού η ανακάλυψη! απ’ αυτόν τον πίθηκο κατάγεται το γένος τον
ανθρώπων!
Δηλαδή, ο Δαρβίνος κατά κάποιο τρόπο είχε δίκαιο!
Δηλαδή, τώρα εξηγούνται πολλά πράγματα:
– δεν σας προβλημάτισε ποτέ η καταγωγή και η ομοιότητα των λέξεων: δελφίνι
και αδέλφια;
– δεν πέρασε ποτέ απ’ το μυαλό σας γιατί όλα τα πλάσματα αποφεύγουν τον
Πραγματικά Επικίνδυνο άνθρωπο και μόνο το δελφίνι χαίρετε και συνοδεύει τα
βαπόρια του;
– δεν θυμάστε την εικόνα που σίγουρα είχατε πολλές φορές παρακολουθήσει: με
πόση διστακτικότητα και δειλία ο άνθρωπος-μαϊμού προσπαθεί να μπει στη
θάλασσα;;;
Η νοσηρή, αχόρταγη και επιζήμια Περιέργεια γέννησε αυτό το τέρας που λέγετε
άνθρωπος. Κανένα άλλο πλάσμα δεν κατάστρεψε τη Φύση σε τέτοιο βαθμό. Η
Περιέργεια τον έκανε να ξεχάσει απ’ όπού κατάγεται ο ίδιος. Η μόλυνση του
Ωκεανού είναι τεράστια, ο αδελφός του το δελφίνι της θάλασσας υποφέρει από
τα δίχτυα και την άπληστη δράση του δελφινιού της γης, δηλαδή του ανθρώπου ο
οποίος, ο βλάκας δεν κατάφερε ακόμη να καταλάβει γιατί το δελφίνι της
θάλασσας με τόση αδελφοσύνη αγαπάει τον άνθρωπο και πόσες φορές τον έσωσε
στα ναυάγια. Ακόμη δεν κατανόησε τι νοστιμιά και το όφελος για την υγεία του
από το ψάρι ως φαγητό, και από περιέργεια βάζει στο στόμα του βλαβερά και
απαίσια πράγματα.
Και τα δυο αδέλφια κάποτε πήρανε απ’ τον Δημιουργό τους την μοναδική εντολή
να διαδίδουν το πολύτιμο δώρο Του, την Αγάπη. Μόνο ο ένας με την ευλάβεια
τηρεί την εντολή του Πλάστη, ο άλλος τα έκανε... θάλασσα!;
Είναι γνωστό πως σ’ αυτόν τον πλανήτη μόνο δυο πλάσματα μπορούν να
απολαμβάνουν τον έρωτα καθημερινά και πολλές φορές: το δελφίνι και ο
άνθρωπος. Τ’ άλλα τα πλάσματα ζευγαρώνουν μόνο για να αναπαράγουν το είδος
τους.
Και τώρα θυμηθείτε πως απολαμβάνει των έρωτα το δελφίνι:
1. όποτε θέλει,
2. όπου θέλει,
3. όσες θέλει,
4. όλες πανέμορφες και πανέτοιμες!
5. Και το βασικό! Τζάμπα!
Και τώρα να δούμε τι έχει ο Περίεργος Βλάκας:
α) δεμένος με τα δεσμά του γάμου (όνομα και πράμα) πάνω σε μια και μοναδική,
και… βαρετή,
β) δικαστήρια και ηθικός ξεπεσμός όταν θα θέλει άλλη,
γ) κρύβετε σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο, καταϊδρωμένος περισσότερο από το άγχος,
παρά από την ευχαρίστηση, φοβούμενος πως δε θα του βγει, ,
δ) θα χύσει πρώτα ιδρώτα για να βρίσκει εκείνη που θα τον καταδεχτεί,
ε) όλοι οι κόποι του πάνε για δώρα-μπιχλιμπίδια στη «μοναδική» και στις
γκόμενες,
ζ) Και το βασικό! Έχασε το πιο πολύτιμο πράμα: την Ελευθερία!
Το συμπέρασμα: ο αληθινός Άνθρωπος είναι το δελφίνι!!!
Παιδιά! Πίσω …στη θάλασσα!
Tρία πεζοποιήματα
Κάθομαι μπροστά στην οθόνη της τηλεόρασης και ταραγμένος παρακολουθώ την
παρδαλή, πολύχρωμη κενότητα της ζωής μας και η οθόνη με κοιτά σαν θανατηφόρα
κάννη που εκτοξεύει τις ανθρώπινες συμφορές και τα ελαττώματά μας.
Στέκομαι και με θαυμασμό κοιτάζω την ασπρόμαυρη οθόνη της νύχτας και
αισθάνομαι πως η ψυχή μου γεμίζει γαλήνη και μεγαλοπρέπεια και ο έναστρος
ουρανός με κοιτάει με τα μάτια του Δημιουργού και νιώθω την απέραντη αγάπη
και την καλοσύνη Του.
Τι κρίμα…! Η σκέψη, που μόλις τώρα ξέφυγε απ' το μυαλό μου, ήταν τόσο
ενδιαφέρουσα, τόσο σπουδαία! Όμως, πιο ήταν το θέμα; Αλίμονο, δε θυμάμαι!
Θυμάμαι μόνο, ότι ήταν μια μεγαλοφυής σκέψη. Η μοναδική μου ελπίδα είναι,
πως θα μ' επισκεφθεί άλλη μια φορά, και τότε δεν θα την αφήσω να μου
ξεφύγει!
Πολύ καιρό θα στριφογυρίζει μέσα στο μυαλό μου, θα την απολαμβάνω συχνά,
μετά θα την γράψω κι εκείνη θα γεννήσει πολλές άλλες σκέψεις και θα βγει ένα
ολόκληρο μυθιστόρημα. Όχι! καλύτερα να την κάνω ένα μικρό και δυνατό
διήγημα. Τελικά, νομίζω θα γίνει ένα λαμπερό… ρητό.
Η Σοφία και η σοφία της καθημερινότητας είναι δυο πολύ διαφορετικές έννοιες,
θα έλεγα αντίθετες έννοιες. Διαφέρουν σαν ο ουρανός από τη γη. Η Σοφία είναι
μεγάλη σαν το άπειρο, σαν το σύμπαν, ενώ η σοφία της καθημερινότητας είναι
κάτι πολύ μικρό και γήινο.
Η πρώτη ακόμη δεν άγγιξε και ίσως δεν πρόκειται να κατέβει και να επηρεάζει
ποτέ τα γήινα πράγματα. Η δεύτερη τρέφετε και μεγαλώνει από την ανελευθερία,
φόβο και πονηριά, στενά συνδέεται με την θρησκεία (όχι θρησκευτικότητα) και
εξουσία.
Μάθε! καλέ μου φίλε να ξεχωρίζεις την πρώτη από την δεύτερη.
Το λάθος του Θεού
Μετά από τη Γη ο Θεός δημιούργησε το Νερό, το οποίο γέννησε τον Αέρα και
μετά ο Θεός δημιούργησε την Χλωρίδα και την Πανίδα.
Πολλά εκατομμύρια χρόνια ο Θεός θαύμαζε το Δημιούργημά του. Η Γη ήταν το
καμάρι του σ’ όλο το συμπάν.
Σε μια στιγμή χαλαρότητας αποφάσισε να δημιουργήσει απ’ το Νερό και τον Αέρα
τους ανθρώπους και το μόνο που τους έδωσε ήταν η καρδιά. Με αυτήν την καρδιά
οι άνθρωποι γνώρισαν το ένα και μοναδικό συναίσθημα, την Αγάπη: την Αγάπη
για τον Θεό, την Φύση, τους συνανθρώπους … και συνανθρώπισες τους.
Πέρασαν μερικά εκατομμύρια χρόνια. Όλα λειτουργούσαν θαυμάσια πάνω στη Γη,
αλλά σε κάποια στιγμή περιέργειας και αλαζονείας ο Θεός αποφάσισε να δώσει
στους ανθρώπους λίγο Μυαλό (δηλαδή απ’ αυτό που κατείχε μόνο Εκείνος σ’
ολόκληρο το Δημιούργημά του).
Χρειάστηκαν μόνο μερικές χιλιάδες χρόνια και ο άνθρωπος αναζητώντας εξουσία,
πλούτη, ευτυχία με απληστία εξοντώνει την Πανίδα και καταστρέφει την Χλωρίδα,
μολύνει το Νερό και τον Αέρα και με λίγο μυαλό που έχει αμφισβητεί ακόμα και
τον ίδιο Δημιουργό του.
Και τώρα, σε κατάσταση πανικού ο Παντοδύναμος σκέφτεται, τι να κάνει; Να
δώσει στον άνθρωπο περισσότερο μυαλό ή να πάρει πίσω αυτό που έδωσε;
Ο θιγμένος Θεός Ο Θεός και
οι άγγελοι ζούσαν στον αχανής, άπειρο και απύθμενο Ουρανό.
Μια φορά ο Θεός και ένας άγγελος που τον έλεγαν Διάβολε λογομάχησαν για τους
ανθρώπους που ζούσανε σε μια μικροσκοπικά μικρή (μικρότερη και από τον κόκκο
του άμμου) Γη.
Ο Θεός δημιούργησε για τους ανθρώπους ένα παράδεισο πάνω στη Γη, όπου αυτοί
ζούσαν μέσα στην αγάπη, ομόνοια και γαλήνη, ενώ ο Διάβολος ισχυριζόταν ότι
οι άνθρωποι πλήττουν από τέτοια ζωή και χρειάζονται έγνοιες και πάθη. Τελικά
οι συζητητές αποφάσισαν να ρωτήσουν «Τι θέλουν;» τους ίδιους τους ανθρώπους
και οι άνθρωποι ομολόγησαν πως βαρέθηκαν και τον ανέφελο ουρανό, και το
ανιαρό χασομέρι, και την αδράνεια της σοφίας, και την απαθή αγάπη προς τον
πλησίον, και την μονοτονία της ευτυχίας.
Ο θιγμένος Θεός εγκατέλειψε τους ανθρώπους, αφήνοντας τους υπό την κηδεμονία
του Διαβόλου, και τώρα οι άνθρωποι έχουν έγνοιες με το παραπάνω και ζωή
γεμάτη πάθη.
Καλέ μου Αλέξανδρε
Διονισιάδη! Ακόμη κι αν δεν ζητούσες να γράψω τη
γνώμη μου για το βιβλίο σου, θα το έκανα, αφού διαβάζοντας την «Ιστορία της
οικογένειάς μου», πολλές φορές διαπίστωνα ότι είσαι συγγενική ψυχή. Σε
μερικά σημεία ένιωσα σαν να μπήκες μέσα στο μυαλό μου και έκλεψες τις
σκέψεις μου.
Κάποιος απ’ τους μεγάλους συγγραφείς το είπε: «Τίποτα άλλο δεν ανυψώνουν
τόσο την λογοτεχνική αξία του έργου, όσο η ειλικρίνεια και εξομολογικότητα
του συγγραφέα». Είναι πολύ δύσκολο να περιγράφεις καταστάσεις, που δεν ήσουν
εντάξει με την συνείδησή σου, εκεί που έκανες μικρά και μεγάλα λάθη. Ακόμη
και στα κρυφά ημερολόγια ο συγγραφέας δεν μπορεί να αποφεύγει τον εξωραϊσμό,
και η ανειλικρίνεια που γεννιέται απ’ τον φόβο πάσης φύσεως, είναι πάντα
παρών.
Ο συγγραφέας του βιβλίου «Ιστορία της οικογένειάς μου», είναι πράγματι πολύ
ειλικρινής και εξομολογητικός, με απλά λόγια, χωρίς τεχνάσματα και ελιγμούς
μιλάει για την πολύπαθη ζωή του. Ταυτόχρονα ο αναγνώστης βλέπει έναν
μορφωμένο και έξυπνο άνθρωπο που όχι και με επιβλητικό του παρουσιαστικό,
αλλά και με το μικρό (κυριολεκτικά) του ανάστημα καταφέρνει να αποκτήσει το
σεβασμό του κάθε ανθρώπου με τον οποίον τον έφερε κοντά η ζωή.
Ο Αλέξανδρος Διονησιάδης γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια χώρα που κυριαρχούσαν
σκληροί δυνάστες, που προσπαθούσαν να σπέρνουν τρόμο και φόβο στις ψυχές των
αντιφρονούντων και μη, ταυτόχρονα με τις απάνθρωπες ιδέες τους, ενώ ωραίες
στο άκουσμα, υποδούλωναν το πνεύμα και το σώμα του νέου και του ηλικιωμένου.
Ο Αλέξανδρος Διονησιάδης γράφει στον πρόλογο του βιβλίου του: «… δεν
διεκδικώ το αξίωμα του συγγραφέα. Αυτό που έγραψα δεν είναι λογοτεχνία.
Είναι η κραυγή της ψυχής μου, είναι και εξομολόγηση, μετάνοια, εντολή στους
απογόνους. Και μόνο ο Θεός είναι ο κριτίς μου». Μόνο που δεν συμφωνώ με τον
συγγραφέα, πως δεν είναι λογοτεχνία. Λογοτεχνία είναι αυτό που σε
ταρακουνάει, σου προκαλεί βαθιά αισθήματα: αγάπη, ακόμη και μίσος δίχως
φανατισμό, σε κάνει να αλλάζεις….Σε αρκετά μεγάλο βαθμό η «Ιστορία της
οικογένειάς μου» είναι ένα άξιο λογοτεχνικό έργο που πείθει με την
εξομολογικότητά του, ειδικά αυτούς που έζησαν αυτήν την περίοδο της
ιστορίας. Έχουμε γνωρίσει τι είδους «λογοτεχνία» προωθούν και βραβεύουν οι
πολιτικοί της πλειοψηφίας. Και μόνο ο Χρόνος θα τα βάζει στη σωστή σειρά…
Η ιστορία της οικογένειας του συγγραφέα με Πόντιο πατέρα – Νίκο Διονησιάδη
και Αρμένισσα μητέρα – Ευγενία Αρουτιούνοβα, δυο αδελφών του, γνώρισε τις
κακές και καλές μέρες μαζί με την χώρα τους. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος
παντρεύτηκε μια Ασσύρια και έκανε δυο ταλαντούχα παιδιά και έχει δυο εγγόνια
και ένα δισέγγονο.
Η ιστορία αρχίζει από της αρχές του εικοστού αιώνα και τελειώνει στην πρώτη
δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα.
Το ιστορικό μονοπάτι (Τραπεζούντα, Βατούμ, Τιφλίδα, Σιβηρία, Καζαχστάν,
Μόσχα, Αθήνα, Θεσσαλονίκη) που ακολούθησε η οικογένειά του είναι μακρύ, ενώ
ο Αλέξανδρος Διονισιάδης καταφέρνει με λίγες πινελιές να δείχνει τις
κοινωνικό-πολιτικές και βιωματικές καταστάσεις σε κάθε σημείο διαμονής του.
Ίσως είναι αρκετοί αυτοί οι νέοι στην Σοβιετική Ένωση, που πέρασαν αυτήν την
φυσική μετάλλαξη και την οποία απεικονίζει το παρακάτω απόφθεγμα: «Εάν, όταν
ήσουν νέος δεν ήσουν φλογερός, τότε είσαι άξιος οίκτου, αλλά αν στα σαράντα
σου δεν έγινες συντηρητικός τότε είσαι απλά βλάκας και δεν είσαι άξιος ούτε
οίκτου».
Ο συγγραφέας, φιλοσοφώντας και σαρκάζοντας περιγράφει και την δική του
μεταμόρφωση.
Έχω μεγάλη αμφιβολία πως το βιβλίο θα φτάσει στα χέρια αυτόν που θα έπρεπε
να φτάσει, ότι θ’ αγγίξει όλες τις καρδιές που θα το διαβάσουν. Και το μόνο
που θέλω να ευχηθώ στον συγγραφέα είναι: Το βιβλίο του να καλοεπηρεάζει την
ζωή των απόγονών του, και όλων εκείνων που είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν.
Και κάτι άλλο, απευθύνοντας σ’ εκείνους που θέλουν να διαβάσουν το βιβλίο,
αλλά δεν ξέρουν ρωσικά: Η μετάφραση στα ελληνικά κοστίζει 3.500 ευρώ. Σας
παρακαλώ! Μην καταστρέφεται οικονομικά τον Αλέξανδρο, καλύτερα (και είμαι
σίγουρος αξίζει) εσείς να μάθετε τα ρωσικά (μεταξύ σοβαρού και αστείου)
Μάη 2017
Περί βιβλίου
«Ιππότης με δέρμα τίγρης» του Σοτά Ρουσταβέλη σε απόδοση στα νεοελληνικά
από τον Εμμανουήλ Μυταφίδη, που παρουσιάστηκε στο Βαφοπούλειο της
Θεσσαλονίκης στις 31 Μαΐου του 2017
Στην δεκαετία του 50 του περασμένου αιώνα ήμουν μικρός και ζούσαμε στο
Καζακστάν, εξορισμένοι από το σταλινικό καθεστώς. Στο φτωχικό μας σπίτι απ’
τα βιβλία είχαμε μόνο του σχολείου μου, μερικά βιβλία παραμυθιών του πατέρα
μου. Τα παραμύθια ο πατέρας μου διάβαζε για να έχει να διηγείται μετά στους
συγχωριανούς μας που μαζεύονταν τα Σαββατοκύριακα στο σπίτι μας να ακούνε
«τα μιασάλια του Αλέξανδρου».
Ήμουν 11 ή 12 ετών, όταν ο πατέρας μου έφερε απ’ το βιβλιοπωλείο το «Витязь
в тигровой шкуре» (Ιππότης με δέρμα τίγρης) στα ρωσικά. Ο ενθουσιασμός του
πατέρα μου ήταν μεγάλος, αφού όταν ζούσαμε κοντά στο Σουχούμι πριν την
εξορία είχε ακούσει για αυτό το έργο από τους μεγαλύτερους αδελφούς του
λόγια που τον εντυπωσίασαν και μόνο στην εξορία το βιβλίο έτυχε να πέφτει
στα χέρια του. Στις ομιλίες με τους φίλους του, στα διάφορα γλέντια, που
συνήθως τον διάλεγαν ως συμπωσιάρχη, ο πατέρας μου χρησιμοποιούσε το όνομα
του Σότα Ρουσταβέλη ή έλεγε κάποιο από πολλά γνωμικά του «Ιππότη...». Ένα
απ’ αυτά χρησιμοποιούσε πολύ συχνά και η μνήμη μου το συγκράτησε «Каждый
мнит себя стратегом, видя бой со стороны» (Ο καθένας θεωρεί τον εαυτό του
στρατηλάτη, κοιτώντας τη μάχη από ψηλά).
Η μικρή ηλικία μου δε μου επέτρεψε τότε να κατανοήσω την αξία αυτού του
έπους, αλλά θυμάμαι πως με εντυπωσίασε η εικονογράφηση του βιβλίου. Και
πρόσφατα, όταν βγήκε η είδηση για την παρουσίαση της μετάφρασης στα ελληνικά
έκανα ένα όμορφο ταξίδι στο έργο του Σότα Ρουσταβέλη, και ανακάλυψα πως
εκείνο το βιβλίο του πατέρα μου ήταν σε μετάφραση στα ρωσικά του μεγάλου
ποιητή Νικολάϊ Ζαμπολότσκι, και την υπέροχη εικονογράφηση έκανε ο διάσημος
Ούγγρος ζωγράφος Μιχάι Ζίτσι στον οποίον ο ευγνώμων γεωργιανός λαός έστησε
άγαλμα στην Τιφλίδα. Είναι κάπως δυσάρεστη η ιστορία πώς το βιβλίο του
πατέρα μου εδώ και τριάντα χρόνια πριν «έφυγε» από το σπίτι μας, αλλά τον
«Ιππότη…» των έχω, απλά είναι σε άλλη πολύ καλή μετάφραση. Και το έχω χάρη
στο δώρο (τρία χρόνια πριν), που μου έκανε ένας καλός συγχωριανός μου τώρα,
ο Σωκράτης Μουρουζίδης από την Γεωργία.
Τώρα διαβάζω στα ρωσικά τον «Ιππότη…» του μεταφραστή Ουκρανού Παντελεϊμόν
Πετρένκο. Δεν μπορώ να μη γράψω για αυτόν τον υπέροχο ποιητή και μεταφραστή.
Από μικρός ζούσε στο Βατούμ και μετά στην Τιφλίδα. Μέσα σε δυο χρόνια! ο
ταλαντούχος ποιητής είχε μεταφράσει 1515 τετράστιχα από τα 1582 (τα υπόλοιπα
είχε μεταφράσει ο Ρώσος ποιητής Μπαρίς Μπρικ). Ο Παντελεϊμόν Πετρένκο,
δηλαδή ο Ουκρανός Λέρμοντοφ (γιατί κι αυτός πέθανε τραγικά στην ηλικία 27
ετών), δεν ολοκλήρωσε το έργο του, αφού το 1936 τυχαία έπεσε από την γέφυρα
στο ποτάμι Κουρά και πνίγηκε.
Ως φόρο τιμής για τον Π. Πετρένκο θα αναφέρω μόνο ένα τετράστιχο που κατά τη
γνώμη μου δείχνει και το μεγαλείο του Ρουσταβέλι και την πολύ δύσκολυ, αλλά
και επική δομή των δεκαεξασύλλαβων στίχων με ομοιοκαταληξία σε κάθε στίχο!
που διατήρησε ο Πετρένκο:
«Всех подвластных одарили, царский выполнили долг,
Вдов и сирот защитили, плач обиженных умолк.
Покарали злодеянье и нагих одели в шёлк,
Жили мирно в их владеньях и коза и хищный волк».
Εξίσου είναι καταπληκτική και η μετάφραση του Εμμανουήλ Μηταφίδη:
«Σ’ όλους μοιράσανε δώρα άφθονα σαν τούφες χιόνι,
Χήρες κι ορφανά πλουτήσαν κι ο ζητιάνος πλούτο σκώνει.
Οι κακούργοι εκρυφτήκαν, λεύτερα τ’ αρνιά βυζαίνουν
Και στις χώρες τους οι λύκοι με τα’ αρνιά στον κάμπο βγαίνουν».
Κρίμα και ντροπή στα υπουργεία πολιτισμού (και εν μέρει στους πνευματικούς
ανθρώπους) της Ελλάδας και Γεωργίας που το 1974, όταν μεταφράστηκε το έργο
του Ρουσταβέλη δεν έκαναν το καθήκον τους ( η ευθύνη αναλογεί) και η
μετάφραση είδε το φως της δημοσιότητας μόνο μετά από 42 χρόνια.
Ένα μεγάλο «Εύγε!» στον εγγονό του Ε. Μηταφίδη, στον Γρηγόρη Κυριάκου που
βρήκε στα αρχεία της Γεωργίας το τελευταίο αντίτυπο και έσωσε των κόπο οχτώ
ετών του παππού του.
Η μικρή Γεωργία ξεχωρίζει από της δημοκρατίες τις πρώην Σοβιετικής Ένωσης ως
χώρα που έχει ίσως τους περισσότερους άξιους ποιητές. Νομίζω σε μεγάλο βαθμό
«φταίει» ο Σότα Ρουσταβέλη, όπως στην Ελλάδα ο «ένοχος» είναι ο Όμηρος.
Διαβάστε τον «Ιππότη με δέρμα τίγρη» και θα κατανοήσετε γιατί ένας πολύ
γνωστός Γάλλος συγγραφέας, ίσως σε στιγμή θαυμασμού, είπε πως το έργο
στέκεται πιο ψυλά από την χριστιανική διδασκαλία…
Πράγματι, ο συγγραφέας του «Ιππότη…» ο ίδιος είναι Ιππότης της Δικαιοσύνης,
της Καλοσύνης, της Αγάπης.
Ιούνιος 2017
Η
προέλευση του Σαντέϊκου επωνύμου «Σοϊλεμεζίδης» Στην
Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι Τούρκοι πάντα καταπίεζαν τον Ορθόδοξο πληθυσμό,
συμπεριλαμβάνοντας και τους Ποντίους. Μετά τη ρήξη των ρωσοτουρκικών σχέσεων
το 1853, η αντιπαράθεση κλιμακώθηκε, και συχνά είχε τη μορφή των μαχών
μεταξύ των Ποντίων και της τουρκικής φρουράς, που ρήμαζε τα ποντιακά χωριά.
Οι πρόγονοί μου ζούσανε σε μια μεγάλη ορεινή περιοχή που λεγόταν Σάντα και
βρισκόταν κοντά στην Τραπεζούντα. Η περιοχή αποτελούταν από επτά μικρά χωριά
σε έναν απ’ τα οποία (Ζουρνατσάντων) ζούσανε οι πρόγονοί μου.
Από την αφήγηση του πατέρα μου Σοϊλεμεζίδη Αλέξανδρο (1924 – ), την οποία,
με τη σειρά του, είπε αυτήν την ιστορία προέλευσης του επώνυμού μας, ο δικός
του πατέρας ο Σοϊλεμεζίδης Ιωάννης (1892-1976): Οι Τούρκοι έπιασαν έναν από
τους προγόνους μου ο οποίος κατηγορήθηκε ως μαχητής ομάδας ανταρτών και με
βασανισμούς προσπαθούσαν να αποσπάσουν τις πληροφορίες για την τοποθεσία της
μονάδας, αλλά εκείνος δεν έδωσε αυτήν την πληροφορία στους Τούρκους. Ο
Τούρκος διοικητής που εισήλθε στο μπουντρούμι ρώτησε τον εκτελεστή, αν είχε
κατορθώσει να αποσπάσει πληροφορίες για τους αντάρτες. Εκείνος απάντησε: "söyleme"
(Σοüλεμέ), δηλ. "Μη μιλάς", και μόνο ο Θεός ξέρει πώς αυτό μεταμορφώθηκε σε
«Δεν μιλάει», (έτσι μου το είπε ο πατέρας μου). Αργότερα, όταν ο πρόγονος
μου κατάφερε να δραπετεύσει, είπε τι είχε συμβεί στους συμπατριώτες του. Στη
συνέχεια για μεγάλο χρονικό διάστημα τον νοικοκύρη της οικογένειας (6-8
παιδιά, ήταν συνηθισμένο πράγμα) έλεγαν «Σοϊλεμέζ» και οι χωρικοί
αποκαλούσαν την οικογένεια «Σοϊλεμεζάντ». Αργότερα το 1882, όταν οι
περισσότεροι Πόντιοι μετανάστευσαν και εγκαταστάθηκαν στη Ρωσία (κοντά στο
Σουχούμ) που εκείνα τα χρόνια είχε την άμεση στρατιωτική διακυβέρνηση της
Αμπχαζίας και θεμελίωσαν το χωριό Ζουρνατσάντον, το οποίο στη συνέχεια
μετονομάστηκε σε Αντρέεφκα και μετά Αχαλσένη, και το επώνυμο απέκτησε την
ελληνική κατάληξη «ίδη», δηλαδή έγινε Σοϊλεμεζίδη.
Αρκετοί απ’ αυτούς που είχαν το επώνυμο «Σοϊλεμεζ» και έφυγαν εκείνα τα
χρόνια στην Ελλάδα πήραν το επώνυμο «Αμίλίδης».
Εγώ ο Σοϊλεμεζίδης Γεώργιος χρησιμοποίησα την πληροφορία από το βιβλίο του
Μιλτιάδη Νυμφοπούλου "Η Ιστορία της Σάντας" όπου εκείνος γράφει «… το 1882
την περιοχή της Σάντας εγκατέληψαν οι εικογένειες Σοϊλεμέζ, Ξιμίτς και άλλα…
Μάρτιος 2018
Πως να αγαπάτε την ποίηση
(μεταξύ σοβαρού και αστείου) Σας είπε κάποιος που ξέρει,
διαβάσατε κάπου κάποιον που εμπιστεύεστε, για κάποιο ποίημα ότι είναι
δυνατό, φοβερό, ωραίο, καταπληκτικό κ.α.
Διαβάστε το. Δεν σας άρεσε; Διαβάστε το άλλη μια φορά, όμως φωναχτά και
προσπαθήστε να πιάσετε το νόημά του, να ακούτε τον ρυθμό, να απολαμβάνετε τη
ρίμα. Βρήκατε λέξη που δεν καταλάβατε; Πάρτε στα χέρια σας το λεξικό.
Διαβάζοντας το την τρίτη φορά προσπαθήστε να εκτιμήσετε το κοινωνικό του
όφελος, τον βαθμό της επιρροής του πάνω στην ανθρώπινη ψυχή.
Την τέταρτη φορά προσπαθήστε να το διαβάσετε ως κριτικός. Βρείτε τα ψεγάδια
του και τα προτερήματά του (βεβαίως κατά τη γνώμη σας). Μήπως θα
χρησιμοποιούσατε κάποια άλλη λέξη, κάποιο άλλο συνώνυμο; Μήπως κάποιος
στίχος αξίζει να το θυμάστε σαν γνωμικό;
Και την πέμπτη φορά διαβάστε το φωναχτά, σαν να βρίσκεστε στην σκηνή και
απαγγείλετε το ποίημα.
Αν μου πείτε, ότι το ποίημα συνεχίζει να μη σας αρέσει, δε θα σας πιστέψω!
Λίγο παράξενο, αλλά η ακολουθία «δεν αρέσει – αρέσει» ισχύει όχι μόνο στο
εσωτερικό, πνευματικό, αλλά και στο σωματικό επίπεδο. Λίγοι είναι αυτοί που
μπορούν με ειλικρίνεια να πουν, ότι τους είχε αρέσει ο πρώτος καφές ή η
πρώτη μπίρα.
Παράξενο, αλλά η αντίθετη ακολουθία «αρέσει – δεν αρέσει» επίσης ισχύει στη
ζωή των ανθρώπων. Στους περισσότερους στην αρχή αρέσουν οι έπαινοι, οι
κολακείες, τα ευχάριστα ψέματα, (ακόμη και η αγάπη από την πρώτη ματιά) που
όμως μετά καταστρέφουν την εσωτερική, πνευματική δύναμη του ανθρώπου.
Και, παρακαλώ! Η δύναμη και η σταθερότητα της ακολουθίας στην φυσική
υποδομή, στο κορμί μας: Σε πάρα πολλούς στην αρχή (σε μερικούς μέχρι το
θάνατο) πολύ αρέσουν τα γλυκά (σοκολάτες, τούρτες κ.α), ή τα αλμυρά και μετά
δεν ξέρουν πως να απαλλαχθούν από την εξάρτηση.
Λοιπόν! Μόλις τώρα γεννήθηκε ένας σπουδαίος νόμος.
Ο Νόμος του Γιώργου Σοϊλεμεζίδη
«Εάν κάτι σας αρέσει και το ποθείται με πρώτη επαφή, αυτό σημαίνει ότι στη
συνέχεια θα καταλήξετε στο να προκαλεί προβλήματα στην ψυχική και σωματική
ακεραιότητά σας.
Εάν όμως κάτι με πρώτη επαφή σας άφησε αδιάφορο, τότε «Προσοχή!»,
συναντήσατε αυτό που θα φέρει στη ζωή σας τη γαλήνη και την αρμονία».
Στο επόμενο άρθρο μου θα σας παρουσιάζω τα καλύτερα (βεβαίως κατά τη γνώμη
μου) ποιήματα που έχω μεταφράσει, και τουλάχιστον δυο αναγνώστες θα κάνω
λάτρες της ποίησης
2017
|