Η ένατη ημέρα

 Τη συζήτηση άρχισε ο Ηρακλής:
- Σελήνα, σύμφωνα με τις δικές σας αντιλήψεις, έτσι τουλάχιστον κατάλαβα εγώ η δική μας παιδεία, η μόρφωση και η επιστήμη δεν παρήγαγαν Γνώση αλλά μόνο γνωσούλες και γνώμη. Σε παρακαλώ, εξήγησέ μου τη διαφορά μεταξύ αυτών των εννοιών: Γνώση και γνωσούλες;
- Δυστυχώς, οι άνθρωποι του εικοστού πρώτου αιώνα δεν ασχολήθηκαν σοβαρά με την έννοια "Γνώση", με την ορθή και σωστή κατάταξη των εννοιών: γνώση, πληροφορία, αλήθεια, ψέμα, θεω-ρία, υπόθεση, λογική… Το βασικό μέλημα των επιστημόνων ήταν η Ύλη και όχι το Πνεύμα. Η Γνωσιολογία ως κλάδος της Φιλοσοφίας που ασχολήθηκε με τη Γνώση, ήταν μια παραμελημένη και για πολλούς ασήμαντη επιστήμη. Τώρα ο Διαλογισμός και η Γνωσιολογία είναι οι βασικές επιστή-μες της ανθρωπότητας. Με τη βοήθεια της Γνωσιολογίας ο άνθρωπος κατάλαβε πως η πραγματική δύναμη-γνώση που τον βοήθησε να "κυριαρχήσει" πάνω στη Φύση δεν είναι Γνώση, αλλά είναι μια βλαβερή δύναμη που οδηγεί την ανθρωπότητα στην αυτοκαταστροφή. "Η επιστήμη μας έκανε θεούς νωρίτερα, παρά εμείς μάθαμε να είμαστε άνθρωποι".
Σύμφωνα με την Γνωσιολογία οι γνώσεις που "παράγουν" την πληθώρα των άχρηστων πραγμάτων-αντικείμενων και αποπροσανατολίζουν τους ανθρώπους από την αληθινή Ζωή, δεν είναι Γνώσεις, αλλά γνωσούλες. Με την βοήθεια της Γνωσιολογίας η ανθρωπότητα κατανόησε πως η Γνώση δεν είναι το αποκλειστικό προνόμιο της εκμάθησης και της εμπειρίας. Η Γνωσιολογία απέδειξε πως η απόκτηση Καθαρών Γνώσεων είναι το αποκλειστικό προνόμιο του Διαλογισμού. Όλες οι γνώσεις που εξασφαλίζουν την πραγματοποίηση της Καθαρής Γνώσης είναι Γνώσεις που οδηγούν στην αλη-θινή Πρόοδο, δηλαδή, όλες οι γνώσεις που βοήθησαν τον άνθρωπο ν' απαλλαχθεί από το θόρυβο οδηγούσαν στην πραγματοποίηση της Καθαρής Γνώσης της Σιγής και ήταν αληθινές Γνώσεις. Και μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό Γνώσεων η ανθρωπότητα απέκτησε με εκμάθηση και εμπειρία. Αυτό το ποσοστό Γνώσεων οι άνθρωποι του εικοστού πρώτου αιώνα ονόμαζαν "μόρφωση".
"Εκείνος που έφτασε στα ύψη της μόρφωσης πρέπει εκ των προτέρων να γνωρίζει ότι η πλειοψηφία θα είναι ενάντιά του", 
"Η υψηλή μόρφωση απομονώνει πάντοτε, αλλάζει τη θέση των ατόμων και κάνει δύσκολη την επαφή και επικοινωνία με τους ανθρώπους. Αναζητούν τους λίγους που μπορούν να συνεννοηθούν μαζί τους, κι όταν δεν τους βρίσκουν κοντά τους, μένουνε μόνοι κι αφοσιώνονται στο έργο τους".
Η παιδεία βασιζόταν σε πολλά και άχρηστα μαθήματα.
Το "Σχολείο ήταν μέρος που γυάλιζαν τα χαλίκια και κατέστρεφαν τα διαμάντια".
Η ανθρωπότητα άλλη μια φορά αγνόησε τη Μεγάλη Γνώση, ότι "Δεν μπορείς να διδάξεις τίποτα στον άνθρωπο. Το μόνο που μπορείς να κάνεις, είναι να τον βοηθήσεις ν' ανακαλύψει αυτό που έχει μέσα του".
Ακόμη και η κατάκτηση μερικών Γνώσεων από την επιστήμη έγιναν από τους ανθρώπους που συχνά βυθίζονταν στον εαυτό τους, μοναχικούς, όχι φλύαρους, αφοσιωμένους στην επιστήμη τους και αδιάφορους προς τα κοσμικά. 
"Εάν στην επιστήμη πάντα κέρδιζε η πλειοψηφία, τότε μέχρι τώρα θα θεωρούσαμε τη Γη επίπεδη"
"Ποια επιστήμη είναι πιο απαραίτητη; Η επιστήμη να ξεχνάς τα άχρηστα".
- Σελήνα, σε όλη την πορεία της ανθρωπότητας την συνόδευε ένα Κακό που λεγόταν εγκληματικότητα. Μάλιστα, στην κοινωνία που το μοναδικό πάθος που γνωρίζουν είναι ο Διαλογισμός, δεν υπάρχουν κίνητρα για έγκλημα. Όμως μ' ενδιαφέρει, πώς και πότε οι άνθρωποι κατάφεραν ν' απαλλαχθούν από το μίσος, την εκδίκηση, την έμφυτη αντικοινωνικότητα και τα άγρια ένστικτα;
- Από το "οφθαλμών αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος" ως τα σωφρονιστικά ιδρύματα η ανθρωπότητα χρειάστηκε πολλούς αιώνες. Τα τελευταία τέτοιου είδους ιδρύματα έκλεισαν στα τέλη του εικοστού ένατου αιώνα. Ο Διαλογισμός από μόνος του σε μεγάλο βαθμό απελευθέρωσε τον άν-θρωπο από κακία και μίσος. Σταδιακά, βήμα βήμα, μέσα σε πέντε αιώνες οι άνθρωποι απαλλάχθηκαν από το Έγκλημα. Το πρώτο βήμα ήταν η απομόνωση η οποία σωφρόνιζε ένα μικρό μέρος των εγκληματιών, τους οποίους η μοίρα και η άτυχη στιγμή ώθησε προς το έγκλημα, όμως τους περισσότερους η απομόνωση έκανε πιο άγριους και αντικοινωνικούς.
Μετά μέσα στα κελιά των καταδίκων μπήκαν οι Εθελοντές-Διαμορφωτές. Η προσφορά τους ήταν ανεκτίμητη: οι μέρες και οι μήνες που περνούσαν με τον κακούργο, ο λόγος και βασικά η Σιωπή του Διαλογισμού, η επίδραση του Βιολογικού τους Πεδίου, της Αύρας, της Καθαρής Ψυχής έκαναν θαύματα και ο πιο σκληρός εγκληματίας γινόταν ένας κανονικός άνθρωπος. Τη θαυματουργή επίδραση του Βιολογικού Πεδίου ενός ζωντανού οργανισμού πάνω στον άλλο οι άνθρωποι γνώριζαν προ πολλού, όμως είναι ακατανόητο γιατί δεν την είχαν αξιοποιήσει.
Το τελευταίο βήμα έφερε το καθεστώς της Απόλυτης Σιγής για τους κρατουμένους που θεράπευε την Ψυχή τους. Το παράξενο είναι ότι ακόμη και στον εικοστό τέταρτο αιώνα η Σιγή ήταν μέσο βασανισμού των ανθρώπων, γιατί το Ναρκωτικό του Θορύβου ήταν απαραίτητο στον άνθρωπο και μέ-σα στην Απόλυτη Σιγή ο άνθρωπος τρελαινόταν ύστερα από μερικές μέρες. Οι τελευταίοι αστυνόμοι του Σώματος Πρόβλεψης της Αντίθετης Γνώμης έχασαν τη δουλειά τους την τελευταία δεκαετία του εικοστού ένατου αιώνα, μαζί τους έχασε το νόημά της και η λέξη "έγκλημα".
- Σελήνα, στην εποχή μας η "συγχώρεση και η "υποχώρηση" ήταν συνώνυμα της λέξης "αδυναμία" και ταυτίζονταν με φόβο και δειλία, παρ' όλο που σύμφωνα με όλες τις θρησκείες ανήκουν στις αρετές. Γιατί, ποτέ δεν έγιναν το πιστεύω της πλειοψηφίας;
- Η νοοτροπία του σκλάβου δεν επέτρεπε στον ηγέτη, ούτε στον πολιτικό, ούτε στον πλούσιο, ούτε στον φτωχό να δείχνει την "αδυναμία" του. Η μεγαλοπρέπεια της Ψυχής ήταν σπάνιο φαινόμενο και ανήκε στους ευγενικούς και σοφούς. Μέσα στο καθεστώς της πλειοψηφίας, συχνά ακόμα και ο έξυπνος πολιτικός αλυσοδεμένος με τα πάθη, τους φόβους και τις επιθυμίες του γινόταν σκληρός και ανυποχώρητος, βλάπτοντας και την πατρίδα του και τον εαυτό του.
"Να υποχωρείτε στα μεγάλα ζητήματα, αν νιώθετε ότι και εσείς, και ο συνομιλητής σας κατά κάποιο τρόπο έχετε δίκιο: και υποχωρήστε στις μικρές διαφωνίες, έστω και αν γνωρίζετε καλά ότι εσείς έχετε το δίκιο", 
""Ο εξυπνότερος πάντα υποχωρεί", τι μεγαλειώδης σκέψη! Εξηγεί γιατί στη Γη κυριαρχεί η ανοησία".
- Ύστερα από τόσες και τόσες ερωτήσεις που έκανα και ύστερα από τόσες γνώσεις και πληροφορίες που απέκτησα, μπορώ να πω, ότι συνήθως ξέρω, τι περίπου θα μου απαντήσεις. Στην ερώτηση που θα κάνω τώρα, νομίζω πως ακόμη δεν έχεις συγκεκριμένη απάντηση. 
Λοιπόν, τι είναι ο θάνατος;
- Μάλιστα, το Μεγάλο Μυστικό της Ζωής είναι ακόμη άλυτο. Η ζωή θα χάσει το νόημά της, αν ο άνθρωπος καταφέρει να βρει την αθανασία ή αν γνωρίζει, τι είναι ο θάνατος.
Η κατάσταση "σομάτι" δεν είναι αθανασία, είναι Μεγάλος Ύπνος ή Πάγωμα της Ζωής μέσα στην Δραστήρια Ζωή. Ο άνθρωπος κατά μέσω όρο ζει 190-200 χρόνια, αυτή η ζωή είναι η Δραστήρια Ζωή, μετά ο άνθρωπος πεθαίνει. Η επαναφορά των ανθρώπων στη ζωή γίνεται μόνο με την απόφαση του Συμβουλίου της Γης. Στην εποχή μας οι άνθρωποι δεν φοβούνται το θάνατο και το αντιμε-τωπίζουν με ειρωνεία, όπως και μερικοί σοφοί του εικοστού πρώτου αιώνα.
"Αν ήξερε ο κόσμος, τη ωραίος είναι ο θάνατος, θα αυτοκτονούσαν όλοι",
"Θάνατος, αγαπητοί μου φίλοι είναι η πιο συναρπαστική περιπέτεια που θα γνωρίσουμε στη ζωή μας".
- Από τα πολλά ειπωμένα μπορεί κανείς να βγάλει ένα συμπέρασμα για το ρόλο της γυναίκας και του άνδρα στην εποχή σας. Κατά τη γνώμη μου η διαφορά μεταξύ τους μειώθηκε ουσιαστικά. 
- Πράγματι, η διαφορά μεταξύ του άνδρα και της γυναίκας μειώθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε μπο-ρούμε να πούμε, ότι δεν υπάρχει, ακόμα και ότι οι ρόλοι τους αναστράφηκαν. Η ηπιότητα, ο ονειροπόλος χαρακτήρας, η αγάπη, η υποχωρητικότητα, η επιμέλεια που σε μεγαλύτερο βαθμό είναι γυναικεία χαρακτηριστικά παρά ανδρικά, την βοήθησαν πολύ για να πετύχει στην επιστήμη του Διαλογισμού. Στον κόσμο που σημασία έχει η ψυχική δύναμη και όχι η φυσική, οι γυναίκες προχωρούν πολύ γρηγορότερα και αποτελεσματικότερα στο βασικό Έργο του σύγχρονου ανθρώπου, στην αναζήτηση των Καθαρών Γνώσεων. Εδώ που τα λέμε, από τα τρία μέλη του Συμβουλίου της Γης οι δύο είναι γυναίκες. Στους καιρούς μας η γυναίκα είναι εκείνη που διαλέγει τον άνδρα με τον οποίο θα κάνει παιδί και ο άνδρας ποτέ δεν αρνήθηκε να εκπληρώσει το καθήκον του. Οι άνδρες αναδείχτηκαν πολύ καλοί Δάσκαλοι και Διαμορφωτές, όλο το βάρος της ανατροφής των παιδιών, από τη γέννηση τους μέχρι την ενηλικίωση, πέφτει στους ώμους τους.
Ηρακλή, θέλω κι εγώ να σου κάνω μια ερώτηση. Κάποια στιγμή μίλησες για ένα ασήμαντο και δυ-σάρεστο, όμως ευλογημένο επεισόδιο που σε ώθησε να γράψεις το βιβλίο "Ελλάδα, έτος 2500". Τι είχε συμβεί τότε;
- Ήταν 15 Ιουλίου του έτους 2002, η τρίτη μέρα που μαζί με την Γαλήνη περνούσαμε τις εξαήμερες διακοπές μας στο παραθεριστικό χωριό του Πηλίου στον Άγιο Ιωάννη. Αυτή τη μέρα αποφασίσαμε να ανεβούμε στην Τσαγκαράδα που θέλαμε να δούμε το ξακουστό χιλιόχρονο πλάτανο και να γιορτάσουμε με ένα ποτηράκι ούζο τα 30 χρόνια του γάμου μας. Ύστερα από αναμνηστικές φωτογραφίες κάτω και πάνω από το θαυμάσιο δέντρο, δίωρο περίπατο στα μονοπάτια του χωριού και ένα ωραίο γεύμα στην ταβέρνα, έπρεπε να επιστρέψουμε το απόγευμα στο ξενοδοχείο μας με τελευταίο λεωφορείο της γραμμής Βόλος-Άγιος Ιωάννης. Στη στάση του ΚΤΕΛ ήμασταν μόνο εμείς οι δυο, όταν έφτασε το λεωφορείο. Ήταν αρκετές οι άδειες θέσεις και εγώ και η γυναίκα μου ανεβήκαμε από την πίσω πόρτα, περάσαμε μπροστά και πιάνοντας θέσεις ο καθένας δίπλα στο παράθυρο για να παρακολουθήσουμε κατά τη διαδρομή τα γραφικά βουνά και την οργιώδη βλάστηση στις πλαγιές του Πηλίου. Παρ' όλο που ήμουν χαλαρός και ξέγνοιαστος και οι σκέψεις μου ήταν για το μεγαλείο της φύσης, με μια άκρη της προσοχής μου αντιλήφθηκα πως στην επόμενη στάση που έκανε το λεωφορείο μπήκαν μέσα άλλα δυο άτομα και ο εισπράκτορας σηκώθηκε και πέρασε πίσω. Απ' το μυαλό μου πέρασε μια νωθρή και αδρανής σκέψη-ερώτημα "γιατί, άραγε δεν ζήτησε να πληρώσουμε για εισιτήρια, ίσως πρέπει μετά…". Όταν όμως στην επομένη στάση ανέβηκαν και άλλοι επιβάτες και ο εισπράκτορας σηκώθηκε και πέρασε δίπλα μου, προσπάθησα να αποσπάσω την προσοχή του και δε μου άρεσε η βιασύνη του και το γλιστερό βλέμμα που δεν ήθελε να διασταυρώσει με το δικό μου. Κάτι σαν ανησυχία μ' ενόχλησε και όταν ο εισπράκτορας επέστρεφε στη θέση του και περνούσε δίπλα μου τον σταμάτησα:
- Από Τσαγκαράδα ανεβήκαμε…, και δεν πρόλαβα να τελειώσω τη φράση μου.
- Από Τσαγκαράδα! για κοίτα τον, στον Αη-Γιάνννη δεν πας; Πέμπτη φορά περνάω δίπλα σου, τι περιμένεις; Να φύγετε χωρίς εισιτήρια;
- Τι λες αγαπητέ; Εγώ σε σταμάτησα για να ρωτήσω για την πληρωμή, αμήχανα μουρμούρισα εγώ.
- Ξέρεις πόσοι τέτοιοι πονηροί πέρασαν μπροστά μου.
Με χαζοχαμόγελο στο πρόσωπο και με φωνή συγχυσμένου ανθρώπου που προσπαθεί να δικαιολογήσει το σφάλμα του, ψάχνοντας την υποστήριξη των γύρω επιβατών, είπα:
- Γιατί δεν ήρθες να σε πληρώσουμε όταν μπήκαμε στο λεωφορείο, εσύ μας ξέχασες κι εγώ φταίω;
- Από πού είσαι; ρώτησε εκείνος με αυστηρό ύφος του υπάλληλου που εκτελεί τα καθήκοντά του. 
- Άσε την καταγωγή μου. Τι οφείλω; Ένιωθα τον εαυτό μου απαίσια, σαν ένας μικροκλέφτης που πιάστηκε έπ' αυτοφώρω.
- Δυο ευρώ.
Τον πλήρωσα, μου έκοψε τα εισιτήρια και πήγε στη θέση του δίπλα στον οδηγό. 
Η Γαλήνη αμήχανη και άφωνη παρακολουθούσε την "κουβέντα" μας και όταν ο εισπράκτορας απομακρύνθηκε ρώτησε:
- Γιατί δεν πήρες εισιτήρια εγκαίρως;
- Τι έπρεπε να κάνω, να περάσω μπροστά και να ζητήσω εισιτήρια; Αυτός έπρεπε να σηκωθεί και να μας εξυπηρετήσει, Όχι, αυτός κάτι είχε μαζί μου…
Κι εκείνη τι στιγμή θυμήθηκα και κατάλαβα, τι είχα αντιμετωπίσει… Θυμήθηκα τη στιγμή όταν το λεωφορείο έφτασε στη στάση, άνοιξε η μπροστινή πόρτα εμφανίστηκε ο εισπράκτορας, κι εγώ ρώτήσα και ταυτόχρονα τον πληροφόρησα:
- Άγιος Ιωάννης πάμε;
- Από την πίσω πόρτα, είπε με βαριά φωνή και δυσάρεστη γκριμάτσα στο πρόσωπό του.
Αν θα έλεγα "Στον Άη-Γιάννη πάμε" ίσως πιο δύσκολο θα ήταν να διακρίνει την προφορά μου απ' την οποία δεν κατάφερα ν' απαλλαχθώ ύστερα από 11 χρόνια ζωής στην Ελλάδα και ίσως δεν θα είχαμε αυτό το δυσάρεστο επεισόδιο. Η ερώτηση: "Από πού είσαι" πλήρως επιβεβαίωνε τα κίνητρα της πράξης του. Η προφορά μου, με παρέδωσε στο έλεος ενός ανθρωπάκου-ρατσιστή που μισούσε τους Αλβανούς, τους "Ρώσους" (Έλληνες από τη Ρωσία) ή ίσως και όλους τους ξένους. Αυτό που έκανε μαζί μου ήταν ένας προμελετημένος στημένος τρόπος να ταπεινώσει αυτούς που μισούσε, και φοβάμαι πως δεν το έκανε πρώτη φορά.
Κάποτε διαβάζοντας ένα από τα πολλά γνωμικά του Γκαίτε: "Δεν είμαι για αυτόν τον κόσμο, όπου βγαίνοντας από το σπίτι πέφτεις μέσα στο βόθρο της λεγόμενης "κοινωνίας", δεν αντιλήφθηκα πλήρως τι εννοούσε ο μεγάλος ποιητής. Εκείνη την ημέρα κατανόησα ολοκληρωτικά την ουσία του σκληρού αποφθέγματος. Αυτήν την ημέρα, είχα ξεχάσει και κάτι άλλο: "Ας είναι πάντα οι σκέψεις σου εκεί ψηλά, πάνω στ' άστρα. Όμως τα μάτια σου ας προσέχουν τα βήματά σου, αλλιώς θα πέσεις στη βρώμικη λακκούβα".
Δεν μπορώ να πω ότι οι επόμενες τέσσερις μέρες ήταν χαμένες ως διακοπές. Προσπάθησα να ξεχάσω αυτό το περιστατικό και σε μεγάλο βαθμό το κατάφερα. Όμως ξανά και ξανά η μνήμη μου έφερνε την εικόνα του επεισοδίου με τον εισπράκτορα κι έβλεπα τα πρόσωπα των γύρω επιβατών που παρακολουθούσαν την λογομαχία μας: ένας νεαρός άνδρας να γελάει, ίσως με την "κουτοπονηριά" μου, και μια γυναίκα να κοιτάζει με σοβαρό ύφος στο παράθυρο, ίσως δυσαρεστημένη με την μικρότητα κάποιων επιβατών. Ήμουν θυμωμένος με τον εαυτό μου, γιατί στην πραγματικότητα δεν ήμουν τόσο ήπιος και συγκρατημένος, ειδικά σε παρόμοιες περιπτώσεις. Τον εαυτό μου τον συγχώρεσα γιατί κατάλαβα πως έφταιγε η χαλάρωση, που αδυνατώ να την τιμωρήσω, αλλά τον εισπράκτορα ήθελα να τον τιμωρήσω, ήθελα να γνωρίζει πως κατάλαβα το βρώμικο κόλπο του. Ήμουν σίγουρος ότι οι προϊστάμενοί του, οι συνάδελφοι: οι οδηγοί και εισπράκτορες ξέρουν για τα "πατριωτικά" του φρονήματα και θα με πίστευαν.
Τελικά, όμως αποφάσισα να μην κάνω τίποτα και κάποια στιγμή άρχισα να φιλοσοφώ πάνω στο θέμα: υπήρχε άραγε, τρόπος ν' αντιμετωπίσω τον εισπράκτορα ως πνευματικός άνθρωπος; Θα μπορούσαμε να βγούμε απ' αυτό το επεισόδιο: εγώ, όχι ταπεινωμένος, εκείνος, μετανιωμένος για την πράξη του;
Την "λύση" την βρήκα μες στο λεωφορείο που μας μετέφερε, όταν τελείωσαν οι διακοπές μου, από το Βόλο στη Θεσσαλονίκη. Η νυχτερινή τρίωρη διαδρομή μου έδωσε τη δυνατότητα να βυθιστώ στις σκέψεις μου. Η γνώση και η σκέψη ζωγράφισαν μια άλλη εικόνα, μια άλλη παραλλαγή του επεισοδίου με τον εισπράκτορα. Βεβαίως ο παρακάτω διάλογος θα μπορούσε να έχει συμβεί, μόνο στην περίπτωση αν "πρόσεχα τα βήματά μου", δηλαδή θα ήμουν σε επαγρύπνηση και ύστερα από το "γλιστερό βλέμμα" του εισπράκτορα θα είχα καταλάβει, τι μου ετοιμάζει ο άτιμος.

"- Από Τσαγκαράδα ανεβήκαμε…
- Από Τσαγκαράδα! για κοίτα τον, στον Αη-Γιάνννη δεν πας; Πέμπτη φορά περνάω δίπλα σου, τι περιμένεις; Να φύγετε χωρίς εισιτήρια;
- Είμαι σίγουρος, ότι είσαι καλός άνθρωπος και αγαπάς την πατρίδα σου, όμως δεν πρέπει φίλε μου να κάνεις έτσι, να ταπεινώνεις και να προσβάλλεις τον ξένο μόνο και μόνο για την προφορά του".

Αυτή η διδαχή ειπωμένη με χαμόγελο… και χωρίς προφορά καταστρέφει το συνηθισμένο σενάριο ταπείνωσης του ξένου επιβάτη και ταυτόχρονα φέρει τον εισπράκτορα σε κατάσταση πλήρους σύγχυσης. 
Αυτή τη "λύση", αυτό το φανταστικό σενάριο μου το έδωσε η Γνώση που γεννήθηκε μέσα στην αναζήτηση της Αλήθειας, μέσα στην αντιπαράθεση του Καλού και του Κακού. Μπορεί χίλιες φορές να διαβάσεις ή ν' ακούσεις τη νουθεσία ή το σοφό λόγο, όμως μόνο μέσα από την εμπειρία της ζωής, μαζί με την βαθιά σκέψη μπορείς ν' αποκτήσεις το ανεκτίμητο αγαθό της αληθινής γνώσης. Το λέω ειλικρινά, πως ήμουν ευγνώμων σ' αυτόν τον εισπράκτορα, γιατί με ανάγκασε να σκέφτώ για τη Ζωή και τον Άνθρωπο. Αυτές οι σκέψεις τελικά διαμόρφωσαν την επιθυμία να γράψω τους συλλογισμούς μου.
Σελήνα, κατανόησα πόσο καλά γνωρίζεις τον εικοστό πρώτο αιώνα, κατάλαβα πως και για μένα ξέρεις τα πάντα και σίγουρα είσαι η μόνη που μπορεί να μου πει, τι τελικά θα γίνει μ' εμένα. Περνάω μαζί σου πολύ ωραία, μέσα σ' αυτές τις εννιά μέρες είδα και άκουσα τέτοια πράγματα και θαύματα που δεν αξιώθηκε να δει και ν' ακούσει κανένας άλλος άνθρωπος από τον εικοστό πρώτο αιώνα. Μπορώ ν' ακούω την σιγανή φωνή σου όλη την ημέρα, ξεχνιέμαι και ούτε θέλω να φάω, όμως ως πότε…
Ξαφνικά ο Ηρακλής με κατάπληξη είδε το απλωμένο χέρι της Σελήνα να τον πιάνει από το γιακά, να τον τινάζει και με παραποιημένη και ηχηρή! φωνή να στριγκλίζει:
- Δε θα φας;
Και τότε ο Ηρακλής… άνοιξε τα μάτια του και είδε μπροστά του τη… Γαλήνη!!! η οποία αφού διαπίστωσε, ότι τον ξύπνησε γύρισε και βγαίνοντας απ' το υπνοδωμάτιο με δυσαρέσκεια, έλεγε:
- Η σούπα κρύωσε, ζέστανέ τη μόνος σου…
Εμβρόντητος και άναυδος ο Ηρακλής παρέμεινε πολλά δευτερόλεπτα… Το άλμα εις μήκος "χίλια χρόνια πίσω" δεν είναι και κάτι συνηθισμένο. Η συγκέντρωση ερχόταν με απαράδεκτα αργούς ρυθμούς. Η διαφορετική (έστω και λίγο) επίπλωση του υπνοδωματίου και η… Γαλήνη! δεν έπεισαν τον Ηρακλή, ότι επέστρεψε! ζωντανός! στο 2002 από το 3002. Στην πόρτα του δωματίου είδε κολλημένο το μεγάλο φύλλο του ημερολογίου, το οποίο έδειχνε: 1 Οκτωβρίου 2002! Μετά κοίταξε στην γυάλινη πόρτα του μπαλκονιού, ήταν ημέρα, το επιτραπέζιο ρολόι έδειχνε τέσσερις και είκοσι πέντε λεπτά. 
Η πλήρης κατανόηση ήρθε, όταν βγήκε στο μπαλκόνι και απ' τον έβδομο όροφο του διαμερίσματός του, είδε μπροστά του τη Θεσσαλονίκη και το Θερμαϊκό κόλπο με μερικά μικρά και μεγάλα πλοία. Ήταν πολύ ξάστερη ημέρα, φαινόταν στην άλλη πλευρά του Θερμαϊκού και ο μεγαλοπρεπής Όλυμπος. 
"Απίστευτο! Ήρθα από τη δουλειά κατά τις τέσσερις, ήμουν πολύ κουρασμένος και πεινασμένος. Παρακάλεσα τη Γαλήνη να μου βάλει φαγητό, μετά προχώρησα στο υπνοδωμάτιο, ξάπλωσα πάνω στο κρεβάτι και μες στη νύστα άκουσα τη φωνή της Γαλήνης:
- Ηρακλή! θα πάω για λίγο στη μαμά. Σου έβαλα σούπα…, και μετά άκουσα πως έκλεισε πίσω της η εξώπορτα.
Η μαμά της ζει, στον τρίτο όροφο της ίδιας οκταώροφης πολυκατοικίας. Δηλαδή, απουσίαζε το πολύ ένα τέταρτο!! και μέσα σ' αυτά τα δεκαπέντε λεπτά χώρεσαν οι εννιά μέρες με την Σελήνα στον τριακοστό πρώτο αιώνα! Φανταστικό! Τι κρίμα! Η Γαλήνη με ξύπνησε στην πιο ακατάλληλη στιγμή. Δεν πρόλαβα ν' ακούσω την απάντηση της Σελήνας!".
Μετά ο Ηρακλής έπλυνε τα χέρια και δροσίζοντας το πρόσωπό του σκεφτόταν "Μήπως ακόμη δεν ξύπνησα;" 
Στο καθιστικό η Γαλήνη παρακολουθούσε στην τηλεόραση το σίριαλ "Χρυσός αιώνας". Ο Ηρακλής έκατσε δίπλα της πάνω στον καναπέ και σιωπηλά, με αφηρημένο βλέμμα κοιτούσε την οθόνη.
- Δε μου είπες, πως πεθαίνεις της πείνας; Πήγαινε να φας, είπε η Γαλήνη. 
- Δε θέλω να φάω. 
- Γιατί; Τι έγινε;
- Τίποτα δεν έγινε. Απλά απέκτησα μια Καθαρή Γνώση που λέει πως το σώμα του ανθρώπου είναι συμπυκνωμένο Πνεύμα. Κάποτε, εκατομμύρια χρόνια πριν, ήταν σκέτο πνεύμα, και το πνεύμα, δηλαδή η ψυχή δεν έχει την ανάγκη να καταναλώνει κάτι υλικό, ούτε τις νόστιμες σούπες που κάνεις,
έλεγε ο Ηρακλής. Εν τω μεταξύ σηκώθηκε, κάθισε στο τραπέζι, πήρε το κουτάλι και με όρεξη άρχισε να καταβροχθίζει την κρύα σούπα.
- Τι είναι αυτά που λες;
- Είναι η αλήθεια.

 

Επίλογος

Αγαπητέ μου φίλε αναγνώστη,

Αν θέλεις, γέλασε ειρωνικά, σαρκαστικά, ακόμη και περιφρονητικά για τη δική μου φαντασία, για τη δική μου θεώρηση της μελλοντικής ζωής. Όμως, σε παρακαλώ, μετά κάθισε και σκέψου, "ζωγράφισε" την δική σου εικόνα του μέλλοντος. Βεβαίως, θα ήταν καταπληκτικό, αν θα έγραφες κι εσύ, πώς φαντάζεσαι το Μέλλον. Θα ήταν πολύ καλό, αν τουλάχιστον αυτό το θέμα απασχολούσε το μυαλό σου τουλάχιστον μερικές μέρες. Τότε, θα ένιωθα ικανοποίηση και θα ήξερα, ότι πέτυχα τον στόχο μου.

Γιώργος Σοϊλεμεζίδης

Νέα