[HOME | ΕΤΡΑΠΑΙΔΑΚΙΑ]

 

Ένας Εβραίος το 1991 έφυγε με τη γυναίκα του από το Λένινγκραντ στο Ισραήλ και μετά από μερικές μεταβιβάσεις εγκαταστάθηκε στην πόλη Ναζαρέτ. Βρήκε δουλειά, έκανε παιδί, ένα όμορφο αγόρι με μεγάλα μάτια και σγουρά μαλλιά. Και αφού στην Αγία Πετρούπολη (το σημερινό όνομα της πόλης Λένινγκραντ) άφησε το διαμέρισμά του μια φορά τα δυο χρόνια έρχεται στην πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Εδώ μαζεύει τους γνωστούς και φίλους, και τους διηγείται για τη ζωή του στο Ισραήλ. 
Την τελευταία φορά ήρθε μαζί με τον εφτάχρονο αγόρι του. Πήγανε μαζί να κάνουν βόλτα στην πόλη και βρεθήκανε μπροστά στο Ναό του Αγίου Νικόλα. Στην είσοδο καθόταν μια ζητιάνα. Η γριούλα μουρμούριζε για την σκληρή μοίρα της, για το μοναδικό παιδί της που σκοτώθηκε, για τη μίζερη ζωή της και παρακαλούσε τον Κύριο να 'ρθει να την πάρει μαζί του. Ο πατέρας αυτή τη στιγμή πήγε στο περίπτερο ν' αγοράσει εφημερίδες, αλλά ο γιος του στεκόταν μπροστά στην γριά και με προσοχή και συμπαράσταση άκουγε τα λόγια της (πρώτη φορά στη ζωή του έβλεπε ζητιάνα). Στεκόταν, άκουγε και τελικά θέλοντας να την παρηγορήσει είπε: 
- Μην κλαις γιαγιά, όλα θ' αλλάξουν, όλα θα πάνε καλά η ζωή σου θα είναι ευτυχισμένη και χαρούμενη και λοιπά , και λοιπά… 
Η γριά άκουγε με ανοιχτό το στόμα και μετά ρώτησε:
- Από πού είσαι αγγελούδι μου;
Το αγόρι απάντησε:
- Από τη Ναζαρέτ…
Η γιαγιά έπεσε ξερή.


Ιστορία λίγο εξωπραγματική, ενώ αληθινή.
Η ζήλια ήταν η αιτία του καυγά μεταξύ νεαρού ζευγαριού. Ο σύζυγος (Χρήστος) είπε στη σύζυγό του (την Αθηνά), ότι ξέρει πως τον απατά και τη χαστούκισε. Η εξοργισμένη Αθηνά άρχισε να κλαίει και να φωνάζει. Ο μόλις δύο ετών Παύλος (χοντρούλης και πάντα υπναλέος) εν τω μεταξύ κοιμάται στο δωμάτιό του. Η Αθηνά κλαίει μέσα στο μπάνιο και ο Χρήστος φωνάζει, ότι δε θ' αφήνει τον γιο του στην ανεύθυνη μητέρα και σε λίγο έφυγε με δύναμη κλείνοντας από πίσω του την πόρτα. Μετά και η Αθηνά, όταν έπαψε να κλαίει πήγε στους γονείς της για να τους πει τα παράπονά της. Ήταν σίγουρη, ότι ο Χρήστος πήρε μαζί του τον Παύλο στους δικούς του γονείς (αυτό ήδη είχε συμβεί μερικές φορές). Όμως αυτή τη φορά…
Ύστερα από δώδεκα μέρες η Αθηνά παίρνει τηλέφωνο στους γονείς του Χρήστου. Το ακουστικό σήκωσε ο Χρήστος: 
- Τι κάνει ο Παύλος; Δεν πεθύμησε τη μαμά του; ρωτάει η Αθηνά.
- Τι λες, τρελάθηκες. Δεν είναι μαζί σου;!
- Όχι! δεν είπες, ότι θα τον πάρεις! Σε παρακαλώ Χρήστο μη με κοροϊδεύεις, πες, ότι κάνεις πλάκα.
Όμως ταυτόχρονα κατανοεί, ότι ο Χρήστος καθόλου δεν είναι λάτρης των αστείων, και με υστερική φωνή ουρλιάζει:
- Χρήστο! Ο Παύλος έμεινε μόνος!!!
- Θα σε σκοτώσω! κραυγάζει ο Χρήστος και πετάει το ακουστικό. Ευτυχώς που το διαμέρισμά τους δεν είναι και πολύ μακριά. Ποτέ στη ζωή τους δεν έτρεχαν με τέτοια ταχύτητα ο Χρήστος και η Αθηνά. 
Τι είδαν, όταν έφτασαν; Πώς νομίζετε εσείς; Μπορεί ένα αγόρι δυο χρονών να ζει χωρίς τροφή ΔΩΔΕΚΑ μέρες; Μπορεί!!!
Όταν οι γονείς της κακιάς ώρας εισόρμησαν στο διαμέρισμά τους είδαν έναν ήρεμο, αδυνατισμένο και πολύ βρώμικο παιδί. Τα δάκρυα της χαράς ξανά ένωσαν τον Χρήστο και την Αθηνά, η ευτυχία τους ήταν απόλυτη!
Πολύ σύντομα αντιλήφθηκαν και κατανόησαν πως επιβίωσε ο μικρός Παύλος: έφαγε όλα τα φύλλα της κινέζικης ροδιάς (μεγάλο δενδρύλλιο που ήταν μέσα στο κάδο στο πάτωμα) μέχρι που έφτασε με τα χεράκια του. Τα γεράνια και τα άνθη επίσης έγιναν τροφή του. Αργότερα οι έκπληκτοι γονείς είδαν το γιο τους να πηγαίνει να πιει νερό από το λεκάνη βάζοντας το κεφάλι του μέσα (ευτυχώς που το καζανάκι είχε πρόβλημα και δεν κρατούσε νερό). Οι γείτονες δεν είχαν ακούσει κανένα θόρυβο, ο Παύλος επιβίωνε, σιωπηλά! Ο ήρωας ακόμη δε μιλούσε καλά και δε μπορούσε να τους πει για την περιπέτειά του. 
Μετά παρατήρησαν και κάτι άλλο: την απίστευτη αντίδραση και γρηγοράδα του Παύλου όταν έπιανε στον αέρα τις μύγες και κυνηγούσε τις κατσαρίδες. Νομίζω είναι περιττό να σας πω, τι τους έκανε μετά…
(Βεβαίως τα ονόματα των ηρώων αυτής της ιστορίας δεν είναι αληθινά)*


 Ένας αθεϊστής βρέθηκε μέσα σε αεροπλάνο δίπλα σε ένα μικρό κορίτσι και απευθύνθηκε σ’ αυτήν με τα ακόλουθα λόγια: «Θέλεις να μιλήσουμε, η πτήση θα είναι λιγότερο βαρετή όταν συνομιλείς με τον γείτονά σου».
Το κοριτσάκι που μόλις άρχισε να διαβάζει βιβλίο, είπε στον άγνωστο: «Για τι πράμα θα θέλατε να μιλήσουμε;»
«Για όποιο θέμα θέλεις. Παραδείγματος χάρη, γιατί δεν υπάρχει Θεός, παράδεισος και κόλαση, ή
ζωή μετά το θάνατο;», δήλωσε ο άθεος, χαμογελώντας αυτάρεσκα.
«Καλώς - είπε η κοπέλα, αυτό μπορεί να είναι ένα ενδιαφέρον θέμα, αλλά πρώτα επιτρέψτε μου να σας ρωτήσω κάτι. Το άλογο, η αγελάδα και το ελάφι τρώνε την ίδια τροφή, τα χόρτα. Παρ 'όλα αυτά, τα περιττώματά τους είναι διαφορετικά: το ελάφι κάνει μικρά σφαιρίδια, η αγελάδα παράγει κάτι σαν πίττα και το άλογο κάνει συμπαγές μπαλίτσες. Πως νομίζετε, γιατί αυτό;
Ο αθεϊστής έκπληκτος με το μυαλό του κοριτσιού σκέφτηκε λίγο και μετά τραύλισε: «Χμ, δεν έχω ιδέα».
Και τότε το μικρό κορίτσι είπε: «Πιστεύετε πραγματικά ότι είστε αρκετά ενημερωμένος για να μιλήσετε για τον Θεό, τον παράδεισο και την κόλαση, για τη ζωή μετά το θάνατο, ενώ δεν ξέρετε τίποτα ακόμη και για τα σκατά;»
Και μετά γύρισε και συνέχισε να διαβάσει το βιβλίο της.


Η γιαγιά είναι μια τέτοια γυναίκα που δεν έχει δικά της παιδιά. Αγαπά τα μικρά κορίτσια και αγόρια που είναι παιδιά άλλων ανθρώπων. Παππούς είναι επίσης μια γιαγιά, απλά είναι άνδρας. Πηγαίνει για μια βόλτα με τα αγόρια, και μιλούν για την αλιεία και για άλλα πράγματα. Οι γιαγιάδες δεν έχουν τίποτα να κάνουν, απλά έρχονται για επίσκεψη. Είναι παλιοί και δεν μπορούν να τρέχουν και να πηδάνε πολύ. Αλλά μπορούν να μας πάνε στο πανηγύρι, και πάντα πρέπει να έχουν πολλά χρήματα για να πληρώσουν για το καρουσέλι. 
Αν περπατάνε μαζί μας, πάντα σταματάνε για να κοιτάζουμε όλα αυτά που συναντάμε, όπως τα όμορφα φύλλα ή τις κάμπιες. Ποτέ δεν λένε: «Περπάτα πιο γρήγορα». Φοράνε γυαλιά και μπορούν να βγάζουν τα δόντια τους από το στόμα. Οι γιαγιάδες είναι πολύ έξυπνες, και ξέρουν να απαντάνε σε όλες τις ερωτήσεις που τους κάνουμε, όπως «Γιατί τα σκυλιά κυνηγούν τις γάτες;» ή «Πού είναι το κεφάλι του σκουληκιού;» Όταν διαβάζουν σε μας βιβλίο, δεν πηδάνε σελίδες στο βιβλίο και δεν λένε ότι αυτό το παραμύθι ήδη είχανε διαβάσει. Ο καθένας πρέπει να προσπαθήσει να πάρει μια ή δυο γιαγιάδες, γιατί είναι οι μόνοι μεγάλοι που έχουν ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΩΡΑ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ.


Τα παιδιά μιλάνε για την Αγάπη

Όταν σε αγαπάει κάποιος λέει το όνομά σου πολύ όμορφα. Το όνομά σου νιώθει άνετα πάνω στη γλώσσα του.
Μπίλλι, 5 ετών

Αν θέλεις να μάθεις να αγαπάς καλύτερα, πρέπει ν’ αρχίζεις από κάποιον που είναι πολύ κακός.
Νίκη, 6 ετών

Αγάπη είναι όταν του κουτάβι σου σε γλύφει, ακόμα και όταν τον άφησες μονάχο για ολόκληρη μέρα.
Μέρι, 5 ετών


Απ’ το βιβλίο του Μαρτσέλο ντ’ Όρτα 
«Τα γουρουνάκια δεν είναι δεσποινίδες» 
Σχολικές εκθέσεις των παιδιών από τη Νάπολη

Μετά από επίσκεψη στο ζωολογικό κήπο
Τα ζώα μέσα στ; κλουβιά ή αποβλακώνονται ή τρελαίνονται: ο πίθηκος γελάει χωρίς λόγο, η τίγρη πηγαίνει χωρίς λόγο πέρα δώθε, ο μόνος που περνάει καλά είναι ο τύπος που πουλάει φιστίκια.

Στους πίθηκους θα πετάξω φιστίκια, στα λιοντάρια θα πέταγα τον διευθυντή του ζωολογικού κήπου. 

Τι λες, τα ζώα πάνε στον παράδεισο;
Υπάρχει ένα ζώο, δεν θυμάμαι πώς λέγετε, που τρώει τα παιδιά του. Πώς να πάει αυτό στον παράδεισο.

Στον παράδεισο πάνε όλα τα ζώα που δεν είναι σιχαμένα, στην κόλαση πάνε οι αράχνες, οι σκορπιοί και οι τυραννόσαυροι.

Ναι, πάνε κι αυτά εκεί, αλλά με κομμένα νύχια και λιμαρισμένα δόντια.

Εκεί τα ζώα θα ‘ναι αφεντικά των ανθρώπων.

Τι νομίζεις, τα ζώα έχουν ψυχή;
Το μοναδικό ζώο που έχει ψυχή είναι ο πίθηκος, γιατί άφησε τον άνθρωπο να κατάγεται απ’ αυτόν.

Τα ζώα δεν μπορούν να έχουνε ψυχή, γιατί οι άνθρωποι γεννάνε παιδιά ενώ τα ζώα κάνουνε αυγά.

Αν ήσουνα ζώο, τι θα ήθελες να είσαι;
Θα ήθελα να είμαι σκυλί και να ορμάω στους ανθρώπους. 

Να είμαι κουτάβι και να μη μεγαλώνω ποτέ.

Θα ήθελα να ήμουνα χελιδόνι, και να πετάω και πάω σ’ έναν άλλο πλανήτη και να μην ξαναγυρίσω πίσω, γιατί αυτός ο κόσμος είναι πολύ κακός.

Να είμαι πουλί και να χέζω πάνω στα κεφάλια των ανθρώπων, για να τους εκδικηθώ για το φαινόμενο θερμοκηπίου. 

Τι γνώμη έχεις για το κυνήγι;
Αν ο πατέρας μου πήγαινε κυνήγι, τότε θ’ αγαπούσα μόνο τη μητέρα μου.

Αν καμιά φορά μας φέρουν πληγωμένο κυνηγό στο νοσοκομείο μας, εκεί που θα είμαι γιατρός, θα του πω πως δεν έχουμε κρεβάτι.

Τι ξέρεις για τα προϊστορικά ζώα;
Όταν μάλωνε ο δεινόσαυρός με τη γυναίκα του, κανένας δεν πήγαινε να τους χωρίσει.

Σαρκοφάγα ήτανε και τα δόντια τους και τα πόδια τους.

Η κλανιά του δεινόσαυρου θα ‘τανε σαν τα τούμπανα στην παρέλαση.

Περιγράψτε έναν κόσμο όπου τα ζώα είναι ελεύθερα
Ούτε ζωολογικός κήπος, ούτε τσίρκο, ούτε πάρκο για σαφάρι, κι όλα τα ζώα θα είναι φίλοι. Οι χριστιανοί δεν πιστεύουν ότι θα συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο, το πιστεύουν όμως οι Μάρτυρες του Ιγχωβά, όπως εγώ.

Κάποιοι άνθρωποι αποφασίσουν να μην ξαναφάνε κρέας, και τους λέμε χορτοφάγους. Τι έχεις να πεις για αυτό;
Οι αγελάδες τρώνε μόνο χορταράκι και ωστόσο είναι γεμάτες κρέας. Αυτό συμαίνει πως κι εμείς μπορούμε να παχύνουμε αν τρώμε μόνο πρασινάδες.

Εγώ είμαι λίγο έτσι και λίγο αλλιώς. Αλλά ίσως μια μέρα να γίνω κι εγώ χορτοφάγος.

Τι ξέρεις για την αναπαραγωγή των ζώων;
Βαθιά κάτω στην θάλασσα, που είναι μαύρο σκοτάδι, τα ψάρια ζευγαρώνουνε σαν τρελά, χωρίς να ξεχωρίζουνε ποιος είναι άντρας και ποιος γυναίκα. Κι έτσι γεννιούνται τα θαλάσσια τέρατα.

Τα ζώα ζευγαρώνουν απ’ την πλάτη. 

Όταν ήθελε να κάνει έρωτα ο δεινόσαυρος, άρχιζε με το χάραμα και τελείωνε με τη δύση του ήλιου.

Το σαλιγκάρι, άμα δεν έχει όρεξη για έρωτες, κρύβεται στο σπιτάκι του.

Όταν ζευγαρώνουνε δυο φάλαινες, σηκώνεται τσουνάμι.

Τα ζώα κάνουνε περισσότερο σεξ από τον άνθρωπο, γιατί κυκλοφορούνε γδυτά.

Πιστεύεις πως τα ζώα είναι έξυπνα;
Αν ήτανε έξυπνα τα ζώα, θα μας είχανε κατασπαράξει εδώ κι εκατό χρόνια.

Τι νομίζεις για τον κόσμο των ζώων;
Μόνο επειδή δε μιλάνε, δε μας λένε διάφορα μπινελίκια τα ζώα όταν τα πειράζουμε.

Μετά από την επίσκεψη του ζωολογικού κήπου
Ο ζωολογικός κήπος είναι ένα νεκροταφείο ΅ε ζωντανά πλάσ΅ατα. 

Εγώ νο΅ίζω πως το κάθε ζώο που ΅ας νιώθει να το χαζεύου΅ε, θα ήθελε πολύ να ΅ας πει: «Τι κοιτάς, ρε βλάκα;» 

Δεν ξέρω ποιος υποφέρει πιο πολύ, ένας πιγκουίνος στο ζωολογικό κήπο της Αφρικής ή ένας ελέφαντας στο ζωολογικό κήπο της Ισλανδίας. 

Το κλουβί κάθε ζώου ανοίγει ΅όνο όταν το ζώο πεθαίνει. 
Ο άνθρωπος δεν ΅πορεί να ζήσει ΅έσα σε κλουβί. Τότε γιατί βάζουν τα ζωα στο κλουβί;

 Επιστολές στο Θεό

 

Γιατί Εσύ τόσο συχνά πίνεις με τον μπαμπά μου; Πάντα, όταν σηκώνει το ποτήρι φωνάζει: «Ο Θεός μαζί μας!". 
Σάσα, 10 ετών.*

Ξέρεις, αν και μου φαίνεται ότι δεν έχω ψυχή, αλλά καμιά φορά νιώθω πως πονάει. 
Ρομάν, 8 ετών.*

Τη ζωή μας δίνουν οι γονείς, αλλά την παίρνεις Εσύ. 
Έρνα, 8 ετών.*

Μάλιστα, Εσύ δημιούργησες τον άνθρωπο, αλλά εκείνος δημιούργησε Εσένα. Και δεν είναι σαφές ποιος το έκανε καλύτερα.
Μιχάλης, 9 ετών*

Ήμουν στο χωριό και είδα μια μικρή εκκλησία. Λευκή, καθαρή, τακτοποιημένη. Ήταν το εξοχικό Σου; 
Νατάσα, 10 ετών.*

Κύριε, κοίτα τι γίνεται: Εσύ επινόησες τα χρήματα, αλλά στο σπίτι μας ποτέ δεν τα έχουμε. 
Αλέξανδρος, 8 ετών.*

Μα Είσαι πονηρός! Πρώτα επιτρέπεις τον άνθρωπο να αμαρτήσει, μετά τον κάνεις να μετανοεί και τον συγχωρείς. Δηλαδή, πάντα δείχνεις καλοσύνη. Είναι 
πονηριά αυτό! 
Βασίλης, 11 ετών.*

Ξέρεις, μας άφησε η μαμά και τώρα εγώ και ο μπαμπάς μείναμε χωρίς γυναικεία χάδια και υποφέρουμε πολύ. 
Βένια, ετών.*

Κατά τη συγκέντρωση γονέων η δασκάλα μιλούσε για μένα με τόσο ωραία λόγια, σαν να είχα πεθάνει. 
Όλαφ 10 ετών.*

Λοιπόν, κοίταξε τι γίνεται, μαθαίνουμε, μαθαίνουμε, και γιατί να υποφέρουμε τόσο πολύ, αν
τελικά θα πεθαίνουμε και οι γνώσεις μας θα χαθούνε. 
Θεόδωρος, 11 ετών.*

Να σώσεις τους ανθρώπους όχι από τις αμαρτίες, αλλά από τη μοναξιά. 
Σέργιος, 10 ετών.*

Έγραψα ποίημα. Δεν το έδειξα σε κανέναν, μόνο σε Σένα, θα το δείξω Κύριε. Εδώ είναι: 
«Οι ενήλικοι κλαίνε με δάκρυα. Οι ενήλικοι κλαίνε με μάτια. Οι μικροί κλαίνε με καρδιά, οι μικροί κλαίνε με τη ζωή τους. Εάν όμως ο ενήλικας κλαίει 
σαν ένας μικρός, τότε κλαίει αληθινά». 
Μάρκος, 11 ετών.*

Δύο χρόνια μαζί πηγαίναμε στον παιδικό κήπο, ένα ολόκληρο χρόνο ήμασταν μαζί στην πρώτη τάξη και αυτή μια μέρα μου είπε: "Είμαστε δύο διαφορετικοί άνθρωποι." Μπορείς να φανταστείς! Είμαι χειρότερα από νεκρός. 
Αρκάδιος, 8 ετών*.

Ποτέ δεν θα ξεχάσω τα μάτια του μπαμπά μου, όταν η μαμά μου με άρπαξε από το χέρι μου και τον αφήσε για τα καλά. 
Ανδρέας 11ετών*.

Σίγουρα ξέρεις, τι ήμουνα στην προηγούμενη ζωή, μήπως άδικα με έκανες άνθρωπο.
Σένια, 10 ετών*.

Κύριε, λένε ότι Είσαι η Αγάπη. Με συγχωρείς, αλλά η αγάπη είναι η Λιδία. 
’λεξ, 8 ετών*.

 

 

 

????