Γκαλιματιά: πεζό ή ποιητικό κείμενο που αποτελείται από λέξεις που περιέχουν τα μεγάλα λεξικά(δηλαδή δεν εμφανίζουν από κάτω κόκκινη κυματιστή γραμμή), ενώ πολύ λίγοι τις ξέρουν και πολύ σπάνια τις χρησιμοποιούν. 
Φυσικά αυτό τις κάνει να νιώθουν χάλια, δηλαδή ξεχασμένα και ορφανά. Προσπαθώ να τις κάνω να νιώθουν καλύτερα, δηλαδή τις χαρίζω ζωντάνια χρησιμοποιώντας τις.
Μερικές φορές οι γκαλιματιές μπορούν να έχουν και κάποιο νόημα…

 

Γκαλιματιά έμμετρη

Βιδάνιο αχείμαντο ακόμη αυθωρεί 
στην φράντζα που η πέρκνα ονειδίζει,
μόλις το χουνέρι οικουρεί 
δράκα λαγαρή θα χλαπακίζει.

Όμως θάλλει η κόνξα αυχμηρή
σαν ευωχία το ζούδι βυσσοδομεί 
και μινυρίζει η ζαβάδα νοτερή
φρυάζοντας την πάρεση που αντιγνωμεί.

 

Γκαλιματιά ελεύθερη

Εδώ οθνείος πρατιγάρει με κνίσα,
όταν οι ζορμπαλήδες 
διαρρήδην ερανίζονται.
Σ’ του όμορου τη στρούγκα υπομειδιάει 
ο νήδυμας με τσερβέλο χθόνιο.
Η παραστιά νέτα καθεύδει
διαγουμίζοντας αλάργα
και υποτονθορύζοντας κατά του ρέκτη.

Η "μετάφραση" της
"Γκαλιματιάς έμμετρης"

Απόπιμα ατάραχο ακόμη αμέσως
στην τούφα που η φακίδα χλευάζει,
μόλις το πάθημα μένει στο σπίτι
ποσότητα καθαρή θα τρώει πολλά.

Όμως βγάζει άνθη το πείσμα μαραμένο
σαν γλέντι το μικρόσωμο ραδιουργεί,
και κλαψουρίζει η βλακεία βροχερή
εξοργίζοντας την χαλάρωση που διαφωνεί.

 

Η "μετάφραση" της
"Γκαλιματιάς ελεύθερης"

Εδώ ξένος επικοινωνεί με καπνό,
όταν οι εκβιαστές
ρητά συγκεντρώνουν
Σ’ του γειτονικού μαντριού χαμόγελο
ο ήρεμος με μυαλό υπόγειο.
Η εστία του σπιτιού καθαρά αδρανεί
αρπάζοντας απόμακρα
και μουρμουρίζοντας κατά του δραστήριου.